Βλέπετε 271–285 από 1567 αποτελέσματα

Όλα τα προϊόντα

Ελληνική λογοτεχνία

Η Αθήνα της μιας διαδρομής

Πέτρος Μάρκαρης

Στα αστυνομικά μυθιστορήματά του ο Πέτρος Μάρκαρης στέλνει τον ήρωά του αστυνόμο Χαρίτο στον λαβύρινθο της Αθήνας. Αυτή τη φορά, αποφάσισε να μπει ο ίδιος ο συγγραφέας. Το οδοιπορικό του στην πόλη διαρκεί σχεδόν μία ώρα, όσο χρειάζεται ο Ηλεκτρικός να διανύσει την απόσταση από τον Πειραιά στην Κηφισιά. Ο συνεπιβάτης του συγγραφέα κατεβαίνει σε κάθε σταθμό, εξερευνά μαζί του τη γύρω περιοχή, γνωρίζει τις ομορφιές και τις ασχήμιες της, ανακαλύπτει τις συναρπαστικές αντιθέσεις της, βρίσκεται μπροστά σε κρυφές εκπλήξεις, περπατά σε αρχαία μονοπάτια, αντιλαμβάνεται και κατανοεί όλη την κοινωνική διαστρωμάτωση της πρωτεύουσας, με τις φτωχές συνοικίες και τη σύγχρονη νεόπλουτη όψη της, την οποία δεν έχει χάσει ούτε την εποχή της κρίσης, γιατί η κρίση δεν άγγιξε τις περιοχές των νεόπλουτων, όπως άλλωστε κάθε κρίση.

11.00

Ελληνική λογοτεχνία

Ο Αυτοκτόνος

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης

Ο Σακελλάριος, ο ήρωας του «Αυτοκτόνου», είναι αλλοδαπός, τριάντα χρονών, αδέκαρος, και ζει ουσιαστικά χάρη στη συνδρομή των φίλων. Αλλοδαπός από που; Από την Ήπειρο, η οποία δεν έχει ενσωματωθεί ακόμη στο ελληνικό κράτος, εξού και «δεν υπέκειτο εις στρατιωτικήν θητείαν», ο δε βοηθός του φούρναρη, Ηπειρώτης, όπως και το αφεντικό του, τον εγκαρδιώνει λέγοντας: «Κουράγιο, πατρίδα! (…] Έτσι θα πάρουμε και τα Γιάννενα;». Τον έχει διώξει η σπιτονοικοκυρά από την κάμαρη που νοίκιαζε, επειδή χρωστούσε ενοίκια, και μένει σε ένα μικρό ξενοδοχείο, αλλά εκείνο το Σάββατο οι φίλοι δεν έχουν ή δεν θέλουν να του δώσουν για να το πληρώσει. Είναι ουσιαστικά άστεγος, όπως ο ξεπεσμένος δερβίσης (1896) ή ο μπαρμπα-Μάρκος (« Άλλος τύπος», 1903). Πηγαίνει το Σάββατο στην εκκλησία για τον εσπερινό και εκεί παίρνει την απόφαση να αυτοκτονήσει, για να μη γίνει βάρος σε κανέναν, ούτε σε νεκροθάφτες ούτε σε ψάλτες ούτε σε παπάδες (αφού δεν θα ταφεί εκκλησιαστικά). Πάει κατόπιν στο κουρείο για να ξυρίσει τα γένια του, πρώτη φορά στη ζωή του, στην πραγματικότητα όμως για να κλέψει το ξυράφι, το όργανο της αυτοχειρίας. Στη συνέχεια ζητάει από τον φούρναρη της γειτονιάς να περάσει το βράδυ στον φούρνο (αφού δεν μπορεί να μείνει στο ξενοδοχείο), όπου θα βρει πράγματι στέγη, ζέστη, ψωμί και κρασί. […] (Σταύρος Ζουμπουλάκης, Οι αυτοκτόνοι του Παπαδιαμάντη)

10.00

Αγνή Πικιώνη

Ο Δημήτρης Πικιώνης γεννήθηκε το 1887 στον Πειραιά και πέθανε στην Αθήνα τον Αύγουστο του 1968. Σήμερα, εδώ, στον διάφανο πύργο των βιβλίων του Renzo Piano, η Εθνική Βιβλιοθήκη τιμά τα πενήντα χρόνια από τον θάνατό του. Για έναν ακατάσχετο και ακατάστατο αναγνώστη -του Σολωμού και του Πλάτωνα, των Τραγικών, του Πινδάρου, του Σικελιανού, του Παλαμά, της Βίβλου και των Νηπτικών, του Καντ (Kant) και των Προσωκρατικών- ποιος χώρος «αρμοδιότερος»;

Ο Δημήτρης Πικιώνης ανήκει σε μια γενιά εμπνευσμένων δημιουργών που ενεργώντας «στο επίκεντρο της ζωής του τόπου» πύκνωσαν τον ιστορικό χρόνο και μέσα σε λίγα σχετικά χρόνια -χονδρικά από το 1920 έως και την πρώτη δεκαετία μετά τον δεύτερο πόλεμο- έχτισαν και μας χάρισαν ένα ζείδωρο «περιπλέον» (η έκφραση είναι της Ζωής Καρέλλη) πολιτισμού, ένα ανεκτίμητο εθνικό υπόδειγμα.

«Ο Δημήτρης Πικιώνης μπορεί ίσως να θεωρηθεί [θα πει ο Άγγελος Δεληβορριάς προλογίζοντας τον κατάλογο της αναδρομικής έκθεσης Πικιώνη του 2010 στο Μουσείο Μπενάκη] η πιο εμβληματική από τις πνευματικές μορφές του ελληνικού Μεσοπολέμου. (…) Στον θαυμαστό ανθρώπινο κόσμο του [συνεχίζει] ο Καζαντζάκης συναντούσε τον Κόντογλου και ο Παρθένης τον Σικελιανό, ο Μπουζιάνης τον Πεντζίκη και ο Δούκας τη Χατζημιχάλη, ο Παπαλουκάς τον Χατζηκυριάκο-Γκίκα και ο Διαμαντόπουλος τον Τσαρούχη, ο Καΐμης τον Στέρη και ο Τλούπας τον Καπράλο».

Ό,τι μέχρι σήμερα αποτελεί το πολύτιμο «αχνάρι» του το οφείλουμε στην ακάματη αγάπη της κόρης του Αγνής, που είναι σήμερα μαζί μας. Η κυρία Πικιώνη είναι πρόεδρος της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας «Δ. Πικιώνης Α.Μ.Κ.Ε., Αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία για τη μελέτη, προστασία, ανάδειξη, αποκατάσταση και συντήρηση του έργου του Δ. Πικιώνη». Θα μας αποτείνει έναν σύντομο χαιρετισμό. […]

10.00

811

Ο Γιώργος Αρβανίτης είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.

Τι θα δούμε στο φετινό comicdom.

Ο Αμαλία μας ξανασυστήνεται χωρίς τους Architects.

Αφιέρωμα Κουκάκι.

Δωρεάν - Μόνο με έξοδα αποστολής

Νίκος Μπακουνάκης

Ο Γουσταύος Κλάους είναι Βαυαρός έμπορος, που έρχεται στην Πάτρα και δημιουργεί την οινοποιία «Αχαΐα». Η γνωστή σήμερα ως «Achaia Clauss» πρωταγωνιστεί με τα κρασιά της στο οινικό fun του 20ού αιώνα και συνεχίζει στον 21ο αιώνα με το «Castro Clauss». Ο Φραντσέσκο Μάλλια, μετανάστης από τη Μάλτα, είναι το δεξί χέρι του Γουσταύου, ο πρώτος άποικος στην Colonie. H Colonie είναι η πολυεθνική κοινότητα των εργαζομένων στην οινοποιία, με τις οικογένειές τους (Γερμανοί, Έλληνες, Ιταλοί, Μαλτέζοι), στην οποία ο Κλάους δίνει το όνομα Gutland. Ο Γιάκομπ Κλίπφελ, Γερμανός, είναι ο πρώτος οινολόγος, ίσως ο δημιουργός της γλυκιάς Μαυροδάφνης. Η Αθηναία Θωμαΐδα Καρπούνη είναι η σύζυγος του Κλάους. Ο Γιούλιους Καρλ Βίλχελμ Φίλιπ Μέντσερ είναι Γερμανός κρασέμπορος, βουλευτής στο Ράιχσταγκ, ο πρώτος εισαγωγέας ελληνικών κρασιών στη Γερμανία. Ο Βασίλης Κασπίρης είναι ο φουστανελοφόρος σωματοφύλακας του Κλάους και ο κωδωνοκρούστης της Gutland. Η Αμαλία φον Πέρφαλ, κόρη του Γουσταύου και της Θωμαΐδας, παντρεμένη με βαρόνο στο Μόναχο, είναι η μοναδική κληρονόμος του. Η αυτοκράτειρα Ελισάβετ της Αυστρίας -η Σίσσυ- είναι η πρώτη διάσημη επισκέπτρια της οινοποιίας. Ο Βλάσιος Αντωνόπουλος, φιλελεύθερος σταφιδέμπορος, βουλευτής του Βενιζέλου, είναι ο συνεχιστής της «Αχαΐας» και των κρασιών της μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο καπνοβιομήχανος από την Αίγυπτο Θεόδωρος Βαφειάδης εκπροσωπεί τα κρασιά της «Αχαΐας» στη Βομβάη· και ο αρσιβαρίστας Δημήτρης Τόφαλος, στη Νέα Υόρκη. Η Λαμπρινή Κακού, Επονίτισσα, επισκέπτεται την «Αχαΐα» και υψώνει ένα ποτήρι στη μνήμη του απαγχονισθέντος αδελφού της, τις τελευταίες ημέρες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Αυτοί είναι μερικοί από τους ήρωες που κατοικούν στην Γκούτλαντ. Μια μεγάλη αφήγηση, πλήρως τεκμηριωμένη, που καλύπτει περισσότερο από έναν αιώνα, από το 1833 έως το 1949. Ο συγγραφέας ανασυστήνει μικρόκοσμους, άγνωστους και απρόοπτους, ανασυστήνει ακόμη και το φυσικό τοπίο, δίνει χρώμα και βάθος στην καθημερινή ζωή, υπερβαίνει τα στερεότυπα και ρίχνει φως σε αθέατες περιοχές, εκεί που δεν φτάνει ποτέ η μεγάλη ιστορία. Το κρασί και το αμπέλι είναι, βέβαια, οι πανταχού παρόντες πρωταγωνιστές.

20.00

Βιογραφία - Μαρτυρίες

Ο πόλεμος του Μπάιρον

Ρόντρικ Μπίτον

Ο Ρόντρικ Μπήτον επανεξετάζει τη ζωή και το έργο του Λόρδου Μπάιρον µέσα από τη µακρά διαδροµή της σχέσης του µε την Ελλάδα. Αρχίζοντας από τα νεανικά ταξίδια του ποιητή την περίοδο 1809-1811, ο συγγραφέας παρακολουθεί τα χρόνια της φήµης του στο Λονδίνο και της αυτοεξορίας του στην Ιταλία, που κορυφώθηκαν µε την απόφασή του να αφοσιωθεί στον αγώνα της ελληνικής ανεξαρτησίας. Στη συνέχεια διερευνά τη δραµατική αυτοµεταµόρφωση του Μπάιρον από ροµαντικό εξεγερµένο σε έναν «νέο δηµόσιο άνδρα», ο οποίος υποτάσσεται για πρώτη φορά σε µια συγκεκριµένη πολιτική υπόθεση, προκειµένου να βάλει τα θεµέλια, στη διάρκεια των «εκατό ηµερών» του στο Μεσολόγγι, ενός νέου είδους πολιτικής στην Ευρώπη – αυτής του έθνους-κράτους όπως το γνωρίζουµε σήµερα.

 

19.90

Τζέφρι Ρόμπερτς

Ο Geoffrey Roberts, σε αυτό το συναρπαστικό έργο, παρουσιάζει τα βιβλία που διάβασε ο Στάλιν, ο πιο πολυμαθής αυτοδίδακτος δικτάτορας του εικοστού αιώνα, διατρέχοντας με αυτόν τον τρόπο και ένα μεγάλο μέρος της ζωής του και της πολιτικής του. O Στάλιν πίστευε ακράδαντα ότι οι λέξεις μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο και παρέμεινε αχόρταγος βιβλιοφάγος και μετά την άνοδό του στην εξουσία. Μανιώδης αναγνώστης από νεαρή ηλικία, συγκέντρωσε μια εντυπωσιακά ευρεία προσωπική συλλογή χιλιάδων βιβλίων, πολλά εκ των οποίων σημείωνε, αποκαλύπτοντας έτσι ενδότερες σκέψεις, συναισθήματα και πεποιθήσεις του. Έχοντας διεξαγάγει εκτεταμένη έρευνα στα ρωσικά αρχεία, ο Roberts εξιστορεί τη δημιουργία, τον κατακερματισμό και την αναβίωση της προσωπικής βιβλιοθήκης του Στάλιν.

22.00

Ξένη λογοτεχνία

Καθεδρικοί

Κλαούδια Πινιέιρο

Η Άννα Σαρδά ήταν δεκαεφτά χρονών, καλή μαθήτρια και από αξιοσέβαστη καθολική οικογένεια. Το πτώμα της βρέθηκε καμένο και τεμαχισμένο σε μια αλάνα κοντά στο σπίτι της. Τριάντα χρόνια αργότερα, η ταυτότητα του δράστη εξακολουθεί να αγνοείται. Τα ίχνη της απώλειας έχουν στιγματίσει με διαφορετικό τρόπο και σε διαφορετικό βαθμό τα μέλη της οικογένειάς της.

Εφτά αφηγηματικές φωνές, εφτά άνθρωποι που σχετίζονταν με την Άννα, προσφέρουν τη δική τους εκδοχή για όσα συνέβησαν τη μέρα του θανάτου της, αφήνοντας να πέφτουν σαν κουρέλια κομμάτια απ’ τα μυστικά τους. Παρότι οι τύψεις, οι οιμωγές τους και τα αναπόφευκτα mea culpa τους θα μπορούσαν να απευθύνονται στον εξομολόγο τους, η αξιοπιστία τους δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη

18.00

Ξένη λογοτεχνία

Η Ελένα ξέρει

Κλαούδια Πινιέιρο

Μια μητέρα και μια κόρη. Η μητέρα ανίατα άρρωστη και η κόρη νεκρή. Και ο νοερός διάλογος ανάμεσά τους. Μια άστοργη σχέση που κρύβει μέσα της εγωισμό, πείσμα, αλαζονεία, μπόλικο δηλητήριο, αλλά και απρόσμενη αγάπη, όταν η εξιλέωση είναι πια αδύνατη. Μια ιστορία για τη μητρότητα, που άλλες φορές μοιάζει με ευλογία και άλλες φορές πέφτει πάνω μας σαν κατάρα.

Όλοι πιστεύουν ότι η Ρίτα αυτοκτόνησε. Όλοι, εκτός από την Ελένα, τη μητέρα της. Επειδή η Ελένα ξέρει. Ένα δύσκολο ταξίδι προς την πρωτεύουσα, ένα παλιό χρέος και μια αποκαλυπτική συζήτηση συνθέτουν αυτό το σπαρακτικό μυθιστόρημα που αποκαλύπτει τον κρυμμένο αυταρχισμό κάθε υποκριτικής κοινωνίας.

Το βιβλίο έχει μεταφραστεί στα αγγλικά, τα γαλλικά, τα γερμανικά, τα πολωνικά, τα ολλανδικά, τα εβραϊκά και τα τουρκικά. Στη Γερμανία τιμήθηκε με το βραβείο LIBeraturpreis 2010.

15.00

Ελισάβετ Χρονοπούλου

«“Από πού θες ν’ αρχίσουμε;” με είχε ρωτήσει ο Αρβανίτης ένα πρωινό του Ιουνίου του 2019, τότε που πάτησα για πρώτη φορά το rec. “Δεν έχω ιδέα” του απάντησα. Τώρα, φτάνοντας στο τέλος, έχω πια μια ιδέα του τι είναι τελικά αυτό το βιβλίο. Δεν είναι η αφήγηση μιας ζωής, είναι η αφήγηση μιας ερμηνείας του να ζεις, ενός προσωπικού βλέμματος στον κόσμο. Είναι ένα “κοίτα”». Ε. Χ.

Η Ελισάβετ Χρονοπούλου συνομιλεί με τον κινηματογραφιστή Γιώργο Αρβανίτη, που της αφηγείται μια ζωή σαν ταινία, τη δική του ζωή. Πώς από τις στάχτες της ελληνικής επαρχίας στην Κατοχή φτάνει να γίνει διεθνώς διακεκριμένος διευθυντής φωτογραφίας. Πώς, ξεκινώντας από τη Φίνος Φιλμ όπου φώτιζε τους σταρ του παλιού ελληνικού κινηματο­γράφου, βρήκε τον καλλιτεχνικό του δρόμο φωτίζοντας τη συννεφιασμένη Ελλάδα των ταινιών του Αγγελόπουλου. Πώς, γυρίζοντας ταινίες σ’ όλα τα μήκη και πλάτη της γης, γνώρισε και συνεργάστηκε με τους θρύλους του παγκόσμιου σινεμά.

Στο εξώφυλλο: Ο Γ. Α. στα γυρίσματα της ταινίας Une vieille maîtresse (Μια παλιά ερωμένη), Γαλλία, Ιταλία, 2007 (σκηνοθεσία-σενάριο: Κατρίν Μπρεγιά). Εικόνα από το A crime (Ένοχο μυστικό), Γαλλία, ΗΠΑ, 2006 (σκηνοθεσία: Μανουέλ Πραντάλ· φωτογραφία: Γιώργος Αρβανίτης)

22.00

Ξένη λογοτεχνία

Ο παράδεισος

Μιέκο Καβακάμι

Μου τράβηξαν προς τα πίσω το κεφάλι απ᾿ τα μαλλιά, έσπρωξαν τις δυο κιμωλίες βαθιά στη μύτη μου και μ᾿ έβαλαν να φάω την τρίτη. Ο Νινομίγια και οι φίλοι του παρακολουθούσαν, γελώντας σαν τρελοί. Μέχρι τότε είχα αναγκαστεί να καταπιώ νερό από τα λεκάνη της τουαλέτας, ένα χρυσόψαρο…

Ιαπωνία, αρχές 1990. Ένα δεκατετράχρονο αγόρι με στραβισμό υποβάλλεται σε ανελέητα μαρτύρια από τους συμμαθητές του. Αντί να αντισταθεί ή να ζητήσει βοήθεια, σιωπά. Η Κοτζίμα, που αντιμετωπίζει και η ίδια ταπεινωτικές συμπεριφορές, είναι η μόνη συμμαθήτριά του που συνομιλεί μαζί του.

Η «σύγχρονη βασίλισσα της ιαπωνικής λογοτεχνίας» (The Japan Times) Μιέκο Καβακάμι (γενν. 1976) μας δίνει μια συγκλονιστική ιστορία σχολικού εκφοβισμού εστιάζοντας στα θύματα αλλά και στους θύτες.

16.00

Ξένη λογοτεχνία

Σε πρώτο ενικό

Χαρούκι Μουρακάμι

Πιστεύω ότι η αγάπη είναι το απαραίτητο καύσιμο που μας επιτρέπει να συνεχίσουμε να ζούμε. Κάποτε αυτή η αγάπη μπορεί να τελειώσει. Ή μπορεί να μην οδηγήσει πουθενά. Αλλά, ακόμα κι αν ξεθωριάσει, ακόμα κι αν μείνει χωρίς ανταπόκριση, και πάλι μπορείς να κρατηθείς από την ανάμνηση ότι αγάπησες κάποιον, ότι ερωτεύτηκες κάποιον. Και αυτή είναι μια πολύτιμη πηγή θερμότητας.

Στην πέμπτη συλλογή διηγημάτων του, ο μάγος της παράξενης, αινιγματικής μυθοπλασίας Χαρούκι Μουρακάμι επιστρέφει με μια σειρά από σπαρακτικά οικείες ιστορίες για την αγάπη, τη μοναξιά, την παιδική ηλικία και τη μνήμη, γραμμένες σε πρώτο ενικό, που ισορροπούν δεξιοτεχνικά μεταξύ πραγματικότητας και μη πραγματικότητας, σ’ ένα μείγμα μαγικού ρεαλισμού και νοσταλγικής αυτοβιογραφίας.

Ονειρικές καταστάσεις, επινοημένα άλμπουμ της τζαζ, μαϊμούδες που μιλάνε και κλέβουν τα ονόματα των γυναικών που αγαπούν, το πάθος για τη μουσική και το μπέιζμπολ, η χαμένη νεότητα και οι εφηβικοί έρωτες: οκτώ μυστηριώδη όσο και φιλοσοφημένα αριστοτεχνικά διηγήματα από τον αδιαμφισβήτητο χρονικογράφο της σύγχρονης αποξένωσης.

Έτσι, η ανάμνηση έγινε ένα από τα πιο πολύτιμα συναισθηματικά εργαλεία μου, ένα μέσο επιβίωσης σχεδόν. Σαν ένα απαλό γατάκι κουλουριασμένο ζεστά μες στην πελώρια τσέπη ενός παλτού, όπου βυθίζεται αμέσως στον ύπνο.

16.60

Ξένη λογοτεχνία

Πριν κρυώσει ο καφές

Τοσικάζου Καβαγκούτσι

Τι θα άλλαζες εάν μπορούσες να ταξιδέψεις πίσω στον χρόνο;

Σε ένα μικρό σοκάκι στο Τόκιο, υπάρχει ένα καφέ που σερβίρει καλοψημένο καφέ εδώ και περισσότερα από εκατό χρόνια. Αυτό το μαγαζί όμως προσφέρει μια μοναδική εμπειρία στους πελάτες του – τη δυνατότητα να ταξιδέψουν πίσω στον χρόνο.

Τέσσερις άνθρωποι επισκέπτονται το καφέ ελπίζοντας ο καθένας τους να αξιοποιήσει το ταξίδι στον χρόνο με σκοπό να κουβεντιάσει με τον εραστή που έφυγε μακριά, να λάβει το γράμμα από τον σύζυγο που έχει χάσει τη μνήμη του, να δει την αδερφή για τελευταία φορά και να συναντήσει την κόρη που δεν είχε ποτέ την ευκαιρία να γνωρίσει. Αλλά το ταξίδι στο παρελθόν ενέχει κινδύνους: Οι πελάτες πρέπει να καθίσουν σε μια συγκεκριμένη καρέκλα, δεν κάνει να φύγουν από το καφέ και, τέλος, το σημαντικότερο, πρέπει να επιστρέψουν στο παρόν πριν κρυώσει ο καφές…

Η γλυκιά, συγκινητική ιστορία του Τοσικάζου Καβαγκούτσι διερευνά το αιώνιο ερώτημα: Τι θα άλλαζες αν μπορούσες να ταξιδέψεις στο παρελθόν; Και κυρίως, ποιον θα ήθελες να συναντήσεις, ίσως για μία τελευταία φορά;

16.60

Μίτσικο Αογιάμα

Πέντε άνθρωποι, πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους, περνούν το κατώφλι μιας μικρής βιβλιοθήκης στην καρδιά του Τόκιο. Όλοι βρίσκονται σ’ ένα σταυροδρόμι της ζωής τους. Μια νεαρή πωλήτρια σε πολυκατάστημα που θέλει να αποκτήσει καινούριες δεξιότητες και να τα καταφέρει στη νέα της ζωή στην πρωτεύουσα• ένας τριανταπεντάχρονος λογιστής εταιρείας επίπλων που ονειρεύεται να ανοίξει το δικό του μαγαζί με αντίκες• μια ευσυνείδητη πρώην υπεύθυνη σε περιοδικό, που έχασε τη θέση της εξαιτίας της μητρότητας και πασχίζει να συνδυάσει τις επαγγελματικές της προσδοκίες και την ανατροφή ενός παιδιού• ένας τριαντάχρονος άνεργος, με αναξιοποίητο ταλέντο στη ζωγραφική, που έχει χάσει την αυτοπεποίθησή του και νιώθει ότι είναι βάρος για την οικογένειά του• ένας συνταξιούχος που δεν ξέρει πώς να περάσει τον άπλετο ελεύθερο χρόνο του κι αναζητά καινούρια ενδιαφέροντα. Η Σαγιούρι Κοματσί, η αινιγματική βιβλιοθηκάριος, θα προτείνει στον καθένα τους από ένα βιβλίο που απέχει πολύ από αυτό που είχαν στο μυαλό τους να διαβάσουν. Αυτό ακριβώς το απρόσμενο ανάγνωσμα θα τους κάνει να αναρωτηθούν ποιο είναι το βαθύτερο νόημα της ζωής και θα τους δώσει το κλειδί για να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους. Η βιβλιοθήκη των κρυφών ονείρων είναι ένας ύμνος στις βιβλιοθήκες και στους βιβλιοθηκάριους, τους αφανείς ήρωες που με τις ευαίσθητες κεραίες τους αφουγκράζονται τις βαθύτερες ανάγκες των αναγνωστών, και φυσικά στα βιβλία, που όσο απρόσμενα κι αν βρεθούν στα χέρια μας, έχουν τη δύναμη να μεταμορφώνουν τη ζωή μας.

14.40

Ξένη λογοτεχνία

Ο δύων ήλιος

Οσάμου Νταζάι

Αναρωτιέμαι πώς θα ήταν αν εγκατέλειπα την προσπάθεια και παραδινόμουν σε μια πραγματικά στερημένη ζωή.

Στο πρόσωπο της Καζούκο, κόρης ενός χήρου αριστοκράτη, ο Dazai βρίσκει τη φωνή που θα αφηγηθεί την ιστορία του. Αφού εγκαταλείπει τον σύζυγό της και παίρνει διαζύγιο, η Καζούκο επιστρέφει στο Τόκιο για να ζήσει με τη μητέρα της. Ωστόσο, επειδή ο πόλεμος, που μόλις τελείωσε, τις άφησε εξαθλιωμένες, αναγκάζονται να πουλήσουν το σπίτι τους στο Τόκιο και να μετακομίσουν σε ένα απομακρυσμένο χωριό.
Η Καζούκο πρέπει τώρα να φροντίσει την άρρωστη μητέρα της χωρίς τη βοή­θεια υπηρετών. Ο Ναότζι, ο αδελφός της, επιστρέφει από τον πόλεμο εθισμένος στο όπιο. Μέσα από μια πορεία παρακμής η Καζούκο βρίσκει σε έναν απαγορευμένο έρωτα τη δύναμη για να παλέψει και να συνεχίσει να ζει, εγκαταλείποντας την ανατροφή της.
Ενώ η Καζούκο βρίσκεται στο Τόκιο, ο Ναότζι αυτοκτονεί. Η περιφρόνησή του για τον εαυτό του, την αριστοκρατία και τη ζωή που ζούσε είναι η κραυγή του Dazai.

Ο Ναότζι θα μπορούσε να είναι χαρακτήρας του Όχι πια άνθρωπος, όμως εδώ ο Dazai μας δείχνει και έναν άλλο δρόμο. Τον αγώνα της Καζούκο για ζωή, με τη διαπίστωση ότι ναι μεν ζούμε μια παράλογη ζωή αλλά δεν παραδινόμαστε, όπως μας λέει η ηρωίδα.

Ο Δύων ήλιος αναφέρεται στο περιβάλλον της μεταπολεμικής περιόδου στην Ιαπωνία, όταν η κοινωνία προσαρμόστηκε στην οδύνη της ήττας, η οποία προκάλεσε μια μαζική κοινωνική αλλαγή, καθώς αφηγείται την ιστορία της παρακμής μιας αριστοκρατικής οικογένειας και τη μετάβαση από μια φεουδαρχική Ιαπωνία σε μια βιομηχανική κοινωνία.
Η αίσθηση της αποξένωσης στην αστική ζωή, η κρίση σκοπού, είναι ένας από τους βασικούς λόγους που ο Dazai διαβάζεται τόσο πολύ από τους νέους κάθε χώρας.
Ο Δύων ήλιος θεωρείται από πολλούς ως το αριστούργημά του και ήταν τόσο επιδραστικό ώστε να εισαγάγει στην ιαπωνική γλώσσα τον όρο «άνθρωποι του δύοντος ηλίου».

13.30