Πολύ σύντομα μου γεννήθηκε η υποψία ότι το « βλέμμα » του έκρυβε κάποιο μυστικό και ότι αυτή η πόζα περιείχε κάτι που αιχμαλώτιζε την ψυχή του συνταξιούχου με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο. Μια οποιαδήποτε άλλη συνηθισμένη πόζα δεν θα επέτρεπε να φανερωθεί το συγκεκριμένο μέρος του κορμιού, και εννοώ τη στάση των γυμνών ποδιών ιδωμένων κάτω από το άνοιγμα του κίμονο, την καμπύλη γραμμή που έφτανε μέχρι τα νύχια των δαχτύλων. Καθώς ήμουν ήδη από την παιδική μου ηλικία ιδιαιτέρως επιρρεπής στη γοητεία των αρμονικών γυναικείων ποδιών, είχα υπνωτιστεί από την τέλεια καμπύλη των ποδιών της Ο-Φούμι. Οι γάμπες της, λεπτεπίλεπτες και αισθησιακές, ήταν λες και είχαν σμιλευτεί προσεκτικά σε λευκό ξύλο, το περίγραμμά τους, καθώς κατηφόριζε προς τους αστραγάλους, γινόταν όλο και πιο φίνο, καταλήγοντας με μία μαλακή κλίση στην καμάρα του πέλματος, ενώ στο τέλος αυτής της καμπύλης παρατάσσονταν το ένα μετά το άλλο τα δάχτυλα από το μικρό μέχρι το πιο μεγάλο σε μία σειρά, και αυτή η ευθυγράμμιση μου φαινόταν πολύ πιο όμορφη ακόμα κι απ’ το πρόσωπο της Ο-Φούμι. Ο Ουνοκίτσι , φοιτητής στη Σχολή Καλών Τεχνών, αφηγείται τη συνάντησή του με τον συνταξιούχο Τσουκακόσι και τη μαιτρέσσα του Φουμίκο. Ο γέρος έμπορος, παθιασμένος με την ομορφιά του ποδιού της ερωμένης του, αναθέτει στον νεαρό ζωγράφο να αποδώσει δυτικότροπα τη Φουμίκο, κατά τον τρόπο όμως μιας παλιάς γιαπωνέζικης γκραβούρας, σε μια στάση που αναδεικνύει τη μοναδική αισθησιακότητα της γυναίκας που αναπαρίσταται. Η εμμονή του για ένα συγκεκριμένο μέρος του σώματός της, τα πόδια της, θα αποκτήσει τέτοια ένταση που θα τον οδηγήσει στα όρια της τρέλας. Το πόδι της Φουμίκο παραμένει το πιο αντιπροσωπευτικό από τα πρώιμα έργα του Τανιζάκι που διερευνούν πλευρές «διαστροφικής», όπως ονομαζόταν εκείνη την εποχή, σεξουαλικότητας. Μπορεί να φανεί παράξενο ότι μιλάμε για έκφραση αναφερόμενοι σε ένα πόδι, αλλά, αν θέλετε τη γνώμη μου, πιστεύω πως ένα πόδι δεν είναι λιγότερο εκφραστικό από ένα πρόσωπο. Έχω την αίσθηση ότι μπορεί κανείς να αναγνωρίσει μια γυναίκα παθιασμένη ή ένα ψυχρό και σκληρό άτομο από την εντύπωση που δημιουργεί το πόδι τους. Μες στη λευκότητα του ποδιού, ένα ροζ ιρίδιζε στα άκρα των δαχτύλων, καταλήγοντας σε ένα ωχρό κόκκινο φωτοστέφανο. Μου θύμιζε τα καλοκαιρινά γλυκά, τις φράουλες στο γάλα, τα χρώματα ενός φρούτου που λιώνει μέσα σ’ ένα λευκό υγρό, και είναι ακριβώς αυτό το χρώμα που απλωνόταν σε όλη την καμπύλη γραμμή του ποδιού της Ο-Φούμι.
Γιάννης Ατζακάς
Υπήρχε πάντα μέσα του η βαθιά χαρακιά που άφησε το πέρασμα από τις μετεμφυαλικές εκείνες παιδοπόλεις -ένδοξους βασιλικούς τόπους υποταγής και χειραγώγησης, σταθμούς καθαγιασμένους μόνον κατ’ όνομα: «Απόστολος Παύλος», Άγιος Χαράλαμπος», «Καλή Παναγιά», «Άγιος Δημήτριος», Αθήνα, Βέροια, Θεσσαλονίκη, 1949 – 1955. Έχοντας από καιρό διανύσει τις περισσότερες από τις αναπότρεπτες διαδρομές του, ο Γιάννης Αρχοντής φτάνει μόνος του ένα απόγευμα του Ιουνίου σε κάποια ερημική ακτή του Αιγαίου. Δεν ήταν τόσο ανάγκη ενός τελικού απολογισμού, όσο η επίμονη «αναζήτηση του χαμένου χρόνου» και των σημαδιών που άφησε μέσα του μια εποχή ερμητικά κλειστή, όπως τα περίκλειστα και περίλαμπρα ιδρύματα, όπου έζησε έξι από τα πρώτα παιδικά του χρόνια. Εκεί, την ώρα που ένα φωταγωγημένο καράβι περνά ανοιχτά μέσα στη νύχτα, από τον «θολό βυθό» της μνήμης του, όπου για περισσότερο από πενήντα χρόνια το είχε απωθήσει, αναδύεται απροσδόκητα το φάσμα του παιδιού που κάποτε υπήρξε, για να πει επιτέλους ολόκληρη την παλιά ιστορία του. (. . .)
Μάριο Βάργκας Λιόσα
ΝΟΜΠΕΛ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ
Γιατί η Oυρανία Καβράλ επιστρέφει στο νησί της, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, ενώ είχε ορκιστεί να μην ξαναπατήσει το πόδι της εκεί; Γιατί αισθάνεται τρόμο για τη ζωή από τα δεκατέσσερά της χρόνια; Και γιατί δεν γνώρισε ούτε έναν έρωτα στη ζωή της; Στη Γιορτή του Τράγου, το νέο του πολυαναμενόμενο μυθιστόρημα, ο μεγάλος Περουβιανός συγγραφέας υφαίνει μια μεγάλη τοιχογραφία όπου η Ιστορία μπλέκεται με τις μικρές ανθρώπινες ιστορίες, και όπου γνωστά ιστορικά πρόσωπα –όπως ο στρατηγός Τρουχίλιο που βασάνισε 3.000.000 ανθρώπους χωρίς να υποψιάζεται τη «μακιαβελική» πτώση του– διασταυρώνουν τα πεπρωμένα τους με τους μυθιστορηματικούς ήρωες του βιβλίου. Με έναν καταιγιστικό ρυθμό και την αξεπέραστη λογοτεχνική του ικανότητα, ο Βάργκας Λιόσα επιστρέφει στο «πολιτικό» μυθιστόρημα για να συγκινήσει, να προειδοποιήσει και να καταγγείλει όλες εκείνες τις μορφές εξουσίας που επιβιώνουν ανοίγοντας δρόμο μέσα από σωρούς πτωμάτων. Η παγκόσμια κριτική χαιρέτησε τη Γιορτή του Τράγου ως το αναμφισβήτητο αριστούργημα της ώριμης συγγραφικής περιόδου του Βάργκας Λιόσα.
Βιρτζίνια Γουλφ
“Το σημάδι στον τοίχο” είναι το πρώτο δημοσιευμένο διήγημα της Βιρτζίνια Γουλφ – αν και βέβαια δεν πρόκειται ακριβώς για διήγημα: καθισμένη μπροστά στο τζάκι, η αφηγήτρια απορροφάται πρόθυμα από ένα μικρό μαύρο σημάδι πάνω στον τοίχο, που η αινιγματικότητά του γίνεται το έναυσμα για να ξεδιπλωθεί ένας βαθύς εσωτερικός μονόλογος χωρίς ορισμένη κατεύθυνση και προφανή σκοπό.
Οι παιδικές καταβολές, η ανεξαρτησία της σκέψης, η φύση και η κοινωνία γίνονται εδώ οι μοχλοί που τροφοδοτούν την περίφημη «ροή της συνείδησης», δηλαδή το μέσο που η Βιρτζίνια Γουλφ τελειοποίησε ώστε πρώτα να απελευθερωθεί η ίδια και μαζί να προσφέρει άπλετα την αναγνωστική απόλαυση.