Βλέπετε 91–105 από 1041 αποτελέσματα

Λογοτεχνία

Ξένη λογοτεχνία

Γράμμα στον πατέρα

Φραντς Κάφκα

Τον Νοέμβριο του 1919, ο Φραντς Κάφκα παίρνει δυο εβδομάδες άδεια από τη δουλειά του και πηγαίνει σε ένα μικρό χωριό κοντά στην Πράγα, όπου νοικιάζει ένα δωμάτιο σε μια πανσιόν. Μοναδικός σκοπός του γι’ αυτή την απομάκρυνση από την καθημερινότητά του είναι να γράψει ένα γράμμα στον πατέρα του, στο οποίο να αποτυπώσει, μέσα από την περιγραφή πολλών περιστατικών από την παιδική του ηλικία ακόμη, την τεταμένη και αμφιλεγόμενη σχέση τους σε όλη την έκταση και το βάθος της.

Ο Κάφκα είναι τριάντα έξι ετών όταν γράφει αυτό το γράμμα και ο πατέρας του εξήντα επτά, εντούτοις οι λεκτικές εκφράσεις και ο συναισθηματικός τόνος όλης της επιστολής παραπέμπουν σε ένα έντονα φοβισμένο παιδί που στέκεται με αμηχανία και δέος μπροστά στη δεσποτική πατρική φιγούρα.

Αξίζει να σημειώσουμε ότι το γράμμα δεν έφτασε ποτέ στον παραλήπτη του, για λόγους που μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε. Παρά ταύτα, αποτελεί ίσως ό,τι πιο κοντινό έχουμε σε μια αυτοβιογραφία του Κάφκα ρίχνοντας φως στο σκοτεινό και συνάμα υπέροχο λογοτεχνικό σύμπαν του σπουδαίου συγγραφέα. Ταυτόχρονα αποτελεί ένα βασικό κείμενο της λογοτεχνικής νεωτερικότητας και μια ισχυρή ανάλυση της αστικής ψυχογένεσης, ιδιαίτερα των ψυχολογικών ριζών της εξουσίας και της εξάρτησης. Η σπουδαιότερη όμως συνεισφορά του είναι ότι μεταφέρει ένα καίριας σημασίας μήνυμα, εξαιρετικά επίκαιρο μέχρι σήμερα, που καλό θα ήταν να λάβουν υπόψη τους και να μελετήσουν όλοι οι γονείς του κόσμου.

12.51

Ξένη λογοτεχνία

Κάτω από το ηφαίστειο

Μάλκολμ Λόρυ

Ένα από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας σε νέα μετάφραση.

«Με βάση το υλικό μου ήθελα να δημιουργήσω ένα τζαμάρισμα. ένα ποίημα, ένα τραγούδι, μια τραγωδία, μια κωμωδία, μια φάρσα. Είναι επιφανειακό, βαθύ, διασκεδαστικό, βαρετό, ανάλογα με το γούστο του καθενός. Είναι μια προφητεία, μια πολιτική προειδοποίηση, ένα κρυπτογράφημα, μια τρελή ταινία, ένας παραλογισμός, μια γραφή στον τοίχο. Μπορεί να θεωρηθεί ως ένα είδος μηχανής – κι αυτή η μηχανή λειτουργεί, σας διαβεβαιώνω, γιατί το ανακάλυψα με μεγάλο προσωπικό κόστος. Και, σε περίπτωση που θεωρήσετε ότι έχω δημιουργήσει οτιδήποτε άλλο εκτός από μυθιστόρημα, θα σας απαντήσω ότι σε τελευταία ανάλυση, είναι το πραγματικό μυθιστόρημα που είχα την πρόθεση να γράψω, και μάλιστα ένα αναθεματισμένα σοβαρό μυθιστόρημα».

22.20

Ξένη λογοτεχνία

Τα χρώματα της εκδίκησης

Μωρίς Αττιά

Οκτώβρης του 1980. Ενώ ο πολεμικός ανταποκριτής Φρανσουά Νεσίμ φυλακίζεται από την KGB κατά τη διάρκεια ενός ρεπορτάζ με θέμα τους Αφγανούς Μουτζαχεντίν, ο αδελφικός του φίλος, ο Πάκο Μαρτίνεθ, γίνεται αυτόπτης μάρτυρας της μαζικής εκτέλεσης δέκα θαμώνων ενός μπαρ στην Μπελ-ντε-Μαι της Μασσαλίας.

Παρόλο που δεν ασκεί πια το επάγγελμα του αστυνομικού αλλά αυτό του δημοσιογράφου, ο Πάκο παραμένει διψασμένος για την αλήθεια των σκοτεινών γεγονότων που διαδραματίζονται γύρω του. Έτσι, αποφασίζει να διερευνήσει το μακελειό που συνέβη μπροστά στα μάτια του, χωρίς τη βοήθεια και την προστασία των αστυνομικών αρχών. Ύστερα από διαδοχικές συναντήσεις με άτομα από τον στενό κύκλο των θυμάτων, η προσοχή του στρέφεται τελικά στη σαγηνευτική χήρα Ναταλί Ρομπέρτι: ο σύζυγός της ήταν ο ιδιοκτήτης του μπαρ, ενώ ο Κροάτης πατέρας της ιδιοκτήτης μιας διεθνούς εταιρείας μεταφορών που διακινεί παράνομα προϊόντα και όχι μόνο…

Καθώς τα περιστατικά βίας κλιμακώνονται, ο Πάκο ακολουθεί το νήμα της υπόθεσης στη Βιέννη και το Παρίσι, ενώ η σύντροφός του Ιρέν μένει πίσω στην Αιξ-αν-Προβάνς και καλείται να διαχειριστεί μια σχέση στη δύση της, μια άλλη στη γέννησή της, αλλά και έναν ξαφνικό θάνατο. Όσο ο Πάκο και η Ιρέν ακολουθούν τα προσωπικά τους πάθη, η μεγάλη εικόνα της Ιστορίας τούς ξεπερνά, και τους παρασύρει σε έναν κύκλο εκδίκησης που δεν αφήνει κανέναν αμέτοχο.

Πόσες οδύσσειες μπορεί να ζήσει ένας άνθρωπος; Υπάρχουν ένοχοι χωρίς αιτία; Πόσες φορές επιστρέφουμε στο μέλλον μας; Σε αυτό το πολυφωνικό νουάρ μυθιστόρημα, ο Μωρίς Αττιά υφαίνει με την ψυχαναλυτική και κινηματογραφική ματιά του πολλαπλές μικροαφηγήσεις σε Ανατολή και Δύση, σκιαγραφώντας οριακές καταστάσεις ζωής και θανάτου με τα αδυσώπητα χρώματα της αγάπης, της αυτοδικίας και του πεπρωμένου.

20.00

Ξένη λογοτεχνία

Queer: Η οριστική έκδοση

Ουίλιαμ Μπάροουζ

Όταν ξεκίνησα να γράφω αυτό το συνοδευτικό κείμενο για το Queer ήμουν καθηλωμένος συγγραφικά, με παντελή απουσία θέλησης να το γράψω, ένα συγγραφικό αδιέξοδο δεσμευτικό σαν ζουρλομανδύας: «Ρίχνω μια ματιά στο χειρόγραφο του Queer και αισθάνομαι πως πολύ απλά δεν μπορώ να το διαβάσω. Το παρελθόν μου ήταν ένα δηλητηριασμένο ποτάμι από το οποίο είχα την τύχη να δραπετεύσω, και το οποίο ακόμα αισθάνομαι ως άμεση απειλή, χρόνια μετά τα γεγονότα που καταγράφονται − πρόκειται για κάτι αρκούντως οδυνηρό ώστε να δυσκολεύομαι να το διαβάσω, πόσο μάλλον να γράψω γι’ αυτό. Κάθε λέξη και χειρονομία μού προκαλεί ανησυχία». Η αιτία της απροθυμίας μου γίνεται ακόμα πιο ξεκάθαρη όταν αναγκάζω τον εαυτό μου να παρατηρήσει προσεκτικά: κινητήρια και δημιουργική δύναμη του βιβλίου αποτελεί ένα γεγονός το οποίο δεν αναφέρεται ποτέ, μάλιστα οποιαδήποτε αναφορά σε αυτό αποφεύγεται συστηματικά: το ατύχημα του πυροβολισμού της γυναίκας μου, της Τζόαν, τον Σεπτέμβριο του 1951.

(Απόσπασμα από την εισαγωγή εισαγωγή του Ουίλιαμ Σ. Μπάροουζ για την έκδοση του 1985)

16.00

Μαλαμουντ Μπερνάρντ

Ένα παράξενο κοράκι με ανθρώπινη φωνή, γυρεύοντας σωτηρία από τους αντισημίτες, εισβάλλει στην κουζίνα ενός Αμερικανοεβραίου αλλά δοκιμάζει μια δυσάρεστη έκπληξη. Την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ένας φτωχός φοιτητής αναλαμβάνει να κάνει ταχύρρυθμα μαθήματα αγγλικών σε έναν τρομαγμένο Γερμανό πρόσφυγα. Αργότερα, σε ένα ταξίδι αναψυχής στη Σοβιετική Ρωσία, ένας επιμελητής εκδόσεων που χήρεψε πρόσφατα, πολιορκείται στενά από έναν ταξιτζή και επίδοξο συγγραφέα, ο οποίος θέλει πάση θυσία να δει τα γραπτά του δημοσιευμένα. Μια περίεργη διαφήμιση οδηγεί έναν καθηγητή, ορθολογιστή μέχρι το κόκαλο, στο σπίτι ενός ραβίνου που υπόσχεται θαύματα με τη βοήθεια ενός ασημένιου στέμματος. Το φαινομενικά άκακο σχόλιο ενός ιστορικού τέχνης προς έναν συνάδελφό του γλύπτη προκαλεί μια παρεξήγηση δίχως τελειωμό στο Καπέλο του Ρέμπραντ, που χαρίζει και τον τίτλο στον δεύτερο συγκεντρωτικό τόμο των διηγημάτων του απαράμιλλου Μπέρναρντ Μάλαμουντ. Η τέχνη -τα όρια, οι εμμονές, τα αδιέξοδά της- κυριαρχεί σε αρκετές από αυτές τις ιστορίες. Επανέρχεται συχνά και ο Φίντελμαν, ένας αποτυχημένος τύπος από τη Νέα Υόρκη που πραγματοποιεί στην Ιταλία μια ευτράπελη υπαρξιακή περιπλάνηση.

24.00

Μιχάλης Γκανάς

“Χαμένες οικειότητες”:

Το ντέφι μονάχο, χωρίς κλαρίνο, χωρίς πλατάνι, να εκρήγνυται κάπου βαθιά, σμπαράλια να γίνονται τα μεσημέρια.

Φωτεινό πεινασμένο γεράκι, να γράφει κύκλους πάνω απ’ τον κόκορα, να του δίνει μια με το ράμφος, ν’ ανοίγει το καύκαλό του κι οι κότες πιο δίπλα να βοσκάνε στουρνάρι για να θωρακίσουν το σπέρμα του.

Ψηλά ψηλά τα χελιδόνια χαύοντας μύγες, πετσοκόβοντας τον αέρα πέρα δώθε, αλλά το γαλάζιο ανέπαφο, να σαλπίζει ουρανό ως το σούρουπο.

Περαστικά μας τώρα. Στα σπάρτα οι μνήμες, στις πολυκατοικίες τα υφαντά τους. Χερσαία όνειρα, αποτυπώματα Πελασγών – Κρητών – Τούρκων – Φράγκων – Σλάβων – Άγγλων – Αμερικανών, τί μπατανίες, Θέ μου, τί μπάντες για λογής κρεβάτια, σκοντάφτει εκεί το νυσταγμένο μάτι κι ύστερα σαν ανθρακωρύχος χάνεται στις στοές του ύπνου. Άξαφνα μύτη με πρώρα εσύ κι ένα λευκό καράβι περνάει ανάμεσα στα μάτια σου, χωρίζοντας το αίμα σου στα δυο.

Βαθιά μες στην καρίνα του τα τύμπανα των Αλτζερίνων και πιο βαθιά η άγκυρα που πρήζεται μες στην καρδιά σου

16.92

Ξένη λογοτεχνία

Αβάσιμη ζωή

Ματ Χέιγκ

«Αυτό που μοιάζει με μαγεία δεν είναι παρά ένα κομμάτι της ζωής που εμείς δεν κατανοούμε ακόμα…»

Όταν η συνταξιούχος μαθηματικός Γκρέις κληρονομεί ένα σπιτάκι σ’ ένα νησί της Μεσογείου από μια ξεχασμένη φίλη, δεν μπορεί να κατανικήσει την περιέργειά της. Φτάνει στην Ιμπίθα, με ένα εισιτήριο χωρίς επιστροφή, χωρίς τουριστικό οδηγό και χωρίς κανένα σχέδιο. Στους κακοτράχαλους λόφους και στις χρυσές αμμουδιές των Βαλεαρίδων, η Γκρέις αναζητά απαντήσεις για τη ζωή της φίλης της, αλλά και για το πώς αυτή τελείωσε. Αυτό που θα ανακαλύψει είναι πιο παράξενο και από το πιο τρελό όνειρό της. Για να βουτήξει ωστόσο σ’ αυτή την απίθανη πραγματικότητα, η Γκρέις πρέπει πρώτα να συμφιλιωθεί με το παρελθόν της.

Μια ιστορία γεμάτη θαύματα και ξέφρενες περιπέτειες με θέμα τη μεταμορφωτική δύναμη που έχει κάθε νέο ξεκίνημα στη ζωή.

19.90

Ελληνική λογοτεχνία

Ημερολόγιο της Αλοννήσου

Θανάσης Βαλτινός

Και πονάω, ξέρεις που, ανεπαίσθητα αλλά αρκετά ώστε να μην μπορώ να το αγνοήσω. Ένας λεπτός πόνος που με διαβρώνει. Ξεκινάει από αριστερά, επίμονος και πάει κυκλικά πίσω στα νεφρά, ανεβαίνει στον αυχένα – με χτυπάει στο αυτί και ξαναγυρίζει προς τα κάτω. Με τυλίγει ζικ-ζακ στα πλευρά μου και καταλήγει πάλι στις σάλπιγγες αλλά χωρίς ένταση. Οι σάλπιγγές μου είναι άδειες. Μπρούτζινες και γυαλισμένες αλλά άδειες και ο ήχος τους φυσάει στα κόκκαλά μου σα φωνή αδύναμη. Φυσάει σα φωνή αυτός ο ήχος αλλά δεν μπορώ να τον ακούσω δεν μπορώ να ανταποκριθώ. Τέτοιο παίδεμα. Ίσως επειδή είμαι αριστερόχειρ. Είναι μια αναποδιά αλλά δεν αισθάνομαι σημαδεμένη. Δεν αισθάνομαι να έχω τη στάμπα στο μέτωπο. Είναι απλώς αποτέλεσμα ευαισθησίας.

13.80

Ελληνική λογοτεχνία

Επείγουσα ανάγκη ελέου

Θανάσης Βαλτινός

Υπόμνηση της μοναδικής μας εξόδου στην Αρκαδία: το γεύμα στο χάνι Κοσκινά στο Δραγούνι και ύστερα το κατέβασμα στην πηγή που ανάβλυζε χαμηλότερα μέσα στα βούρλα. Εκείνη η τεράστια σιγαλιά και εγώ από θέση υπτία, με τους μηρούς έκθετους στην ψύχρα του δειλινού να βυθομετρώ τον ατέρμονα διάφανο ουρανό.
Τέλη Σεπτεμβρίου – του πρώτου μας.”

13.80

Ελληνική λογοτεχνία

Ανάπλους

Θανάσης Βαλτινός

ΤΟ 1952 ΑΥΤΟΚΤΟΝΗΣΕ. ΠΡΩΤΟΕΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ. ΧΩΡΙΣ ΛΟΓΟ. ΧΩΡΙΣ εμφανή λόγο. Χωρίς να πει σε κανέναν τίποτα. Με πήρε τηλέφωνο ο Γιώργος. Με πρόσκληση. Ήμουν στο χωριό τότε. Άκουσα τη φωνή του σπασμένη. Ρώταγε μήπως ήξερα κάτι. Νομίζω δεν το έχει ξεπεράσει ακόμα. Ήταν το πρώτο ράγισμα στη βεβαιότητά μας. Στη βεβαιότητα αθανασίας μας.
-Παρόλο που ο θάνατος μπερδευόταν τόσο συχνά στα πόδια σας.
-Παρόλο.
-Τελικά τι θα έλεγες τώρα για εκείνη την εποχή;
-Τίποτα.
-Έγιναν τόσα πράγματα.
-Αποφασισμένα από άλλους. Εμείς ήμασταν εκτός παιδιάς. Θα μας σημαδέψουν – αλλά δεν μας αφορούσαν.
-Ήταν η αλκή των χρόνων σας.
-Σ’ αυτό συμφωνώ. Τη σκέψη μου την απασχολούσαν κατά προτεραιότητα τα σκέλια της Αφρικάνας.

13.74

Ελληνική λογοτεχνία

Εθισμός στη Νικοτίνη

Θανάσης Βαλτινός

Είχαμε σταθεί στην είσοδο του πάρκου και κουβεντιάζαμε περί έρωτος. Τότε ακούστηκε βουή αυτοκινήτου και από τη γωνιά του «Σεραγιού» παρουσιάστηκε ένα παλιό ανατρεπόμενο καμιόνι, σαν αυτά των εργολάβων. Καβάλησε το ρείθρο της πλατείας, έφτασε στο κέντρο της, έκανε μια ολόκληρη στροφή επιτόπου και σταμάτησε, με τη μηχανή του αναμμένη. Από μπροστά κατέβηκε ένας λοχίας με παλάσκες και τόμιγκαν. Η καρότσα άρχισε να σηκώνεται σιγά σιγά, κι όταν έφτασε στο κατάλληλο ύψος, είδαμε να πέφτουν από μέσα της πτώματα. Ήμασταν οι πρώτοι που πήγαμε κοντά. Σε λίγο φυσικά ο κύκλος μεγάλωσε. Το καμιόνι έμεινε με την καρότσα τεντωμένη εκεί πάνω και μπροστά μας είχε σχηματιστεί μια μικρή πυραμίδα από νεκρούς άντρες. Η μοναδική γυναίκα ανάμεσά τους έκλεινε μπρούμυτα την κορυφή της πυραμίδας. Η φούστα της είχε τραβηχτεί μέχρι τους γλουτούς και στο εξωτερικό μέρος του αριστερού μηρού υπήρχε ένα τρύπημα από ξιφολόγχη. Παρά την ανατριχίλα του θανάτου στο δέρμα της, που ο χειμωνιάτικος ήλιος τη δυνάμωνε, ένιωσα έναν άγριο ερεθισμό.

12.84

Ελληνική λογοτεχνία

Άνθη της αβύσσου

Θανάσης Βαλτινός

Ο γερο-Σολωμός βγαίνει έξω στο μεγάλο χαγιάτι. Είναι σαν αποχαιρετισμός. Η ματιά του σκορπάει στη φθινοπωρινή διαύγεια. Μακριά, μέσα στα λιοστάσια, ανεβαίνει καπνός. Κάπου καίνε καλαμιές. Ακούει τη φωνή της Αγγελικής, της νεαρής παλλακίδας του, που καλεί τα παιδιά. Τον μικρό Διονύσιο και τον Μίμη. Πηγαίνει και ακουμπάει στο στηθαίο του χαγιατιού. Τη βλέπει κάτω, λίγο μακρύτερα από την άμαξα, στην άκρη των δέντρων. Είναι νέα, λαϊκή αισθησιακή ομορφιά. Ύστερα βλέπει τα δυο τους αγόρια να κατηφορίζουν από το λόφο παίζοντας.

12.25

Θανάσης Βαλτινός

Οι συνεντεύξεις αποτελούν συστατικό και αναπόσπαστο τμήμα του δημιουργικού έργου του Θανάση Βαλτινού. Εδώ εκτίθεται το εργαστήρι του, και οι θέσεις του αποτελούν συχνά επεξεργασμένο δοκιμιακό λόγο που προσφέρει μια εκ του σύνεγγυς προσέγγιση του λογοτεχνικού φαινομένου αλλά και του ιστορικού πλαισίου μέσα στο οποίο γεννιέται.

Παράλληλα, διεισδύουν αναμνήσεις από διαφορετικές περιόδους της ζωής του, εκκινώντας από τα παιδικά του χρόνια στην Πελοπόννησο μέχρι την ώριμη ηλικία της πνευματικής και κοινωνικής του ζωής. Πολλά από αυτά τα περιστατικά συνιστούν την αυτοβιογραφική βάση ορισμένων κειμένων του και προσφέρουν την πραγματολογική σκευή για την κατανόησή τους. Φωτίζουν επίσης την προσωπικότητα του συγγραφέα, ο οποίος μπορεί να οργανώνει διάφορα επίπεδα πλοκής, μεταμορφώνοντας τη συνέντευξη σε έναν μηχανισμό επινόησης του εαυτού του.

Όλα αυτά μας βοηθούν να αποτιμήσουμε την πνευματική διαδρομή του ανθρώπου που έχουμε μπροστά μας. Όσο πιο πολύ εμβαθύνουμε στα λόγια του, τόσο περισσότερο κατανοούμε την τέχνη του.

21.84

Ελληνική λογοτεχνία

Φτερά μπεκάτσας

Θανάσης Βαλτινός

“Να σου πω”, είπε ο Γιάννης. “Να μη μου πεις”, είπε η Ράνια. “Ακούς;” είπε ο Γιάννης. “Όχι”, είπε η Ράνια. “Είπες ότι τελειώσαμε, εντάξει;”. “Ναι”, είπε η Ράνια. “Και θέλω το πουλόβερ μου να φύγω”, είπε ο Γιάννης. “Ωραία”, είπε η Ράνια. “Ψάξε στο πατάρι ή στο μπαούλο”. “Έψαξα”, είπε ο Γιάννης. “Και αυτό τι είναι;” είπε η Ράνια. “Μάλιστα”, είπε ο Γιάννης. “Αυτό τι είναι;” ξαναείπε η Ράνια. “Κοίταξε”, είπε ο Γιάννης. “Να κοιτάξω τι;”. “Είναι κομμάτια”, είπε ο Γιάννης. “Το ‘χει φάει ο σκόρος”. “Χα”, είπε η Ράνια. “Λες να καβγαδίζουν κι αυτοί;”. “Θα μπορούσες να του έχεις βάλει λίγη ναφθαλίνη”, είπε ο Γιάννης. Άφησε το πουλόβερ να πέσει, άνοιξε την πόρτα και έφυγε. “Στο διάβολο”, είπε η Ράνια. Κι άρχισε να κλαίει με λύσσα.

10.45

Θανάσης Βαλτινός

Δεν βρήκα τιποτα και το πρωί έφυγα για την Τρίπολη. Έμεινα στο ξενοδοχείο του Ματζαγριώτη και τηλεφώνησα στο χωριό. Την άλλη μέρα ήρθε ο αδελφός μου ο Αντώνης με δυο ζώα. Καβαλήσαμε να φύγουμε. Περνώντας από την Πλατεία Αγίου Βασιλείου του λέω: Περίμενε μια στιγμή. Κατεβαίνω και πάω στο πραχτορείο Μαλούχου. Ήταν ένας νέος υπάλληλος. Του λέω: Σε έξι μήνες ειδοποίησέ με όταν έχει πλοίο. Και άφησα όνομα και σύσταση.

9.91