Προβολή όλων των 7 αποτελεσμάτων

Μετρονόμος

Ελληνική λογοτεχνία

Θηρία ανήμερα

Χαριτίνη Ξύδη

«Ο λόγος για τον οποίο έγινα συγγραφέας είναι τα ψηλά τακούνια που πάντοτε φορώ, και την ισορροπία πάνω τους καθώς και τη μύηση στην «ιδέα» τους μου τη δίδαξε η θεία μου η Σοφία, μία από τις μεγαλύτερες αδελφές της μητέρας μου. Το βράδυ που γλίστρησα εξαιτίας τους, πατώντας ένα γαρύφαλλο σε σκυλάδικο της Λάρισας, και γκρεμίστηκα από τα ανεμοδαρμένα τους ύψη έπαθα διάστρεμμα και έτσι αναγκάστηκα να παραμείνω ολόκληρο εικοσάλεπτο οκλαδόν στο δάπεδο της πίστας, ανάμεσα σε ζαλισμένους πότες, σπασμένα πιάτα και λιμνούλες από χυμένες σαμπάνιες. Στο διάστημα που μεσολάβησε, μέχρι να σηκωθώ, κατάλαβα πως η ζωή, από την αρχή ως το φινάλε, είναι ένας ανυποχώρητος αγώνας σε ρινγκ. Μπες βγες, από μικρή, σε αυτά που οι άλλοι λένε κωλάδικα και εγώ λιμάνια, τον διακαή μου πόθο τον έφτιαξα και τον υπηρέτησα. Πενθώ εκείνους οι οποίοι καταδέχονται να ηττηθούν από τη μετριότητα και από ολοένα μικρότερα πράγματα.»

12.72

Ποίηση

Λιποτάχτες

Γιάννης Θεοδωράκης

Αρχές της δεκαετίας του 1950, την εποχή που γράφονταν τα ποιήματα της συλλογής «Λιποτάχτες», ο Γιάννης Θεοδωράκης (1932 – 1996) ήταν τελειόφοιτος Γυμνασίου στον Γαλατά των Χανίων· εκεί, όπου ο αδελφός του, Μίκης, φτάνει στις 23 Αυγούστου του 1949 με το ατμόπλοιο «Ελένη», σοβαρά τραυματισμένος από τα βασανιστήρια της Μακρονήσου. Ο Εμφύλιος στην Κρήτη είχε λήξει ένα χρόνο νωρίτερα από τις τελευταίες μάχες στον Γράμμο και το Βίτσι, και η καταδίωξη των εναπομεινάντων Κρητικών ανταρτών συνεχιζόταν μέσα σε ένα καθεστώς φόβου και τρομοκρατίας του τοπικού
πληθυσμού από την πλευρά των κυβερνητικών δυνάμεων, της Χωροφυλακής, της Εθνοφυλακής και των παρακρατικών συμμοριών.

Τέσσερα από αυτά τα ποιήματά του –με τίτλους: «Θα γίνεις δικιά μου» (στο «Όμορφη Πόλις»), «Δακρυσμένα μάτια», «Σκέπασε ατμός τον έρωτά μας» και «Χάθηκα»– μελοποιήθηκαν από τον Μίκη την περίοδο 1952-1954 και ηχογραφήθηκαν το 1960 στο παλιό στούντιο της «Columbia», με τον ίδιο τον Μίκη Θεοδωράκη στο τραγούδι, τον Μανώλη Χιώτη στο μπουζούκι, τον Δημήτρη Φάμπα στην κιθάρα και τον Σπύρο Λιβιεράτο «Καζάνα» στα κρουστά. Τίτλος του πρώτου ολοκληρωμένου κύκλου τραγουδιών: «Λιποτάκτες».

Έναν χρόνο πριν από τη δισκογράφησή του σε 45άρι, με πρωτοβουλία του Μίκη, κυκλοφόρησε από τις «Εκδόσεις Δίφρος» του Γιάννη Γουδέλη –με τον οποίο ο Μίκης συνυπηρέτησε για ένα διάστημα στο Κέντρο Διερχομένων, στην Αθήνα– η ομώνυμη ποιητική συλλογή του αδελφού του. Εξήντα τέσσερα χρόνια μετά, οι «Λιποτάκτες» του Γιάννη Θεοδωράκη επανακυκλοφορούν από τις εκδόσεις Μετρονόμος. Το artwork του εξωφύλλου είναι του Πέτρου Παράσχη.

***

Α´
Αυγή αφράτη
τσεκουριά στην πλάτη
απ’ τις καμινάδες ξέφυγε η καπνιά
και κρεμάστηκε στα παράθυρά μας
σκέπασε ατμός τον έρωτά μας
τη νύχτα απόλυτη γαλήνη
στα κρεμαστάρια
σφαχτάρια
τα ρούχα μας.

Δ´
Δακρυσμένα μάτια
νυσταγμένοι κήποι
όνειρα κομμάτια
ας ήτανε να ζω
στους μεγάλους δρόμους
κάτω απ’ τις αφίσες
στα χιλιάδες χρώματα
ας ήταν να βρεθώ
να ’ταν η καρδιά μου
γελαστό αστέρι
να ’ταν η ματιά μου
δίκοπο μαχαίρι
αστραφτερό σπαθί
μες στο μεσημέρι.

10.60

Η έκδοση συγκεντρώνει δεκαέξι μελέτες που καλύπτουν το σύνολο του έργου του Θάνου Μικρούτσικου. Τα κεφάλαια κινούνται πάνω σε τρεις κύριους άξονες: κοινωνία – ποίηση – μουσική, και εστιάζουν αντίστοιχα στις κοινωνικο-πολιτικές και ιστορικές αλληλεπιδράσεις του δημιουργού, τη σχέση του με τον ποιητικό λόγο, και τα ποικίλα μουσικά είδη στα οποία αυτός δραστηριοποιήθηκε με πυξίδα την ανανέωση της μουσικής φόρμας.

Έμπειροι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι και διακεκριμένοι μελετητές της ελληνικής μουσικής υπογράφουν κείμενα που διαπνέονται από αγάπη, για το έργο του Θάνου Μικρούτσικου, χωρίς όμως να χάνουν την επιστημονική και κριτική οπτική τους. Κοινό εύρημα όλων των κεφαλαίων, όπως μαρτυρά και ο τίτλος του βιβλίου, είναι η αέναη προσπάθεια του συνθέτη να υπερβεί τις καθιερωμένες μορφές και τους παγιωμένους τρόπους, κυνηγώντας την αισθητική και πολιτική ουτοπία.

12.72

Κώστας Αρβανίτης

Kυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μετρονόμος το βιβλίο του Κώστα Αρβανίτη «Ροκ και νεανική κουλτούρα στη δεκαετία του ’60» Στις σελίδες του ο συγγραφέας διηγείται συνοπτικά, αλλά περιεκτικά, κατανοητά κι εμπεριστατωμένα, την ιστορία του ροκ συνυφασμένη με τα κοινωνικοπολιτικά γεγονότα κατά την περίοδο της μακράς δεκαετίας του ’60,  και το πώς το ροκ συνδυάστηκε με τις διάφορες νεανικές υποκουλτούρες και τελικά με την αντικουλτούρα.

«Ο Τύπος εκμεταλλευόταν τους hippies σαν καθαρά αμερικανικό φαινόμενο που αποδείκνυε ότι σ’ αυτή τη χώρα υπήρχε ελευθερία κι ο καθένας μπορούσε να κάνει ό,τι θέλει. Για το περιοδικό Time ο κύριος λόγος που οι διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν στη Νέα Υόρκη (σε αντιπολεμική διαδήλωση) ήταν το ότι «οι Αμερικανοί, την άνοιξη, αρέσκονται στο να διασκεδάζουν.

Η κάλυψη της διαδήλωσης από το Time συνοδευόταν από επτά φωτογραφίες: 1) ένα πλήθος συγκεντρωμένο γύρω από μια ρωσική σημαία και μια αναποδογυρισμένη αμερικανική, (…) 5) έναν

hippie μ’ ένα ντέφι περασμένο στον λαιμό του, 6) μια κοπέλα hippie με μια μπανάνα κρεμασμένη στον λαιμό, 7) μια κοπέλα hippie που είχε γράψει ‘‘Ειρήνη’’ κάτω από το ένα της μάτι. Κάτω

από τις τρεις φωτογραφίες των hippies υπήρχε μια λεζάντα που έλεγε ‘‘μιλούν εύγλωττα για ό,τι οι ΗΠΑ προσπαθούν να υπερασπίσουν’’, αφήνοντας κάθε αναγνώστη που δεν είχε κριτική σκέψη με την ιδέα ότι οι ΗΠΑ έχουν ένα εκατομμύριο στρατό εγκατεστημένο σ’ όλον τον κόσμο με σκοπό να υπερασπίζουν το δικαίωμα των απανταχού ανθρώπων να φορούν ντέφια και

μπανάνες στον λαιμό τους».

 Aπό το οπισθόφυλλο του βιβλίου

10.60

Ένιο Μορικόνε

Το βιβλίο «Ennio Morricone – Αναζητώντας εκείνον τον ήχο | Η μουσική μου, η ζωή μου»  είναι το αποτέλεσμα συναντήσεων χρόνων μεταξύ του Ένιο Μορικόνε και του νέου συνθέτη Αλεσάντρο ντε Ρόζα. Είναι ένας διάλογος πυκνός και βαθύς και ταυτόχρονα ξεκάθαρος και ακριβής, που μιλά για τη ζωή, για μουσική και για τους θαυμάσιους και απρόβλεπτους τρόπους με τους οποίους η ζωή και η μουσική έρχονται σε επαφή και επηρεάζουν η μία την άλλη.

Ο Μορικόνε αφηγείται με πολλές λεπτομέρειες την πορεία του. Τα χρόνια των σπουδών στο Ωδείο, το επαγγελματικό ντεμπούτο στη RAI και την RCA, όπου έγραψε και διασκεύασε πολυάριθμα τραγούδια επιτυχίες –δικό του είναι, μεταξύ άλλων, το Se telefonando, το οποίο ερμηνεύει η Μίνα–, τις συνεργασίες με σημαντικούς Ιταλούς και ξένους σκηνοθέτες, από τον Λεόνε μέχρι τον Παζολίνι, τον Μπερτολούτσι και τον Τορνατόρε, από τον Ντε Πάλμα στον Αλμοδόβαρ, μέχρι τον Ταραντίνο και το τελευταίο βραβείο Όσκαρ.

Σε αυτές τις σελίδες, που προκαλούν ζάλη σε οποιονδήποτε αγαπά τη μουσική και την τέχνη, ο μαέστρος ανοίγει για πρώτη φορά τους πόρτες του δημιουργικού του εργαστηρίου, εισάγοντας τον αναγνώστη τους ιδέες που βρίσκονται στην καρδιά τους μουσικής σκέψης του και τον καθιστούν έναν από τους πιο ιδιοφυείς συνθέτες τους εποχής τους. Με διαυγή ειλικρίνεια ο Μορικόνε μάς αφηγείται τι σημαίνει γι’ αυτόν να συνθέτει, αποκαλύπτοντάς τους τη μυστηριώδη και αμφίσημη σχέση που συνδέει τη μουσική και τους εικόνες στον κινηματογράφο, αλλά και τη δημιουργική ανάγκη που βρίσκεται στη βάση των πειραματισμών στο πλαίσιο τους απόλυτης μουσικής.

Οι σελίδες προχωρούν σε έναν διάλογο που συνδέει το βιογραφικό στοιχείο με τη μουσικολογική σκέψη, την ιστορία με την τεχνική εξήγηση: «Είναι περίεργο να παρατηρεί και να επανεξετάζει κανείς τη ζωή του μέσω μιας τέτοιας διαδρομής. Δεν είχα σκεφτεί ποτέ ότι θα το κάνω. Ωστόσο, προσφάτως γνώρισα τον Αλεσάντρο και αυτό το σχέδιο αναπτύχθηκε τόσο σταδιακά κι αυθόρμητα ώστε κι εγώ ο τους ξαναήρθα σε επαφή με γεγονότα που αναδύθηκαν στην επιφάνεια σχεδόν χωρίς να το αντιληφθώ.

Σήμερα μπορώ να πω ότι έχω διαμορφώσει νέα άποψη σε σχέση με κάποια συμβάντα, αυτά που συνήθως κατά τη διάρκεια τους ζωής απλώς επέρχονται, χωρίς να υπάρχει χρόνος να αξιολογηθούν στη σωστή τους διάσταση».

25.44

Ελληνική λογοτεχνία

Μπρούτζινος

Δημήτρης Μανιάτης

Ο Μπρους Λι. Η οδός Φυλής. Ένας νάνος που λέει τα κάλαντα. Ένας γυμνιστής που μένει έξω απ’ το σπίτι του. Ένας ακέφαλος περαστικός. Τενίστες που γλυτώνουν το λιντσάρισμα σε μια συναυλία. Μια στρίπερ. Ο νεκρός με τις μπότες. Μια άχρηστη εφημερίδα που τυλίγει ψάρια. Το Τροπάριο της Κασσιανής. Ένα μπαλκόνι για οφθαλμόλουτρο. Ένας μπρούντζινος νάρκισσος στην Πανεπιστημίου. Η αυξητική γλουτών. Ένα παλιό σινεμά. Ο Λυκαβηττός. Δεκάξι διηγήματα μικρής φόρμας. Μικρές ιστορίες, σαν φέτες ζωής ή σαν μικρά όνειρα που καταγράφηκαν πυρετικά λίγο πριν τελειώσουν. Πικρά, αστεία, γλυκόπικρα, αδιάφορα, στιγμιότυπα μιας ζωής που χάνεται, μιας ζωής που ανατέλλει, μιας ζωής που δεν υπήρξε ποτέ ή απειλητική εδώ γύρω μας κυκλώνει.

10.60

Σταύρος Γ. Καρτσωνάκης

Όλα όσα χρειάζεται να γνωρίζει κάποιος για τον σπουδαιότερο ποιητή στίχων της ελληνικής μουσικής, τον μυστηριώδη Νίκο Γκάτσο, θα μπορούσε να τα καταλάβει και μόνο από τους εμβληματικούς και ευαίσθητους στίχους του -στίχοι ρωμαλέοι, φιλοσοφικοί, λιτοί, μικρές ιστορίες που πραγματεύονται σχεδόν οτιδήποτε απασχολεί διαχρονικά τον παγκόσμιο Έλληνα.

Κρίσεις για τον ποιητή γνωστές και άγνωστες, τα νεανικά λογοτεχνικά βήματα της πρώτης περιόδου, αθησαύριστα σημειώματα, ραδιοφωνικές εκπομπές και χρονικά δημιουργίας σημαντικών έργων είναι μόνο μερικά και ενδεικτικά στοιχεία που περιλαμβάνονται στο βιβλίο και τα οποία ανιχνεύουν και φωτίζουν -το καθένα από άλλη οπτική γωνία- τον άνθρωπο παράλληλα με το έργο του, συμπληρώνοντας το διαρκώς μισοτελειωμένο παζλ ενός κάθε άλλο παρά σιωπηλού «ευαίσθητου ληστή» των συναισθημάτων μας.

Μέσα στα πολλά κεφάλαια του βιβλίου θα συναντήσουμε την απάντηση για την εκδοτική ανακοπή που ακολούθησε τη μία και μοναδική Αμοργό· ακόμη, τη σάτιρα και την πολιτική διάσταση των στίχων του.
Ένα βιβλίο-αποτέλεσμα εικοσαετούς έρευνας, που στοχεύει, μέσα από μια αναθεωρημένη γραφή, να απευθυνθεί σε ένα ευρύ κοινό. Κυρίως, σε οποιονδήποτε ενδιαφέρεται να αποκτήσει επαρκή και τεκμηριωμένη επιστημονικά εικόνα σχετικά με τον άνθρωπο για τον οποίο η Γλώσσα και η Πατρίδα στάθηκαν «η πρώτη του παρηγοριά και η στερνή του ελπίδα» -όπως εύστοχα είπε ο ίδιος στους τελευταίους στίχουςς του- και του οποίου το έργο είναι πιο επίκαιρο από ποτέ στα «ασυλλόγιστα χρόνια» που ζούμε.

20.99