Βλέπετε 151–165 από 1567 αποτελέσματα

Όλα τα προϊόντα

Ελίζαμπεθ Ρουντινέσκο

ΒΡΑΒΕΙΑ: PRIX DECEMBRE 2014 // PRIX DES PRIX 2014

«Ένας άνθρωπος πεθαίνει πραγματικά, έλεγε ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες, μόνον όταν πεθάνει με τη σειρά του και ο τελευταίος άνθρωπος που τον έχει γνωρίσει. Αυτή είναι σήμερα η περίπτωση του Φρόυντ, αν και υπάρχουν ακόμη κάποια ελάχιστα άτομα που, στην παιδική τους ηλικία, είχε τύχει να τον πλησιάσουν. Ο Φρόυντ πέρασε τη ζωή του γράφοντας και, παρόλο που μια μέρα κατέστρεψε κείμενα και επιστολές για να περιπλέξει το έργο των μελλοντικών του βιογράφων, έτρεφε τόσο μεγάλο πάθος για το ίχνος, την αρχαιολογία και τη μνήμη, ώστε ό,τι έχει χαθεί δεν είναι τίποτα μπροστά σε αυτό που έχει διατηρηθεί. Όταν πρόκειται για ένα τέτοιο πεπρωμένο, ο ιστορικός βρίσκεται αντιμέτωπος με υπερπληθώρα αρχείων και, συνεπώς, με απειρία ερμηνειών».

Μετά από δεκαετίες απολογητικών σχολίων και βίαιων καταγγελιών, είναι εξαιρετικά δύσκολο να ξέρουμε ποιος ήταν πράγματι ο Σίγκμουντ Φρόυντ. Ωστόσο, από την εποχή της δημοσίευσης των τελευταίων συνθετικών έργων αναφοράς, καινούρια αρχεία ανοίχτηκαν στους ερευνητές, ενώ ο βασικός όγκος της αλληλογραφίας είναι στο εξής προσιτός. Ο ιδρυτής της ψυχανάλυσης είναι πρωτίστως ένας Βιεννέζος της μπελεπόκ, υπήκοος της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας, κληρονόμος του γερμανικού και του εβραϊκού Διαφωτισμού. Όσο για την ψυχανάλυση, αυτή είναι καρπός ενός συλλογικού εγχειρήματος, ενός ρομαντικού πνευματικού κύκλου, στους κόλπους του οποίου ο Φρόυντ θα αφήσει να εκδηλωθεί ελεύθερα η έλξη του για το ανορθολογικό, τις αποκρυφιστικές επιστήμες, μεταμορφώνοντας ευχαρίστως τους φίλους του σε εχθρούς, Φάουστ και Μεφιστοφελής ταυτόχρονα. Στοχαστής της νεωτερικότητας αλλά συντηρητικός στις πολιτικές θέσεις του, δε θα πάψει να ενεργεί αντιφατικά ως προς το έργο του, πάντα στο όνομα της λογικής και του Διαφωτισμού. Τον βλέπουμε εδώ στην εποχή του, στην οικογένειά του, περιστοιχισμένο από τις συλλογές του, τις γυναίκες του, τα παιδιά του, τα σκυλιά του, τον βλέπουμε τέλος έρμαιο της απαισιοδοξίας μπροστά στην άνοδο των άκρων, κυριευμένο από ενδοιασμούς την ώρα της εξορίας στο Λονδίνο, όπου θα τελειώσει τη ζωή του. Τον βλέπουμε επίσης στην εποχή μας να τροφοδοτεί τα ερωτήματά μας με τις προσωπικές του αμφιβολίες, τις αποτυχίες του, τα πάθη του.

23.90

Ξένη λογοτεχνία

Καλημέρα θλίψη

Φρανσουά Σαγκάν

Κακομαθημένη από έναν πατέρα ανέμελο και γλεντζέ, η δεκαεφτάχρονη Σεσίλ έχει φτάσει να θεωρεί την ανευθυνότητα ελευθερία και την ασυδοσία ανεξαρτησία. Σ’ ένα μαγικό μεσογειακό ακρογιάλι, όπου περνά τις καλοκαιρινές της διακοπές με τον πατέρα της και την ερωμένη του, χαίρεται τον ήλιο και τη θάλασσα, γνωρίζει τον αληθινό έρωτα στην αγκαλιά ενός νεαρού φοιτητή και περνά ονειρεμένες ημέρες, ως τη στιγμή που μπαίνει στη ζωή όλων του η όμορφη, συγκρατημένη και συγκροτημένη Άννα. Η άφιξή της και ο δεσμός με τον πατέρα της Σεσίλ, ανατρέπει την τάξη των πραγμάτων και η Σεσίλ, τρομοκρατημένη μήπως χάσει αυτό που θεωρεί ελευθερία, προχωρά σε μια ποταπή συνωμοσία, που καταλήγει σε αιματηρό δράμα.

[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]

10.60

Έλενα Φερράντε

Το όµορφο παιδικό πρόσωπο της Τζοβάννα έχει αλλοιωθεί, σιγά σιγά µεταµορφώνεται σε µια άσχηµη, επιθετική έφηβη. Άραγε έτσι έχουν στ’ αλήθεια τα πράγµατα; Και σε ποιον καθρέφτη πρέπει να κοιταχτεί για να ξαναβρεί τον εαυτό της και να σωθεί; Μετά την ευτυχισµένη όψη των παιδικών της χρόνων, η Τζοβάννα αναζητά ένα νέο πρόσωπο, ακροβατώντας ανάµεσα σε δύο γειτονιές της Νάπολης στις οποίες κυλά το ίδιο αίµα, δυο γειτονιές που φοβούνται και απεχθάνονται η µία την άλλη: τη Νάπολη ψηλά στον λόφο, που φορά το εκλεπτυσµένο της προσωπείο, και τη Νάπολη χαµηλά, που παριστάνει την αχαλίνωτη, την αγοραία. Η Τζοβάννα παραπαίει από τα ψηλά στα χαµηλά, άλλοτε πέφτοντας µε ορµή κι άλλοτε σκαρφαλώνοντας σιγά σιγά, σαστισµένη µπροστά στο γεγονός πως, είτε πάνω είτε κάτω, η Νάπολη µοιάζει µια πόλη δίχως απαντήσεις, δίχως διαφυγή.

18.80

Νικόλας Κουτσοδόντης

ΔΙΧΩΣ ΝΑ ΤΟ ΞΕΡΕΙ – ΒΟΛΤΑ ΣΤΟΝ ΘΕΡΜΑΙΚΟ

Στις τρεις τη νύχτα ο Θερμαϊκός
είναι μια λίμνη με δεκάδες τηλεοράσεις αναμμένες

Να βγεις κρυφά να δεις
τη μοναξιά της σκόνης στα κλειστά περίπτερα
μα και τ’ αμάξια που στην Βασιλίσσης Όλγας
μοιάζουν αυτόβουλα
σαν την Κριστίν του Κάρπεντερ.

Αυτό δεν φτάνει να πειστείς πως όλα
περπατούν στο σύμπαν
και πως κι αυτή την ώρα ακόμα υπάρχει
η αρχιτεκτονική των αραχνών
επάνω στα μικρά πευκάκια.

Μα όλα σε διαρκή ταραχή κι ας μην ακούγεται
το ελάχιστο κύμα
της μεταμεσονύχτιας τέκνο απ’ το μάρκετ
με τον φοιτητή υπάλληλο
παρά μονάχα οι ήχοι από το πέρασμα
μιας ποδηλάτισσας
όπως μαζεύει απ’ τα σκουπίδια γυαλικά
και τα ηλεκτρικά πατίνια των νυχτερινών περαστικών
με μαύρα μαρτιάτικα πλεκτά σκουφιά
ηλεκτρισμένα απ’ τα μαλλιά τους.

Όλα βαδίζουνε και ταξιδεύουνε λοιπόν
από στενό σε στενό στα κλεφτά
όπως κι εγώ που δίχως να το ξέρει
με βήματα γοργά κάτω απ’ το μπλε
φως χειρουργείου της εισόδου
τον άφησα μόνο του στης γκαρσονιέρας το σκοτάδι
κι έφυγα με την πλάτη μου μήλο
καλά δαγκωμένο απ’ τα δόντια του
για λίγο στην πόλη.

10.60

Πατρίσια Χάισμιθ

Ο Τομ Ρίπλεϋ τα ήθελε όλα: τα χρήματα, την επιτυχία, την καλή ζωή. Ήταν έτοιμος ακόμα και να  σκοτώσει για να τα αποκτήσει όλα αυτά. Όταν ένας πλούσιος Αμερικανός του ζήτα να φέρει πίσω τον γιο του, ο όποιος έχει εγκατασταθεί στην Ιταλία, θα καταστρώσει ένα διαβολικό σχέδιο: να πάρει τη θέση του άσωτου υιού και να ζήσει με την ταυτότητα εκείνου μια ζωή ονειρεμένη…

Τίποτα απλούστερο για τον Τομ. Χάρη στο ταλέντο του στην πλαστογραφία εξαπατά τις αρχές. Και σε ό,τι αφορά το φόνο, ένα απλό «δυστύχημα» θα του επιτρέψει να αλλάξει ταυτότητα, αφήνοντας συγχρόνως να φανεί η γοητεία που ασκούσε το θύμα στον θύτη του…

Πρώτο μυθιστόρημα της σειράς με ήρωα τον Ρίπλεϋ, η οποία ξεκίνησε το 1955 και ολοκληρώθηκε το 1990, Ο ταλαντούχος κύριος Ρίπλεϋ αποτελεί τη ληξιαρχική πράξη γέννησης ενός από τους πιο απίθανους χαρακτήρες της αστυνομικής λογοτεχνίας, η διπροσωπία του οποίου γοήτευσε κινηματογραφιστές όπως ο René Clément (Plein Soleil, 1960) και ο Anthony Minghella (The Talented Mr. Ripley, 1999): πρόκειται για ταινίες που προσπάθησαν να συλλάβουν το ανεπαίσθητο. Ένας γοητευτικός εστέτ αλλά κυνικός στο έπακρο, φιλικός και συμπαθής αλλά με μια απεχθή αλαζονεία, ο Τομ αψηφά κάθε ηθική, διεκδικώντας το δικαίωμα να σκοτώνει, στη διάρκεια της μακρόχρονης καριέρας του, η οποία ξεδιπλώνεται σε τέσσερα ακόμα μυθιστορήματα (όλα στις Εκδόσεις Άγρα).

O Ταλαντούχος κύριος Ρίπλεϋ τιμήθηκε το 1956 και το 1957 με το Ειδικό Βραβείο της Ένωσης Συγγραφέων Έργων Μυστηρίου, το γαλλικό Grand Prix de Littérature Policière, καθώς και το βραβείο Έντγκαρ Άλλαν Πόου της Ένωσης Συγγραφέων Έργων Μυστηρίου. Το 1959 γυρίστηκε γαλλική ταινία με τον τίτλο Plein Soleil, σε σκηνοθεσία Ρενέ Κλεμάν, με τον Αλαίν
Ντελόν (αγαπημένο Ρίπλεϋ της Χάισμιθ), τη Μαρί Λαφορέ και τον Μωρίς Ρονέ. Το 1999 κυκλοφόρησε η ταινία Ο ταλαντούχος κύριος Ρίπλεϋ σε σκηνοθεσία Άντονυ Μινγκέλλα, με τον Ματ Ντέημον ως Ρίπλεϋ. Το 2024 κυκλοφορεί σε μίνι σειρά οκτώ επεισοδίων στο Netflix, σε σκηνοθεσία Στηβεν Ζέιλλιαν, με τον Άντριου Σκοττ ως Ρίπλεϋ.

16.50

Ξένη λογοτεχνία

Τελειώνει με εμάς

Κόλιν Χούβερ

Κάποιες φορές αυτός που σε αγαπάει περισσότερο είναι και αυτός που σε πληγώνει περισσότερο.

Η ζωή δεν ήταν εύκολη για τη Λίλι, όμως αυτό δεν την εμπόδισε να δουλέψει σκληρά για να εκπληρώσει όλα όσα ονειρευόταν. Αφού έφυγε από τη μικρή πόλη του Μέιν, σπούδασε, μετακόμισε στη Βοστόνη και άνοιξε τη δική της επιχείρηση. Έτσι, όταν γνωρίζει τον γοητευτικό νευροχειρουργό Ράιλ Κινκέιντ, ξαφνικά η ζωή της φαντάζει πολύ όμορφη για να είναι αληθινή.

Ο Ράιλ είναι δυναμικός, πεισματάρης, ίσως και λίγο αλαζόνας. Όμως είναι και ευαίσθητος, πολύ ευφυής κι έχει αδυναμία στη Λίλι. Και όταν φοράει ρούχα χειρουργείου γίνεται ακόμα πιο γοητευτικός. Η Λίλι δεν μπορεί να τον βγάλει από το μυαλό της. Ωστόσο η τεράστια απέχθειά του για τις σχέσεις είναι ανησυχητική. Και παρόλο που η Λίλι γίνεται η εξαίρεση στον κανόνα του, δεν μπορεί να μην αναρωτηθεί για ποιο λόγο ο Ράιλ απέφευγε να δεσμευτεί.

Όμως δεν την κατακλύζουν μόνο τα ερωτηματικά για τη σχέση της αλλά και οι σκέψεις της για τον Άτλας Κόριγκαν – τον πρώτο της έρωτα που τη δένει με το παρελθόν που άφησε πίσω της. Ήταν η αδελφή ψυχή και ο προστάτης της. Όταν ξαναεμφανίζεται, ξαφνικά ό,τι έχει χτίσει η Λίλι με τον Ράιλ απειλείται…

 

17.70

Ξένη λογοτεχνία

Η πλεξούδα

Λετισιά Κολομπανί

Στην “Πλεξούδα” διασταυρώνονται οι ζωές και η μοίρα τριών γυναικών που δε θα συναντηθούν ποτέ. Η πρώτη είναι η Σμίτα, η οποία ανήκει στην κάστα των Ανέγγιχτων, δηλαδή στο χαμηλότερο σκαλοπάτι της ινδικής κοινωνίας. Οι συνθήκες κάτω απ’ τις οποίες ζει είναι άθλιες, όπως και η δουλειά της στα αποχωρητήρια. Έχει όμως άλλα όνειρα για τη μικρή της κόρη κι αυτό θα την οδηγήσει στο να πάρει μια παράτολμη απόφαση. Η δεύτερη είναι η Τζούλια από το Παλέρμο. Είναι αποφασισμένη να βρει λύση ώστε να μη χαθεί η βιοτεχνία του πατέρα της, που μοιάζει να βρίσκεται σε αδιέξοδο λόγω της αλλαγής των συνθηκών. Η τρίτη είναι η Σάρα, εξαιρετικά επιτυχημένη δικηγόρος στο Μόντρεαλ, που βλέπει τον κόσμο της να κλυδωνίζεται, μαζί με την υγεία της, καθώς έρχεται αντιμέτωπη με τον κοινωνικό αποκλεισμό του εργασιακού της περιβάλλοντος όταν αποκαλύπτεται πως πάσχει από καρκίνο. Οι ιστορίες αυτών των τριών γυναικών, που καλούνται να παλέψουν ενάντια στη μοίρα τους, είναι άρρηκτα δεμένες με ένα παράξενο νήμα που κι οι ίδιες δε γνωρίζουν.

13.30

Ξένη λογοτεχνία

Ο πάτος του μπουκαλιού

Ζωρζ Σιμενόν

“Εκατό μέτρα πιο πέρα βρισκόταν ο φράχτης που χώριζε την πόλη στα δύο, τη μισή απ’ την πλευρά των Ηνωμένων Πολιτειών, την άλλη μισή απ’ την πλευρά του Μεξικού. Χαμήλωσε ταχύτητα, σταμάτησε. Η σιλουέτα ενός αξιωματικού της Υπηρεσίας Μετανάστευσης πλησίασε. Φυσικά, όλοι γνώριζαν τον Π.Μ. Δεν χρειαζόταν καν να δείξει τα χαρτιά του.

Ήταν εκπληκτικό: Ακόμη και με τη βροχή που ισοπέδωνε τα πάντα, η αντίθεση κάθε φορά τον ξάφνιαζε. Διέσχιζε ένα σύνορο, οι ρόδες του αυτοκινήτου έκαναν ελάχιστες στροφές και ο Π.Μ. είχε την εντύπωση ότι έμπαινε σ’ έναν κόσμο αλλόκοτο, αμφιλεγόμενο, απαγορευμένο. […]

-Ένας ηλικιωμένος Ινδιάνος Απάτσι ισχυρίζεται ότι θα βρέχει επί σαράντα μέρες. Το δήλωσε αυτό προ μίας εβδομάδας σε έναν δημοσιογράφο. Φαίνεται ότι τα φίδια και οι λαγοί έχουν εγκαταλείψει τις φωλιές τους γύρω απ’ τον ποταμό. […]

Οι λέξεις που ξεστόμισε δεν του άρεσαν, όμως ήταν πολύ αργά για να τις πάρει πίσω. – Βρίσκεσαι εδώ, σωστά; Η γυναίκα σου και τα παιδιά σου είναι στην άλλη πλευρά. Υποθέτω ότι δεν με υποπτεύεσαι πως θέλω να φωνάξω την αστυνομία και να πω: “Ορίστε, εδώ είναι ο αδελφός μου που καταζητείται…”. […]

Κατάλαβε ξαφνικά αυτό που θέλησε να πει η Νόρα για τον τρόπο τους, του Ντόναλντ και του δικού του, να κοιτάζονται, να κοιτάζονται όπως μόνο δύο αδέλφια μπορούν να κοιταχτούν. Είχε τη λεπτότητα να μην του το διευκρινίσει. Αλλά σήμαινε ότι κοιτάζονταν με ένα είδος μίσους που το βλέπεις μόνο στους ανθρώπους ίδιας οικογένειας. […]

Οι δυο αδελφοί απ’ το Άπλτον, κοντά στο Φαίρφηλντ, οι δύο γιοι του γερο-Άσμπριτζ, αναζητούσαν ο ένας τον άλλον, οπλοφορώντας και οι δύο, σε μια κοιλάδα των μεξικανικών συνόρων. […]”

ΕΝΑ “ΣΚΛΗΡΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ” ΤΟΥ ΣΙΜΕΝΟΝ από την αμερικανική περίοδό του. Δύο αδέλφια, που έκαναν διαφορετικές επιλογές και ακολούθησαν άλλη πορεία στη ζωή τους -ο ένας έγινε πετυχημένος δικηγόρος και κτηματίας, ο άλλος, που έζησε στη φτώχεια, σκότωσε και δραπέτευσε απ’ τη φυλακή-, βρίσκονται μέσα σε μία αποχαλινωμένη φύση και έρχονται αντιμέτωποι ο ένας με τον άλλο με όρους αρχαίας τραγωδίας.

13.00

Ξένη λογοτεχνία

Το μπλε δωμάτιο

Ζωρζ Σιμενόν

– Σε πόνεσα;
– Όχι.
– Είσαι θυμωμένος μαζί μου;
– Όχι.

Ήταν αλήθεια. Εκείνη τη στιγμή όλα ήταν αλήθεια, εφόσον ζούσε τη σκηνή στην πρωτογενή της κατάσταση, χωρίς να βάζει ερωτήματα στον εαυτό του, χωρίς να προσπαθεί να καταλάβει, χωρίς καν να υποψιάζεται ότι θα υπήρχε μια μέρα κάτι που θα έπρεπε να καταλάβει. Όχι μόνον όλα ήταν αλήθεια, αλλά όλα ήταν πραγματικά: εκείνος, το δωμάτιο, η Αντρέ που παρέμενε ξαπλωμένη στο ακατάστατο κρεβάτι, γυμνή με ανοιχτά τα σκέλη και το σκούρο εφήβαιό της απ’ όπου κυλούσε ένα νάμα από σπέρμα. […] Οι λέξεις δεν είχαν καμία απολύτως σημασία. Μιλούσαν για την απόλαυση να μιλούν και μόνο, όπως μιλάει κανείς μετά τον έρωτα, με το κορμί ακόμα σε διέγερση, το κεφάλι λίγο άδειο.

Εκείνη τη μέρα στο μπλέ δωμάτιο του ξενοδοχείου ο Τόνυ και η Αντρέ κουβεντιάζουν μετά την ερωτική πράξη. “Αν ξανάβρισκα την ελευθερία μου… θα ξανάβρισκες κι εσύ τη δική σου;” Ο Τόνυ δεν απαντά στην ερώτηση. Ο ανακριτής και ο ψυχίατρος θέλουν τώρα να καταλάβουν. Να καταλάβουν γιατί ο Τόνυ μετά απ’ αυτήν την συνάντηση απέφευγε την ερωμένη του. Γιατί έφυγε ξαφνικά σε διακοπές με τη σύζυγο και την κόρη του. Γιατί την ημέρα της τραγωδίας είχε εξαφανιστεί. Ο Τόνυ δεν απαντά στις ερωτήσεις αλλά ξαναζεί τους μήνες που κύλησαν μετά την τελευταία του συνάντηση στο μπλε δωμάτιο. “Θα ξανάβρισκες κι εσύ την ελευθερία σου;” Οι ένορκοι που θ’ αποφανθούν για την ενοχή του Τόνυ δεν έχουν καμιά αμφιβολία ως προς την απάντηση.
Ένας Σιμενόν αναπάντεχος όπου ξαναβρίσκουμε όλες τις αρετές που τον κατέστησαν έναν από τους μεγάλους συγγραφείς του 20ού αιώνα. Ένα μυθιστόρημα τραχύ, ταραγμένο και απίστευτα μοντέρνο.

12.32

Ξένη λογοτεχνία

Πεντιγκρή

Ζωρζ Σιμενόν

To “Πεντιγκρή” είναι το πιο μακροσκελές, το πιο εκπληκτικό, το πιο τολμηρό μυθιστόρημα του Ζωρζ Σιμενόν είναι το βιβλίο που έχει φτάσει να θεωρείται, ολοένα περισσότερο, ο πυρήνας των σημαντικών επιτευγμάτων του ως χρονικογράφου του σύγχρονου εαυτού και της σύγχρονης κοινωνίας. Στις αρχές της δεκαετίας του 1940, ο Σιμενόν ξεκίνησε να γράφει μια αυτοβιογραφία με θέμα την παιδική του ηλικία στο Βέλγιο. Έδειξε τις πρώτες σελίδες στον Αντρέ Ζιντ, και εκείνος τον προέτρεψε να τις μετατρέψει σε μυθιστόρημα. Το αποτέλεσμα ήταν, σύμφωνα με μεταγενέστερο σχόλιο του ίδιου του Σιμενόν, ένα βιβλίο στο οποίο όλα είναι αληθινά αλλά τίποτα δεν είναι ακριβές. Το “Πεντιγκρή” ξεκινά στις αρχές του 20ού αιώνα, με την πολιτική αστάθεια και τις τρομοκρατικές επιθέσεις που τον χαρακτηρίζουν, φτάνει ως το τέλος του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου το 1918 και αποτελεί μια εποποιία της καθημερινής ύπαρξης σε όλη της τη συγκεχυμένη, ανολοκλήρωτη ένταση και πυκνότητα, μια ιστορία για την ενηλικίωση ενός πρόωρα αναπτυγμένου και περίεργου αγοριού και για την έλευση του σύγχρονου κόσμου. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

«Ο Σιμενόν γεννήθηκε το 1903 στη Λιέγη του Βελγίου. Στο “Πεντιγκρή” αφηγείται την ιστορία της παιδικής του ηλικίας, τη μικροαστική ανατροφή του, τις δολοπλοκίες της μητέρας του, τον πρόωρο θάνατο του πράου και χαμηλών τόνων πατέρα του, τις καταστροφές του πολέμου. Αυτή η σαν μυθιστόρημα αυτοβιογραφία του αποτελεί το κορυφαίο έργο του και πιθανώς το σπουδαιότερο έργο της βελγικής λογοτεχνίας». (Luc Sante)
«Ο Σιμενόν ζωντανεύει στο “Πεντιγκρή” ολόκληρο τον αισθητηριακό κόσμο των παιδικών χρόνων του στη Λιέγη. Οι λέξεις του αιχμαλωτίζουν τους ήχους, τις όψεις, τις γεύσεις, τις οσμές και τις υφές της πόλης… Γράφοντος σε πρόζα οπτική και απτική, ο Σιμενόν στο “Πεντιγκρή” κάνει για τη Λιέγη ό,τι ο νεαρός Τζόυς για το Δουβλίνο: δημιουργεί νοερά την πόλη με τέτοια αμεσότητα που νιώθουμε σαν να έχουμε διαβεί τους δρόμους της». (Lucile Frackman Becker)
«Το “Πεντιγκρή” είναι ένα πολύ όμορφο βιβλίο, γεμάτο ανθρωπιά και τρυφερότητα, γραμμένο σε τόνο τραχύ και με λέξεις αιχμηρές. Μια πραγματική αποκάλυψη». (La Tribune)

 

22.90

Ζαν-Ζακ Ρουσσώ

«Ιδού εγώ λοιπόν, μόνος επάνω στη γη. Δεν έχω πια αδερφό, συνάνθρωπο, φίλο, συντροφιά καμιά πλην του εαυτού μου. Τον άνθρωπο τον πιο κοινωνικό, τον πλέον αγαπητικό, οι άνθρωποι τον εκδίωξαν με καταδίκη ομόφωνη. Αλλα εγώ, αποκομμένος απ’ αυτούς κι από τα πάντα, τι είμαι εγώ; Νά τι μου μένει να ερευνήσω».

Μπορώ να είμαι ευτυχισμένος μακριά απ’ τους άλλους ανθρώπους; Κι όταν βρίσκομαι ανάμεσά τους, μπορώ να μην είμαι ψεύτικος; Εδώ, στο τελευταίο του βιβλίο, ο Ρουσσώ, μόνος, κυνηγημένος, απόκληρος, αφήνει την ψυχή του να απλωθεί ελεύθερη κι ανεμπόδιστη, καθώς μάχεται να δικαιώσει ενώπιον του εαυτού του ολόκληρη την ύπαρξή του.

18.00

Ξένη λογοτεχνία

Ωκεανός

Στιβ Σεμ-Σαντμπεργκ

Για σαράντα πέντε μέρες ο Ζαν-Ζακ Ρουσώ βρίσκεται στον παράδεισο: στο πανέμορφο μικρό ελβετικό νησί Σαιν Πιερ της λίμνης Μπιεν έχει βρει προσωρινό άσυλο από τους Γάλλους διώκτες του, που τον κατηγορούν για βλασφημία. Με έργα όπως Το κοινωνικό συμβόλαιοΗ νέα ΕλοΐζαΕξομολογήσειςΑιμίλιος ή περί αγωγής, έχει γίνει μέσα σε λίγα χρόνια ένας από τους πιο διάσημους ανθρώπους στην Ευρώπη, αλλά έχει προκαλέσει επίσης τη μήνη των Καθολικών και Καλβινιστών αντιπάλων του.
Στο νέο του μυθιστόρημα, ο Στιβ Σεμ-Σάντμπεργκ αφήνει τον αποτραβηγμένο πρωταγωνιστή του Διαφωτισμού να βρει ανακούφιση και χαρά κατά τη διάρκεια μοναχικών περιπάτων στη φύση, μέσα από το μεγάλο ενδιαφέρον του για τη βοτανολογία. Ωστόσο, απαλλαγμένος για λίγο από τους Καθολικούς και Καλβινιστές αντιπάλους του, o φιλόσοφος βρίσκεται τώρα αντιμέτωπος με τον εαυτό του και με την ίδια του τη ζωή – καθώς και με τους τρομερούς πόνους της λεγόμενης «ουρικής φωνής» που τον βασανίζει. Ο Ωκεανός είναι το μυθιστόρημα μιας ασυμβίβαστης απομονωμένης ψυχής που αναζητεί καταφύγιο στη φύση, αλλά δεν μπορεί να ξεφύγει από τους νυχτερινούς εφιάλτες και το ασυμφιλίωτο παρελθόν της, όταν αυτό εισβάλλει απειλητικά, σαν το νερό που ανεβαίνει γύρω απ’ το νησί.
16.96

Ξένη λογοτεχνία

Στο χακί

Φίλιπ Κερ

Κούβα 1954
«Δεν δουλεύει κανείς για τους εχθρούς του, εκτός κι αν έχει ελάχιστες εναλλακτικές ή καμία απολύτως», υποστηρίζει ο Μπέρνι Γκούντερ. Είμαστε στα 1954 και ο Μπέρνι βρίσκεται στην Κούβα. Επειδή θέλει να αποφύγει άλλη μία από τις ριψοκίνδυνες αποστολές που του αναθέτει ο Μάγιερ Λάνσκι, αποφασίζει να φύγει από το νησί με ένα σκάφος και συντροφιά μια γυναίκα. Το Αμερικανικό Ναυτικό όμως, σε μια περιπολία, ανακαλύπτει την ταυτότητά του και ο Μπέρνι καταλήγει σε ένα μέρος που του είναι γνώριμο – ένα κελί φυλακής. Ύστερα από εξαντλητικές ανακρίσεις τον φυλακίζουν στη Νέα Υόρκη και έπειτα τον στέλνουν πίσω στο Βερολίνο, πάλι σε ένα κελί, κάνοντάς του την πρόταση: Δούλεψε για τη γαλλική αντικατασκοπεία ή σε κρεμάμε για φόνο.
Η νέα αποστολή είναι απλή: θα συναντήσει τους αιχμαλώτους που επιστρέφουν στη Γερμανία προκειμένου να εντοπίσει ανάμεσά τους έναν Γάλλο εγκληματία πολέμου ο οποίος ανήκε στα γαλλικά Ες Ες και παριστάνει πως είναι Γερμανός αξιωματικός της Βέρμαχτ. Οι Γάλλοι θέλουν πάση θυσία να βρουν τα ίχνη του και να τον συλλάβουν. Όμως το παρελθόν του Μπέρνι ως αιχμαλώτου στη Ρωσία θα τον στοιχειώσει – με τρόπο που δεν θα μπορούσε ποτέ να προβλέψει.
Το μυθιστόρημα “Στο χακί” διαδραματίζεται στην Κούβα, σε ένα ρωσικό στρατόπεδο αιχμαλώτων πολέμου, στο Παρίσι και στο Βερολίνο και καλύπτει χρονικά την περίοδο από το 1930 έως το 1950. Μια περιπέτεια με καταιγιστική δράση. Ένα εξαιρετικό θρίλερ για τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο, από τον Φίλιπ Κερ στις καλύτερες στιγμές του. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

«Συναρπαστικό και προκλητικό ταυτόχρονα». (The Times of London)

19.50

Ζωρζ Σιμενόν

Μέχρι τα μεσάνυχτα, συγκεκριμένα μέχρι τη μία μετά τα μεσάνυχτα, ακολούθησε την καθημερινή ρουτίνα όπως έκανε όλα τα βράδια, και πιο συγκεκριμένα τα σαββατόβραδα, που κάπως διέφεραν από τις άλλες ημέρες. Άραγε θα είχε ζήσει αυτή τη βραδιά διαφορετικά ή θα προσπαθούσε να την απολαύσει περισσότερο, αν είχε προβλέψει ότι ήταν η τελευταία βραδιά που περνούσε ως ευτυχισμένος άνθρωπος; Αυτό το ερώτημα, και πολλά άλλα, συμπεριλαμβανομένου του αν όντως ήταν ευτυχισμένος, θα προσπαθούσε να τα απαντήσει πολύ αργότερα. Ανήγγειλαν τις τελευταίες ειδήσεις της ημέρας. Ο εκφωνητής μιλούσε γρήγορα, κοφτά, χωρίς διαλείμματα όταν περνούσε απ’ το ένα θέμα στο άλλο: «Εσωτερικές ειδήσεις: Οι αστυνομίες έξι Πολιτειών, με τη συνδρομή του FBI, αναζητούν τον δεκαεξάχρονο δολοφόνο Μπεν Γκάλλοουεϋ. Αυτός, συνοδευόμενος από τη φίλη του Λίλιαν Χώκινς, ηλικίας μόνο δεκαπεντέμισι ετών, εγκατέλειψε το Έβερτον, από την Πολιτεία της Νέας Υόρκης, το βράδυ του Σαββάτου, οδηγώντας την καμιονέτα του πατέρα του. Αφού σκότωσε με περίστροφο τον ονομαζόμενο Τσαρλς Ράλστον, πενηντατεσσάρων ετών, κάτοικο του Λονγκ-Έντυ, στα σύνορα της Πενσυλβάνιας, το ζευγάρι έκλεψε το μπλε Όλντσμομπιλ του θύματος και συνέχισε την πορεία του προς τα νοτιοδυτικά». Ο Ντέηβ Γκάλλοουεϋ, ωρολογοποιός σε ένα χωριό στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης, έχει αφοσιωθεί στην ανατροφή του γιου του από τη μέρα που τον άφησε η γυναίκα του.Μια μέρα ο δεκαεξάχρονος Μπεν δεν γυρίζει σπίτι. Λίγο αργότερα ο Ντέηβ μαθαίνει έκπληκτος ότι ο γιός του καταζητείται για φόνο από την αστυνομία. Όταν συλλαμβάνεται και φυλακίζεται, αποφασίζει να τον βοηθήσει, αλλά ο Μπεν μένει ασυγκίνητος απέναντι στο ενδιαφέρον του πατέρα του και δεν θέλει να τον δει. Παρ’ όλο τον πόνο που τού προκαλεί η στάση του γιού του, ο Ντέηβ προσπαθεί να μπει στη θέση του και να τον καταλάβει. Ο Ωρολογοποιός του Έβερτον είναι ένα από τα πιο συγκινητικά μυθιστορήματα για την αδιέξοδη σχέση πατέρα και γιου. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

12.90

Ερίκ Φουασιέ

Παρίσι, 1830. Ο θάνατος του γιου ενός υπουργού αναστατώνει τα παρισινά σαλόνια και την κυβέρνηση του βασιλιά Λουδοβίκου-Φίλιππου. Ήταν πράγματι αυτοκτονία; Ο νεαρός επιθεωρητής Βαλεντίν Βερν, παθιασμένος με την ιατρική αλλά και τον αποκρυφισμό, ακολουθεί τις δικές του μεθόδους για να λύσει το μυστήριο. Νέοι θάνατοι περιπλέκουν την υπόθεση. Συνδέονται όλοι μεταξύ τους; Ποιος είναι ο μυστηριώδης άντρας με το ψευδώνυμο «Εφημέριος»; Τι κρύβει και ο ίδιος ο νεαρός επιθεωρητής με το αγγελικό πρόσωπο και τη σκληρότητα στο βλέμμα;

Ένα «εθιστικό βιβλίο» (Lire magazine) από τον «χημικό που βρήκε την τέλεια φόρμουλα για αστυνομικό ιστορικό μυθιστόρημα» (El País). Διδάκτωρ χημείας και νομικής και λάτρης της Ιστορίας, ο Ερίκ Φουασιέ (γενν. Γαλλία, 1963) είναι συγγραφέας πρωτότυπων αστυνομικών μυθιστορημάτων που γνωρίζουν μεγάλη επιτυχία.

19.00