Βλέπετε 16–30 από 109 αποτελέσματα

Νέες εκδόσεις

Νάντια Ελ-Φασί

Μία μαγευτική ιστορία με γενναία δόση spice!

Η Ντίνα Γουίτλοκ είναι ζαχαροπλάστισσα-μάγισσα. Έχει δικό της καφέ στο Λονδίνο, όπου σερβίρει στους πιστούς πελάτες της γλυκά πασπαλισμένα με μπόλικη δόση μαγείας. Ωστόσο μόνο λίγοι, εκλεκτοί φίλοι γνωρίζουν ότι έχει μαγικές δυνάμεις ή πως μια κατάρα σκιάζει την ερωτική της ζωή. Πώς να ερωτευτείς όταν είναι βέβαια ότι το ταίρι σου θα το βρουν κάμποσες συμφορές;

Ο Σκοτ Μέισον έχει επιστρέψει πλέον στο Λονδίνο μετά τα ταξίδια του στον κόσμο. Έλειπε δυο χρόνια έπειτα από έναν δυσάρεστο χωρισμό και συνειδητοποιεί πια πόσα πράγματα έχασε όλο αυτό το διάστημα. Στον γάμο του καλύτερού του φίλου, λοιπόν, είναι αποφασισμένος να γίνει ο τέλειος κουμπάρος. Δεν περιμένει όμως να μαγευτεί από την παράνυφο, που είναι αφενός η ιδιοκτήτρια του καινούργιου, αγαπημένου του καφέ, αφετέρου –κάτι που αποτελεί ακόμα μεγαλύτερη έκπληξη– μάγισσα.

Ύστερα από ένα Σαββατοκύριακο στην εξοχή, με βόλτες σε αλλόκοτους κήπους-λαβυρίνθους, χειρομαντείες υπό των φως των κεριών κι ένα μεταμεσονύκτιο τελετουργικό για το Χάλογουιν, η χημεία μεταξύ του Σκοτ και της Ντίνα είναι αδιαμφισβήτητη.

Θα μπορέσει η Ντίνα να αναστρέψει την κατάρα προτού ραγίσει την καρδιά και των δύο;

17.70

Ξένη λογοτεχνία

Επιστροφή στη Βαβυλώνα

Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ

Ένας Αμερικανός στο Παρίσι: ο Τσαρλς Γουέιλς έχει πιει στο ποτήρι τη μυθική ξέφρενη ζωή της «χρυσής» δεκαετίας του 1920 στο Παρίσι και τώρα, μερικά χρόνια αργότερα, επιστρέφει για να κάνει τον απολογισμό του και, κυρίως, για να διεκδικήσει την κηδεμονία της εννιάχρονης κόρης του. Το εξοχότερο ίσως διήγημα του Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ με τα έντονα αυτοβιογραφικά στοιχεία είναι μια σύντομη ιστορία για την απληστία, τις ενοχές, την εμπιστοσύνη, τη συγχώρεση και τη λύτρωση, που μέσα σε λίγες σελίδες κατορθώνει να βυθίσει τους αναγνώστες στην ατέλειωτη περιπέτεια της ζωής.

4.99

Δημήτρης Τζιόβας

H μελέτη της ελληνικής πεζογραφίας γινόταν μέχρι τώρα μέσα από διάφορα πρίσματα (γενιές, ξένες επιδράσεις ή ρεύματα), εδώ επιχειρείται μια διαφορετική της προσέγγιση μέσω του τραύματος, της μνήμης και της μεταφοράς, με τις έννοιες αυτές να χρησιμοποιούνται ως άξονες γύρω από τους οποίους περιστρέφονται οι συζητήσεις περί έθνους και μυθοπλασίας. Ο πιο πρόσφορος τρόπος για να δούμε το πώς αλλάζει η σχέση λογοτεχνίας και έθνους είναι μέσω του ιστορικού μυθιστορήματος. Το παλαιότερο ιστορικό μυθιστόρημα επεδίωκε να επιβεβαιώσει την εθνική ιστορία, να στηρίξει το έθνος, και ήταν γέννημα του ιστορισμού. Οι βασικές προϋποθέσεις του, όπως η χρονική απόσταση μεταξύ του χρόνου συγγραφής και της μυθιστορηματικής δράσης, ο διδακτικός του ρόλος ή η λειτουργία του ως συμπληρώματος της ιστορικής γνώσης, τίθενται υπό αμφισβήτηση. Το νέο μετα-ιστορικό μυθιστόρημα, απότοκο του μεταμοντερνισμού και επιβεβαίωση του παροντισμού, διερευνά την ετερότητα του έθνους, τις αποσιωπημένες πτυχές και τα τραύματα της εθνικής ιστορίας. Βλέπει το παρελθόν περισσότερο στο παρόν, αμφισβητεί τις εθνικές αλήθειες και δεν βασίζεται τόσο στη μαρτυρία όσο στη διερεύνηση του ιστορικού αρχείου, επιχειρώντας παράλληλα τη μετάβαση από το έθνος στον κόσμο και από την εσωστρεφή ματιά στη διασπορική. Η Μεταπολίτευση δεν φέρνει μόνο ένα νέου είδους μετα-ιστορικό μυθιστόρημα αλλά και νέες αναγνώσεις του παλαιότερου, καθώς η ιστορία δεν γνωρίζει το τέλος της αλλά αξιοποιεί τον ανατροφοδοτικό της διάλογο με τη μνήμη, το τραύμα και το αρχείο. Με έμφαση στη μεταπολιτευτική περίοδο και με συγκριτικές αναγωγές σε παλαιότερα κείμενα, σε αυτό το βιβλίο αναλύονται οι διάφοροι τρόποι εμπλοκής του μυθιστορήματος με το έθνος και την ιστορία του.

24.00

Χούλιο Κορτάσαρ

«Οι φάμα, για να συντηρήσουν τις αναμνήσεις τους, προβαίνουν στο βαλσάμωμά τους με τον ακόλουθο τρόπο: αφού εντοπίσουν την ανάμνηση με όλες της τις λεπτομέρειες, την τυλίγουν από την κορφή ώς τα νύχια μ’ ένα μαύρο σεντόνι και την ακουμπάνε στον τοίχο του σαλονιού, μ’ ένα καρτελάκι που λέει: ‘‘Εκδρομή στο Κίλνες’’ ή: ‘‘Φρανκ Σινάτρα’’.

Οι κρονόπιο, αντίθετα, αυτά τα χλιαρά και ακατάστατα όντα, αφήνουν τις αναμνήσεις σκόρπιες στο σπίτι, ανάμεσα σε χαρού-μενες κραυγές, κι όταν βλέπουν καμιά ανάμνηση να τρέχει, τη χαϊδεύουν απαλά και της λένε: ‘‘Κοίτα μη χτυπήσεις’’, αλλά και: ‘‘Προσοχή στα σκαλοπάτια’’. Γι’ αυτό και τα σπίτια των φάμα είναι τακτοποιημένα και σιωπηλά, ενώ σ’ αυτά των κρονόπιο επικρατεί χαλασμός και πόρτες που βροντάνε. Οι γείτονες είναι όλο παρά-πονα για τους κρονόπιο, ενώ οι φάμα κουνάνε το κεφάλι όλο κατανόηση και πηγαίνουν να διαπιστώσουν αν οι ετικέτες είναι πάντα στη θέση τους.»

«Όταν έδωσα στους πιο στενούς μου φίλους να διαβάσουν αυτές τις ιστορίες, η άμεση αντίδρασή τους ήταν μάλλον αρνητική. Μου είπαν: ‘‘Μα πώς μπορείς να χάνεις τον καιρό σου γράφοντας τέτοια πράγματα; Εσύ παίζεις! Γιατί χάνεις έτσι τον καιρό σου;’’. Αυτό μου έδωσε την ευκαιρία να το σκεφτώ και να πειστώ —παραμένω πεπεισμένος— πως δεν έχανα τον καιρό μου, αλλά απλώς αναζητούσα —και καμιά φορά έβρισκα— έναν άλλο τρόπο προσέγγισης και αντίληψης της πραγματικότητας. Συνέχισα να γράφω εκείνες τις ιστοριούλες που μαζεύτηκαν, μαζεύτηκαν, και τελικά έγιναν ολόκληρο βιβλίο. Το βιβλίο εκδόθηκε, και η χαρά μου ήταν απέραντη όταν διαπίστωσα ότι στη Λατινική Αμερική υπήρχαν πολλοί, πάρα πολλοί αναγνώστες που επίσης ήξεραν να παίζουν.»
Χούλιο Κορτάσαρ

 

 

15.90

Ξένη λογοτεχνία

Μπαουμγκάρτνερ

Πολ Όστερ

Η ζωή του Σάι Μπαουμγκάρτνερ έχει καθοριστεί από τη βαθιά, διαρκή αγάπη του για τη γυναίκα του, την Άννα, που σκοτώθηκε σε ένα ατύχημα στη θάλασσα πριν από εννιά χρόνια. Τώρα, στα εβδομήντα ένα του, ο Μπαουμγκάρτνερ συνεχίζει να παλεύει για να ζήσει χωρίς εκείνη. Το μυθιστόρημα ξετυλίγεται μέσα από τις μνήμες και τις ιστορίες που αναδύονται, πηγαίνοντάς μας πίσω στο 1968, όταν γνωρίστηκαν ο Σάι και η Άννα, άφραγκοι φοιτητές στη Νέα Υόρκη, και στην παθιασμένη τους σχέση, διάρκειας σαράντα ετών, ενώ στη συνέχεια επιστρέφουμε στα νεανικά χρόνια του Μπαουμγκάρτνερ στο Νιούαρκ και στον πολωνικής καταγωγής πατέρα του, ιδιοκτήτη ενός καταστήματος ρούχων και αποτυχημένο επαναστάτη.

Γεμάτο συμπόνια και οξυδέρκεια, με τη διεισδυτική ματιά του Paul Auster, που ξέρει να εντοπίζει την ομορφιά στις πιο εφήμερες και μικρές στιγμές της καθημερινής ζωής, το μυθιστόρημα θέτει το εξής ερώτημα: Γιατί θυμόμαστε για πάντα κάποια πράγματα ενώ άλλα τα ξεχνάμε; Σε ένα από τα πιο λαμπρά έργα του ο Paul Auster απαθανατίζει ολόκληρες ζωές.

17.70

Ξένη λογοτεχνία

Η μεγάλη πυρά

Λεονόρ ντε Ρεκοντό

1699. Βενετία.

Η Ιλάρια Τατζανότε γεννιέται σε μια οικογένεια εμπόρων υφασμάτων. Η πόλη έχει χάσει την πολιτική της δύναμη, αλλά διατηρεί τα μεγαλοπρεπή παλάτια της, τα πολυάριθμα θέατρα, το μαγικό καρναβάλι. Είναι η χρυσή εποχή της τέχνης και της μουσικής, και ιδιαίτερα του βιολιού.

Σε ηλικία λίγων εβδομάδων, με την ελπίδα μιας καλύτερης ζωής, η μητέρα της την αφήνει σ’ ένα ίδρυμα διάσημο για τη μουσική του διδασκαλία και τις θεϊκές του συναυλίες. Εκεί η Ιλάρια μαθαίνει βιολί και γίνεται αντιγραφέας του μαέστρου Αντόνιο Βιβάλντι, ενώ παράλληλα ανακαλύπτει τη δύναμη της φιλίας. Στη μικρή αυτή καλλιτεχνική φυλακή τη βρίσκει πρώτη φορά ο έρωτας στα δεκαπέντε της χρόνια, γκρεμίζοντας τα τείχη που μέχρι τότε την προστάτευαν αλλά και την έκρυβαν απ’ τον κόσμο.

Μια παθιασμένη ιστορία για την αναζήτηση της αγάπης σε κάθε μορφή και τα μεγαλειώδη συναισθήματα που προκαλεί η μουσική, με φόντο μια μυθική μπαρόκ Βενετία.

15.50

Ξένη λογοτεχνία

Ο ανιψιός του Ραμώ

Ντενί Ντιντερό

Σε ένα παρισινό καφέ ο φιλόσοφος συναντά έναν περίεργο και αντιφατικό άνθρωπο, που τίποτα δεν του μοιάζει λιγότερο απ’ ό,τι ο ίδιος του ο εαυτός. Ο διάλογος που ανοίγει μεταξύ τους, με την απαράμιλλη χάρη, το ανάλαφρο χιούμορ και την ευφυΐα του Ντιντερό, διευρύνεται σταδιακά για να καλύψει όλα τα κεντρικά θέματα της νεωτερικότητας: την αρετή και τη γνώση, τον έρωτα και το χρήμα, την ιδιοφυΐα και την πίστη, την πολιτική και την τέχνη. Το χάσμα ανάμεσα στις δύο εκδοχές του εαυτού που σκηνοθετεί ο Ντιντερό, η πρωταρχική σχάση του εγώ σε δύο διακριτές αλλά και ενίοτε συμπληρωματικές θέσεις, αποτελεί μια κομβική στιγμή στην ιστορία του πνεύματος, μια στιγμή ρήξης, μια βόμβα, όπως τη χαρακτήρισε ο Γκαίτε, τα θραύσματα της οποίας διασπείρονται σε όλο το πεδίο της λογοτεχνίας μέχρι και σήμερα.

15.49

Αντρές Μοντέρο

Ένας άντρας ξεκινά μέσα στη νύχτα για το αεροδρόμιο για να παραλάβει έναν συνεργάτη, ξεστρατίζει και το αυτοκίνητό του μένει στη μέση του πουθενά, στην ύπαιθρο της Χιλής. Περπατώντας μέσα στη βροχή, φτάνει στάζοντας στο μόνο σπίτι που έχει τα φώτα αναμμένα. Κι όταν του ανοίξουν την πόρτα, βρίσκεται μπροστά σε κάτι που δεν περιμένει…

Έτσι ξεκινά μια αθέλητη απόδραση από την καθημερινότητα που οδηγεί σε έναν αναχρονιστικό, άγνωστο κόσμο. Το κτήμα Λας Νάλκας, τα αφεντικά και τα παιδιά τους, ψαράδες, ληστές και γέροι που φυλάνε μυστικά μέχρι να πεθάνουν, πλούσιοι και φτωχοί, τεράστιες αντιθέσεις και μια ύπαιθρος που διατηρεί ολοζώντανη τη μυθολογία της…

Έξι ιστορίες που πηγάζουν από τη μεγάλη προφορική παράδοση της Χιλής ενώνονται σ’ έναν παράξενο μύθο που κυλά ρευστός, χωρίς περιορισμούς, αλλά με νόημα μοναδικό. Ένα ονειρικό, απρόβλεπτο βιβλίο, όπου το μόνο σίγουρο είναι ο θάνατος που, όπως η βροχή, θα έρχεται πάντα.

Ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο:
Βγήκα από το αυτοκίνητο παρά τη βροχή. Να υπήρχε κάποιο βενζινάδικο εδώ στου διαόλου το κονάκι; Η επιστροφή με τα πόδια σ’ εκείνο που βρισκόταν στον αυτοκινητόδρομο θα μπορούσε να μου πάρει δυο ώρες, αν δεν μ’ έτρωγαν τα σκυλιά. Εφόσον απουσίαζε οποιοδήποτε σχέδιο δράσης, περπάτησα στην αντίθετη κατεύθυνση, προς την ακτή, δίχως να νοιαστώ να κλειδώσω το αυτοκίνητο.

Δεν με απασχόλησε καν να το παρκάρω στην άκρη του δρόμου, ώστε να αφήσω χώρο για την απίθανη περίπτωση να περάσει κάποιο άλλο χαμένο όχημα. Δεν ακουγόταν άλλο από τη βροχή και τα βήματά μου, και κάπου κάπου το τραγούδι ενός πουλιού που δεν έβρισκε τη φωλιά του. Ένιωθα την απόλυτη ανάγκη να βρεθώ σε άλλο μέρος, να έχω άλλο παρελθόν και άλλο μέλλον, να είμαι άλλος, κάποιος περισσότερος, κάτι περισσότερο. Και πάνω απ’ όλα δεν ήθελα να εξακολουθώ να βρέχομαι.

12.20

Ξένη λογοτεχνία

Όταν ήμασταν μικροί

Όλιβερ Λοβρένσκι

Είναι νέοι, μες στην όρεξη, την οργή και τα χάπια. Θέλουν να κατακτήσουν τους δρόμους. Θέλουν όσα δεν είχαν ποτέ. Ο Ίβορ και οι κολλητοί του, ο Μάρκο, ο Γιούνας και ο Αρζάν, είναι δεκάξι χρονών, ζουν ο ένας για τον άλλον, και κατρακυλούν όλο και βαθύτερα στη μέθη, τη βία, την παραβατικότητα. Εκεί όμως καταφέρνουν να βρουν το γέλιο και την αγάπη, αποδεικνύοντας πως ο ακατάλυτος δεσμός που τους ενώνει είναι και αυτός που θα τους σώσει. Ένα εκρηκτικό βιβλίο για τη φιλία, το πένθος, τον εθισμό και την επιβίωση στο Όσλο του σήμερα. Μια σπάνια λογοτεχνική ματιά στο σκληρό περιβάλλον της σύγχρονης μεγαλούπολης, όπου η ζεστασιά και το χιούμορ απειλούνται συνεχώς αλλά δεν εκλείπουν.

16.60

Αντόνι Πάγκτεν

Κινδυνεύει άραγε να χαθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση; Όσοι το πιστεύουν θα πρέπει ίσως να αναρωτηθούν πώς έγινε δυνατό να ενωθούν τόσο διαφορετικοί λαοί σε μία και μοναδική πολιτική κοινότητα, γέννημα τόσο του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού όσο και του νεωτερικού έθνους-κράτους.

Αξιοποιώντας ένα ευρύ φάσμα υλικών, από νομικές πραγματείες μέχρι μυθιστορήματα, ο Άντονυ Πάγκντεν προσφέρει την πιο λεπτομερή περιγραφή της ιστορίας της ευρωπαϊκής ενοποίησης: της εξέλιξης του «ευρωπαϊκού σχεδίου» από τα τέλη των Ναπολεόντειων Πολέμων έως το Brexit.

Πώς, μετά από αιώνες εσωτερικών συγκρούσεων, θα μπορούσε να δημιουργηθεί μια ενωμένη Ευρώπη και παράλληλα να διατηρηθεί η πολιτική, νομική και πολιτισμική ακεραιότητα κάθε έθνους; Tο ερώτημα έγινε πιο επιτακτικό μετά από δύο παγκόσμιους πολέμους, που έδειξαν ότι τα ευρωπαϊκά έθνη δεν θα μπορούσαν πλέον να παίξουν σοβαρό ρόλο στον κόσμο παρά μόνο μαζί. Προϋπόθεση ήταν να συγχωνευθεί η εθνική ισχύς που με ζήλο προστάτευαν σε μια νέα μορφή διεθνικού συνταγματισμού.

Αυτό επιχείρησε, κατά τον συγγραφέα, η Ευρωπαϊκή Ένωση, συνιστώντας όχι ένα «υπερκράτος», όπως υποστηρίζουν οι εχθροί της, αλλά μια μετα-εθνική τάξη πραγμάτων, ενωμένη σ’ έναν πολιτικό βίο που δεν βασίζεται στα παλιά συνθήματα του εθνικισμού, αλλά σ’ ένα κοινό σώμα αξιών και επιδιώξεων. Κι αυτό θα της επιτρέψει να νικήσει τους πολιτικούς της αντιπάλους στο εσωτερικό και να ξεπεράσει τις δυσκολίες που έρχονται από το εξωτερικό – από τη μαζική μετανάστευση έως την πανδημία. Υπό τον όρο βέβαια ότι θα συνεχίσει να εξελίσσεται, όπως έκανε τους δύο προηγούμενους αιώνες.

26.50

Ξένη λογοτεχνία

Ιδιωτικές άβυσσοι

Τζανφράνκο Καλίγκαριτς

‘Ενας ηλικιωμένος επαγγελματίας τζογαδόρος περνάει τον χειμώνα του στο καζίνο μιας ανεμοδαρμένης ακτής, κατακλυσμένος από τις αναμνήσεις ενός μακρινού καλοκαιριού στη Ρώμη και της σπαρακτικής ερωτικής ιστορίας που το σημάδεψε. Εκείνος γόνος βιομηχάνων, εκείνη μια πανέμορφη κληρονόμος βασανισμένη από ένα βαρύ οικογενειακό μυστικό. Οι δυο τους θα ενωθούν με έναν βιαστικό γάμο αναζητώντας σωτηρία, μόνο για να χάσουν τελικά τον εαυτό τους σε ένα μάταιο, εξαντλητικό αλληλοκυνηγητό.

Με φόντο την πιάτσα Ναβόνα της δεκαετίας του εξήντα, το Κάπρι, εμβληματικές ευρωπαϊκές πόλεις και τις όχθες μιας ήσυχης ελβετικής λίμνης, ο Calligarich συνθέτει μια απομαγεμένη ιστορία πόθου και απώλειας για την άβυσσο που κρύβει κάθε ανθρώπινη καρδιά.

Μετά το Τελευταίο καλοκαίρι στη Ρώμη, ο Gianfranco Calligarich επιστρέφει με μια συγκλονιστική καταβύθιση στα ιδιωτικά σκοτάδια των ανθρώπων.

16.60

Ξένη λογοτεχνία

Τα λέμε τον Αύγουστο

Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες

ΤΟ ΑΝΕΚΔΟΤΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ

Καθισμένη μόνη δίπλα στα καταγάλανα νερά της λιμνοθάλασσας, η Άνα Μαγκνταλένα Μπαχ περιεργάζεται τους άντρες στο μπαρ του ξενοδοχείου. Έχει δύο παιδιά από έναν ευτυχισμένο γάμο εδώ και είκοσι επτά χρόνια από τον οποίο δεν έχει κανένα λόγο να θέλει να ξεφύγει. Κι όμως, κάθε Αύγουστο, ταξιδεύει με το φέρι μέχρι το νησί όπου είναι θαμμένη η μητέρα της, και για μια νύχτα βρίσκει έναν νέο εραστή. Μέσα σε αποπνικτικές βραδιές της Καραϊβικής, γεμάτες σάλσα και μπολέρο, η Άνα ταξιδεύει κάθε χρόνο πιο βαθιά στην ενδοχώρα του πόθου της και των φόβων της καρδιάς της.

Γεμάτο εκπλήξεις και συναισθηματισμό, το Τα λέμε τον Αύγουστο είναι ένας βαθύς στοχασμός πάνω στην ελευθερία, τη λύπη, την προσωπική μεταμόρφωση και τα μυστήρια της αγάπης· ένα απροσδόκητο δώρο από έναν από τους μεγαλύτερους συγγραφείς που έχει γνωρίσει ποτέ ο κόσμος.

22.20

Ελληνική λογοτεχνία

Κακό Aνήλιο

Κωνσταντίνος Δομηνίκ

Δώδεκα μικρές ιστορίες στοιχειωμένες από μορφές και όντα του θρύλου και της φαντασίας που ισορροπούν με μακάβρια χάρη μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας, λάμψης και σκοτεινιάς, λύτρωσης κι απελπισίας.

Ένας εντυπωσιακά αλλόκοτος κόσμος γεμάτος πλάσματα της «άλλης» μεριάς, δημιουργήματα μιας φύσης σκοτεινής και παράλογης που συναντιούνται και αλληλοεπιδρούν με καθημερινούς ανθρώπους προκαλώντας άλλοτε συνταρακτικές καταστροφές κι άλλοτε παρήγορα θαύματα.

[…] Και με μια κεραυνοβόλα κίνηση χιμάει και καρφώνει τη γροθιά του μέσα, ολόβαθα, στο στήθος του Μανώλη – το σκίζει, το διατρυπάει όλο, πέρα για πέρα, βγάζοντας έπειτα μέσ’ από την πληγή, αντί για μια θνητή καρδιά, ένα μικρό, τσιμπλιασμένο αηδόνι.

10.00

Ελληνική λογοτεχνία

Κυρά Κυραλίνα

Παναΐτ Ιστράτι

Η Κυρά Κυραλίνα δημοσιεύεται πρώτη φορά στις 15 Αυγούστου 1923. Ο Παναϊτ Ιστράτι, «γεννημένος μυθογράφος», «μυθογράφος της Ανατολής», όπως τον αποκαλεί ο Ρομαίν Ρολλάν, πλανόβιος και ταξιδευτής, αφού σεργιανίσει στα σοκάκια του κοσμοπολίτικου λιμανιού της γενέτειράς του, της Βραΐλας, και συναναστραφεί τους ανθρώπους του, θα γνωρίσει τις χώρες της Ανατολής αλλά και της Ευρώπης. Θα διαποτιστεί από τις κουλτούρες τους, θα μάθει τις γλώσσες τους.

Σε αυτό το βιβλίο ξεδιπλώνονται οι περιπέτειες δυο πανέμορφων Κυράδων, μάνας και θυγατέρας, που η μία βρήκε τον θάνατο από έναν βάρβαρο σύζυγο και η άλλη κατέληξε σκλάβα σε χαρέμι. Γυναίκες λάγνες, ντυμένες με ακριβές φορεσιές, στολισμένες με πλουμίδια, φτιασιδωμένες με μαεστρία, ποθητές. Στο σπίτι τους, οι καπνοί από τους ναργιλέδες, οι μελωδίες των τραγουδιών, οι χοροί που ξετρελαίνουν τους άντρες, δημιουργούν μια ατμόσφαιρα μοναδική. Ολόγυρά τους, ένας κόσμος σαγηνευτικός, πλούσιοι έμποροι, άρχοντες, αλλά και χαμάληδες του λιμανιού, μικροπωλητές, κοντραμπαντιέρηδες. Κάτι σαν τις «Χίλιες και μια νύχτες», όπου οι ιστορίες χάνονται η μια μέσα στην άλλη. Η Κυρά Κυραλίνα και ο αφηγητής-αδελφός της είναι οι αντιπροσωπευτικές φιγούρες ενός πολυπολιτισμικού, πολύγλωσσου κόσμου όπως εκείνος που έζησε ο ίδιος ο Ιστράτι. Ρουμάνοι, Έλληνες, Αλβανοί, Τούρκοι, Αρμένιοι, Ρώσοι, τσιγγάνοι δημιουργούν ένα παλίμψηστο διάσπαρτο από εκφράσεις, παροιμίες, βρισιές, ονόματα από διάφορες γλώσσες όπου στολίζουν περίτεχνα ένα κείμενο γραμμένο στα γαλλικά, τα οποία ο συγγραφέας έμαθε μόνος του διαβάζοντας Γάλλους κλασικούς και σεργιανίζοντας στους δρόμους και στα καπηλειά της Γαλλίας.

Ο Σταύρος είναι ο πρωταγωνιστής, μα η νουβέλα παίρνει για τίτλο της το όνομα της αδερφής του (όπως την ονόμασε ουσιαστικά ένας θείος του, αδερφός της μάνας του, που πρόσθεσε το Κυραλίνα στο Κυρά). Σωστά πάντως ο Ιστράτι τιτλοφόρησε τη νουβέλα του Κυρά Κυραλίνα, όχι μόνο επειδή το όνομα είναι εύηχο και εξωτικό, αλλά γιατί η αδερφή του Σταύρου ορίζει το κέντρο της ζωής του, είναι το μόνο πλάσμα που αγάπησε πραγματικά, ευχόταν να χαθεί ο ίδιος για να ζήσει εκείνη. Όλες οι δικές του περιπέτειες συνδέονται με την Κυρά και με τη μάταιη αναζήτησή της. Όπως όμως συμβαίνει σε αυτού του είδους τη λογοτεχνία, αιώνιο πρότυπο της οποίας είναι οι Χίλιες και μια νύχτες ή τα λεγόμενα στα καθ’ ημάς Παραμύθια της Χαλιμάς, οι ιστορίες αυτές φέρνουν μαζί τους και άλλες μικρότερες ιστορίες, «όπως πάμε να πάρουμε ένα κεράσι και σηκώνονται μαζί του άλλα δέκα». Από το Επίμετρο του Σταύρου Ζουμπουλάκη

16.60

Βιογραφία - Μαρτυρίες

Το τελευταίο όνειρο

Πέδρο Αλμοδοβάρ

Το Τελευταίο όνειρο συγκεντρώνει για πρώτη φορά δώδεκα αδημοσίευτες ιστορίες από το προσωπικό αρχείο του Pedro Almodovar, γραμμένες από τα τέλη της δεκαετίας του /60 έως σήμερα.

Μια δελεαστική ματιά στο μυαλό ενός κορυφαίου δημιουργού και ταυτόχρονα ένα masterclass για το πώς ν’ αφηγηθείς μια ιστορία, αυτή η συλλογή αντικατοπτρίζει τις εμμονές του Almodovar και πολλά από τα θέματα της κινηματογραφικής του δουλειάς, περνώντας από τη σάτιρα μέχρι το gothic και το autofiction: Μια ιστορία αγάπης ανάμεσα στον Ιησού και τον Βαραββά. Μια καλτ σκηνοθέτρια που αναζητά αγχολυτικά μια μέρα αργίας. Το διήγημα στο οποίο βασίστηκε η ταινία Κακή εκπαίδευση. Η ομώνυμη ιστορία, «Το τελευταίο όνειρο», ένα συγκινητικό χρονικό του θανάτου της μητέρας του.

Ένα βιβλίο που μοιάζει με «αποσπασματική αυτοβιογραφία, ατελή και κάπως αινιγματική», όπως λέει ο ίδιος ο Almodovar στην εισαγωγή του. Ένα εγκώμιο της σχέσης ανάμεσα στη ζωή και την τέχνη, τη μυθοπλασία και την πραγματικότητα, από έναν συγγραφέα που δεν φοβάται να μιλήσει για τις πιο προσωπικές στιγμές του, εξερευνώντας την επιθυμία, τη θνητότητα, τη μοναξιά και την ίδια τη διαδικασία της δημιουργίας.

14.35