Βλέπετε 331–345 από 724 αποτελέσματα

Βιβλία που διαβάσαμε πρόσφατα

Πασκάλ Μπρυκνέρ

Πώς κατέληξε ο «λευκός» άντρας ο αποδιοποµπαίος τράγος των ηµερών µας; Ποιοι µετασχηµατισµοί στις δυτικές κοινωνίες δηµιούργησαν τους µηχανισµούς που του φορτώνουν την ευθύνη για όλες τις συµφορές της ανθρωπότητας διαχρονικά; Με ορόσηµο την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, ο διάσηµος Γάλλος συγγραφέας εξετάζει, µε λόγο αντισυµβατικό και άρτια δοµηµένη επιχειρηµατολογία, τη διολίσθηση στη Γαλλία αλλά και σε όλη την Ευρώπη από τον προοδευτισµό του τριπτύχου «φεµινισµός – αποαποικιοποίηση – αντιρατσισµός» της παραδοσιακής αριστεράς στον σκοταδισµό που εκπροσωπεί η κακοχωνεµένη made in USA εκδοχή του.

Αναλύοντας την τρέχουσα επικαιρότητα και αντλώντας στοιχεία από τη νεότερη και σύγχρονη παγκόσµια ιστορία, ο Πασκάλ Μπρυκνέρ διατυπώνει το εξής ερώτηµα: Μήπως η αδιαµαρτύρητη αποδοχή του στίγµατος του σύγχρονου αποδιοποµπαίου τράγου για τον λευκό άντρα οδηγεί εν τέλει στην υποκατάσταση ενός ρατσισµού από έναν άλλον και σε ένα είδος πολέµου όλων εναντίον όλων;

17.73

Ξένη λογοτεχνία

Ο επιβάτης

Κόρμακ ΜακΚάρθι

O Κόρμακ ΜακΚάρθι κέρδισε το Πούλιτζερ για τον πολυβραβευμένο και πολυδιαβασμένο Δρόμο και απέκτησε πρωτοφανή φήμη για σύγχρονο συγγραφέα, χάρη και στις εξαιρετικές μεταφορές των βιβλίων του στον κινηματογράφο, με αποκορύφωμα το Καμιά πατρίδα για τους μελλοθάνατους από τους αδερφούς Κοέν. Έτσι το 2007 φαινόταν ότι η ζηλευτή καριέρα του όδευε προς την ολοκλήρωσή της.  Ήταν αδιαμφισβήτητο γεγονός: ο συγγραφέας του Ματοβαμμένου μεσημβρινού  μπορούσε να συγκριθεί μονάχα με θρυλικούς ομότεχνούς του, όπως ο Μέλβιλ και ο Φόκνερ, κι αυτή ήταν μια δήλωση που δεν προερχόταν από κάποιον τυχαίο αλλά από τον ίδιο τον Χάρολντ Μπλουμ, πάπα της λογοτεχνικής κριτικής. Ο ΜακΚάρθι ήταν τότε 74 ετών και είναι γνωστό ότι είναι λίγοι οι συγγραφείς που παραδίδουν σημαντικά έργα κατά την όγδοη και ένατη δεκαετία της ζωής τους. Οι περισσότεροι απλώς σταματούν να γράφουν.

Παρ’ όλα αυτά, οι φήμες οργίαζαν ότι ετοίμαζε ένα νέο μυθιστόρημα. Ο ΜακΚάρθι δούλευε για χρόνια «κάτι μεγάλο», που θα αποτελούσε το επιστέγασμα της καριέρας του. Στα χρόνια που ακολούθησαν ειπώθηκε ότι ο ΜακΚάρθι είχε ξεκινήσει να το γράφει τη δεκαετία του ’80, ότι ήταν ένα μυθιστόρημα που τον απασχολούσε πολύ, και έφτασε μάλιστα στο σημείο να καλέσει τον ίδιο τον Χάρολντ Μπλουμ για να συζητήσουν από κοντά. Στο μεταξύ, ο εκδότης του άφηνε να διαρρεύσει πότε πότε η πληροφορία ότι το κείμενο ήταν έτοιμο προς έκδοση. Υπήρχαν μάλιστα και σχετικές καταχωρήσεις σε ηλεκτρονικά βιβλιοπωλεία, όμως σύντομα οι όποιες πληροφορίες εξαφανίζονταν από το διαδίκτυο. Το μυστήριο μεγάλωνε, οι ορκισμένοι και πολυάριθμοι οπαδοί του διατύπωναν στο διαδίκτυο πλήθος θεωρίες. Κάποιοι ισχυρίζονταν ότι απλώς δεν θα εκδιδόταν ποτέ άλλο κείμενό του ή ότι O Επιβάτης, όπως είχε διαρρεύσει ότι θα λέγεται το βιβλίο, δεν θα ολοκληρωνόταν ποτέ ή θα εκδιδόταν μετά θάνατον.

 

 

 

 

21.60

Ελληνική λογοτεχνία

Ψιλά Γράμματα

Ιωάννα Καρυστιάνη

Το βρόμικο κόλπο, να ξεχάσεις μόνον τα άσχημα αλλά να θυμάσαι τα ωραία, δεν πετυχαίνει, η μνήμη διεκδικεί τα νόμιμα, δηλαδή όλα ή τίποτε, δηλαδή ας μείνει κάποιος να θυμάται, να θυμάται και τα ψιλά γράμματα. Υπάρχουν κάμποσα που αλίμονο αν τα θάψει κι αυτά ο νους, δεν πρόκειται για φανταχτερά ενσταντανέ και σκατοπασαλειμμένες αναμνήσεις, πρόκειται για άυλα τιμαλφή. Ευτυχώς ο εγκέφαλος του Μιχάλη Τσιούλη τα είχε κλειδώσει και ασφαλίσει.

Δεν είμαι υποχρεωμένος να μην ονειροπολώ, είπε, ούτε ντε και καλά να αισιοδοξώ και να ευτυχώ, αφού όλα πιο ρηχά, ούτε μύχια της ύπαρξης, ούτε γιε μου, σπλάχνο των σπλάχνων μου, ούτε πού έδυ σου το κάλλος.

Δοκίμασα, συνέχισε, να αρκεστώ στο μικρομεσαίο μου μερτικό καθημερινότητας, να μοιάσω με την πλειοψηφία των πιο νορμάλ, να γίνω και λίγο ζαμανφουτίστας, όμως δεν μου είπε πολλά η πραγματικότητα, δεν ήξερα πώς να κινηθώ άνετα σ’ αυτήν.

Η νύχτα στο θρόνο της, με το αεράκι να περιοδεύει σε όλο το λεκανοπέδιο, σε όλο τον κόλπο του Σαρωνικού και τα άστρα ψηλά να σπιθίζουν ακατάστατα, να κάνουν του κεφαλιού τους.

Τύχη αγαθή, ο Τσιούλης είχε ιδεί το φεγγάρι σε πενήντα, μπορεί και παραπάνω, παραλλαγές. Ολόχρυσο. Ασημένιο. Άσπρο, πελώριο και οριζοντιωμένο σαν αιώρα. Χορτάτο μωρό να αποκοιμιέται στην αγκαλιά ενός κοκκινωπού σύννεφου. Αγέρωχο και ανοξείδωτο να κοντρολάρει την έξαρση της νύχτας. Απόψε δε, μπλαβογκριζοκίτρινο σαν τα μάτια σου, χαζομηχανικέ, κατά τη Σαλονικιά νοσηλεύτρια, κάποτε.

18.00

Βάιος Βαϊόπουλος, Γιάννα Στεργίου

Για να καταπολεμήσουν τους πειρασμούς της σάρκας, οι πρώτοι χριστιανοί ασκητές αποσύρονταν σε ερημικές τοποθεσίες και παρέμεναν έγκλειστοι σε μικρά κελιά για πολλά χρόνια. Ωστόσο, παρά τους μεγάλους κινδύνους, ορισμένοι από τους εμπειρότερους και πλέον ενάρετους έκαναν κάποτε ένα παράτολμο εγχείρημα. Διακόπτοντας την ακραία τους απομόνωση, επισκέπτονταν πόρνες στα καταλύματά τους ή σε πανδοχεία για να τις συνετίσουν. Θεωρούσαν προφανώς ότι, εάν το έργο τους ήταν επιτυχές, δεν θα εξασφάλιζαν απλώς τη σωτηρία αμαρτωλών γυναικών, αλλά θα περιόριζαν και τους πειρασμούς που απειλούσαν τους αδύναμους συμπολίτες τους. Οι σχετικές περιγραφές προσφέρουν, μεταξύ άλλων, άγνωστες πληροφορίες για την προσωπική ζωή, τα κίνητρα και τις ψυχικές διαθέσεις γυναικών που οδηγούνταν στην πορνεία.

Ο Βάιος Βαϊόπουλος είναι καθηγητής Λατινικής Φιλολογίας στη Φιλοσοφική Σχολή του ΕΚΠΑ.

Η Γιάννα Στεργίου είναι Δρ. Κλασικής Φιλολογίας.

Τα βιβλία της σειράς καλούν σε έναν νέο διάλογο με την αρχαιότητα. Τα κείμενα κάθε τόμου, που προσφέρονται σε νεοελληνική απόδοση, φωτίζουν όψεις της καθημερινής ζωής, των θεσμών ή των ιδεών που εξακολουθούν να διατηρούν την επικαιρότητά τους. Επιπλέον, επιλέγονται με στόχο να αναδειχθεί τόσο ο πλούτος όσο και η ποικιλία των συμπεριφορών και των νοοτροπιών του αρχαίου κόσμου. Εμφανίζουν τους αρχαίους Έλληνες διαφορετικών εποχών και διαφορετικών πεποιθήσεων να διαλέγονται και να αντιπαρατίθενται μεταξύ τους ή με αλλοεθνείς· και τους εθνικούς να διαλέγονται ή να αντιπαρατίθενται με Ιουδαίους ή χριστιανούς. Η αρχαιότητα προβάλλει έτσι από τη μια πλευρά επίκαιρη και από την άλλη σύνθετη, πολύμορφη και αντιφατική.

9.00

Ξένη λογοτεχνία

Γράμμα στη Ντ.

Γκορζ Αντρέ

Ιστορία ενός έρωτα.

Το Γράμμα στη Ντ. είναι μια δημόσια επανόρθωση, μια ερωτική εξομολόγηση και μια προαναγγελία θανάτου. Η αρχή του είναι συγκλονιστική, το τέλος του αφό­ρητο.

Ο συγγραφέας, που αποκάλυψε ότι έγραψε αυτό το βιβλίο κλαίγοντας, προειδοποιεί ότι δεν θα παρα­στεί στην κηδεία της γυναίκας του – κι όχι επειδή θα κάτσει στο σπίτι. Δεν θα παραλάβει το βαζάκι με την τέφρα της. Θα φύγει μαζί της.

Επειδή το βρίσκει άδικο να πεθάνει εκείνη από μια αρρώστια που οι για­τροί θα μπορούσαν να έχουν προλάβει; Όχι. Επειδή είναι (ξανά) ερωτευμένος μαζί της και δεν μπορεί να ζήσει χωρίς αυτήν.

11.25

Ελληνική λογοτεχνία

Πικρία χώρα

Κωνσταντία Σωτηρίου

– Εβάρεσεν.
– Ψυχομασσιεί.
– Αντελλοσσιάζεται.
– Παλλιώνει με τον Χάρον.
– Αντζελοθωρεί.
– Βαρκαρίζει.
– Σιωπάτε! Εν ήρτεν η ώρα της ακόμα.

Στην τελευταία της νύχτα στον κόσμο, καθώς παραδίδει το πνεύμα και ψυχορραγεί, η Σπασούλα συνοδεύεται στην άλλη όχθη από τις φίλες και γειτόνισσές της, που τη συντρόφευαν σε όλη της τη ζωή. Μέσα από μύθους, παραμύθια και δοξασίες, μέσα από πικρές ιστορίες και αληθινά φαντάσματα που μόνο οι γυναίκες μπορούν να δουν και να διηγηθούν, ξεδιπλώνεται η ιστορία των μανάδων των αγνοουμένων της Κύπρου, η ματαίωση, η αναμονή, οι αλήθειες και τα ψέματα της ζωής.

Με την “Πικρία χώρα” η Κωνσταντία Σωτηρίου ολοκληρώνει την τριλογία που ξεκίνησε με τα βιβλία “Η Αϊσέ πάει διακοπές” και “Φωνές από χώμα”, με μοτίβο την αφήγηση των γυναικών για την ιστορία του πολέμου στην Κύπρο. Των γυναικών που περίμεναν, που προδόθηκαν, που δεν δικαιώθηκαν. Γιατί τόσα χρόνια, όλο τούτο που έζησα, τόσα χρόνια που τόσα για τους χαμένους τα βίωσα, ένα πράμα μόνο αν ένιωσα, αν υπάρχουν αθώοι είμαστε εμείς, εγώ, η Σπασούλα και οι άλλες που περιμέναμε, εγώ, η Σπασούλα και οι άλλες που καρτερούσαμε, εγώ και η Σπασούλα και οι άλλες. Αθώες. Μόνο εμείς.

5.60

Ελληνική λογοτεχνία

Η Αϊσέ πάει διακοπές

Κωνσταντία Σωτηρίου

«Είκοσι Ιουλίου, το θυµάσαι πολύ καλά, είχε γίνει η µεγάλη καταστροφή. Ξύπνησες το πρωί και ήταν η λεκάνη στη ρίζα της συκιάς σου γεµάτη µε σύκα ανοιγµένα. Με το νυχτικό βγήκες έξω τα χαράµατα, πήρες το φαράσι και τη σκούπα να τα µαζεύεις. Μάζευες, µάζευες και τελειωµό δεν είχαν. Τα συκαλάκια σου, σκεφτόσουν, τα µελένια σου τα σύκα και µαράζωνες τη συκιά. Και έλεγες τι θα τρώµε τώρα τον Αύγουστο που δεν θα είχες τα συκαλάκια τα γλυκά, τι θα τρώµε τον Αύγουστο που δεν θα έχουµε σύκα.

Αν δει το πλάσµαν τα σύκα να ψήννουνταιεποχήν που ’εν ένι του τζαιρού τους, σηµαίνει µεγάλον µαράζιν. Σηµαίνεικαβκάδες, καρκασαλλίκκιν, κακόν. Που τζείνα τα κακά που ’εν ηµπορεί να βάλει το σέριν του ούτε ο ίδιος ο Θεός. Τίποτε ’εν θα ηµπόρει να κάµει ο Πλάστης.

Έτσι σε βρήκε η γειτόνισσα το πρωί. Ήρθε καταχαρούµενη να σου πει τα νέα. Σωθήκαµε, σου φώναξε. Σωθήκαµε. Ήρθε η µάνα µας να µας σώσει. Ήρθε η Αϊσέ να κάνει εδώ διακοπές. “Τι κάνεις εκεί µε τα σύκα;” “Σκάσανε όλα” της είπες. “Ανοίγουνε τα συκαλάκια µου τον Ιούλιο, τα µελένια µου τα σύκα που ζηλεύει όλη η γειτονιά. Σκάνε και πέφτουνε στην αυλή. Δεν θα έχουµε σύκα να τρώµε τον Αύγουστο” είπες και βούρκωσες. Άφησες µετά τη γειτόνισσα στην αυλή και έτρεξες να ξυπνήσεις τον γιο σου. “Μάνα, τι γίνεται;” σου φώναξε. “Ήρθε” του είπες “η Αϊσέ να κάνει εδώ διακοπές. Και εµάς µας αρρώστησε η συκιά µας. Δεν θα έχουµε κάτι να την τρατάρουµε. Δεν θα µπορέσουµε τον Αύγουστο να τρώµε σύκα”. Και άρχισες ύστερα να κλαις».

Το βιβλίο βραβεύτηκε από το Πετρίδειο Ίδρυμα και το Διαδικτυακό Περιοδικό “Ζωή και Τέχνη” στο πλαίσιο του 2ου Πανελλήνιου Διαγωνισμού Λογοτεχνικών Βραβείων στην μνήμη των μ.Χριστόδουλου και Μαρίας Πετρίδη. Η συγγραφέας βραβεύτηκε το 2019 με το Βραβείο της Κοινοπολιτείας της Περιφέρειας Ευρώπης και Καναδά.

4.87

Ελληνική λογοτεχνία

Ένα άλμπουμ ιστορίες

Αντώνης Γεωργίου

Ένα κουβάρι ιστορίες “έλα τζαί η γιαγιά σου έννεν’ καλά”

έλα τζαί η γιαγιά σου έννεν’ καλά, ετηλεφώνησέν μου η Μύντα πριν λλίον, “μάνταμ, μαντάμ, γρήγορα η γιαγιά έφτυσεν γαίμαν”, έκαμεν εμετόν γαίμαν, έτσι μου ‘πεν, ήμασταν στην ψησταριάν με την Αγάθην, ο κόσμος πολλύς, που να έφευκα τζείνην την ώραν; ετηλεφώνησα στον θκειόν σου να πάει να την φέρει κάτω, νναι λαλώ σου, επήεν, εν με εκάνεν η στεναχωρία μου, το τηλέφωνον απάντησέν μου το η θκειά σου, “κόρη, γλήορα δώσ’ μου τον αρφόν μου”, είπα της άλλα που να καταλάβει, “τι κάμνεις, Μαρούλλα μου;” άρκεψεν, τζαί ότι επήαν στες ελιές, τζαί έτσι, τζ’ αλλιώς, είσεν όρεξην για κουβένταν, “δώσ’ μου τον, κόρη, τζ’ η μάνα μας έννεν’ καλά”, έτοιμη ήμουν να της βάλω τες φωνές, ευτυχώς εκατάλαβέν το τζαί εφώναξέν του, έστειλα τον λαλώ σου τζαί εφέραν την στο νοσοκομείον, πάμεν τζαί εμείς τωρά, εννά ‘ρτεις; […]

19.08

Ελληνική λογοτεχνία

Ώπα-ώπα, μπλάτιμοι

Κωνσταντίνος Δομηνίκ

Ακολουθάω τρέχοντας, μέχρι το παρεκκλήσι του γκαβού, ένα σμήνος από φυγόκεντρα μελίσσια. Και τα βλέπω έκθαμβος, με το που μπαίνω, να γλυκοπλέκουνε, μπροστά στο Άγιο Βήμα, μια δεύτερη, δική τους, θεόρατη κηρήθρα-τέμπλο. Όπου το κάθε κελί της κηρήθρας, αποτελεί κι από έναν ζυμωτό, εξαπτέρυγο μικρόκοσμο – ιστορίες αλλόκοτες, του Φέγγου, που δουλεύουνε με φοβικά. Αίφνης, μπαίνω στο νόημα: Ότι σαν με πλακώσει κι ο τελευταίος μπαξές, με αυτές θα ανοίξω δρόμο – άλλο δεν έχω. 

Ο Κωνσταντίνος-Δομηνίκ Πιπίλης, γεννήθηκε στο Βερολίνο το 1988 και ζει στην Κατερίνη. Η συλλογή διηγημάτων «Ώπα-ώπα μπλάτιμοι» είναι το πρώτο του βιβλίο.

8.90

Ελληνική λογοτεχνία

Λυκοχαβιά

Κώστας Μπαρμπάτσης

«Θα φύγω, ξάδερφε», έλεγε και ξανάλεγε ο Πάνος, μπας και τελικά το έπαιρνε απόφαση και γύριζε στο χωριό.

Σπάραζε όλη μέρα η Σεβαστή, ζητώντας να της φέρουν πίσω τον Ζαχαρία. Τον πατέρα του παιδιού που είχε στην κοιλιά.

Μόνο το λύκο είχε για παρέα ο Τσίλιας στο λόγγο. Κι ό,τι κι αν έλεγαν οι άλλοι, δε θα άφηνε κανέναν να τον πάρει από κοντά του.

Ο Λευτέρης, λοχαγός στο αλβανικό μέτωπο, είχε υποσχεθεί πως ακόμη κι ένας φαντάρος να έμενε ζωντανός, θα τον πήγαινε στον τόπο του.

Είκοσι τόσα χρόνια βολοδέρνει στα λεωφορεία η Γιωργία, ξεροσταλιάζοντας για μια κουβέντα, για ένα βλέμμα του Κωσταντή.

Βροντερά γέλαγε ο Λόλος. Και κάθε που τον άκουγαν οι καλιακούδες, παράταγαν τις καλαμποκιές και πέταγαν τρομαγμένες μακριά.

Έξι ιστορίες για την απώλεια. Την απώλεια των συναισθημάτων, της λογικής, της ίδιας της ζωής. Κυρίαρχο σκηνικό η Αιτωλοακαρνανία και η Ήπειρος κατά τη διάρκεια του πολέμου, της Κατοχής, του Εμφυλίου, της μετανάστευσης.

Άνθρωποι εύθραυστοι που, αδυνατώντας να αντιμετωπίσουν τη σκληρότητα που τους περιβάλλει, βλέπουν ως μόνη διέξοδο τη φυγή.

9.90

Ελληνική λογοτεχνία

Μάκινα

Ανδρέας Νικολακόπουλος

“Μάκινα” ονομάζεται ο διαλογέας της σταφίδας. Μια μεγάλη ξύλινη μηχανή, που στο επάνω μέρος της ρίχνονται οι σταφίδες και στο κάτω βγαίνουν διαχωρισμένοι οι καρποί από τα κλωνάρια. Σ’ αυτή τη χάρτινη Μάκινα ρίχνονται άνθρωποι και μοίρες ανακατεμένοι με μεγάλα ιστορικά γεγονότα, αλλά και καθημερινές σκληρές ιστορίες και το αποτέλεσμα που βγαίνει στο κάτω μέρος της μηχανής είναι ζωές ρημαγμένες και ανθρώπινα ερείπια διαχωρισμένα από το αρχικό όνειρο, που έγινε εφιάλτης.

Δεκατρείς ιστορίες, που εκτυλίσσονται σε μια περίοδο εξήντα χρόνων. Όσο δηλαδή κράτησε η σταφιδική κρίση, που μάστισε τα χωριά της ορεινής Αιγιάλειας και τάραξε τη χώρα στις αρχές του περασμένου αιώνα παράλληλα με σημαντικά γεγονότα όπως το πρώτο μεγάλο Μεταναστευτικό Κύμα, η Μικρασιατική Εκστρατεία, ο Μεσοπόλεμος και οι δύο Παγκόσμιοι Πόλεμοι.

10.00

Ελληνική λογοτεχνία

Αποδοχή κληρονομιάς

Ανδρέας Νικολακόπουλος

Ένα νυχτερινό ταξίδι δεκαέξι στάσεων με συνεπιβάτες έναν λευκοντυμένο ζωγράφο χωρίς πατρίδα, έναν στοιχειωμένο εχθρό της θάλασσας, έναν σύγχρονο αποθέτη, κάποιον άθεο ιερέα, τους καλλιεργητές μιας γης γεμάτης κροταλίες, ένα λευκό, παρασημοφορημένο άλογο, κάποιον σφουγγαρά που δεν βουτάει για σφουγγάρια, μια κόρη με καουμπόικες μπότες, ένα σκιάχτρο με κίτρινο ζωνάρι, έναν ασυνόδευτο αργαλειό, έναν άνθρωπο των σπηλαίων που τρώει μαρέγκες, ένα φίδι φωλιασμένο σε μια μαξιλαροθήκη, έναν επαναπατρισμένο χιονάνθρωπο, κάποιον θεό που τρέχει με ενενήντα δύο μίλια την ώρα, έναν αντάρτη πόλης με αϋπνίες και έναν κουτσό λυκάνθρωπο.

Ένα ταξίδι με δεκαέξι σταθμούς επιβίβασης, μα με έναν και μοναδικό σταθμό αποβίβασης. Τον τερματικό.

11.25

Ελληνική λογοτεχνία

Χάθηκε βελόνι

Χρήστος Αρμάντο Γκέζος

Ένας άντρας που περνάει τη ζωή του στιγματισμένος από τη μοίρα στην άκρη του λόφου. Μια μητέρα που αφιερώνεται στη γεμάτη αντιξοότητες πορεία της οικογένειάς της. Ένας γιος που ψάχνει τον μικρό του αδερφό στην άλλη μεριά του κόσμου. Ένα πολυστρωματικό μυθιστόρημα που ξεκινάει από την Αλβανία των αρχών του προηγούμενου αιώνα, διατρέχει την Ελλάδα της ύστερης μεταπολίτευσης και καταλήγει στην καρδιά της αμερικανικής ηπείρου.

Το Δρεπένι: α, το Δρεπένι, τι όνομα κι αυτό! Αν θυμάται καλά, το είχε πάρει από έναν δευτερεύοντα ημίθεο της ελληνικής μυθολογίας, τον Δρέπανο, που υποτίθεται ότι είχε εξοριστεί από τον Δία για να ζήσει ολομόναχος κι αποκλεισμένος βαθιά μέσα στις αφιλόξενες κοιλότητες των βουνών της περιοχής. Γιατί αλήθεια πόσο άγονος και σκληρός ήταν ο τόπος που τον γέννησε, πόσο ασύμμετρα μοιρασμένη στον κόσμο η τρυφερότητα του χώματος.

13.95

Ζαν Λακουτύρ

Λίγες συλλογικές περιπέτειες σημάδεψαν τόσο έντονα τον πολιτισμό μας όσο η περιπέτεια των Ιησουιτών, που σε διάστημα πέντε αιώνων ξεδίπλωσαν τη δράση τους σε όλο τον κόσμο.

εταρρυθμιστές που μπήκαν αμέσως στο στόχαστρο της Ιεράς Εξέτασης, θαρραλέοι κήρυκες του Ευαγγελίου στην Ιαπωνία, την Κίνα ή το Βιετνάμ, δημιουργοί της ουτοπίας της Παραγουάης, παγκόσμιοι πρεσβευτές του Βατικανού, εξομολόγοι ηγεμόνων, εχθροί των γιανσενιστών, παιδαγωγοί των “ελίτ”, οι Ιησουίτες ενσάρκωσαν, στο πέρασμα των αιώνων, έναν χριστιανισμό ικανό να προσαρμόζεται στις απαιτήσεις των καιρών, ανοιχτό στην επιστήμη και τολμηρά εμπλεκόμενο στην πολιτική διαμάχη για το καλύτερο και το χειρότερο.

Από την ίδρυση του Τάγματος από τον Ιγνάτιο Λογιόλα, το 1540, μέχρι την κατάργησή του το 1773 από τον πάπα Κλήμη ΙΔ’, ο Ζαν Λακουτύρ αναψηλαφεί αυτή την εκπληκτική ιστορία και παρουσιάζει τους πρωταγωνιστές μιας αέναης σταυροφορίας “προς μείζονα δόξα του Θεού”.

27.70

Μενέλαος Χαραλαμπίδης

ο βιβλίο αυτό παρακολουθεί τις διαδρομές ανθρώπων από τα χρόνια του Μεσοπολέμου ώς το τέλος της Κατοχής στην Αθήνα. Η εγκατάσταση των μικρασιατών προσφύγων στις παρυφές της πόλης, η οικονομική και κοινωνική τους περιθωριοποίηση, η πολιτική τους συμπεριφορά, τα διαφορετικά πολιτισμικά τους χαρακτηριστικά και οι αντιπαραθέσεις τους με τους γηγενείς κατοίκους της πρωτεύουσας, αποτελούν τα κύρια ζητήματα της πραγμάτευσης που επιχειρεί να αποδώσει το κλίμα της μεσοπολεμικής Αθήνας. Μετά την είσοδο των γερμανικών στρατευμάτων στην πρωτεύουσα, η προσοχή στρέφεται στις συνέπειες της Κατοχής. Μέσα από μαρτυρίες καταγράφεται ο αντίκτυπος που είχε στην καθημερινότητα των Αθηναίων η κατάρρευση της οικονομίας, η τρομοκρατία των κατακτητών και ο κατοχικός λιμός. Παράλληλα εξετάζονται οι στρατηγικές που ανέπτυξαν οι κάτοικοι της πόλης στην προσπάθειά τους να επιβιώσουν και οι πολιτικές, κοινωνικές και ψυχολογικές διεργασίες που τους οδήγησαν στην απόφαση να ενταχθούν στην Αντίσταση.

Η μελέτη εστιάζει στο εαμικό αντιστασιακό κίνημα στην Αθήνα και ιδιαίτερα στις προσφυγικές συνοικίες και εξηγεί γιατί οι πρόσφυγες της Καισαριανής και του Βύρωνα, με τη συνδρομή συναγωνιστών τους από το Παγκράτι, τη Γούβα και τον Υμηττό, μετέτρεψαν τις γειτονιές τους σε προπύργια του ΕΑΜ. Εξετάζει τους λόγους ένταξης στις εαμικές οργανώσεις και τις πρακτικές στρατολόγησης και κινητοποίησης των μαζών που χρησιμοποίησε το ΕΑΜ. Δείχνει πώς μέσα από τις μάχες στους δρόμους ή τη συμμετοχή στις διαδηλώσεις και στα συνεργεία αναγραφής συνθημάτων, η αντιστασιακή εμπειρία συγκροτεί μια νέα πολιτική ταυτότητα και ένα νέο συλλογικό υποκείμενο.

Στη βάση αυτή, η έρευνα του Μενέλαου Χαραλαμπίδη παρακολουθεί τη διαδικασία ριζοσπαστικοποίησης ολόκληρων κοινωνικών ομάδων (φοιτητές, δημόσιοι υπάλληλοι, εργάτες) και τον τρόπο με τον οποίο αυτή συνέβαλε στη μετατροπή του αγώνα για την επιβίωση σε αντιστασιακό αγώνα. Αναδεικνύει τις οργανωτικές πρακτικές του εαμικού αντιστασιακού κινήματος, την προσαρμογή τους στις εκάστοτε πολιτικές συνθήκες και τους διαφορετικούς τρόπους εκδήλωσης της αντιστασιακής δράσης σε εκπαιδευτικά ιδρύματα, δημόσιες υπηρεσίες και συνοικίες. Τονίζει τον κεντρικό ρόλο που διαδραμάτισαν τα συγγενικά ή φιλικά δίκτυα που ενεργοποιήθηκαν στις γειτονιές, η χωροταξία της πόλης, τα δίκτυα πληροφοριών και ο παράνομος Τύπος στην ανάπτυξη της Αντίστασης. Επισημαίνει την τεράστια βαρύτητα που είχε η αντιστασιακή δράση, ως πράξη, στην ενεργοποίηση της νεολαίας και τους τρόπους μέσα από τους οποίους οι νέοι αναδείχτηκαν σε πρωταγωνιστές του αντιστασιακού κινήματος στην Αθήνα. Το βιβλίο παρακολουθεί τη διαδικασία επέκτασης της πολιτικής επιρροής του ΕΑΜ στην Αθήνα, τις μεγάλες πολιτικές του νίκες με τις μαζικές διαδηλώσεις στο κέντρο της πόλης και την προσπάθειά του να εδραιώσει την εξουσία του στις συνοικίες υποκαθιστώντας τα όργανα της τοπικής αυτοδιοίκησης με τις εαμικές Λαϊκές Επιτροπές. Διερευνά τους λόγους κλιμάκωσης της πολιτικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στο ΕΑΜ, τις γερμανικές αρχές κατοχής και τις διορισμένες από αυτές κυβερνήσεις, τις συγκρούσεις στο εσωτερικό των αντιστασιακών οργανώσεων και τη στάση που τήρησαν τα Σώματα Ασφαλείας. Εξετάζει το ρόλο που διαδραμάτισε η βία στο μετασχηματισμό της πολιτικής σε ένοπλη σύγκρουση και τις πρακτικές που χρησιμοποίησε κάθε πλευρά για να επιτύχει τους στόχους της: τα μπλόκα των Ταγμάτων Ασφαλείας, οι βασανισμοί και οι εκτελέσεις της Ειδικής Ασφάλειας, οι έφοδοι της οργάνωσης «Χ», οι καταδόσεις των μυστικών πρακτόρων των γερμανικών υπηρεσιών ασφαλείας, οι μάχες του ΕΛΑΣ και οι δολοφονίες της ΟΠΛΑ, συνέθεταν την πολυμορφία της βίας που δίχασε την αθηναϊκή κοινωνία.

 

 

15.90