Βλέπετε 16–30 από 1565 αποτελέσματα

Όλα τα προϊόντα

Ξένη λογοτεχνία

Σταθμός έντεκα

Έμιλι Τζον Μάντελ

Ο Σταθμός Έντεκα είναι ένα υποβλητικό μυθιστόρημα, σκοτεινό και ελεγειακό, μα συνάμα νοσταλγικό, λαμπερό και αισιόδοξο.

Μια χιονισμένη νύχτα, ο Άρθουρ Λιάντερ, διάσημος ηθοποιός του Χόλιγουντ, παθαίνει καρδιακή προσβολή πάνω στη σκηνή κατά τη διάρκεια μιας παράστασης του Βασιλιά Ληρ.

Ο Τζίβαν Σόντρι, ένας νεαρός παπαράτσι που σπουδάζει νοσηλευτική, βρίσκεται στο κοινό και σπεύδει να βοηθήσει, υπό το βλέμμα μιας οχτάχρονης ηθοποιού, της Κίρστεν Ρεϊμόντ. Όμως, παρά τις προσπάθειές του, ο Άρθουρ καταλήγει νεκρός. Καθώς ο Τζίβαν γυρίζει σπίτι, διασχίζοντας το χιονισμένο Τορόντο, πληροφορείται ότι έχει ξεσπάσει μια θανατηφόρα γρίπη που εξαπλώνεται ραγδαία. Αποφασίζει να οχυρωθεί στο διαμέρισμα του αδερφού του, σε έναν ουρανοξύστη, απ’ όπου παρατηρεί τον κόσμο, όπως τον ήξερε, να καταρρέει.

Είκοσι χρόνια αργότερα, η Κίρστεν είναι ηθοποιός στην Περιπλανώμενη Συμφωνία, μια ομάδα ηθοποιών και μουσικών που ταξιδεύει στους οικισμούς του αλλαγμένου πια κόσμου, ανεβάζοντας Σαίξπηρ και παίζοντας μουσική. Η ζωή τους είναι ένας καθημερινός αγώνας επιβίωσης, καθώς οι αναμνήσεις τους μπλέκονται επώδυνα με τη νέα τους πραγματικότητα, ενώ το κακό μπορεί να καραδοκεί παντού

16.50

Μάργκαρετ Άτγουντ

Η Δημοκρατία της Γαλαάδ προσφέρει στην Τουφρέντ μόνο μία επιλογή: την αναπαραγωγή. Αν παρεκκλίνει απ’ τον σκοπό της, θα καταλήξει, όπως όλοι οι αντιφρονούντες, κρεμασμένη στο Τείχος, ή θα σταλεί στις Αποικίες, όπου θα βρει αργό και μαρτυρικό θάνατο από ραδιενέργεια. Αλλά ακόμα κι ένα απολυταρχικό καθεστώς δεν μπορεί να αφανίσει τον πόθο – ούτε της Τουφρέντ ούτε και των δύο ανδρών απ’ τους οποίους κρέμεται η μοίρα της.

Μια μεγαλοφυής, συγκλονιστική δυστοπία για το κακό που παραμονεύει στην ανθρώπινη φύση, Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΑΙΝΙΔΑΣ διαβάζεται και σαν σκοτεινό χρονικό μιας εναλλακτικής πραγματικότητας ή σαν σπαραχτική μαρτυρία για τη θέση της γυναίκας στον σύγχρονο κόσμο.

17.70

Ρόμπερτ Πεν Γουόρεν

Νέος, οραματιστής και φιλόδοξος, ο Γουίλι Σταρκ ξεκινά την πολιτική του σταδιοδρομία αποφασισμένος να πάρει εκδίκηση για την ταπεινή του καταγωγή, να ταχθεί στην υπηρεσία του λαού, των απόκληρων και των αδικημένων, να αγωνιστεί για μια άλλη, προοδευτική Αμερική.

Τώρα πια είναι ο πανίσχυρος κυβερνήτης μιας Πολιτείας του αμερικανικού Νότου. Πεπεισμένος ότι τα αγνά ιδανικά ελάχιστη σχέση έχουν με τη σκληρή πραγματικότητα, οδηγείται στο συμπέρασμα ότι, αν θέλει να παραμείνει πιστός στους στόχους του και ταυτόχρονα να διατηρηθεί στην εξουσία, δεν πρέπει να φοβάται αλλά, αντιθέτως, να εκμεταλλεύεται τη διαφθορά που επικρατεί στις ανθρώπινες σχέσεις, και να επιδίδεται με κυνισμό στον κατάλληλο χειρισμό ανθρώπων και καταστάσεων.

Όταν ο αριστοκρατικής καταγωγής δικαστής Μόνταγκιου Ίρβιν, που έχει τη φήμη του αδιάφθορου, στέκεται απέναντί του, ο Σταρκ καλεί σε βοήθεια τον σύμβουλό του Τζακ Μπέρντεν, στον οποίο αναθέτει να ξεψαχνίσει το παρελθόν του δικαστή: είναι βέβαιος ότι και εκείνος έχει θαμμένους σκελετούς στην ντουλάπα του. Ο Τζακ είναι ο άλλος κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος. Πρώην δημοσιογράφος, με ιστορικές σπουδές, άνθρωπος ιδιαίτερα καλλιεργημένος, παρατηρεί τα πάντα ως αφηγητής και αυτόπτης μάρτυρας, παραμένοντας διαρκώς αποστασιοποιημένος. Έχει επίγνωση τόσο της αξίας του καλού όσο και της κυριαρχίας του κακού. Διχάζεται ανάμεσα στον θαυμασμό και την απέχθειά του για το πρόσωπο του Σταρκ, γνωρίζοντας βαθιά μέσα του πως δεν θα καταφέρει να μείνει αμέτοχος ως το τέλος και πως η Ιστορία θα τον αδράξει.

Το Όλοι οι άνθρωποι του βασιλιά είναι ένα πολιτικό μυθιστόρημα, φιλοσοφικών και ηθικών αναζητήσεων, που αναδεικνύει το βάθος του στοχασμού και το εύρος της καλλιέργειας του συγγραφέα του, ένα έργο που εντυπωσιάζει με τη λεπτοδουλεμένη γλώσσα και με το ύφος του, συχνά λυρικό, ενίοτε απλό και λιτό, πάντα όμως νευρώδες και πλημμυρισμένο από εικόνες.

Εξαίρετη, υποβλητική ελεγεία για την τραγικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης, το Όλοι οι άνθρωποι του βασιλιά συγκαταλέγεται στα μεγάλα μυθιστορήματα του 20ού αιώνα.

 

 

25.00

Τίμοθι Σνάιντερ

H εκλογή του Τραµπ στην προεδρία της Αµερικής και τα ήδη εµφανή πλήγµατα που έχει καταφέρει στη δηµοκρατία και στους θεσµούς της έχουν θορυβήσει πολιτικούς, διανοούµενους, επιστήµονες, καλλιτέχνες και πολίτες στις ΗΠΑ και σε όλο τον κόσµο.

O Τίµοθι Σνάιντερ, ιστορικός που έχει ασχοληθεί µε τις πλέον ζοφερές περιόδους της ευρωπαϊκής ιστορίας, έγραψε ένα κατατοπιστικό βιβλίο, που κρούει δυνατά τον κώδωνα του κινδύνου. Μέσα στα είκοσι κεφάλαιά του ανατρέχει σε εκατό χρόνια ιστορίας, µε σταθµούς την ανάδυση του φασισµού, του ναζισµού και του κοµµουνισµού. Δίνει ιδιαίτερη έµφαση στο πώς εγκαθιδρύθηκαν αυτά τα καθεστώτα, στο πώς επιβλήθηκαν σε λαούς που παρακολουθούσαν σαν υπνωτισµένοι τη µία παραβίαση των δηµοκρατικών αρχών µετά την άλλη, στο πώς παρέσυραν απλούς πολίτες και τους µετέτρεψαν σε όργανα των δόλιων σκοπών τους.

Το βιβλίο αυτό δείχνει πόσο ανεπαίσθητα, πόσο σταδιακά, χωρίς να γίνει αντιληπτό από την αρχή, µπορεί ένα δηµοκρατικό πολίτευµα να απολέσει τους αρµούς του και να διαλυθεί. Η υπονόµευση της δηµοκρατίας δεν είναι ποτέ άµεση. Γίνεται µε µικρά, ύπουλα βήµατα, µε την επίκληση της «βούλησης του λαού», µε τη µεταµφίεση του αυταρχισµού σε πράξεις που υποτίθεται ότι απηχούν το κοινό αίσθηµα, αλλά αποδεικνύονται καταλυτικές της ελευθερίας. Η επαγρύπνηση όλων µας είναι απαραίτητη.

 

10.99

Ελληνική λογοτεχνία

Το τέλος της μικρής μας πόλης

Δημήτρης Χατζής

Βιβλίο του Χατζή με τον τίτλο αυτό πρωτοεκδόθηκε στη Ρουμανία το 1953 από το «εκδοτικό Νέα Ελλάδα» και περιείχε 5 διηγήματα από τα 7 που τελικά συνθέτουν τη συλλογή· έλειπαν «Ο Τάφος» και «Ο Ντέτεκτιβ». Στα 1963 και ενώ ο Χατζής βρίσκεται στην Ουγγαρία κυκλοφορεί η πρώτη πλήρης έκδοσή του στο τυπογραφείο Α. Κουλουφάκου, για λογαριασμό της Επιθεώρησης Τέχνης. Το 1971 γίνεται η τρίτη έκδοση με επίμετρο το κείμενο του Δημήτρη Ραυτόπουλου «Το Νεοελληνικό Μάθημα του Δημήτρη Χατζή» («Διογένης»). Από τότε ως σήμερα έχουμε άλλες τρεις εκδόσεις: «Πλειάς» (1974), «Κείμενα» (1979, οριστική έκδοση διορθωμένη από τον συγγραφέα) και «Ζώδιο» (1989). Όσο για τα δύο διηγήματα της συλλογής που δεν περιλαμβάνονταν στην πρώτη έκδοση, «Ο Τάφος» πρωτοπαρουσιάστηκε στην Επιθεώρηση Τέχνης τον Οκτώβρη 1959 και «Ο Ντέτεκτιβ» στο ίδιο περιοδικό τον Φεβρουάριο του 1962.

Το βιβλίο λοιπόν που ο τίτλος του παραπέμπει στη Μικρή μας Πόλη του Αμερικανού συγγραφέα Θόρντον Ουάιλντερ περιέχει εφτά διηγήματα δουλεμένα λίγο ως πολύ από το 1950 ως το 1963 και πάλι ξανακοιταγμένα ως το 1979 που έγινε η λεγόμενη «οριστική» έκδοση. Ο Δημήτρης Ραυτόπουλος το 1964 έγραφε για τη συλλογή: «Με το Τέλος της Μικρής μας Πόλης έχουμε ένα πυκνότατο και γλαφυρότατο διάγραμμα της κοινωνικής μας περιπέτειας από κει  που την άφησαν οι γενιές του Μεσοπολέμου ως εκεί που την παραλαμβάνει η γενιά της Αντίστασης. Ο Χατζής έφερε σε πέρας αυτή τη δύσκολη αποστολή που έπρεπε να καλύψει ένα μεγάλο ρήγμα στο νεοελληνικό μύθο. Δε θα μπορούσε να το κατορθώσει αν δεν διέθετε μεγάλο ταλέντο και γνώση που του επέτρεψαν να αφομοιώσει την παράδοση ολόκληρης της νεοελληνικής πεζογραφίας.»

Ο ίδιος ο Χατζής αρνείται πως είχε ταλέντο ή φαντασία: «Το έργο το δικό μου ήταν καρπός σκληρής και επίμονης πνευματικής εργασίας. Έτσι βλέποντας τον ίδιο τον εαυτό μου και έτσι κρίνοντας από μια απόσταση σήμερα το έργο μου, μπορώ να βλέπω γιατί ήταν τόσο μικρό ποσοτικά. Το πώς έζησα τόσα χρόνια μακριά από την Ελλάδα, δηλαδή μακριά από τις εθνικές και θεματικές ρίζες ενός Έλληνα συγγραφέα, ήτανε βέβαια κι αυτό μια αιτία και όχι βέβαια χωρίς σημασία. Η κυριότερη όμως αιτία βρίσκεται σε αυτήν την έμφυτη δυσκολία. Μου έλειψε πάντοτε αυτό το πηγαίο και αυθόρμητο ξεχείλισμα. Το πρώτο λοιπόν που θα πω για τον εαυτό μου και για το μικρό μου έργο είναι πως εγώ έγραψα αργά, βασανιστικά, σχεδόν σαν τιμωρημένος σε έργα καταναγκαστικά.»

Αυθόρμητα ωστόσο πηγάζουν οι λυγμοί του νέου αναγνώστη όταν διαβάζει το τέλος της Μαργαρίτας Περδικάρη, την ταπείνωση του Σιούλα του Ταμπάκου, την τραγωδία του Σαμπεθάι Καμπιλή, την προδοσία της Θειάς Αγγελικής. Μισόν αιώνα ύστερα από την πρώτη τους εμφάνιση η ραψωδία των νικημένων-ηρώων της μικρής μας πόλης διαβάζεται μόνο για να βεβαιώσει ότι το διήγημα (Βιζυηνός, Παπαδιαμάντης, Χατζής) στέκει μαζί με την ποίηση (Σολωμός, Καρυωτάκης, Σικελιανός, Καβάφης) σαν το μεγαλύτερο κατόρθωμα του νεοελληνικού λόγου, άρα του νεοελληνικού πολιτισμού.

Ο παππούς και ο πατέρας του Χατζή ήταν τυπογράφοι· προς τιμήν τους το βιβλίο στοιχειοθετήθηκε στη μονοτυπία των Αφών Παληβογιάννη, σελιδοποιήθηκε και τυπώθηκε στο κλασικό τυπογραφείο «Μανούτιος» του Χρίστου Μανουσαρίδη.

 

21.20

Δημήτρης Χατζής

Το βιβλίο αυτό περιέχει τον βασικό κορμό από το ιστορικό και φιλολογικό έργο του Δημήτρη Χατζή. Έργο στις παρυφές της λογοτεχνικής του δημιουργίας, που όμως αποτελεί υφάδι και δομικό στοιχείο της δημιουργίας αυτής.

Ακολουθώντας τις δραματικές τύχες της ελληνικής αριστεράς, από την Κατοχή και τον Εμφύλιο μέχρι την εικοσιπενταετή του εξορία, ο Χατζής επεξεργάστηκε με όλες του τις δυνάμεις την υπέρβαση του διλήμματος: απελευθέρωση από το ορθόδοξο κομματικό δόγμα αφενός, διαμόρφωση μιας νέας συγκροτημένης και συλλογικής δημιουργικότητας αφετέρου. Στο μεταίχμιο αυτό, κεντρικό του μέλημα ήταν η διερεύνηση του προβλήματος της συνέχειας του Νέου Ελληνισμού.

Ποιητής, διηγηματογράφος, μυθιστοριογράφος, δημοσιογράφος και ερευνητής του βυζαντινού και νεοελληνικού πολιτισμού (Γιάννενα, Αθήνα, Βουδαπέστη, Ανατολικό Βερολίνο και επιστροφή στην Ελλάδα), ο Δημήτρης Χατζής αναζήτησε σε όλη του τη ζωή, και με όλες τις πνευματικές του δυνάμεις, το «Πρόσωπο του Νέου Ελληνισμού». Αυτή ακριβώς η μακρόχρονη και επίμονη αναζήτηση αποτελεί το σημείο συνάντησης του λογοτεχνικού με το ιστορικό και φιλολογικό του έργο.

Το ιστορικό και φιλολογικό αυτό έργο, συγκροτημένο από το 1947 και μέχρι το θάνατό του (1981), είναι σχεδόν άγνωστο και δεν έχει ως τα σήμερα αποτιμηθεί η συμβολή του, η εθνική του παρέμβαση. Διάσπαρτο σε περιοδικά και εφημερίδες της εποχής, επιστημονικά συγγράμματα και τόμους, διαλέξεις και επιμέλειες, δημοσιευμένο ή αδημοσίευτο, χρειάστηκε μια συστηματική ανθολόγηση, πού δεν ήταν πάντοτε εύκολη. Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα (1975), ο Χατζής εστιάζει την προσοχή του σε μια ζωηρή επανα-διαπραγμάτευση των ζητημάτων που τον απασχόλησαν στις δύο προηγούμενες φάσεις (Εμφύλιος – Ουγγαρία 1947-1957, Ανατολικό Βερολίνο – Βουδαπέστη 1957-1975). Η τελευταία αυτή φάση, της μεταπολίτευσης, φωτίζει μ’ ένα στοχαστικό φως, αναδρομικά, όλο το προγενέστερο έργο του.

Η ανάγνωση των κειμένων αυτού του τόμου πρέπει να γίνει, συνυπολογίζοντας τη διαρκή πολιτική έγνοια και συνείδηση του Δημήτρη Χατζή, παράλληλα με τη βαρύτητα που είχε στην πνευματική του συγκρότηση η ιστορία της λογοτεχνίας. O όρος «εθνική λογοτεχνία», που χρησιμοποιεί ενσυνείδητα, προσεκτικά και εναγώνια, αναφέρεται στη λογοτεχνία ενός νέου έθνους, ενός καινούριου κόσμου, που βλέπει σε αυτήν να καθρεφτίζεται η πνευματική του ζωή και πορεία προς την εθνική του διαμόρφωση και ολοκλήρωση.

Στον τόμο αυτό περιλαμβάνονται δεκαεννιά κείμενα, από το 1947 ως το 1980. Κεντρικό – δομικό – στοιχείο του αποτελούν οι τέσσερις ανέκδοτες διαλέξεις του 1979 με θέμα «Το Πρόσωπο του Νέου Ελληνισμού», απ’ όπου και ο τίτλος του τόμου. Απ’ τα δεκαεννιά κείμενα τα δέκα είναι άρθρα σε περιοδικά ή εφημερίδες, ευρύτερου πολιτικού χαρακτήρα. Επτά είναι κείμενα ανοιχτών διαλέξεων κατά τη μεταπολίτευση, και δύο είναι κείμενα περισσότερο επιστημονικά. Βασικός λόγος ύπαρξής τους είναι η διατύπωση ενός λόγου που επιχειρεί να διαφωτίσει, να συνδεθεί με την ιστορική πραγματικότητα, να ενεργοποιήσει δημιουργικές αντιδράσεις και συνειδήσεις. Ένας λόγος που αναζητεί με πάθος ένα νέο τρόπο σύνδεσης της ιστορίας με την ιδεολογία και την κοινωνία, σε μια μεταπολίτευση με πήλινα πόδια.

 

21.20

Στρατής Μπουρνάζος

O πολιτισμός και οι ιδέες αποτέλεσαν κεντρικό στοιχείο της αντιπαράθεσης μεταξύ των δύο στρατοπέδων του Ψυχρού Πολέμου. Στη μεγάλη μάχη για «την καρδιά και τον νου των ανθρώπων» που ονομάστηκε Πολιτισμικός Ψυχρός Πόλεμος, το Congress for Cultural Freedom (CCF) αποτέλεσε το πιο εκλεπτυσμένο, εντυπωσιακό και επιτυχημένο όπλο του δυτικού κόσμου. Το βιβλίο του Στρατή Μπουρνάζου διηγείται τη συναρπαστική ιστορία του, παρακολουθώντας τις διαδρομές του φιλελεύθερου αντικομμουνισμού και της συμμαχίας της μη Κομμουνιστικής Αριστεράς με το αμερικανικό κράτος. Αναδεικνύει επίσης τη ματαιωμένη ιστορία του ελληνικού CCF, διερευνώντας γιατί η συνάντηση του οργανισμού με τους Έλληνες διανοούμενους και πολιτικούς, συντηρητικούς και φιλελεύθερους, στάθηκε άγονη και για τις δύο πλευρές. Η περιπλάνηση στους δαιδάλους της ψυχροπολεμικής πνευματικής ζωής αποκαλύπτει τις πολλαπλές αποχρώσεις του αντικομμουνισμού, το χάσμα ανάμεσα στους φιλελεύθερους προοδευτικούς αντικομμουνιστές και τους διανοούμενους του «κράτους των εθνικοφρόνων», τις δυσχέρειες της εκσυγχρονιστικής ιδεολογίας στην Ελλάδα του 1950, αλλά και τη σημασία της αυτονόμησης του Κέντρου και της ρήξης με την εθνικοφροσύνη, στον χώρο της διανόησης και των τεχνών, κατά την εκρηκτική δεκαετία του 1960.

ιστορίες 3 | διεύθυνση σειράς: Κωστής Καρπόζηλος

18.80

Ζαν-Ζακ Ρουσσώ

Το δημοφιλέστερο έργο του Ρουσό. Ένα ερωτικό και φιλοσοφικό μυθιστόρημα όπου διατυπώνει νέες για την εποχή του ιδέες σχετικά με την ελευθερία και τις ταξικές διακρίσεις, τις δεισιδαιμονίες και τη μισαλλοδοξία, τον έρωτα και τη φύση.

Η νεαρή Ιουλία, από αριστοκρατική οικογένεια, με βαθιά θρησκευτική πίστη, ερωτεύεται παράφορα τον ταπεινής καταγωγής παιδαγωγό της, τον γοητευτικό Σεν-Πρε. Η μητέρα της, η βαρόνη Ντ’ Ετάνζ, ανακαλύπτει τη σχέση τους και από την ταραχή της πεθαίνει. Ο πατέρας της, οργισμένος, αναγκάζει την Ιουλία να παντρευτεί τον κύριο ντε Βολμάρ, έναν άνθρωπο τίμιο, μεγαλόψυχο, αλλά άθεο.

Η Ιουλία ή Η νέα Ελοΐζα γράφτηκε τη διετία 1756-1758 και όταν εκδόθηκε ο εκδότης δεν προλάβαινε να καλύψει τις πωλήσεις. Έως το τέλος του 18ου αιώνα είχαν γίνει τουλάχιστον εβδομήντα εκδόσεις, περισσότερες από οποιοδήποτε άλλο βιβλίο μέχρι την εποχή εκείνη.

22.00

Ζαν-Ζακ Ρουσσώ

Το δημοφιλέστερο έργο του Ρουσό. Ένα ερωτικό και φιλοσοφικό μυθιστόρημα όπου διατυπώνει νέες για την εποχή του ιδέες σχετικά με την ελευθερία και τις ταξικές διακρίσεις, τις δεισιδαιμονίες και τη μισαλλοδοξία, τον έρωτα και τη φύση.

Η νεαρή Ιουλία, από αριστοκρατική οικογένεια, με βαθιά θρησκευτική πίστη, ερωτεύεται παράφορα τον ταπεινής καταγωγής παιδαγωγό της, τον γοητευτικό Σεν-Πρε. Η μητέρα της, η βαρόνη Ντ’ Ετάνζ, ανακαλύπτει τη σχέση τους και από την ταραχή της πεθαίνει. Ο πατέρας της, οργισμένος, αναγκάζει την Ιουλία να παντρευτεί τον κύριο ντε Βολμάρ, έναν άνθρωπο τίμιο, μεγαλόψυχο, αλλά άθεο.

Η Ιουλία ή Η νέα Ελοΐζα γράφτηκε τη διετία 1756-1758 και όταν εκδόθηκε ο εκδότης δεν προλάβαινε να καλύψει τις πωλήσεις. Έως το τέλος του 18ου αιώνα είχαν γίνει τουλάχιστον εβδομήντα εκδόσεις, περισσότερες από οποιοδήποτε άλλο βιβλίο μέχρι την εποχή εκείνη.

22.00

Βιογραφία - Μαρτυρίες

Οι φυλακές μου

Πωλ Βερλαίν

Το πεζογράφημα του Πωλ Βερλαίν “Οι φυλακές μου” περιγράφουν τις εμπειρίες του περιβόητου μποέμ από τη διετή κράτησή του στη Μονς, αφού πυροβόλησε και τραυμάτισε τον Αρθούρο Ρεμπώ στο χέρι. Εδώ, μακριά από τον μύθο που σφυρηλάτησε περί «καταραμένου ποιητή», ο Βερλαίν συμφιλιώνεται με τη μοίρα του: Ο παθιασμένος, και συχνά μεθυσμένος, άνθρωπος βρίσκει στην απομόνωσή του έναν χώρο όπου μπορεί να αφοσιωθεί στη συγγραφή, ως ένας αυτοβιογραφούμενος ήρωας και δοκιμιογράφος. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

Μια ιστορία σύντομη αλλά μεστή. Ένα αληθινό πρελούδιο. Τον Ιούλιο του 1873, στις Βρυξέλλες, ξέσπασε μια φιλονικία καταμεσής του δρόμου. Αφορμή ήταν δυο πυροβολισμοί που είχαν ριχτεί πρωτύτερα, από τους οποίους ο πρώτος τραυμάτισε ελαφρά τον έναν εμπλεκόμενο· ζητήθηκε όμως αμέσως η σχετική συγγνώμη και οι δυο φίλοι θεώρησαν το επεισόδιο λήξαν. Στη συνέχεια, όμως, ο δράστης της θλιβερής αυτής πράξης, ο οποίος τις ώρες εκείνες ήταν υπό την επήρεια αψεντιού, πέταξε μια βαριά κουβέντα κι έχωσε το χέρι του στη δεξιά τσέπη του σακακιού του, όπου για κακή του τύχη βρισκόταν το περίστροφο, απασφαλισμένο κι έχοντας ακόμα τέσσερις σφαίρες.

6.97

Ξένη λογοτεχνία

Εμπούσιον

Όλγκα Τοκάρτσουκ

Σεπτέμβριος του 1913, σανατόριο Γκέρμπερσντορφ, Κάτω Σιλεσία (σημερινό Σοκολόφσκο στην Πολωνία). Στους πρόποδες των βουνών, λειτουργεί ένα από τα πρώτα στον κόσμο και διάσημο σε όλη την Ευρώπη σανατόριο για τη θεραπεία ασθενειών «θώρακος και τραχήλου». Ο Βόινιτς, ένας φοιτητής, πηγαίνει εκεί με την ελπίδα πως οι καινοτόμες ιατρικές μέθοδοι και ο καθαρός αέρας θα τον βοηθήσουν. Πλην όμως, η φυματίωση με την οποία διαγνώστηκε δεν αφήνει περιθώρια για ψευδαισθήσεις. Στην Πανσιόν για Κυρίους ο Βόινιτς θα συναναστραφεί και άλλους θεραπευόμενους, ασθενείς από τη Βιέννη, το Κένινγκσμπεργκ, το Μπρέσλαου, το Βερολίνο. Πίνουν ένα χειροποίητο λικέρ και συζητούν ακούραστα για τα σημαντικότερα ζητήματα της εποχής. Έρχεται πόλεμος; Μοναρχία ή δημοκρατία; Υπάρχουν δαίμονες; Όταν αφοσιώνεσαι σε ένα ανάγνωσμα, μπορείς να αναγνωρίσεις από τι χέρι είναι γραμμένο: ανδρικό ή γυναικείο; Τη ρουτίνα ταράζει ένας ξαφνικός θάνατος. Στα αυτιά του Βόινιτς φτάνουν τρομακτικές, μυστηριώδεις και σαγηνευτικές ιστορίες, δίχως ο ίδιος να αντιλαμβάνεται ότι σκοτεινές δυνάμεις τον έχουν βάλει στο μάτι. Στο Εμπούσιον η Όλγκα Τοκάρτσουκ αποκαλύπτει αλήθειες για τον κόσμο, τις οποίες είτε δεν παρατηρούμε είτε με κάθε τίμημα αρνούμαστε να παραδεχτούμε.

18.00

Ποίηση

Σονέτα

Ουίλλιαμ Σαίξπηρ

Τα ωραία πλάσματα ποθούμε να βλασταίνουν,
Της ομορφιάς ποτέ το ρόδο να μη σβήνει,
Κι ώριμα πια, όταν σαπίζουν και πεθαίνουν,
Σ’ έναν απόγονο η μνήμη τους να μείνει.
Λατρεύεις μόνο του ματιού σου την αχτίνα,
Τη φλόγα συντηρείς, μα δαπανάς εσένα,
Εκεί που υπάρχει αφθονία φέρνεις πείνα,
Στον εαυτό σου εχθρός, δε θες οίκτο κανένα.
Του κόσμου αν είσαι δροσερό στολίδι τώρα
Κι όπως ο κήρυκας της άνοιξης γιορτάζεις,
Μες στο μπουμπούκι θάβεις του καρπού τα δώρα,
Γλυκέ φιλάργυρε, σωρεύοντας ρημάζεις.
Αυτό που οφείλεις δώσε, άσ’ την απληστία!
Εσύ κι η μαύρη γη αν το φάτε, αμαρτία.
[Από την έκδοση]

From fairest creatures we desire increase,
That thereby beauty’s rose might never die,
But as the riper should by time decease,
His tender heir might bear his memory:
But thou, contracted to thine own bright eyes,
Feed’st thy light’s flame with self-substantial fuel,
Making a famine where abundance lies,
Thy self thy foe, to thy sweet self too cruel.
Thou that art now the world’s fresh ornament,
And only herald to the gaudy spring,
Within thine own bud buriest thy content,
And, tender churl, mak’st waste in niggarding:
Pity the world, or else this glutton be,
To eat the world’s due, by the grave and thee.
[From the publisher]

12.20

Ξένη λογοτεχνία

Αβάνα έτος μηδέν

Κάρλα Σουάρες

«Ναι, οπωσδήποτε, τώρα είμαστε καλύτερα, εξακολουθούμε να χαμογελάμε, να κάνουμε έρωτα και να ονειρευόμαστε, παρότι πολλά όνειρα άλλαξαν. Η κρίση του ’90 μας έπεισε ότι δεν είμαστε όλοι ίδιοι και ότι ο κόσμος χωρίζεται σ’ αυτούς που έχουν λεφτά και σ’ αυτούς που δεν έχουν. Έτσι ήταν πάντα. Παντού. Έτσι δεν είναι;»

Κούβα, 1993. Η χώρα βιώνει συνθήκες οικονομικής κατάρρευσης και φτώχειας σε μια πρωτοφανή κρίση που οδηγεί σε κλίμα αγωνίας και ανασφάλειας. Σε αυτό το ζοφερό σκηνικό, η Χούλια, μια νεαρή μαθηματικός που ζει και εργάζεται στην Αβάνα, αναζητά διέξοδο στα προβλήματά της όταν ανακαλύπτει τυχαία κάποια έγγραφα που αποδεικνύουν ότι ο εφευρέτης του τηλεφώνου δεν είναι ο Γκράχαμ Μπελ αλλά ο Ιταλός Αντόνιο Μεούτσι, ο οποίος εργάστηκε ως τεχνικός στην Αβάνα τον 19ο αιώνα. Η Χούλια και οι φίλοι της αρχίζουν να ξετυλίγουν το κουβάρι της υπόθεσης Μεούτσι.

Η Κουβανή Κάρλα Σουάρες υφαίνει μια ιστορία αναζήτησης γεμάτη χιούμορ, αφοπλιστική αμεσότητα και γλυκόπικρη διάθεση, καταδεικνύοντας πώς οι άνθρωποι βρίσκουν τρόπους να επιβιώσουν και να αντλήσουν αισιοδοξία και δύναμη ακόμα και στις πιο αντίξοες συνθήκες.

 

15.00

Ξένη λογοτεχνία

Στο Σπίτι με τα Μυστικά

Λέσλι Αμπσερ

Ένα κορίτσι μεγαλώνει στην Ελλάδα, στα χρόνια της χούντας, σ’ ένα ηλιόλουστο σπίτι στο Παλιό Ψυχικό. Λίγα χρόνια αργότερα θα γυρίσει με τους γονείς της στην Αμερική. Κι όταν πια, στον δρόμο προς την ενηλικίωση, αποφασίσει να ξετυλίξει το κουβάρι με τα οικογενειακά μυστικά, θα βυθιστεί στο χάος προσωπικών και πολιτικών αποκαλύψεων.

Τι δουλειά κάνει ο πατέρας της; Γιατί η μητέρα της παθαίνει νευρικούς κλονισμούς; Πώς να ερμηνεύσει τα αισθήματά της και ποια είναι πραγματικά η ταυτότητά της; Η συγγραφέας του βιβλίου, η Λέσλι Άμπσερ, ενήλικη πια, ξεκινά ένα ταξίδι για να γνωρίσει αυτό που στερήθηκε μεγαλώνοντας: την αλήθεια. Καθώς η δράση του πατέρα της στη CIA ξεδιπλώνεται, η Λέσλι ερευνά την αμφιλεγόμενη ανάμειξή του στην εγκαθίδρυση της δικτατορίας, ενώ προοδευτικά συμφιλιώνεται με την κουήρ ταυτότητά της.

16.66

Ελληνική λογοτεχνία

Μαύρο νερό

Μιχάλης Μακρόπουλος

Ένας πατέρας κι ο ανάπηρος γιος του, με όπλο την αγάπη που τρέφουν ο ένας για τον άλλο, παλεύουν να επιβιώσουν σ’ ένα χωριό που ερημώνει, στα βουνά της Ηπείρου. Γύρω τους έχει συντελεστεί μια οικολογική καταστροφή· το νερό πλέον δεν πίνεται, τα ζώα και τα φυτά είναι δηλητηριασμένα.

Ο αγώνας τους δίνεται με λόγο λιτό και ποιητικό στο Μαύρο νερό.

Περίμενε υπομονετικά· ήξερε ότι αργά ή γρήγορα κάποιο ζώο θα κατέβαινε να ξεδιψάσει στο νερό, που ξεγελούσε με τον γάργαρο ήχο του. Πενήντα μέτρα παραπίσω ήταν η παλιά δεξαμενή, με μισοσβησμένα πάνω τα γράμματα της RIPOIL, ενώ τα πλατανόφυλλα βάθαιναν με τον ίσκιο τους το καφεκόκκινο χρώμα της σκουριάς. Τρύπες είχαν ανοίξει στο μέταλλο, ένα παχύ στρώμα από σάπια φύλλα είχε γίνει χούμος μέσα, και η παλιά δεξαμενή ήταν γεμάτη ζωή: έντομα, τρωκτικά, πουλιά που μπαινόβγαιναν. Το πλατανόδασος δίπλα στο ποτάμι είχε δεχτεί με συγκατάβαση τον μεταλλικό ξένο, τον είχε κυκλώσει σκιάζοντάς τον, και κλαριά ακουμπούσαν πάνω του και τον διαπερνούσαν.

11.50