“Παιδιά μου, θ’ ανέβω στα βουνά με τους γενναίους, να κυνηγήσω αυτό τον άθλιο σκύλο, τον Αλιμπέκ” – έναν Τούρκο ληστή, που, για καιρό, ρήμαζε τον τόπο. “Περιμένετέ με δέκα μέρες, κι αν δε γυρίσω τη δεκάτη, κάντε μου λειτουργιά· θα ‘μαι νεκρός. Αν, όμως” πρόσθεσε αυστηρότατα ο γέρος, “τύχει -Θεός φυλάξοι- κι επιστρέψω αργότερα, και για σωσμό δικό σας, να μη μ’ αφήσετε να μπω. Σας διατάζω, τότε, να με ξεχάσετε, να ξεχάσετε πως ήμουν πατέρας σας και μ’ έναν πάσσαλο να με παλουκώσετε, ό,τι κι αν λέω, ό,τι κι αν κάνω, γιατί δε θα ‘μαι παρά ένας καταραμένος, ένας βρικόλακας που ‘ρθε να σας ρουφήξει το αίμα”.
Η Οικογένεια του βρικόλακα θεωρείται το σπουδαιότερο και γνωστότερο διήγημα φαντασίας του Αλεξέι Κωνσταντίνοβιτς Τολστόι κι αποτελεί έναν από τους θεμέλιους λίθους της νεότερης περί βρικολάκων μυθολογίας, ανήκοντας -μαζί με το “ταίρι” του, τη Συνάντηση μετά από τριακόσια χρόνια- στη σημαντική παράδοση της γοτθικής λογοτεχνίας.