Βλέπετε 316–330 από 1594 αποτελέσματα

Βιβλία

Κωνσταντίνος Καψάσκης

Η βρετανική εμπλοκή στην Ελλάδα τη δεκαετία του 1940 δεν ήταν ούτε μια ηρωική πράξη υπεράσπισης της ελευθερίας των Ελλήνων ούτε μια σκοτεινή συνωμοσία για την καταστολή της. Οι βρετανικές υπηρεσίες πληροφοριών καθοδηγούνταν από το Φόρεϊν Όφις στην εφαρμογή μιας πολιτικής που σε όλη αυτή την περίοδο παρέμεινε πολύ πιο σταθερή απ’ ό,τι εκ πρώτης όψεως φαίνεται: υπερασπιζόμενη τα βρετανικά γεωστρατηγικά συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο, επεδίωκε να διατηρήσει ένα πολιτικό σύστημα διαβρωμένο από τις δεκαετίες του Εθνικού Διχασμού, τόσο με την υποστήριξη του βασιλιά και της εξόριστης κυβέρνησής του όσο και με την ανάσχεση της κομμουνιστικής αριστεράς και της λαϊκής υποστήριξής της στη χώρα.

Αξιοποιώντας σε βάθος βρετανικά, αμερικανικά και ελληνικά αρχεία, πολλά εκ των οποίων έγιναν προσφάτως διαθέσιμα στους ερευνητές, το βιβλίο εξετάζει την επιρροή και τον μεταλλασσόμενο ρόλο των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών –και ειδικότερα της SOE– στην Ελλάδα: την ενίσχυση που πρόσφεραν αρχικά στην Aντίσταση με επιχειρήσεις υποβοηθητικές της βρετανικής πολεμικής προσπάθειας· την παρεμβολή τους, στη συνέχεια, στις εσωτερικές αντιπαραθέσεις του αντάρτικου, παράλληλα με την άσκηση κρίσιμου πολιτικού και διπλωματικού ρόλου· τέλος, την κατάρρευση της συνεννόησής τους με το ΕΑΜ και τη μεγαλύτερη ή μικρότερη ανάμειξή τους στις εξελίξεις που οδήγησαν στον Εμφύλιο (ζήτημα που ακόμα διχάζει την επιστημονική κοινότητα και την κοινή γνώμη). Όπως τεκμηριώνει η μελέτη, όσο το ΕΑΜ γινόταν πιο ανεξέλεγκτο, τόσο οι προσπάθειες των Βρετανών να το διαβρώσουν φαίνονταν πιο απελπισμένες. Είτε επρόκειτο για τους πρώτους μήνες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου είτε για την ανοιχτή σύγκρουση των Δεκεμβριανών και τα μεθεόρτιά της, οι πολιτικές οδηγίες και οι μέθοδοι που ακολουθούσαν οι υπηρεσίες πληροφοριών παρέμειναν οι ίδιες· εφαρμόζονταν όμως όλο και πιο εντατικά και κυνικά, παρά τις όποιες διαφωνίες και ανεξάρτητα από τις τραγικές τους συνέπειες.

19.93

Ξένη λογοτεχνία

Μάρτυς!

Κάβε Ακμπάρ

Πνευματώδης, αστεία και εντελώς πρωτότυπη, η πρώτη πεζογραφική εμφάνιση του Kaveh Akbar, γνωστού για τα ποιήματά του στους Νew Yorker και NY Times, προαναγγέλλει την άφιξη μιας σημαντικής νέας φωνής στη σύγχρονη μυθοπλασία.

Ο ορφανός Σάιρους Σαμς, γιος Ιρανών μεταναστών που απεξαρτήθηκε πρόσφατα από τα ναρκωτικά και το αλκοόλ, καθοδηγούμενος από φωνές καλλιτεχνών, νεκρών ποιητών και βασιλιάδων, αναζητά το νόημα της ζωής και, κυρίως, του θανάτου. Η εμμονή του με τους μάρτυρες και την ιδέα της αυτοθυσίας τον οδηγεί στα ίχνη της σκοτωμένης μητέρας του, ενός θείου που διέσχιζε ως άγγελος παρηγορητής τα πεδία μάχης του Ιράν, αλλά και σε μια καλλιτέχνιδα που ζει τις τελευταίες μέρες της στο Μουσείο του Μπρούκλιν. Ώσπου η ανακάλυψη ενός παλαιότερου πίνακά της θα τον φέρει αντιμέτωπο με το οικογενειακό του παρελθόν και τα αναπάντεχα μυστικά του.

Ένας παιάνας για το πώς διανύουμε τη ζωή μας αναζητώντας νόημα στην πίστη, στην τέχνη, στον εαυτό μας και στους άλλους.

22.00

Χρήστος Σωτηρόπουλος

Όπως πολλοί που γεννήθηκαν στο απόγειο της αστυφιλίας (δεκαετία ’80) έτσι και εγώ άφησα το χωριό μου για να δημιουργήσω τη δικη μου ζωή και οικογένεια σε αστικό κέντρο. Όσο περνούσαν τα χρόνια όλο και πιο πολύ απομακρυνόμουν από τις σχέσεις και τις αναμνήσεις που είχα δημιουργήσει με το μέρος που γεννήθηκα. Μετά τη γέννηση του παιδιού μου, αρκετές εκδρομές του σαββατοκύριακου αφορούσαν  οργανωμένες δραστηριότητες στη φύση (ράντσα, ζωολογικοί και βοτανικοί κήποι, οργανωμένα κάμπινγκ και περίπατοι). Ο ενθουσιασμός και η φαντασία που επιστράτευε για να συνδιαλλαγεί με τη φύση ενεργοποίησαν τις δικές μου αναμνήσεις. Ο γιος μου έκανε τα ίδια πράγματα που έκανα και εγώ μικρός. Μόνο που εμένα τότε ήταν μέρος της καθημερινότητας μου ενώ για το γιο μου ήταν μέρος μια πολιτιστικής κουλτούρας προς κατανάλωση. Το ίδιο παρατήρησα ότι ίσχυε και για γονείς που σε αντίθεση με εμένα είχαν μεγαλώσει σε πόλεις. Κατάλαβα λοιπόν ότι ένα μέρος του ευατού μου ήταν πάντα αφοσιωμένο στο μέρος που μεγάλωσα, στην ελληνική επαρχία. Το σώμα μου ξαναθυμήθηκε να περπατάει σε δυσπρόσιτα μονοπάτια, να μυρίζει υγρασία  από χώμα φυτεμένο με ελιές και αγριόχορτα, να αναπνέει το καυτό φιλτραρισμένο από φύλλα πλατάνου αέρα του καλοκαιρινού μεσημεριού. Συνειδητοποίησα ότι είχα μάθει να μιλάω και να κατανοώ συμπεριφορές  ανθρώπων πολύ διαφορετικών από εκείνων που αποτελούσαν τη καθημερινότητά μου στη πόλη. Ανθρώπων που τη φαντασία και τη προσωπικότητα την είχε πλάσει ο ίδιος ο τόπος σμιλευμένος τόσο από τους μύθους όσο και από τη σύγχρονη ελληνική ιστορία. Αποφάσισα λοιπόν το σεβασμό μου για την ελληνική επαρχία να τον μετατρέψω σε φωτογραφικό βιβλίο που αποφεύγει στερεοτυπικές αναπαραστάσεις της και προσπαθεί να αναδείξει τη πολυπλοκότητα και τις ιδιαιτερότητές της μέσα από τη συμβίωση των ανθρώπων της με τη φύση. Διότι για εμένα η ελληνική επαρχία δεν είναι απλά το μέρος που μεγάλωσα. Είναι το μέρος που ωρίμασα και έμαθα πως να ζω την ενήλικη ζωή μου.

 

35.00

Γιάννης Ξανθούλης

«Θα έπρεπε να γράψετε ένα βιβλίο για τη μαμά». Κουβέντα από την Τζωρτίνα στα γενέθλια της Μαρινέλλας, πριν από χρόνια.

Το άκουσα, το ξέχασα. Δεν το πήρα αψήφιστα, αλλά ήξερα πως είμαι ακατάλληλος για βιογράφος, εξαιτίας του ύφους που γράφω. Καλώς ή κακώς.

Από αλλού ξεκινώ και αλλού βρίσκομαι, παρεμβαίνει το θυμικό μου, νευριάζω με τους ήρωές μου, κάνω αυτά που κάνω, ώστε να μη συμπεριλαμβάνομαι στους τρέχοντες κολοσσούς της λογοτεχνίας.

Δεν παραληρώ για τα αποδεκτά «πολιτικώς ορθά» και de facto απυρόβλητα μείζονα θέματα.

Με τέτοιον χαρακτήρα πώς να αναλάβω μια Μαρινέλλα, με την οποία ναι μεν μας συνδέουν μερικές ενδιαφέρουσες δεκαετίες, αλλά δεν θα μου προέκυπταν φωτοστέφανα και θαυμαστικές κορόνες για τον μελωδικό κόσμο της νύχτας.

«Ξέρετε, εγώ…». Έφερνα αντιρρήσεις, ξέροντας τον χαρακτήρα μου. Η άλλη πλευρά επέμενε: «Κάνετε λάθος…». «Μα είμαι ολόκληρος ένα κινούμενο λάθος», απαντούσα. Τελικά, ο βιογράφος «εάλω»…
«Εσύ με ξέρεις» ― η Μαρινέλλα.
«Εγώ σ’ αγαπώ, αλλά φοβάμαι ότι εσύ δεν με ξέρεις», απαντούσα.

Τσούλησε ένα διάστημα με «σε ξέρω», «δεν με ξέρεις», ώσπου να το πάρουμε απόφαση και να ξεκινήσουν τα μεσημεριανά συμπόσια εις μνήμην του Πλάτωνα και άλλων συγγενών ανάλογων συμποσιακών εμπειριών.

Έτσι προχωρήσαμε, φωτίζοντας με μεσημβρινό φως νύχτες ή και μέρες μιας ζωής από χώμα, φωνή, έρωτα, μόχθο και πολλή αγάπη. Κι έγινε ένα βιβλίο που, χωρίς να είναι a priori βιογραφία, άρχισε να μοιάζει με μυθιστόρημα δικό μου.
Γ. Ξ.

18.80

Ξένη λογοτεχνία

Η ζωή με το δικό σου φως

Αμπντελά Ταϊά

Τρεις στιγμές από τη ζωή της Μαλίκα, μιας γυναίκας από αγροτική περιοχή του Μαρόκου. Από το 1954 ως το 1999. Από την εποχή της γαλλικής αποικιοκρατίας μέχρι τον θάνατο του βασιλιά Χασάν Β’.

Οι Γάλλοι έστειλαν τον πρώτο της άντρα να πολεμήσει στην Ινδοκίνα.

Στη δεκαετία του 60, ζει στο Ραμπάτ και κάνει τα πάντα για να εμποδίσει την κόρη της, τη Χαντίτζα, να γίνει υπηρέτρια στη βίλα μιας πλούσιας Γαλλίδας, της Μονίκ.
Την παραμονή του θανάτου του Χασάν Β’, ένας νεαρός ομοφυλόφιλος κλέφτης, ο Τζάφαρ, μπαίνει στο σπίτι της και είναι έτοιμος να τη σκοτώσει.

Σ’ αυτές τις σελίδες μιλάει η Μαλίκα. Από την αρχή ως το τέλος. Αφηγείται με πάθος τις στρατηγικές της για να γλιτώσει από τις αδικίες της Ιστορίας. Για να επιβιώσει. Να κερδίσει μια μικρή θέση στον κόσμο.

Η Μαλίκα είναι η μητέρα μου: η Μ’Μπαρκά Αλλαλί Ταϊά (1930-2010). Αυτό το βιβλίο είναι αφιερωμένο σ’ εκείνη.

16.00

Ξένη λογοτεχνία

Το μαγικό βουνό

Τόμας Μαν

Το αριστούργημα του νομπελίστα Thomas Mann, ένα από τα σημαντικότερα έργα του 20ού αιώνα, διερευνά τη γοητεία και τον εκφυλισμό των ιδεών σε μια εσωστρεφή κοινότητα τις παραμονές του Μεγάλου Πολέμου. Η υπόθεση είναι φαινομενικά απλή. Ο νεαρός μηχανικός από το Αμβούργο Χανς Κάστορπ επισκέπτεται το σανατόριο Μπέργκχοφ της Ελβετίας για να δει τον ξάδερφό του. Μια μικρή αδιαθεσία και ένας παρατεταμένος πυρετός οδηγούν το γιατρό του σανατορίου, αυλικό σύμβουλο Μπέρενς, να του προτείνει να παρατείνει την παραμονή του. Τελικά ο Χανς Κάστορπ αποφασίζει να μείνει στο σανατόριο για τρεις βδομάδες. Μόνο που οι τρεις βδομάδες, χωρίς να το καταλάβει, μετατρέπονται σε επτά χρόνια, καθώς ο Χανς ερωτεύεται και μεθά από τις ιδέες που ακούει να συζητιούνται εκεί.

Η επετειακή συλλεκτική έκδοση για τα 100 χρόνια από την πρώτη κυκλοφορία του ορόσημου της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Με χαρακτικό του Μιχάλη Αρφαρά και επίμετρο της A.S. Byatt.

26.60

Ξένη λογοτεχνία

Ρομπέρτο Τσούκκο

Μπερνάρ-Μαρί Κολτές

“Το όνομά του ήταν Roberto Zucco: είχε σκοτώσει τους γονείς του σε ηλικία δεκαπέντε ετών, έπειτα “λογικεύτηκε” πάλι ώς τα εικοσιπέντε του, απότομα για άλλη μια φορά “εκτροχιάζεται”, σκοτώνει έναν αστυνομικό, επί πολλούς μήνες επιδίδεται σε πράξεις βίας, με συλλήψεις ομήρων, φόνους, εξαφανίσεις μέσα στη φύση, χωρίς κανείς να ξέρει ποιος ήταν ακριβώς ο δράστης.

Μετά, ύστερα από την παράσταση που έδωσε πάνω στις στέγες των φυλακών, κλείνεται στο ψυχιατρικό νοσοκομείο και αυτοκτονεί με τον ίδιο τρόπο που είχε σκοτώσει τον πατέρα του. Μια απίστευτη διαδρομή, ένα μυθικό πρόσωπο, ένας ήρωας σαν τον Σαμψών ή τον Γολιάθ, τέρατα δυνάμεων, που τελικά σωριάζεται καταγής από ένα πετραδάκι ή από μια γυναίκα είναι η πρώτη φορά που εμπνέομαι απ’ αυτό που ονομάζουμε γεγονός του αστυνομικού δελτίου όμως αυτό εδώ δεν είναι τέτοιο γεγονός”.

12.32

Χάρης Βλαβιανός

«Στον Καναδά, όταν πηγαίνεις για κολύµπι στα δάση, τα νερά είναι τροµερά παγωµένα. Το ξεκίνηµα ενός βιβλίου λοιπόν είναι κάτι αντίστοιχο. Αναρωτιέσαι: Να µπω µέσα; Όχι; Μήπως; Όχι; Ο µόνος τρόπος να το κάνεις είναι να πάρεις φόρα και να βουτήξεις ουρλιάζοντας. Παίρνω φόρα και βουτάω στην ιστορία µου ουρλιάζοντας, γιατί διαφορετικά δε θα φτάσω ποτέ εκεί».

Η Μάργκαρετ Άτγουντ συζητά µε τον Χάρη Βλαβιανό για το πώς γράφει, αλλά και για την αρχαία ελληνική µυθολογία ως πηγή έµπνευσης, τη διάκριση δηµοκρατίας και τυραννίας, την πολιτική την εποχή της εικόνας, το ενδεχόµενο να επανεκλεγεί ο Τραµπ στις ΗΠΑ. Μιλά, µεταξύ άλλων, για τη γραφή ως πράξη αισιοδοξίας, τα βιβλία που τη διαµόρφωσαν και τη «βιβλιοθήκη του µέλλοντος», τον σύγχρονο φεµινισµό και το αν κινδυνεύει η λογοτεχνία από την τεχνητή νοηµοσύνη.

H φωτογραφία του εξωφύλλου είναι του Νίκου Κοκκαλιά.

7.70

Ελληνική λογοτεχνία

Έρωτας στον καιρό της ειρωνίας

Αγγέλα Καστρινάκη

Έντονα πάθη και ακραία αισθήματα -έρωτας, ζήλια, θλίψη, τάση για αυτοκτονία- διασταυρώνονται, στο μυθιστόρημα της Αγγέλας Καστρινακη, με μια προσπάθεια κατανόησης του εαυτού και των άλλων μέσα από τη λογική ανάλυση. Σχέσεις στήνονται και σχέσεις διαλύονται. Πρόσωπα διεκδικούν την ευτυχία τους και άλλα προσπαθούν να αντέξουν τις διαψεύσεις. Συμβαίνει και στις καλύτερες οικογένειες και στις πιο τακτοποιημένες ζωές. Κάποια στιγμή κυριαρχεί ο δαίμονας του έρωτα και της ανατροπής κι άλλοτε πάλι ξεπροβάλλει ο δαίμονας της ειρωνείας, αυτός που μας κάνει να βλέπουμε και την κωμική όψη των πραγμάτων σχετικοποιώντας όλα τα αισθήματα.

Ένα μυθιστόρημα που σκέπτεται για τις ανθρώπινες σχέσεις, ενώ ταυτόχρονα σκέπτεται και για το ίδιο το μυθιστόρημα. Η Αγγέλα Καστρινάκη συνομιλεί με προηγούμενα έργα που έχουν ως θέμα τους την «απιστία» (τις “Εκλεκτικές συγγένειες” του Γκαίτε, τις “Αναμνήσεις” της Πηνελόπης Δέλτα κ.ά.) και δείχνει πως κάτι μένει ίδιο και κάτι έχει αλλάξει στην εποχή μας.

Συγκινητικό αλλά και με υποδόριο χιούμορ, το μυθιστόρημα της Καστρινακη επιδιώκει να φτάσει στον βυθό των αισθημάτων και να τα εκφράσει με μια γλώσσα ταυτόχρονα δροσερή και καλλιεργημένη.

15.80

Βιογραφία - Μαρτυρίες

Όλα για την αγάπη

Μπελλ Χουκς

Τι είναι αγάπη;

Στην πατριαρχία η αγάπη εξισώνεται με τη φευγαλέα έλξη ή την απλή τρυφερότητα. Για την bell hooks όμως η αγάπη δεν είναι μόνο ένα συναίσθημα: είναι ένας τρόπος να πράττουμε και να υπάρχουμε. Με εργαλεία της το φύλο, τη φυλή και την τάξη, η φεμινίστρια συγγραφέας αποδομεί τους μύθους της σύγχρονης κοινωνίας γύρω από την αγάπη και τον έρωτα, διεκδικώντας νέους ορισμούς και παρουσιάζοντας μια καινούργια οπτική που θα οδηγήσει σε μια πιο δίκαιη κοινωνία.

Αντλώντας στοιχεία από την ηθική φιλοσοφία, τη θρησκεία και την ψυχολογία, η bell hooks ασκεί κριτική στον δηκτικό κυνισμό που περιβάλλει τον δημόσιο λόγο σχετικά με την αγάπη. Στόχος της είναι να αποκαταστήσει το δημόσιο πρόσωπο της αγάπης, μιλώντας με λόγια απλά και κατανοητά, και πάντοτε από μια φεμινιστική σκοπιά.

17.70

Ξένη λογοτεχνία

Ας πούμε πως είμαι εγώ

Βερόνικα Ράιμο

Η Βερόνικα μεγαλώνει στη Ρώμη, στα τέλη του 20ού αιώνα και στις αρχές του 21ου. Ή μάλλον, προσπαθεί να μεγαλώσει, διότι δεν έχει ιδέα πώς γίνεται αυτή η δουλειά. Η οικογένειά της είναι μια συνηθισμένη ιταλική οικογένεια, δηλαδή ένα κουβάρι από νευρώσεις, μονομανίες και άγχη. Οι σχέσεις της με τους άντρες είναι άστατες και χαοτικές – κάπως σαν τη σχέση της με την ίδια την πραγματικότητα.

Σήμερα, μεγάλη πια, η συγγραφέας Βερόνικα Ράιμο αναλογίζεται πώς έφτασε ώς εδώ, και το κάνει με τον μόνο τρόπο που είναι στ’ αλήθεια εφικτός: με μια διαβρωτική και ξεκαρδιστική, σαρκαστική αλλά και τρυφερή παλινδρόμηση ανάμεσα στις αμφίβολες αλήθειες και τα μισά ψέματα με τα οποία κατασκευάζουμε τον εαυτό μας.

Το βιβλίο κέρδισε το βραβείο Strega Νέων Συγγραφέων και ήταν υποψήφιο για το Διεθνές Βραβείο Booker 2024.

18.00

Σούζαν Σόνταγκ

Η Σούζαν Σόνταγκ δεν υπήρξε μονάχα μια από τις πιο πρωτότυπες και επιδραστικές φωνές των αμερικανικών γραμμάτων, αλλά και μια από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες του εικοστού αιώνα. Στον ανά χείρας τόμο συγκεντρώνονται για πρώτη φορά ορισμένα από τα πιο διεισδυτικά της άρθρα και δοκίμια, κείμενα παθιασμένα και αιρετικά, για τα μείζονα ζητήματα που απασχολούν τη σύγχρονη γυναίκα: την ομορφιά, τα γηρατειά, τη χειραφέτηση, τη σεξουαλικότητα, την αντίστασή της στην εξουσία της πατριαρχίας, και γενικότερα τη θέση της σε έναν κόσμο διαρκώς μεταβαλλόμενο και με ελάχιστες σταθερές.

Με τα άρθρα και τα δοκίμιά της, η Σόνταγκ «προσφέρει τροφή για σκέψη που χορταίνει ακόμα και τους πιο απαιτητικούς αναγνώστες» (The Times). Συγγραφέας, φιλόσοφος, δημοσιογράφος, ακτιβίστρια, η Σούζαν Σόνταγκ (Νέα Υόρκη, 1933-2004) δίδαξε σε διάσημα πανεπιστήμια και είχε πλούσιο συγγραφικό και καλλιτεχνικό έργο

17.00

Λεωνίδας Μοίρας

Η Μεγάλη Ιδέα, δηλαδή ο εθνικισµός και οι αλυτρωτικές φιλοδοξίες του ελληνικού κράτους, οι «µεταµορφώσεις» του ιδεολογικού αυτού φαινοµένου και η εργαλειοποίησή του στο πλαίσιο της προσπάθειας οικοδόµησης έθνους-κράτους κατά το δεύτερο µισό του 19ου αιώνα, αποτέλεσε το αντικείµενο αρκετών αξιόλογων µελετών. Ωστόσο καµιά από τις σχετικές έρευνες δεν πραγµατεύεται τις οθωµανικές προσλήψεις του ελληνικού αλυτρωτισµού. Το συγκεκριµένο κενό αποτέλεσε την αφορµή για τη µελέτη της περιβόητης Μεγάλης Ιδέας από την πλευρά των Οθωµανών.

Το βιβλίο στόχο έχει να παρουσιάσει πώς ο σουλτάνος, η γραφειοκρατική ελίτ της Υψηλής Πύλης και η οθωµανική διανόηση αντιλήφθηκαν τον ελληνικό αλυτρωτισµό και να αναδείξει τις προσπάθειες που κατέβαλλαν οι Οθωµανοί σε στρατιωτικό, πολιτικό, ιδεολογικό και διπλωµατικό επίπεδο, ώστε να παρεµποδίσουν τη διάχυση του ελληνικού εθνικισµού στους ορθόδοξους υπηκόους της αυτοκρατορίας. Η µελέτη καλύπτει την περίοδο 1839-1869 και η σύνθεσή της βασίστηκε στη γόνιµη αξιοποίηση ελληνικών και οθωµανικών πηγών, προκειµένου να αποφευχθεί η αναπαραγωγή αναχρονιστικών στερεοτύπων και εθνοκεντρικών αφηγήσεων.

15.90

Ξένη λογοτεχνία

Ο ανιψιός του Ραμώ

Ντενί Ντιντερό

Σε ένα παρισινό καφέ ο φιλόσοφος συναντά έναν περίεργο και αντιφατικό άνθρωπο, που τίποτα δεν του μοιάζει λιγότερο απ’ ό,τι ο ίδιος του ο εαυτός. Ο διάλογος που ανοίγει μεταξύ τους, με την απαράμιλλη χάρη, το ανάλαφρο χιούμορ και την ευφυΐα του Ντιντερό, διευρύνεται σταδιακά για να καλύψει όλα τα κεντρικά θέματα της νεωτερικότητας: την αρετή και τη γνώση, τον έρωτα και το χρήμα, την ιδιοφυΐα και την πίστη, την πολιτική και την τέχνη. Το χάσμα ανάμεσα στις δύο εκδοχές του εαυτού που σκηνοθετεί ο Ντιντερό, η πρωταρχική σχάση του εγώ σε δύο διακριτές αλλά και ενίοτε συμπληρωματικές θέσεις, αποτελεί μια κομβική στιγμή στην ιστορία του πνεύματος, μια στιγμή ρήξης, μια βόμβα, όπως τη χαρακτήρισε ο Γκαίτε, τα θραύσματα της οποίας διασπείρονται σε όλο το πεδίο της λογοτεχνίας μέχρι και σήμερα.

15.49

Αντρές Μοντέρο

Ένας άντρας ξεκινά μέσα στη νύχτα για το αεροδρόμιο για να παραλάβει έναν συνεργάτη, ξεστρατίζει και το αυτοκίνητό του μένει στη μέση του πουθενά, στην ύπαιθρο της Χιλής. Περπατώντας μέσα στη βροχή, φτάνει στάζοντας στο μόνο σπίτι που έχει τα φώτα αναμμένα. Κι όταν του ανοίξουν την πόρτα, βρίσκεται μπροστά σε κάτι που δεν περιμένει…

Έτσι ξεκινά μια αθέλητη απόδραση από την καθημερινότητα που οδηγεί σε έναν αναχρονιστικό, άγνωστο κόσμο. Το κτήμα Λας Νάλκας, τα αφεντικά και τα παιδιά τους, ψαράδες, ληστές και γέροι που φυλάνε μυστικά μέχρι να πεθάνουν, πλούσιοι και φτωχοί, τεράστιες αντιθέσεις και μια ύπαιθρος που διατηρεί ολοζώντανη τη μυθολογία της…

Έξι ιστορίες που πηγάζουν από τη μεγάλη προφορική παράδοση της Χιλής ενώνονται σ’ έναν παράξενο μύθο που κυλά ρευστός, χωρίς περιορισμούς, αλλά με νόημα μοναδικό. Ένα ονειρικό, απρόβλεπτο βιβλίο, όπου το μόνο σίγουρο είναι ο θάνατος που, όπως η βροχή, θα έρχεται πάντα.

Ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο:
Βγήκα από το αυτοκίνητο παρά τη βροχή. Να υπήρχε κάποιο βενζινάδικο εδώ στου διαόλου το κονάκι; Η επιστροφή με τα πόδια σ’ εκείνο που βρισκόταν στον αυτοκινητόδρομο θα μπορούσε να μου πάρει δυο ώρες, αν δεν μ’ έτρωγαν τα σκυλιά. Εφόσον απουσίαζε οποιοδήποτε σχέδιο δράσης, περπάτησα στην αντίθετη κατεύθυνση, προς την ακτή, δίχως να νοιαστώ να κλειδώσω το αυτοκίνητο.

Δεν με απασχόλησε καν να το παρκάρω στην άκρη του δρόμου, ώστε να αφήσω χώρο για την απίθανη περίπτωση να περάσει κάποιο άλλο χαμένο όχημα. Δεν ακουγόταν άλλο από τη βροχή και τα βήματά μου, και κάπου κάπου το τραγούδι ενός πουλιού που δεν έβρισκε τη φωλιά του. Ένιωθα την απόλυτη ανάγκη να βρεθώ σε άλλο μέρος, να έχω άλλο παρελθόν και άλλο μέλλον, να είμαι άλλος, κάποιος περισσότερος, κάτι περισσότερο. Και πάνω απ’ όλα δεν ήθελα να εξακολουθώ να βρέχομαι.

12.20