Το παιδί του διαβόλου

16.60

Εκδόσεις:

Σελίδες: 364

Διατίθεται άμεσα και από τα γραφεία της LiFO, Boυλής 22, 6ος όροφος, Σύνταγμα.
Ώρες γραφείου (10:00-17:00). Τηλ. 210-3254290

Διατίθεται μόνο για αγορά online μέσω του lifoshop.gr

Η αγορά παλιών τευχών της LiFO αποτελεί ξεχωριστή λειτουργία του Shop.

Οι παραγγελίες για τα τεύχη της LiFO θα γίνονται ξεχωριστά και θα αποστέλλονται ξεχωριστά από άλλες αγορές από το LiFO Shop.

Tα έξοδα αποστολής υπολογίζονται για κάθε τεύχος ξεχωριστά.

Κωδικός προϊόντος: LF-BK-10503 Κατηγορία: Ετικέτες: ,

Όσοι αγόρασαν αυτό το προϊόν, επέλεξαν επίσης

Ελληνική λογοτεχνία

Αρχίζει το ματς

Θανάσης Σκρουμπέλος

«Αρχίζει το µατς» ήταν ο τίτλος εκποµπής, έγινε τραγούδι, ήταν εγερτήρια φράση µετά το κυριακάτικο τραπέζι: να σηκωθείς όπως-όπως να προλάβεις το µατς. Γιατί τότε οι αγώνες ξεκινούσαν µεσηµέρι. Μετά, στην πλατεία πλάκα, πρόγκα, πειράγµατα µε νικητές και ηττηµένους στο ίδιο τραπέζι να κερνούν τα ούζα. Ήταν η λαϊκή γιορτή της Κυριακής τότε το ποδόσφαιρο.

Τώρα έχει γιγαντωθεί το άθληµα. Έχει καβαλήσει σύνορα και «παίζει» σε µεγάλα, τροµακτικά και άπιαστα από το νου χρηµατικά ποσά. Μα όσο και να το ελέγχουν τα ισχυρά µπλοκ συµφερόντων, λόγω της δυναµικής του, συνεχίζει να είναι λαϊκή γιορτή σε κάθε γωνιά του κόσµου. Αν ξύσεις κάτω από την γκλαµουριά θα βρεις ακόµη κάτι από τον αρχικό του ροµαντισµό: παίκτες, προπονητές, φιλάθλους να αναζητούν την αρχική οικεία ηδονή που πληµµύριζε γειτονιά κι εξέδρες. Το άλλο ποδόσφαιρο. Αυτό που θα µπορούσε να γίνει γέφυρα µε την ποίηση, µε την τέχνη.

Έναν τέτοιο δρόµο προσπάθησαν να βαδίσουν δυο φίλοι, παλιοί ποδοσφαιριστές, στην Καισαριανή. Τα βήµατά τους, καθώς και άλλες αντίστοιχες προσπάθειες, καταγράφει ο Θανάσης Σκρουµπέλος. Όχι από νοσταλγία, αλλά από διάθεση να παραµείνουν ζωντανά τα όνειρα των εραστών του καλού ποδοσφαίρου.

11.00

Ελληνική λογοτεχνία

Αυτός ο χειμώνας

Δημήτρης Καρακίτσος

Ένας άντρας περνά έναν ολόκληρο χειμώνα ως φύλακας σε ένα απομακρυσμένο χωριό. Ένας ουρανός κάτασπρος, και το δάσος απέναντι σαν σε ασπρόμαυρη φωτογραφία. Η βροχή, το χιόνι, ο άνεμος και το κρύο που απειλούν να γκρεμίσουν τα πάντα, το εγκαταλελειμμένο χωριό που αντιστέκεται μέσα στη μοναξιά, το δάσος και τα μυστικά του, συνθέτουν ένα μυστηριακό κόσμο όπου ο απομονωμένος ήρωας αναμετριέται διαρκώς με τα στοιχεία της φύσης, με τα πράγματα που τον περιτριγυρίζουν, αλλά και με τον εαυτό του, με τις αναμνήσεις και το παρελθόν του.

13.30

Ελληνική λογοτεχνία

Συμβάν 74

Κυριάκος Μαργαρίτης

Στις 20 Ιουλίου 1974 το Γενικό Επιτελείο Στρατού της Τουρκίας εξέδωσε ένα διάγγελμα για την εισβολή στην Κύπρο, η κατακλείδα του οποίου σαν να προλογίζει την εργασία μου: “Διά της σημερινής επιχειρήσεώς μας ηνοίξαμεν μίαν αλησμόνητον σελίδαν εις την ηρωικήν ιστορίαν μας και εις εκείνην της Ανθρωπότητος”. Επειδή αγαπώ τις ηρωικές ιστορίες, σκέφτηκα να μεταφράσω αυτή τη σελίδα στα ελληνικά, και στις υπόλοιπες γλώσσες που μιλούν οι νεκροί, και να τη μοιραστώ με την ανθρωπότητα. Για να το κάνω σωστά, βασίστηκα σε ένα μυθιστόρημα του κοσμοπολίτη συγγραφέα Γιόζεφ Ροτ, που έτσι το σχολιάζει ο ίδιος σε επιστολή του: “Είναι η πρώτη και τελευταία φορά που γράφω κάτι ιστορικό. Ο διάβολος να το πάρει. Ο Αντίχριστος ο ίδιος με έσπρωξε να το κάνω αυτό. Είναι ντροπή, ντροπή να θέλει κανείς να δώσει ξανά σχήμα και μορφή σε γεγονότα που έχουν ήδη συμβεί – ντροπή και ασέβεια”. Η επιστολή είναι χωρίς ημερομηνία, και ίσως θυμίζει τον τίτλο Συμβάν 74, χωρίς την απόστροφο της χρονολογίας μπροστά από τον αριθμό. Κάτι θα σημαίνει αυτό. Ο Ροτ κλείνει με τη φράση: “Υπάρχει κάτι ανόσιο εδώ – δεν ξέρω τι ακριβώς”. Άραγε να είναι το βιβλίο μου βλάσφημο; Ένας τρόπος υπάρχει για να το μάθουμε, θα έλεγα και ένας πολύ συγκεκριμένος χρόνος, ώρα, καιρός, ο ακόλουθος: όταν όλα γίνουν καπνός (διδάσκει ο Ηράκλειτος), θα τα αναγνωρίσουν τα ρουθούνια μας. Στις 20 Ιουλίου τιμάται ασφαλώς ο προφήτης Ηλίας – ο Προφήτης, δηλαδή, της Φωτιάς.

20.00

Ελληνική λογοτεχνία

Πού ζει ο λύκος;

Ρέα Γαλανάκη

14.00

Ελληνική λογοτεχνία

Φάλτσα κεφαλής

Γιώργος Σκαμπαρδώνης

Μήνες έψαχνα τίτλο γι’ αυτά τα διηγήματα. Είχα βρει καμιά δεκαριά, όμως κανένας δεν μου άρεσε ιδιαίτερα. Μια μέρα πήγα να βάψω το αυτοκίνητο – ο βαφέας ήταν ένας Ρωσοπόντιος που μιλούσε σπαστά ελληνικά. Μου είπε πως θα χρειαστεί μια βδομάδα να κρατήσει το όχημα για να κάνει τη βαφή. Και συμπλήρωσε γενναιόδωρα: «Θα σου δώσω αυτό το “Seicento” [ένα «FIAT» παλιατζούρα τριακονταετίας] να κυκλοφορείς, να κάνεις τη δουλειά σου μέχρι να τελειώσω».

«Και πόσο το πήρες αυτό το “Seicento”;» τον ρωτώ. «Πεντακόσια ευρώ μεταχειρισμένο», μου απαντάει, «αλλά έριξα άλλο ένα χιλιάρικο και του άλλαξα μπουζί, σασμάν, τα πάντα, μέχρι και φάλτσα κεφαλής». Μόλις άκουσα τι είπε, σκέφτομαι: «Αμάν, βρήκα τίτλο». Ο άνθρωπος ήθελε να πει «φλάντζα κεφαλής», όμως λόγω του ότι δεν ήξερε καλά ελληνικά, έκανε το λάθος (που είναι και το σωστό) λέγοντας: «Φάλτσα κεφαλής».

 

11.70