Βλέπετε 361–375 από 626 αποτελέσματα

Ξένη λογοτεχνία

Όιγκεν Ρούγκε

Ένα πολυβραβευμένο μυθιστόρημα που διασχίζει τις αβύσσους του εικοστού αιώνα, μας ταξιδεύει στο Μεξικό, τη Σιβηρία και τη νεοσύστατη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας.

Ένα εκπληκτικό πανόραμα της σύγχρονης Ιστορίας αναπτύσσεται μπροστά στον αναγνώστη μέσα από την ιστορία μίας οικογένειας, δοσμένη με ανθρωπιά, ακρίβεια και χιούμορ.

Η πολυτάραχη ιστορία μιας οικογένειας από την Ανατολική Γερμανία που εκτείνεται από τα χρόνια της εξορίας των μελών της τη δεκαετία του 1940 έως την περίοδο της Πτώσης του Τείχους το 1989 και την πιο σύγχρονη εποχή. Στο επίκεντρο βρίσκονται τρεις γενιές: οι παππούδες, αμετανόητοι κομμουνιστές, επιστρέφουν στη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας από την εξορία τους στο Μεξικό για να συνεισφέρουν στην ανοικοδόμηση του νέου κράτους. Ο γιος τους, που μετανάστευσε στη Μόσχα σε νεαρή ηλικία και εκτοπίστηκε σε στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας στη Σιβηρία, επιστρέφει και εκείνος με τη Ρωσίδα γυναίκα του σε μια μικροαστική κοινωνία που πιστεύει ότι μπορεί να αλλάξει.

Ωστόσο ο εγγονός νιώθει να ασφυκτιά ολοένα και περισσότερο στην πατρίδα που επέλεξαν οι παππούδες και οι γονείς του – και τότε, την ημέρα των ενενηκοστών γενεθλίων του παππού του, αποφασίζει να φύγει προς τη Δύση. Η λάμψη της πολιτικής ουτοπίας μοιάζει να σβήνει από γενιά σε γενιά… τις μέρες που λιγόστευε το φως.

16.92

Λέα Ούπι

Η Λέα μεγαλώνει στην Αλβανία στα τέλη της δεκαετίας του ’80, μια χώρα όπου η κρατική ιδεολογία έχει επισήμως αντικαταστήσει τη θρησκεία. Εκείνα τα χρόνια ήταν ακόμη σχεδόν αδύνατον είτε να πας είτε να φύγεις από την Αλβανία. Ήταν ένα μέρος με ατελείωτες ουρές και ελλείψεις στα μαγαζιά, με πολιτικές εκτελέσεις και παντοδύναμη μυστική αστυνομία. Για τη Λέα, ήταν το σπίτι της και η ασφάλειά της. Οι άνθρωποι ήταν ίσοι, οι γείτονες βοηθούσαν ο ένας τον άλλον και τα παιδιά μεγαλώνοντας θα οικοδομούσαν έναν καλύτερο κόσμο. Υπήρχε κοινός σκοπός και ελπίδα. Και τότε, τον Δεκέμβριο του 1990, έναν χρόνο μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, όλα άλλαξαν, εν μιά νυκτί σχεδόν. Τα αγάλματα του Στάλιν και του Χότζα γκρεμίστηκαν. Μπορούσες να ψηφίζεις ελεύθερα, να φοράς ό,τι θέλεις, δεν φοβόσουν πια μήπως σε ακούσει κάποιο αδιάκριτο αυτί. Όμως εργοστάσια έκλειναν, δουλειές χάνονταν και ολόκληρες οικογένειες έφευγαν, κατά χιλιάδες, για την Ιταλία και την Ελλάδα, επιθετικά συστήματα πυραμίδας κυριάρχησαν, δίπλα στο οργανωμένο έγκλημα και τη σωματεμπορία. Ο πατέρας της αναγκάστηκε, παρά τις αριστερές του πεποιθήσεις, να κάνει απολύσεις, η μητέρα της εξελίχθηκε σε συντηρητική πολιτικό στο πρότυπο της Μάργκαρετ Θάτσερ.

Η Ούπι συνδυάζει το προσωπικό και το πολιτικό, τη λογοτεχνία με την πολιτική θεωρία, σ’ ένα σπουδαίο βιβλίο. Είναι η ιστορία ενός παιδιού που μεγάλωσε κυριολεκτικά ανάμεσα σε δύο κόσμους, είναι το βιβλίο ενός ανθρώπου που βρέθηκε απέναντι στο Τέλος της Ιστορίας, και που αναρωτιέται σήμερα για το νόημα της λέξης.

16.92

Ξένη λογοτεχνία

Κόκκινη μεταξωτή κορδέλα

Λούσυ Άντλινγκτον

Σε κάποια άλλη ζωή μπορεί να ήμασταν φίλες.

Μα βρισκόμασταν στο Μπέρτσγουντ…

Μου άρεσε να ράβω όμορφα μεταξωτά φορέματα με δαντέλες. Όταν η γιαγιά μου άνοιγε το καπάκι της ραπτομηχανής και έβλεπα στη σειρά τα μασούρια με τις πράσινες, κίτρινες, κόκκινες, γκρίζες, λευκές και ροζ κλωστές ονειρευόμουν πως μεγαλώνοντας θα είχα το δικό μου εργαστήριο. Τότε πιστεύαμε πως ο πόλεμος ήταν κάτι που συνέβαινε κάπου αλλού· ήρθε όμως στην πόλη μας και μας άρπαξε. Στοίβαξε χιλιάδες ανθρώπους σε τούτο το μέρος και, μαζί με μένα, τη Ρόουζ, τη Μάρτα και την Κάρλα.

Πάνω από τους φράχτες με το αγκαθωτό συρματόπλεγμα, ο ήλιος δεν ξεχώριζε στο γκρίζο. Στοιχιζόμασταν σε σειρές των πέντε, όλες με ριγέ στολή, και μετά τρέχαμε στο ατελιέ ραπτικής του στρατοπέδου. Εκεί, ανάμεσα στα πανάκριβα υφάσματα και στις απαιτητικές κυρίες των αξιωματικών, μέρα με τη μέρα ψαλιδίζονταν οι ελπίδες μας.

Εκείνο το πρωινό είχα δέσει κρυφά την κόκκινη μεταξωτή κορδέλα γύρω από τον λαιμό μου. Και για πρώτη φορά από τότε που βρέθηκα στο Μπέρτσγουντ ένιωσα πραγματικός άνθρωπος.

Έλλα, 1944

11.97

Γιτσχάκ Κάτσνελσον

Το «Άσμα του σφαγιασμένου εβραϊκού λαού» είναι το σημαντικότερο επικό ποίημα που γράφτηκε στην περίοδο της θανάτωσης των Εβραίων της Ευρώπης. Η σύνθεσή του ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 1943. Χειρόγραφες μεταγραφές του διασώθηκαν μυθιστορηματικά, σε μπουκάλια θαμμένα στο πάρκο της πόλης Βιττέλ ή στο χερούλι μιας βαλίτσας. Λίγους μήνες αργότερα, στο Άουσβιτς, ο ποιητής, μαζί με τον μεγάλο του γιο Τσβι, θα ακολουθήσουν την τραγική μοίρα του λαού τους στα χρόνια του ναζισμού. Είχε προηγηθεί ο χαμός της συζύγου του Χάνα και των δύο μικρότερων γιών του, Μπένσιον και Γιόμελε.

Η ανείπωτη τραγωδία, οικογενειακή και συλλογική ταυτόχρονα, ερημώνει εσωτερικά τον ποιητή. Έχοντας πλήρη επίγνωση, προσπαθεί να αρθρώσει λόγο για όσα βιώνει και συγχρόνως νιώθει την υποχρέωση να σιωπήσει. Ο Κατσνέλσον εξεγείρεται. Πώς μπορεί ο Θεός να συνυπάρχει με την Τρεμπλίνκα; Όμως και μια ζωή δίχως Θεό μοιάζει αβίωτη. Το ρίγος που διαπερνά τον αναγνώστη του άσματος ενεργοποιείται όχι από την αισθητική, αλλά από την άμεση επαφή του με τη φρίκη.

12.15

Ξένη λογοτεχνία

Κάτι έχω να σας πω

Χανίφ Κιουρεϊσι

Το Κάτι έχω να σας πω παρακολουθεί την πορεία ενός επιτυχημένου ψυχαναλυτή που, στις αρχές του βιβλίου, συλλογίζεται τα χρόνια της ενηλικίωσής του στα προάστια του Λονδίνου, τη δεκαετία του 1970, τον πρώτο του έρωτα (σχέση που εξακολουθεί να τον στοιχειώνει) και μία βάναυση πράξη βίας από την οποία δεν μπόρεσε ποτέ να ξεφύγει. Το μυθιστόρημα καταγράφει με εξαιρετικό τρόπο την αίσθηση σεξουαλικής ελευθερίας και την ευφορία της κουλτούρας των ναρκωτικών εκείνης της δεκαετίας – όπως και τη βίαιη αντιπαράθεση ανάμεσα στις δυνάμεις της εργασίας και του κεφαλαίου. Τα γεγονότα εκείνης της περιόδου αποτελούν παραστατικό φόντο στα δραματικά γεγονότα που θα συμβούν τριάντα χρόνια αργότερα καθώς οι πρωταγωνιστές αντιμετωπίζουν τη φθορά της μέσης ηλικίας, με τα νεανικά τους τραύματα να μην έχουν επουλωθεί. Κάποιες στιγμές κωμικό, κάποιες άλλες επίπονα τρυφερό, το μυθιστόρημα ασχολείται με τις σχέσεις αντρών και γυναικών, γονέων και παιδιών. Με ακλόνητη επιδεξιότητα ο Κιουρέισι έχει δημιουργήσει μια αξιομνημόνευτη ομάδα αναγνωρίσιμων χαρακτήρων, που όλοι τους παλεύουν με τα όριά τους ως ανθρώπινα όντα, κυνηγημένοι από το παρελθόν, ώσπου βρίσκουν την εσωτερική δύναμη να συγχωρήσουν – τον εαυτό τους κυρίως.

21.20

Έντγκαρ Άλαν Πόε

Μια συναρπαστική ναυτική περιπέτεια που καταλήγει σ’ έναν κρυπτογραφικό γρίφο, ένα ταξίδι στα βάθη της ανθρώπινης ψυχής, μια τελετουργία διάβασης προς το ανόσιο: μεσ’ από φουρτουνιασμένες θάλασσες, ανταρσίες, ναυάγια, κανιβαλισμούς και ξωτικά νησιά με επικίνδυνους κατοίκους, ένας ιδιοφυής συγγραφέας οδηγεί τον αναγνώστη του σε μια κάθοδο στο ασυνείδητο, σε μια πάλη του λευκού με το μαύρο, ή και σε μια λαζαρική ανάσταση, αφού ο νεκρός ήρωας, που είναι ζωντανός, διεκδικεί από τον συγγραφέα την πατρότητα του έργου.

Το πρώτο πεζογράφημα του Edgar Allan Poe, το “σημαντικότερο έργο του” κατά τον Borges, που επηρέασε πλήθος γνωστών συγγραφέων.

18.00

Ματιάς Ενάρ

Για τις ανάγκες της διδακτορικής του διατριβής σχετικά με το τι σημαίνει να ζεις στην ύπαιθρο τον 21ο αιώνα, ο φοιτητής Εθνολογίας Νταβίντ Μαζόν εγκαταλείπει το Παρίσι και μετακομίζει σε ένα λιτό χωριό της γαλλικής επαρχίας. Εγκατεστημένος στο αγρόκτημα της Ματίλντ και του Γκαρύ, και γρήγορα εξοπλισμένος με ένα μηχανάκι, χρήσιμο για τη διεξαγωγή των ερευνών του, ο νεοφερμένος αρχίζει να κρατά ημερολόγιο, καταγράφοντας μικρά γεγονότα και τοπικά έθιμα, αποφασισμένος να ορίσει και να αποτυπώσει την πεμπτουσία της αγροτικής ζωής. Για να βυθιστεί καλύτερα στο πνεύμα του τόπου, ο Νταβίντ γίνεται συχνός επισκέπτης του Καφέ των Ψαράδων και του πληθωρικού δημάρχου Μαρσιάλ, ο οποίος ως ο ιδιοκτήτης του τοπικού γραφείου κηδειών είναι ο αμφιτρύωνας του ετήσιου Συμποσίου της Συντεχνίας των Νεκροθαφτών, μιας γιγαντιαίας τριήμερης γιορτής κατά τη διάρκεια της οποίας ο Θάνατος δίνει μια ανάπαυλα ώστε οι νεκροθάφτες —και οι αναγνώστες— να διασκεδάσουν χωρίς ενδοιασμούς.

Σε μια μυθική αφθονία φαγητού, σπονδών και λέξεων, σε ένα αδιάκοπο μπρος πίσω μεταξύ του παρόντος και του παρελθόντος, ακολουθώντας τις ιδιοτροπίες του Τροχού του Χρόνου στον οποίο ο Θάνατος ανασταίνει τις ψυχές που αιχμαλωτίζει, ο συγγραφέας της Πυξίδας (Βραβείο Goncourt 2015) αποκαλύπτει τον λαϊκό πολιτισμό σε όλο το βάθος του, επιστρατεύοντας τη μυθολογία, τη λογοτεχνία, την πολιτική και την επιστήμη για να ζωογονήσουν με τους χυμούς τους μια αφήγηση γεμάτη οίστρο, ιλαρότητα και χιούμορ.

22.50

Ξένη λογοτεχνία

Ο Στόουνερ

Τζον Έντουαρντ Ουίλιαμς

Το μυθιστόρημα περιγράφει τη ζωή και τη σταδιοδρομία του Στόουνερ, ενός βαηθού καθηγητή της Αγγλικής Φιλολογίας: τη διδασκαλία του, τις σχέσεις του στο Πανεπιστήμιο, τις φιλίες του, την αποτυχία του γάμου του αλλά και τον έρωτά του για μια νεαρή καθηγήτρια, σχέση που θα εμπλακεί αναπόφευκτα στις αντιθέσεις και τους ανταγωνισμούς της πανεπιστημιακής ζωής.

“Το σημαντικότερο στοιχείο του μυθιστορήματος, γράφει ο συγγραφέας, είναι η συνείδηση του έργου, του επαγγέλματος που έχει ο Στόουνερ… Η αγάπη για κάτι είναι αυτό που μετράει”.

15.00

Ξένη λογοτεχνία

Το γλυκό πεπρωμένο

Ράσελ Μπανκς

Μια μικρή κωμόπολη αποδιοργανώνεται ψυχικά από ένα τραγικό δυστύχημα με το σχολικό λεωφορείο. Ένας δικηγόρος επισκέπτεται τους γονείς των θυμάτων προσπαθώντας να εκμεταλλευτεί την κατάσταση και μια νεαρή κοπέλα οδηγεί τους πάντες στον δρόμο της θεραπείας.

Στο Γλυκό Πεπρωμένο ο Ράσελ Μπανκς χρησιμοποιεί τέσσερις διαφορετικούς αφηγητές, για να πλέξει το ηθικό δίλημμα μιας μικρής κοινωνίας. Ένα δίλημμα που φέρνει στο φως ένα από τα βασανιστικότερα ερωτήματα της ζωής: όταν το χειρότερο συμβεί, σε ποιον ρίχνεις το φταίξιμο και πώς θεραπεύεσαι από την οργή;

O Russell Banks γεννήθηκε το 1940 στη Μασαχουσέτη και μεγάλωσε φτωχικά. Παρότι κέρδισε μια πανεπιστημιακή υποτροφία, παράτησε τις σπουδές του την έκτη εβδομάδα για να ταξιδέψει νότια, με σκοπό να καταταγεί στους αντάρτες που μάχονταν να ελευθερώσουν την Κούβα, υπό τον Φιντέλ Κάστρο. Κατέληξε όμως υπάλληλος σε πολυκατάστημα στη Φλόριντα, παντρεύτηκε και απέκτησε μια κόρη.
Ο Banks ζει σήμερα στο Keene, στα βόρεια της Νέας Υόρκης, αλλά περνά τους χειμώνες του στο Μαϊάμι. Έχει διδάξει δημιουργική γραφή στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον και διετέλεσε πρόεδρος του Διεθνούς Κοινοβουλίου των Συγγραφέων. Είναι παντρεμένος με την ποιήτρια Chase Twichell, την τέταρτη σύζυγό του. Έχει τέσσερις κόρες από προηγούμενους γάμους.

Τα βιβλία του ΡΑΣΕΛ ΜΠΑΝΚΣ έχουν μεταφραστεί σε είκοσι γλώσσες, τιμήθηκαν με πληθώρα διεθνών βραβείων και ξεχωρίζουν για την ευαίσθητη και ακριβή ψυχολογική ανάλυση των χαρακτήρων των ηρώων τους, ενώ πολλά από αυτά αντανακλούν την καταγωγή του από την εργατική τάξη. Το θέμα που κυριαρχεί στα βιβλία του είναι το πώς οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν τις τραγωδίες αλλά και τις αναποδιές της καθημερινότητας, εκφράζουν τη λύπη και την οργή τους, αλλά και επιδεικνύουν αντοχή και ανθεκτικότητα.

Ο Μπανκς τιμήθηκε το 1985 με το βραβείο μυθιστορήματος John Dos Passos και εξελέγη μέλος της Αμερικάνικης Ακαδημίας Επιστημών και Τεχνών το 1996. Τα έργα του Continental drift και Cloudsplitter ήταν φιναλίστ για το Βραβείο Pulitzer για τη Λογοτεχνία το 1986 και το 1999 αντίστοιχα. Τα μυθιστορήματά του Το Γλυκό Πεπρωμένο, του 1991, και Affliction, του 1989, μεταφέρθηκαν στον κινηματογράφο, το 1997 και το 1998, από τους σκηνοθέτες Ατόμ Εγκογιάν και Πολ Σρέιντερ αντίστοιχα. Ο ίδιος εμφανίζεται στην ταινία του Εγκογιάν ενσαρκώνοντας τον δόκτορα Ρόμπσον.

9.79

Ρεμπέκα Μπάξτον - Λίσα Γουάιτινγκ

Πού είναι οι γυναίκες φιλόσοφοι; Η απάντηση είναι ακριβώς εδώ!

Η ιστορία της φιλοσοφίας δεν έχει φερθεί δίκαια στις γυναίκες. Πιθανότατα γνωρίζετε τον Πλάτωνα, τον Καντ, τον Νίτσε και τον Λοκ, αλλά ισχύει το ίδιο και για την Υπατία, την Άρεντ, την Ολουγόλι και τη Γιανγκ;
Το ανά χείρας βιβλίο έλειπε εδώ και χρόνια από τη βιβλιογραφία, καθώς αφορά τη ζωή και το έργο γυναικών φιλοσόφων και το έχουν γράψει γυναίκες που ασχολούνται με τη φιλοσοφία. Αυτή η συλλογή κειμένων φέρνει στο προσκήνιο είκοσι σπουδαίες γυναίκες των οποίων οι ιδέες είχαν μεγάλο αντίκτυπο στον κόσμο – αν και κατά κύριο λόγο δεν έλαβαν την αναγνώριση που τους άξιζε.

Θα μάθετε για την Μπαν Τζάο, την πρώτη ιστορικό της Κίνας· την Άντζελα Ντέιβις, ίσως την πλέον εμβληματική φιγούρα του αμερικανικού κινήματος Μαύρη Δύναμη· την Αζίζα αλ-Χίμπρι, που έγινε γνωστή για τη διερεύνηση της σχέσης ανάμεσα στον ισλαμικό νόμο και την ισότητα των φύλων, αλλά και για πολλές άλλες.
Αν ενδιαφέρεστε να μάθετε για τη θέση των γυναικών στη φιλοσοφία ή για την εξέλιξη της ιστορίας των ιδεών, ήρθε η ώρα να γνωρίσετε τις βασίλισσες της φιλοσοφίας.

14.94

Ξένη λογοτεχνία

Ιστορίες από την Κολυμά

Βαρλάμ Σαλάμοφ

Το 1936, ο Βαρλάμ Σαλάμοφ, δημοσιογράφος και συγγραφέας, συλλαμβάνεται για αντεπαναστατική δράση και στέλνεται να εκτίσει την ποινή του στα σοβιετικά στρατόπεδα εργασίας – ένας από τα εκατοντάδες χιλιάδες θύματα των σταλινικών εκκαθαρίσεων.

Οι “Ιστορίες από την Κολυμά”, αυτό το αριστούργημα της λογοτεχνίας του 20ού αιώνα, είναι μια επική σειρά από σύντομα διηγήματα στα οποία αποτυπώνονται τα συνολικά δεκαεπτά χρόνια που ο συγγραφέας πέρασε στα σοβιετικά γκουλάγκ : έξι χρόνια ως σκλάβος στα χρυσωρυχεία της Κολυμά και στη συνέχεια, σε μια λιγότερο ανυπόφορη συνθήκη, ως αμειβόμενο νοσηλευτικό προσωπικό στις φυλακές-στρατόπεδα.

Την αφήγησή του για τη ζωή στην Κολυμά άρχισε να τη γράφει μετά το θάνατο του Στάλιν το 1953. Είναι, αφενός, η βιογραφική κατάθεση ενός από τους λίγους επιζήσαντες των στρατοπέδων και, αφετέρου, μια ιστορική καταγραφή των ίδιων των γκουλάγκ· αλλά πρωτίστως είναι ένα λογοτεχνικό έργο ασύγκριτης δύναμης, διορατικότητας και πίστης.

Μέσα από τη γραφή του ο Σαλάμοφ θέτει στόχο να απαντήσει στα θεμελιώδη ηθικά ερωτήματα που τον βασάνιζαν στα χρόνια των στρατοπέδων, εκεί όπου μεταξύ άλλων γνώρισε από πρώτο χέρι και τον κόσμο του εγκλήματος όπως πραγματικά είναι, πολύ πιο κακός απ’ ό,τι στο Υπόγειο του Ντοστογέφσκι : «Πώς κάποιος παύει να είναι άνθρωπος; » «Πώς γίνονται οι εγκληματίες ; »

Το 1972, όταν έγραφε τις τελευταίες ιστορίες του, τα στρατόπεδα κατεδαφίζονταν, οι πύργοι φρούρησης και οι στρατώνες ισοπεδώνονταν. « Υπήρχαμε ; », ρωτάει ο Σαλάμοφ, και μετά, χωρίς δισταγμό: « Απαντώ: Υπήρξαμε ».

51.99

Ξένη λογοτεχνία

Μεγάλες προσδοκίες

Τσαρλς Ντίκενς

Στις “Μεγάλες προσδοκίες” ο Ντίκενς διηγείται την ιστορία του φτωχού και ορφανού Πιπ, ο οποίος θα γνωρίσει σταδιακά την υψηλή κοινωνία του Λονδίνου, αλλά και όλες τις σκοτεινές πλευρές των ανθρώπων που την αποτελούν. Τη μετάφραση σε μία γλώσσα ζωντανή και πιστή στο πρωτότυπο κείμενο έκανε η συγγραφέας Παυλίνα Παμπούδη.

13.49

Ξένη λογοτεχνία

Ζωολόγιο

Χούλιο Κορτάσαρ

«Καθώς περνούσα τον τρίτο όροφο, το κουνελάκι σάλευε μέσα στην παλάμη μου. Η Σάρα με περίμενε πάνω για να με βοηθήσει να βάλω μέσα τις βαλίτσες… Τι να της έλεγα; Ότι ήταν ένα καπρίτσιο, ότι είχα περάσει από ένα μαγαζί για κατοικίδια; Τύλιξα το κουνελάκι μέσα στο μαντίλι μου και το ’βαλα στην τσέπη του πανωφοριού μου αφήνοντας το πανωφόρι ξεκούμπωτο για να μην το συνθλίψω. Μόλις που κουνιόταν. Η μικρή του συνείδηση θα πρέπει να του αποκάλυπτε σημαντικά γεγονότα: πως η ζωή είναι μια ανοδική κίνηση μ’ ένα τελικό κλικ, αλλά κι ένας χαμηλός, λευκός και περίκλειστος ουρανός που μυρίζει λεβάντα, στον πάτο μιας χλιαρής τρύπας.»

Ζώον:κάθε έμβιο ον, εκτός από τα φυτά, κάθε οργανισμός με την ικανότητα της κίνησης και της συναίσθησης, π.χ. οι γάτες, τα κουνέ-λια, οι τίγρεις, οι μανκούσπιες κ.ά.
Ζωολογία:φυσιογνωστική επιστήμη, που περιγράφει, κατατάσσει και μελετά τα ζώα.
Ζωολόγιο:η πρώτη συλλογή διηγημάτων του Χούλιο Κορτάσαρ (1951), αυτή που τον συνέδεσε με την πρωτοπορία της νοτιοαμερικανικής λογοτεχνίας στην οποία έμελλε να εδραιωθεί με το μεγαλειώδες Κουτσό του, και αυτή που ξεκινάει με το αριστουργηματικό «Κατειλημμένο σπίτι», το πρώτο δημοσιευμένο διήγημά του και αυτό που προκάλεσε το θαυμασμό τού —συνήθως φειδωλού σε επαίνους συγχρόνων του— Χόρχε Λουίς Μπόρχες.

14.31

Ξένη λογοτεχνία

Σοπενάουερ παρόντος

Μισέλ Ουελμπέκ

Ανάμεσα στον Σοπενάουερ και τον Κοντ, τελικά διάλεξα – και, βαθμηδόν, με ένα είδος διαψευσμένου ενθουσιασμού, έγινα θετικιστής και έτσι, έπαψα κατ’ αναλογία να είμαι σοπεναουερικός. Παρά ταύτα, ελάχιστα ξαναδιαβάζω Κοντ, και ποτέ με μιαν απόλαυση απλή, άμεση, αλλά περισσότερο μ’ εκείνη τη λιγάκι διεστραμμένη (σίγουρα έντονη, όταν της έχεις πάρει το κολάι) απόλαυση που νιώθουμε συχνά με τις υφολογικές παραξενιές των εκκεντρικών. Αντίθετα, κανένας φιλόσοφος, εξ όσων γνωρίζω, δεν είναι τόσο άμεσα ευχάριστο και ανακουφιστικό ανάγνωσμα όσο ο Άρτουρ Σοπενάουερ. Δεν πρόκειται καν για κάποια «τέχνη του γραψίματος» κι άλλες τέτοιες μωρολογίες: πρόκειται για τους όρους τους οποίους καθένας θα έπρεπε να μπορεί να πληροί πριν βρει το θράσος να προτείνει τη σκέψη του στο κοινό.

Το έργο του Μισέλ Ουελμπέκ σημαδεύεται από τη σκέψη του Σοπενάουερ. Ο Ουελμπέκ δεν παύει να επικαλείται τον φιλόσοφο για να αναγγείλει την παρακμή της ανθρωπότητας και τον τελικό αφανισμό της.
Ο μυθιστοριογράφος βρίσκει επίσης στη σκέψη αυτή μια επιβεβαίωση της θεώρησής του για την αγάπη ως ανέφικτη, ως απάτη. Συνολικά, ο κόσμος κατά Σοπενάουερ αποτελεί για τον Ουελμπέκ την πιο ενδεδειγμένη σύλληψη για να καταλάβουμε τι ζούμε, κι ακόμα περισσότερο τι μας περιμένει.

Σε αυτό το ανέκδοτο κείμενο, μπορούμε να δούμε τη σχέση που διατηρεί ο Ουελμπέκ με τη φιλοσοφία και πώς τροφοδοτεί αυτή το έργο του.

12.60

Ξένη λογοτεχνία

Ο λίθος της τρέλας

Μπενχαμίν Λαμπατούτ

Τα τερατουργήματα και τα θαύματα της επιστήμης και της τεχνολογίας μάς παραλύουν· παλεύουμε να κρατηθούμε στην επιφάνεια παρά τα βίαια κύματα που σπρώχνει ασταμάτητα κατά πάνω μας η κοινωνική οργή· οι πολιτικά και οικονομικά ισχυροί απαιτούν την υποταγή μας· οι εταιρείες που είχαν υποσχεθεί «να μην κάνουν ποτέ κακό» μάς κατα­σκοπεύουν και μας παρακολουθούν μ’ ένα σμήνος αλγο­ρίθμων. Κι εμείς τρέμουμε, όπως θα τρέμαμε αν βλέπαμε το κεφάλι ενός μυθολογικού πλάσματος να αναδύεται από τα νερά και να καταργεί τις κατη­γορίες της σκέψης μας, και λαχταρούμε την ασφάλεια του παρελθόν­τος. Αναγκαζόμαστε να στραφούμε προς τα μέσα μας, να κλείσουμε τα μάτια και να προσευχηθούμε να μας προσπεράσει το τέρας, να μη μας καταβροχθίσει το βλέμμα του, να μας αφήσει να τουρτουρίζουμε έντρομοι μες στην ασφάλεια του εσωτερικού μας κόσμου. Θα θέλαμε ―θα το θέλαμε όσο τίποτα― να διώξουμε το τέρας, να το ξαποστείλουμε πίσω στην κόλαση απ’ την οποία ξεπήδησε. Αλλά δεν το μπορούμε. 

9.90