Επανακυκλοφορεί από την «Άγρα» μετά από καιρό το σπουδαίο, κλασικό πλέον, θεατρικό έργο του Μπερνάρ-Μαρί Κολτές.
«Για μένα, το τεράστιο που υπάρχει στα κείμενα του Κολτές είναι αυτό το μίγμα Ρεμπώ και Φώκνερ. Τα θεατρικά πρόσωπα χτίζονται και αναπτύσσονται με αφετηρία αποκλειστικά και μόνο τη γλώσσα. Συγχρόνως βρίσκουμε σ’ αυτά τα κείμενα μια μολιερική δομή, μια δομή άριας. […] Ο Κολτές ήταν ο μόνος στη νέα δραματουργία που κίνησε το ενδιαφέρον μου». – HEINER MÜLLER
O ΝΤΗΛΕΡ : Αν βαδίζετε έξω, αυτήν την ώρα και σ’ αυτό το μέρος, είναι επειδή ποθείτε κάποιο πράγμα που δεν έχετε, κι αυτό το πράγμα, εγώ, μπορώ να σας το προμηθεύσω· διότι αν είμαι σ’ αυτή τη θέση πολύ περισσότερο χρόνο πριν από σας και για πολύ περισσότερο χρόνο από σας, κι αν ακόμη αυτήν την ώρα που είναι η ώρα των άγριων σχέσεων ανάμεσα στους ανθρώπους και τα ζώα δεν με διώχνει από δω, είναι επειδή έχω αυτό που χρειάζεται για να ικανοποιώ τον πόθο που περνά μπροστά μου, κι αυτό είναι σαν ένα βάρος που πρέπει να το ξεφορτώσω πάνω σ’ οποιονδήποτε, άνθρωπο ή ζώο, που περνά από μπροστά μου. Γι’ αυτόν τον λόγο σας πλησιάζω, παρά την ώρα που είναι η ώρα όπου κανονικά ο άνθρωπος και το ζώο ρίχνονται άγρια ο ένας πάνω στον άλλο, πλησιάζω, εγώ, εσάς, με την ταπεινότητα εκείνου που προτείνει απέναντι σ’ εκείνον που αγοράζει, με την ταπεινότητα εκείνη που κατέχει απέναντι σ’ εκείνον που ποθεί. […]
Λοιπόν μη μου αρνείσθε να μου πείτε, παρακαλώ, τον λόγο, να μου τον πείτε· και αν το ζήτημα είναι να μην πληγώσετε καθόλου την αξιοπρέπειά σας, ε λοιπόν, πείτε τον όπως τον λέμε σ’ ένα δέντρο, ή μπροστά στον τοίχο μιας φυλακής, ή μέσα στη μοναξιά ενός κάμπου με βαμβάκι όπου κάνουμε τον περίπατό μας, γυμνοί, τη νύχτα· να μου τον πείτε χωρίς καν να με κοιτάξετε. Διότι η μόνη αληθινή ωμότητα αυτής της ώρας του λυκόφωτος όπου στεκόμαστε και οι δύο δεν είναι ότι ένας άνθρωπος πληγώνει τον άλλον, ή τον ακρωτηριάζει ή τον βασανίζει, ή του ξεριζώνει τα μέλη και το κεφάλι, ή έστω τον κάνει να κλάψει· η αληθινή και τρομερή ωμότητα είναι εκείνη του ανθρώπου ή του ζώου που καθιστά ημιτελείς τον άνθρωπο ή το ζώο. […]
Πάνω στη σκηνή τού Στη μοναξιά των κάμπων με βαμβάκι είναι δύο – ο Ντήλερ και ο Πελάτης : έχουμε ένα διάλογο. Είναι όμως ένας φιλοσοφικός διάλογος στο ύφος εκείνων του 18ου αιώνα, ή μήπως πιο απλά η είσοδος δύο κλόουν ; Πιθανόν και τα δύο, συναρμοσμένα με μια τεράστια ελευθερία γραφής.
Η γλώσσα του είναι ένα όπλο, κι αυτοί εκεί οι δύο, που δεν μοιάζουν να αγαπιούνται και πολύ, παλεύουν ο ένας εναντίον του άλλου με τις λέξεις· πρέπει ο καθένας να κάνει τον άλλο να βγάλει τα έντερά του, να τον σύρει στο δικό του πεδίο, ν’ αρνηθεί το πεδίο του άλλου, να μην παραδεχθεί ποτέ ότι βρίσκεται σε θέση αιτήματος, στερήσεως, κι ότι είναι φτωχός – κυρίως φτωχός από πόθους.
Η έκδοση συνοδεύεται από εξαιρετικά πλούσιο επίμετρο, με κείμενα των P. Chéreau, M. Casarès, H. Müller, συνεντεύξεις του B.-M. Koltès, εργοβιογραφία και 28 φωτογραφίες.