Βλέπετε 91–105 από 144 αποτελέσματα

Λέσχη ανάγνωσης

Σώτη Τριανταφύλλου

Το Σάββατο βράδυ στην άκρη της πόλης κυκλοφόρησε το 1996 και συγκαταλέγεται στα πιο διαβασμένα μυθιστορήματα της δεκαετίας του ’90. Η ιστορία διαδραματίζεται στις αρχές της δεκαετίας του ’80, έχοντας ως φόντο τα πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα εκείνης της εποχής. Όλα εκτυλίσσονται στη διάρκεια επτά ετών. Οι νέοι, ηλικιακά, ήρωες ανακαλύπτουν την αληθινή φιλία, μυούνται σε έναν ροκ τρόπο ζωής και αντικρίζουν το δυσάρεστο πρόσωπο του θανάτου. Κάποιοι θα μεγαλώσουν, άλλοι θα χαθούν για πάντα και μερικοί θα γίνουν «εκστατικά ευτυχισμένοι». Μιλάμε για ήρωες που συναντιούνται, χωρίζουν, αγαπούν, απογοητεύονται, φοβούνται, χορεύουν, πίνουν, γελούν, κλαίνε και ονειρεύονται. Εφήμερες νύχτες, ανέμελες μέρες, αγορά παλιών δίσκων, πικάπ στη διαπασών, ταξίδια με το αυτοκίνητο και πρόσωπα που βρίσκονται σε έκσταση αλλά και σε μια κατάσταση υπέρτατης ευδαιμονίας, χωρίς, όμως, να γίνεται κάτι συγκεκριμένο.

Η ανώνυμη αφηγήτρια του μυθιστορήματος είναι µια νεαρή Ελληνίδα από την Αθήνα που ζει στη Νέα Υόρκη λόγω σπουδών. Μένει μαζί µε την Μπίµπι, που ήρθε από το Σουάν Λέικ του Άρκανσο, και τον Νίκυ, τον οποίο η πρωταγωνίστρια γνωρίζει από τότε που θυμάται τον εαυτό της. Ανάμεσα σ’ αυτούς γνωρίζουμε και τον Ζαχαρία, το αγόρι της Μπίµπι, που παίζει κρουστά µε διάφορα συγκροτήματα της πόλης και που αργότερα µπλέκει µε την ηρωίνη. Επίσης, διαβάζουμε για την εθισμένη στα χάπια Νάνσυ Χόγκαν και τη Χόλλυ Γουίλµερ, η οποία κατοικεί στο γκέτο και συγχρόνως θέλει να δουλέψει στο Μπρόντγουεϊ.

Το Σάββατο βράδυ στην άκρη της πόλης είναι μια ιστορία φίλων που εξελίσσεται στις φτωχογειτονιές της Νέας Υόρκης. Η Σώτη Τριανταφύλλου επιχειρεί, με μια γλαφυρή περιγραφή, να εξιστορήσει πώς είναι να φεύγεις από τον τόπο σου και να πηγαίνεις για σπουδές σε μια μητρόπολη. Κατά τη διάρκεια των επτά χρόνων οι ήρωες χορεύουν σε ξέγνοιαστα πάρτι, ακούν πολλή μουσική, ανακαλύπτουν τον έρωτα και την απώλεια, ενηλικιώνονται. Φίλοι που χάνονται στην πόλη και παρασύρονται μέσα σε ατέλειωτα ξενύχτια με αλκοόλ και ναρκωτικά.

Ένα βιβλίο βαθιά μελαγχολικό, το οποίο παρουσιάζει τι σημαίνει να ζεις με ένταση, ενώ ο βασικός άξονάς του εστιάζει σ’ εκείνες τις παρέες που σβήνουν στο πέρασμα του χρόνου. Συγχρόνως, το στοιχείο της πόλης, πολύ έντονο σε αυτό το μυθιστόρημα, παίζει καθοριστικό ρόλο στη διάπλαση συμπεριφορών και αποφάσεων.

Στις σελίδες του τα δάκρυα εναλλάσσονται με τα γέλια, η χαρά με τη λύπη, η συντροφικότητα με τη μοναξιά και, φυσικά, η ζωή με τον θάνατο. Αυτό το βιβλίο είναι μια αφορμή για να συνταξιδέψει ο αναγνώστης με όσους βυθίζονται στις εμπειρίες, μ’ εκείνους που ονειροπολούν, παθιάζονται, ταξιδεύουν, σκέφτονται και γλεντούν με τις «μικρές χαρές».

Αναμφισβήτητα πρόκειται για έναν ύμνο στη φιλία, στη νοσταλγία, στη μνήμη και στην απώλεια. Ένα συγκινητικό λογοτεχνικό χρονικό για τις παρέες που μας καθορίζουν αλλά και τους ανθρώπους που αφήνουν πάνω μας ανεξίτηλο το αποτύπωμά τους κάποια στιγμή της ζωής μας, ένα «Σάββατο βράδυ στην άκρη της πόλης».

 

Γιάννης Πανταζόπουλος

13.85

Λέσχη Ανάγνωσης

Το Θέατρο του Σάμπαθ

Φίλιπ Ροθ

Ένα από τα αριστουργήματα του Φίλιπ Ροθ, το Θέατρο του Σάμπαθ, αυτή η ορμητική κατάδυση στη συνείδηση ενός εξηντατετράχρονου πρώην μαριονετίστα, ο οποίος ζει απομονωμένος και αφοσιωμένος στην αχαλίνωτη ερωτική ζωή του και στη διαρκή αναδιαπραγμάτευση του παρελθόντος του, δεν έχει ως άμεσο θέμα τη φιλία. Ωστόσο, η μορφική ιδιοφυΐα του Ροθ είναι αυτή που φέρνει τη φιλία στο επίκεντρο του μυθιστορήματος. Ο θάνατος ενός παλιού φίλου του ήρωα τον οδηγεί σε ένα ταξίδι επιστροφής στην προηγούμενη ζωή του, μέσω του οποίου ο Ροθ μας αφηγείται αναδρομικά τα βασικά περιστατικά του βίου του Σάμπαθ. Έτσι, η παλιά του παρέα καθίσταται κατά κάποιον τρόπο το πρώτο ακροατήριο που προκαλεί και ακούει τον παραληρηματικό, μισανθρωπικό αλλά και σπαρακτικό μονόλογο του Σάμπαθ. Η φιλία αναδεικνύεται συγχρόνως ως πεδίο ανταγωνισμού και ως χώρος εξομολόγησης, ως ένα πραγματικό θέατρο όπου μπορεί να ανέβει το δράμα της αυτοσυνείδησης.

Ο τρόπος με τον οποίο χειρίζεται ο Ροθ τη γλώσσα και τα θέματά του είναι αυτός που έχουμε συνηθίσει από τα υπόλοιπα βιβλία του. Ωστόσο, υπάρχουν δύο στοιχεία που κάνουν το Θέατρο του Σάμπαθ ένα πραγματικά σημαντικό λογοτεχνικό έργο: α) η ειρωνεία και ο αυτοσαρκασμός, ο μηδενισμός και η εσωτερική πάλη υποτάσσονται εδώ στον λόγο ενός ήρωα, που δεν έχει τίποτα το γοητευτικό ή θετικό,· β) η αυτοαναφορική υφή του έργου και τα αυτοβιογραφικά στοιχεία, που στον Ροθ είναι πάντοτε εμφανή, αποκτούν εδώ μια αφηρημένη και έντονα καλλιτεχνική διάσταση, καθώς ο ήρωας δεν είναι συγγραφέας ούτε διανοούμενος.

Κώστας Σπαθαράκης

22.00

Λέσχη Ανάγνωσης

Ο εξάδελφος Πονς

Ονορέ ντε Μπαλζάκ

Ο Εξάδελφος Πονς περιγράφει τη σχέση ανάμεσα σε δύο ηλικιωμένους μουσικούς, τον Συλβαίν Πονς και τον Γερμανό Βίλχελμ Σμούκε, που ζουν μαζί σε ένα μικρό διαμέρισμα στο Παρίσι. Ο Πονς έχει στην κατοχή του μια πολύτιμη συλλογή έργων τέχνης, τα οποία έχει συλλέξει χάρη στο καλό του γούστο και τα οποία εποφθαλμιούν οι συγγενείς και ο κοινωνικός του περίγυρος. Η ιδιότυπη σχέση ανάμεσα στους δύο φίλους με τους αντίθετους χαρακτήρες (ο Πονς αντιλαμβάνεται το κακό γύρω του, σε αντίθεση με τον αγγελικό Σμούκε, που είναι απόλυτα αφιερωμένος στην τέχνη και στη φιλία του), ο τρόπος με τον οποίο ο Μπαλζάκ περιγράφει τη φιλία ως καρδιά ενός άκαρδου κόσμου και ως τρυφερή πνευματική συμμαχία απέναντι στο κακό της αστικής κοινωνίας, αλλά και η μελοδραματική τροπή του έργου, το καθιστούν ένα από τα σπάνια λογοτεχνικά τεκμήρια για την αντρική φιλία.

Κώστας Σπαθαράκης

15.70

Λέσχη Ανάγνωσης

Ο Δον Κιχώτης – Τόμος Β’

Μιχαήλ Θερβάντες

Ο Μιγκέλ ντε Θερβάντες Σααβέδρα, έχοντας περάσει μια ακραία περιπετειώδη ζωή με αδιανόητες ταπεινώσεις και εξευτελισμούς, έμελλε, στην ώριμη ηλικία των 58, να εκδώσει το κορυφαίο του συγγραφικό επίτευγμα, τον Δον Κιχώτη, το βιβλίο που σηματοδοτεί ουσιαστικά τη γέννηση του σύγχρονου μυθιστορήματος. Γεννημένος το 1547, από αριστοκρατική γενιά, χωρίς σημαντικούς οικονομικούς πόρους όμως, ως παιδί αγαπούσε την ποίηση, ενώ είχε την τύχη να μαθητεύσει δίπλα στον λόγιο ουμανιστή κληρικό Χουάν Λόπεθ ντε Όγιος.

Μεγαλώνοντας, η καλοσύνη του και οι ευγενικοί του τρόποι κέρδιζαν τον σεβασμό όλων. Το 1570 κατατάχθηκε στον ισπανικό στρατό της Ιταλίας, γεγονός που οδήγησε στη συμμετοχή του στο «πιο δοξασμένο γεγονός που είδανε ποτέ ή θα δούνε οι αιώνες», όπως έλεγε, την καθοριστικής σημασίας για τις χριστιανικές δυνάμεις νίκη επί του τουρκικού στόλου, τη Ναυμαχία της Ναυπάκτου. Σε αυτήν λαβώθηκε άσχημα και κατέληξε με αχρηστευμένο το αριστερό του χέρι. Κατά την επιστροφή του στην Ισπανία πέντε χρόνια αργότερα, πιάστηκε όμηρος από κουρσάρους και κατέληξε σκλάβος στην κόλαση του Αλγερίου. Αποπειράθηκε να αποδράσει πέντε φορές και μόνο το 1580 επέστρεψε στην πατρίδα του χάρη σε καταβολή λύτρων.

Το 1585 έγραψε το ποιμενικό μυθιστόρημα Γαλάτεια και ακολούθησαν τριάντα θεατρικά έργα, χωρίς αξιοσημείωτη επιτυχία, μέχρι που το 1605 η έκδοση του πρώτου μέρους του δίτομου Η ζωή και το έργο του μεγαλόπνευστου ιδαλγού Δον Κιχώτη από τη Μάντσα απέσπασε ενθουσιώδη υποδοχή. Ως πιστός καθολικός ήθελε να σατιρίσει τα ιπποτικά βιβλία, μια μάστιγα της εποχής του που οι εκκλησιαστικοί κύκλοι προσπαθούσαν να αναχαιτίσουν. Αυτό όντως επετεύχθη χάρη στο Δον Κιχώτη. Ακολούθησαν άλλες πέντε εκδόσεις και το 1615 εξέδωσε το δεύτερο μέρος, επισφραγίζοντας τον θρίαμβο ενός βιβλίου που σήμερα θεωρείται από τα σημαντικότερα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ισάξιο εκείνων του Δάντη, του Γκαίτε και του Σαίξπηρ.

Πρόκειται για την ιστορία ενός αλλοπαρμένου αγρότη με ευγενική ψυχή, ο οποίος, έχοντας χάσει το μυαλό του από την παθιασμένη ανάγνωση ιπποτικών βιβλίων, πιστεύει ότι είναι ένας ιππότης, ο Δον Κιχώτης. Ξεκινάει ένα ταξίδι με το ψωραλέο του άλογο, τον Ροσινάντε, φορώντας μια ξεχαρβαλωμένη πανοπλία και συνοδευόμενος από τον απλοϊκό χωρικό Σάντσο Πάντσα και το γαϊδουράκι του, και μπλέκει συχνά σε κωμικοτραγικές περιπέτειες. Εκείνος, ψηλός και λιπόσαρκος, ο άλλος, κοντός και χοντρούλης, κωμική φιγούρα με λαϊκή σοφία επιβίωσης, γίνεται προστάτης άγγελός του, πιστός συνοδοιπόρος και ανιδιοτελής φίλος, που τον σώζει από κακοτοπιές και ατυχίες, στέκοντας γενναία στο ύψος των περιστάσεων όταν τον χλευάζουν και τον εξαπατούν. Γίνεται το συμπλήρωμά του, το αντίθετό του, αυτό που ήταν ο Σγαναρέλος για τον Δον Ζουάν, η ρεαλιστική εκδοχή του ποιητικού μεγαλείου του ιππότη που μάχεται και υπερασπίζεται υψηλά ιδανικά και ηθικές αξίες αλλοτινών καιρών. Έτσι, ο μεν παρωδεί τους στοχασμούς του δε, μπλέκοντας αριστοτεχνικά το ποταπό με το ιδεώδες.

Χρήστος Παρίδης

21.36

Λέσχη Ανάγνωσης

Ο Δον Κιχώτης – Τόμος Α’

Μιχαήλ Θερβάντες

Ο Μιγκέλ ντε Θερβάντες Σααβέδρα, έχοντας περάσει μια ακραία περιπετειώδη ζωή με αδιανόητες ταπεινώσεις και εξευτελισμούς, έμελλε, στην ώριμη ηλικία των 58, να εκδώσει το κορυφαίο του συγγραφικό επίτευγμα, τον Δον Κιχώτη, το βιβλίο που σηματοδοτεί ουσιαστικά τη γέννηση του σύγχρονου μυθιστορήματος. Γεννημένος το 1547, από αριστοκρατική γενιά, χωρίς σημαντικούς οικονομικούς πόρους όμως, ως παιδί αγαπούσε την ποίηση, ενώ είχε την τύχη να μαθητεύσει δίπλα στον λόγιο ουμανιστή κληρικό Χουάν Λόπεθ ντε Όγιος.

Μεγαλώνοντας, η καλοσύνη του και οι ευγενικοί του τρόποι κέρδιζαν τον σεβασμό όλων. Το 1570 κατατάχθηκε στον ισπανικό στρατό της Ιταλίας, γεγονός που οδήγησε στη συμμετοχή του στο «πιο δοξασμένο γεγονός που είδανε ποτέ ή θα δούνε οι αιώνες», όπως έλεγε, την καθοριστικής σημασίας για τις χριστιανικές δυνάμεις νίκη επί του τουρκικού στόλου, τη Ναυμαχία της Ναυπάκτου. Σε αυτήν λαβώθηκε άσχημα και κατέληξε με αχρηστευμένο το αριστερό του χέρι. Κατά την επιστροφή του στην Ισπανία πέντε χρόνια αργότερα, πιάστηκε όμηρος από κουρσάρους και κατέληξε σκλάβος στην κόλαση του Αλγερίου. Αποπειράθηκε να αποδράσει πέντε φορές και μόνο το 1580 επέστρεψε στην πατρίδα του χάρη σε καταβολή λύτρων.

Το 1585 έγραψε το ποιμενικό μυθιστόρημα Γαλάτεια και ακολούθησαν τριάντα θεατρικά έργα, χωρίς αξιοσημείωτη επιτυχία, μέχρι που το 1605 η έκδοση του πρώτου μέρους του δίτομου Η ζωή και το έργο του μεγαλόπνευστου ιδαλγού Δον Κιχώτη από τη Μάντσα απέσπασε ενθουσιώδη υποδοχή. Ως πιστός καθολικός ήθελε να σατιρίσει τα ιπποτικά βιβλία, μια μάστιγα της εποχής του που οι εκκλησιαστικοί κύκλοι προσπαθούσαν να αναχαιτίσουν. Αυτό όντως επετεύχθη χάρη στο Δον Κιχώτη. Ακολούθησαν άλλες πέντε εκδόσεις και το 1615 εξέδωσε το δεύτερο μέρος, επισφραγίζοντας τον θρίαμβο ενός βιβλίου που σήμερα θεωρείται από τα σημαντικότερα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ισάξιο εκείνων του Δάντη, του Γκαίτε και του Σαίξπηρ.

Πρόκειται για την ιστορία ενός αλλοπαρμένου αγρότη με ευγενική ψυχή, ο οποίος, έχοντας χάσει το μυαλό του από την παθιασμένη ανάγνωση ιπποτικών βιβλίων, πιστεύει ότι είναι ένας ιππότης, ο Δον Κιχώτης. Ξεκινάει ένα ταξίδι με το ψωραλέο του άλογο, τον Ροσινάντε, φορώντας μια ξεχαρβαλωμένη πανοπλία και συνοδευόμενος από τον απλοϊκό χωρικό Σάντσο Πάντσα και το γαϊδουράκι του, και μπλέκει συχνά σε κωμικοτραγικές περιπέτειες. Εκείνος, ψηλός και λιπόσαρκος, ο άλλος, κοντός και χοντρούλης, κωμική φιγούρα με λαϊκή σοφία επιβίωσης, γίνεται προστάτης άγγελός του, πιστός συνοδοιπόρος και ανιδιοτελής φίλος, που τον σώζει από κακοτοπιές και ατυχίες, στέκοντας γενναία στο ύψος των περιστάσεων όταν τον χλευάζουν και τον εξαπατούν. Γίνεται το συμπλήρωμά του, το αντίθετό του, αυτό που ήταν ο Σγαναρέλος για τον Δον Ζουάν, η ρεαλιστική εκδοχή του ποιητικού μεγαλείου του ιππότη που μάχεται και υπερασπίζεται υψηλά ιδανικά και ηθικές αξίες αλλοτινών καιρών. Έτσι, ο μεν παρωδεί τους στοχασμούς του δε, μπλέκοντας αριστοτεχνικά το ποταπό με το ιδεώδες.

Χρήστος Παρίδης

19.77

Λέσχη Ανάγνωσης

Πάτι και Ρόμπερτ

Πάτι Σμιθ

Μπορείς να ερωτευτείς τους φίλους σου; Σίγουρα μπορείς. Και μάλιστα ανεξάρτητα από το τι τους αρέσει να ερωτεύονται αυτοί, αγόρια ή κορίτσια ή οτιδήποτε. Και υπάρχει ο αρχετυπικός έρωτας γι’ αυτό: της Πάτι Σμιθ, ποιήτριας, και του Ρόμπερτ Μέιπλθορπ, φωτογράφου. Γνωρίζονται στα είκοσι κάτι τους στη Νέα Υόρκη. Δεν έχουν να φάνε. Δεν έχουν σταθερές δουλειές και ούτε σκοπεύουν να πιάσουν. Είναι αποφασισμένοι να τα καταφέρουν: θα κάνουν τέχνη. Ζωγραφίζουν και φτιάχνουν κοσμήματα. Μοιράζονται στη μέση ελάχιστο φαγητό. Έχουν στυλ, απόψεις, και ένα δωματιάκι στο Chelsea Hotel, όπου η δημιουργική ατμόσφαιρα μεταξύ φτώχειας, ταλέντου και ναρκωτικών είναι εκρηκτική.

Η Πάτι και ο Ρόμπερτ χτίζουν μεθοδικά τη φιλία τους. Η αφήγηση ξεκινά από τις σκληρές δουλειές του ποδαριού που κάνουν – τα μαρτύρια των εργατών θα απασχολούν δημιουργικά τη Σμιθ για όλη της τη ζωή. Η Σμιθ θέλει να κάνει τέχνη που θα αλλάξει τον κόσμο. Ζωγραφίζει, μελετά, γράφει ποιήματα. Ανάμεσα σε χαοτικά ξενοδοχεία με ενέσεις και σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, στους παγωμένους δρόμους της Νέας Υόρκης και στη στέρηση του φαγητού, περιτριγυρισμένα από ποιητές, συγγραφείς και μουσικούς, τα δυο παιδάκια, η Πάτι και ο Ρόμπερτ, γίνονται η Πάτι Σμιθ και ο Ρόμπερτ Μέιπλθορπ. Ο Ρόμπερτ Μέιπλθορπ γίνεται ένας αναγνωρισμένος φωτογράφος που φωτογραφίζει με ερωτικό τρόπο λουλούδια και χέρια και δερμάτινα και σαδομαζοχιστικά τελετουργικά μεταξύ ανδρών. Η Πάτι Σμιθ γίνεται ένα alien αδιάφορο για τη γνώμη των άλλων, ένα φυτό που μελετά γαλλική ποίηση και πάει χωρίς λεφτά στο Παρίσι για να προσκυνήσει τάφους. Κάνει performance. Πολλοί την περνούν για γκέι γυναίκα τζάνκι, ενώ η ίδια ξοδεύει τις νύχτες της χορεύοντας νηστική και μαστουρωμένη σε στενά δωμάτια, όπου κρατάει απρόσεχτα φυλαγμένα τα ποιήματα και τις ζωγραφιές της. Βάζει την ποίησή της σε τραγούδια και γίνεται διάσημη. Μαθαίνει λίγο κιθάρα. Πλέκει μουσικές και λέξεις. Αναγνωρίζεται διεθνώς. Η Σμιθ γράφει ότι δεν θα τα κατάφερνε χωρίς τον Μέιπλθορπ, ότι της έσωσε τη ζωή –προφανώς είναι ακόμα ερωτευμένη με τον Ρόμπερτ της.

Πεθαίνοντας νέος ο Μέιπλθορπ, αναγνωρισμένος και περιτριγυρισμένος από τις υλικές απολαύσεις που τόσο αναζήτησε, λέει στην Πάτι να γράψει την ιστορία τους. Κι αυτή το κάνει. Ζωή όπου τέχνη και καθημερινότητα μπερδεύονται αξεδιάλυτα, η ζωή του Ρόμπερτ και της Πάτι, μεταξύ ξενοδοχείων, γκαλερί, φθηνών βιβλιοπωλείων, τρένων, μουσικών σκηνών, πάρτι, μπαρ και μουσείων, διαβάζεται ως ειλικρινής ύμνος στη νεότητα, στα ρευστά όρια φιλίας και έρωτα, στην καλλιτεχνική δημιουργία, στη Νέα Υόρκη που δεν υπάρχει πια και στις αλάνθαστα θεραπευτικές ιδιότητες της ποίησης.

 

Βίβιαν Στεργίου

13.10

Κάρλχαϊντς Ντέσνερ

Γνωστός για τη σκληρή καταγγελτική του γλώσσα – είχε προκαλέσει τη μήνη της Καθολικής Εκκλησίας που τον πήγε στα δικαστήρια όταν εξέδωσε την «Εγκληματική Ιστορία του Χριστιανισμού» -, ο Βαυαρός ερευνητής και συγγραφέας περνάει στο πόνημα αυτό «γενεές δεκατέσσερις» την αμερικανική ιστορία, από τον επιθετικό αποικισμό του Νέου Κόσμου και την εξολόθρευση των Ινδιάνων μέχρι τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους στην Κορέα, το Βιετνάμ κι αργότερα στην Εγγύς Ανατολή και τον Περσικό Κόλπο. Αποκαλύπτει έτσι, λέει, «με ποιο τρόπο το ισχυρότερο μέλος του ΝΑΤΟ παριστάνει τη φιλειρηνική δύναμη τη στιγμή που εμφανίζει εξαιρετικά ύποπτες και σκοτεινές πτυχές», χαρακτηρίζοντας τη λεγόμενη «Χώρα της Ελευθερίας» ή «Χώρα του Θεού» ως ένα «βίαιο, ανήθικο και διεφθαρμένο έθνος» – έναν «Μολώχ» που τρώει μέχρι και τα δικά του παιδιά.

13.36

Γιάννης Κοκκινάκης

Η επανάσταση του 1775 που οδήγησε στη δημιουργία ενός νέου, δυναμικού έθνους που δυόμιση αιώνες μετά θα κυριαρχούσε στην Υφήλιο σε ένα καλογραμμένο ιστορικό δοκίμιο: Oι πολυεπίπεδες ρήξεις και οι αλλαγές ιδεών, αντιλήψεων και νοοτροπιών που αυτή σήμανε, οι δυνάμεις που στήριξαν την απόσχιση από τη βρετανική αυτοκρατορία και ίδρυσαν το αμερικανικό κράτος σε δημοκρατικές βάσεις, η νέα σχέση πολίτη-Πολιτείας που προέκυψε, η έστω τυπική όπως εξελίχθηκε υποχρέωση λογοδοσίας της δεύτερης στον πρώτο παρότι οι υφιστάμενες, οι αποικιακές δομές εκμετάλλευσης δεν καταργήθηκαν – απλώς άλλαξαν μορφή -, οι σχέσεις των νεοφερμένων αποίκων με τους αυτόχθονες Ινδιάνους, τα Συντάγματα των αμερικανικών Πολιτειών και το «πολυκέφαλο τέρας».

17.88

Κωστής Καρπόζηλος

«Ποια ήταν, άραγε, η κινητοποιητική δύναμη που έκανε μετανάστες και μετανάστριες να τραγουδούν επαναστατικούς ύμνους στις Ηνωμένες Πολιτείες;», διερωτάται ο Κωστής Καρπόζηλος, διευθυντής των Αρχείων Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ). Επιχειρώντας να απαντήσει στο ερώτημα αυτό – ένα ερώτημα που ξεφεύγει από τα συνήθη στερεότυπα για τους Έλληνες μετανάστες στις ΗΠΑ – ανατρέχει στην ιστορία της αμερικανικής (και μαζί, βεβαίως, της ελληνοαμερικανικής) Αριστεράς από τις αρχές του 20ού αιώνα μέχρι την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, αναδεικνύοντας παράλληλα «τα πολλαπλά νήματα που συνέδεαν τις ιδέες της ριζικής κοινωνικής μεταβολής με τους μετασχηματισμούς της καθημερινότητας των μεταναστευτικών πληθυσμών», καθώς επίσης τη θέση των ΗΠΑ στη φαντασία των πολιτικών ριζοσπαστών του περασμένου αιώνα.

 

16.80

Λέσχη Ανάγνωσης

Αμερική

Ζαν Μποντριγιάρ

«Στην αμερικάνικη έρημο ο περιηγητής αναγνωρίζει στο αρνητικό της πολιτισμένης γης το θρίαμβο της λήθης επί της ιστορικής μνήμης και της κουλτούρας. Αναγνωρίζει όμως ταυτόχρονα τα σημεία ενός σπάταλου πολιτισμού που καταναλώνει τον πάγο, το ουίσκι, τα αυτοκίνητα όπως η άμμος το νερό, που αψηφά την περιορισμένη ενέργεια του πλανήτη και απαιτεί αναμμένα φώτα και κλιματιστικά, αναμμένες τηλεοράσεις ακόμα και στα αδειανά κτίρια…». Η «Αμερική των εμμονών», των «ηλεκτρισμένων, κινηματογραφικών πόλεων» και των «γαληνεμένα αδειανών» ερήμων ως μια «υπερπραγματικότητα», ένα οικουμενικό σημείο αναφοράς για το καλύτερο ή/και το χειρότερο, μια ουτοπία «που εξαρχής βιώθηκε σαν πραγματοποιημένη» και που η αλήθεια της οποίας μπορεί, κατά τον Γάλλο φιλόσοφο, να εμφανιστεί μόνο σε έναν Ευρωπαίο: «Κι αν οι Αμερικανοί δεν έχουν ταυτότητα, έχουν ωστόσο υπέροχα δόντια!», χαριτολογεί. Εκδοθέν το 1986 σαν μικρό οδοιπορικό, διαβάζεται απνευστί.

8.96

Λέσχη Ανάγνωσης

Αμερικανικό Ειδύλλιο

Φίλιπ Ροθ

Η Αμερική στον πυρετό της κοσμογονικής δεκαετίας του ’60 μέσα από τη σύγκρουση του επιτυχημένου, καθώς πρέπει Αμερικανοεβραίου μεσοαστού Σίμουρ Λιβόβ, «ζωντανής διαφήμισης» του μεταπολεμικού αμερικανικού ονείρου με την επαναστατημένη έφηβη κόρη του που θέλει τον κόσμο και τον θέλει τώρα, ακόμα κι αν χρειαστεί να πάρει τα όπλα για να το καταφέρει. Βραβευμένο με Πούλιτζερ το 1998, το καθηλωτικό «Αμερικανικό Ειδύλλιο» θεωρείται από τα κορυφαία μυθιστορήματα που γράφτηκαν ποτέ στις ΗΠΑ και μαζί με τα «Παντρεύτηκα έναν Κομμουνιστή» και «Το Ανθρώπινο Στίγμα» που ακολούθησαν χρονικά αποτελούν τη λεγόμενη «αμερικανική τριλογία» του πρόσφατα χαμένου συγγραφέα.

16.03

Στέφαν Τσβάιχ

Έχοντας «αφετηρία» τον θαλασσοπόρο Αμέριγκο Βεσπούκι, τον πρώτο που απέδειξε ότι τα νεοανακαλυφθέντα εδάφη πέραν του Ατλαντικού αποτελούν ξεχωριστή ήπειρο και τιμήθηκε γι’ αυτό ονοματίζοντάς τα, ο σπουδαίος και πολυταξιδεμένος Αυστριακός συγγραφέας «βυθίζεται σε μια από τις πιο μεγάλες αυτές περιπέτειες που οδήγησαν τον κόσμο στη σύγχρονη εποχή, αυτή της ανακάλυψης – από τους Ευρωπαίους – και της βάπτισης του Νέου Κόσμου»: ένα καταλυτικό γεγονός για την εξέλιξη της ανθρωπότητας συνολικά. Ήταν το τελευταίο έργο του Τσβάιχ – την επομένη της έκδοσής του, στις 22/2/1942 αυτοκτονούσε με βαρβιτουρικά στη Βραζιλία όπου βρισκόταν μαζί με τη δεύτερη γυναίκα και πρώην γραμματέα του Ελίζαμπετ Σαρλότε. Το ζευγάρι δεν άντεχε άλλο να βλέπει την Ευρώπη, τον πολιτισμό και τις αξίες της να συνθλίβονται στη δίνη του Β’ Παγκοσμίου.

6.80

Πολ Μπόιερ

Μια συμπυκνωμένη σε «βιβλίο τσέπης» εισαγωγική ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών εστιασμένη στα σημαντικότερα κατά την κρίση του συγγραφέα γεγονότα που σημάδεψαν την εξέλιξή τους. Ξεκινώντας από την προϊστορία του τόπου περνά στον αποικισμό και την αμερικανική επανάσταση που σήμανε τη δημιουργία ενός νέου έθνους, συνεχίζοντας με τα πρώτα του βήματα, τη δουλεία και τον εμφύλιο που σημάδεψαν τον 19ο αιώνα. Προχωρά έπειτα στην εκβιομηχάνιση που ακολούθησε και τις συνέπειές της, στα μεταρρυθμιστικά κινήματα και τους μεγάλους πολέμους του πρώτου μισού του 20ού αιώνα και διατρέχοντας την παγκόσμια κυριαρχία των ΗΠΑ μεταπολεμικά και την ευημερία που αυτή επέφερε προτού ξεσπάσει η γενικευμένη κοινωνική αναταραχή της δεκαετίας του ’60, καταλήγει στη σύγχρονη εποχή και συγκεκριμένα στην περίοδο της προεδρίας Ομπάμα οπότε και εκδόθηκε (2012).

10.75

Συλλογικό

Πανεπιστημιακοί, ιστορικοί τέχνης, καλλιτέχνες και άνθρωποι των γραμμάτων, οι συγγραφείς του εν λόγω τόμου τον οποίο επιμελήθηκαν οι Έλενα Μαραγκού-Θεοδώρα Τσιμπούκη γράφουν για τη «Χώρα της Ελευθερίας» και διερευνούν τις επιρροές και τους τρόπους πρόσληψης, επεξεργασίας και μετουσίωσης της αμερικανικής κουλτούρας στη χώρα μας από την εποχή της Ανεξαρτησίας μέχρι την αυγή του 21ου αιώνα στην πολιτική, τον πολιτισμό, τη διανόηση, τη λογοτεχνία, τη μουσική, τις καλές τέχνες, την ενημέρωση, την ψυχαγωγία, το καθημερινό λεξιλόγιο κ.λπ. Πολυδιάστατο έργο και ταυτόχρονα σημαντική πηγή.

17.93

Πάολα Ψαρρού

Οι γαστρονομικές συνήθειες των μοναστηριών είναι από μόνες τους ένα τεράστιο κεφάλαιο στον τομέα της γεύσης. Πέρα από τον πλούτο των συνταγών, είναι πάντα ένα μεγάλο μάθημα απλότητας και οικονομίας. Το βιβλίο αυτό είναι μία από τις καλύτερες έρευνες των τελευταίων χρόνων και απολαυστικό στην ανάγνωσή του.

13.00