Βλέπετε 106–120 από 313 αποτελέσματα

Ελληνική λογοτεχνία

Έλσα Κορνέτη

Πρωταγωνιστές ανυποψίαστοι, επιπόλαιοι, ηδονικοί, άτυχοι, παράξενοι, φοβικοί και τρομοκρατημένοι –κυρίως όμως τύποι καθημερινοί– που ζουν και επιζούν καταναλώνοντας ματωμένα κομμάτια ωμής πραγματικότητας ή αγκαθωτής φαντασιοπληξίας.

Η Έλσα Κορνέτη αφηγείται τη σύγχρονη ζωή με μια ποικιλία από φιγούρες που έμαθαν να υπερίπτανται, αλλά και να επιπλέουν, σε ανήσυχους και ταπεινωτικούς καιρούς, πρόσωπα που ήρθαν κι άραξαν σε ένα σύμπαν όπου η ακοή και η μνήμη συνυπάρχουν δαιμονικά κι αγγελικά στην αγωνία της αναμέτρησης με το πεπρωμένο των μικρών και μεγάλων καταναγκασμών.

12.00

Ελληνική λογοτεχνία

Τέλος πάντων

Αχιλλέας ΙΙΙ

Στο «Τέλος Πάντων» ο Αχιλλέας ΙΙΙ αποφασίζει να καταστρέψει τον κόσμο, και μάλιστα όχι μία φορά αλλά είκοσι τέσσερις. Με αφορμή τη συντέλεια, δημιουργεί και παρουσιάζει ένα πλήθος από παράξενους –ή όχι και τόσο παράξενους, τελικά– κόσμους, στους οποίους τίποτα δεν είναι αδύνατο. Με το τέλος των πάντων να μοιάζει περισσότερο με ευκαιρία παρά με απειλή, οι γνωστοί κανόνες ανατρέπονται και κάθε Αποκάλυψη οδηγεί σε περισσότερες αποκαλύψεις, καθιστώντας ξεκάθαρο ότι, ως γεγονός, το ίδιο το Τέλος έχει πολύ μικρότερη σημασία και ενδιαφέρον από όλα όσα μπορούν να συμβούν μέχρι να φτάσει κανείς σε αυτό.

Στα διηγήματα του βιβλίου αυτού, ο κόσμος ολόκληρος εξετάζεται στο μικροσκόπιο, παρατηρείται μέσω τηλεσκοπίου, διηθίζεται περνώντας μέσα από διαφορετικά φίλτρα, αλλάζει μορφή μπροστά σε παραμορφωτικούς καθρέφτες κάθε είδους, διαλύεται και επανασυντίθεται άπειρες φορές, και παρουσιάζεται ως σταυροδρόμι στο οποίο το παράδοξο, το χιούμορ και η κριτική θεώρηση της πραγματικότητας συναντιούνται και παρασύρουν τον αναγνώστη σε ένα διαφορετικό λογοτεχνικό σύμπαν, όπου τα πάντα υπακούουν μέχρι τέλους σε έναν και μοναδικό κανόνα, εκείνον που ορίζει ότι «Δεν ισχύει κανένας κανόνας».

 

12.50

Ελληνική λογοτεχνία

Λίγα λόγια για μένα

Καλλιρρόη Παρούση

Ένα παράξενο σηµειωµατάριο απορροφά τις ώρες του Χάρη καθώς επιδίδεται µε µανία στην ανάγνωσή του στο υπόγειο του σπιτιού του. Αναζητώντας τον εαυτό του στις σελίδες του, ο Χάρης πασχίζει να διακρίνει τα όρια µεταξύ της πραγµατικότητας που ζει και των αφηγηµατικών κόσµων που εντός τους εγκλωβίζεται. Είναι πράγµατι ο µεσήλικας πατέρας τριών κοριτσιών ή µήπως ο Γάλλος ορνιθολόγος Κονστάν Λεφέβρ; Καθώς προχωρά η ανάγνωση, ο Χάρης έρχεται αναπόφευκτα αντιµέτωπος µε µια σειρά τραυµατικών γεγονότων, όπως τον άδικο θάνατο του αδερφού του και την εξαφάνιση της µεγάλης κόρης του. Τα κείµενα και η ζωή του Χάρη εισβάλλουν στη ζωή της εκκεντρικής αφηγήτριας του βιβλίου, στη διάρκεια του σεµιναρίου δηµιουργικής γραφής που συντονίζει. Καθώς βιώνει κι εκείνη µια παράλληλη εσωτερική αναζήτηση, παραδίδει τα αλλόκοτα γραπτά του και µαζί παραδίδεται στις σκέψεις του Χάρη που απλώνονται σαν πλοκάµια στις δικές της σκέψεις και επιθυµίες.

Οι ήρωες αυτού του βιβλίου θέλουν όσο τίποτε άλλο να αυτοσυστηθούν, να µιλήσουν για τον εαυτό τους και κυρίως να µιλήσουν στον εαυτό τους για τον εαυτό τους. Το Λίγα λόγια για µένα συγκροτεί έτσι ένα γοητευτικό παράθυρο προς τις δαιδαλώδεις διαδροµές του µυαλού: τις εικόνες, τα κείµενα, τις αντιφάσεις, τα γεγονότα που συνθέτουν το περίπλοκο οικοδόµηµα που ονοµάζεται παρελθόν, µνήµη και εντέλει πραγµατικότητα.

 

12.90

Δημήτρης Φύσσας

Μπαίνοντας σε μια μεγάλη ομάδα ημιπεριθωριακών νυχτερινών τύπων, που για άγνωστους λόγους αυτοαποκαλούνται “Σαρίπολοι”, ο άστεγος και άθυμος Στέλιος Μέσκουλας (πρωταγωνιστής του μυθιστορήματος, Η Νιλουφέρ στα χρόνια της κρίσης) αποκτά, πρόσκαιρα, νέο ενδιαφέρον για τη ζωή. Ως αφηγητής τούς σκιαγραφεί όλους, ανάμεσά τους και τον συγγραφέα τού ανά χείρας βιβλίου και πολλούς ήρωες από προηγούμενά του.

Στην τετράχρονης διάρκειας πλοκή ενσωματώνονται αυτοσχόλια του αφηγητή, θεατρικά μονόπρακτα, λίστες, “ένθετα” σχετικά με κομμωτήρια, γλωσσικές αντιλήψεις, σεξουαλικές πρακτικές, μουσική, κουκλάκια κλπ, μια μυστική αποστολή στη Λατινική Αμερική, όπως και το ολοένα επανερχόμενο ερώτημα: “Τι είναι πιο σημαντικό στη ζωή, η Τέχνη ή οι γυναικείοι κώλοι;”

Όμως, την ώρα που όλος ο πλανήτης ετοιμάζεται να δει τον τελικό του Μουντιάλ 2018 και η Αττική κλαίει μια εκατόμβη νεκρών από μια ξαφνική μεγάλη πυρκαγιά στο Μάτι, ο Μέσκουλας αποσύρεται στις παρατημένες παράγκες κάποιας ξεχασμένης μαγνησιακής παραλίας, με σκοπό να πεθάνει από ασιτία.

Εκεί βρίσκει την απάντηση στο ερώτημά του, όμως είναι αμφίβολο αν θα τον ωφελήσει. Μια ευφάνταστη και αντισυμβατική αφήγηση, μακριά από πολιτική ορθότητα και σοβαρότητα, στα όρια του σουρεαλισμού.

14.00

Ελληνική λογοτεχνία

Του Θεού το μάτι

Γιάννης Μακριδάκης

ΛΙΓΑΚΙ ΠΑΡΑΚΕΙ ΠΑΝΕ, ΑΠΑΝΩ ΣΤΑ ΞΙΝΑ ΚΑΘΟΥΝΤΑΙ ΚΑΙ ΜΑΣ ΛΟΞΟΚΟΙΤΑΖΟΥΝΕ. Εγώ που τους ξέρω, τους αντιλαμβάνομαι. Νιώθω το μάτι τους όση ώρα τρωγοπίνω και είναι καρφωμένο απάνω μου. Οι μουσαφιραίοι όμως δεν νιώθουνε τίποτα, Διομήδη. Σου λέει, εξοχή είναι, πουλιά έχει. Πού να ξέρανε πως τα πουλιά μάς παρακολουθούνε και πως λένε, άντε να ξεκουμπιστείτε, να πάμε κι εμείς στο σπίτι μας. Μόνο το Λούγαρο, που είναι σπουδαγμένος απάνω σ` αυτά, ξέρει πως τα πουλιά μάς παρακολουθούνε ανελλιπώς. Και πως μας μιλούνε κιόλας. Αυτό το πιστεύει κι ο Κότσυφας βέβαια, όπως σου `πα, αλλά αυτός δεν πιάνεται διότι μπορεί να το λέει έτσι, μέσα από την παλαβωμάρα του. Ξέρεις, αυτοί οι ιδεολόγοι έχουνε όλο κάτι τέτοιες θεωρίες, αλλά ανάθεμα κι άμα πιστεύουνε στο βάθος βάθος τίποτα. Μόνο για τη μόστρα μού φαίνεται πως τα λένε. Για να κάνουνε τους εξωτικούς και να τραβούνε το ενδιαφέρον των γυναικών. Καλή ώρα σαν τη δικιά μου. Τέλος πάντων. Αυτά όμως που σου λέω ισχύουνε, Διομήδη. Είναι πράματα που τα `χουνε μελετημένα οι επιστήμονες. Έχουνε κάμει πειράματα κι έχουνε βγάλει αποφθέγματα. Ένα πουλάκι μού το μαρτύρησε, έτσι μας έλεγε η μάνα μας σαν ήμαστε μικροί και κάναμε καμιά ζημιά. Διότι όλα τα ξέρουνε τα πουλιά. Τα πουλιά είναι του θεού το μάτι από πάνω μας, Διομήδη. Είναι η συνείδησή μας τα πουλιά.

Καθώς το κατασκευάζει, ο Πεπόνας αφηγείται στο σκιάχτρο του την πολυκύμαντη ζωή του, που τώρα πια, μετά τη σύνταξη, ολοκληρώνεται στο κτηματάκι του. Στην αφήγησή του παρελαύνουν αλλόκοτοι άνθρωποι με ονόματα ζώων ή φυτών, πουλιά και διάφορα άλλα ζωντανά με ονόματα ανθρώπινα, αλλά και ψυχωμένα άψυχα, σαν τον Διομήδη το σκιάχτρο. Η γενεαλογία της φύσης και η γενεαλογία των ανθρώπων συναντιούνται παντού, εκτός από την πολιτική και την κρίση. Οι πληγές του σύγχρονου κόσμου διατρέχουν το σύμπαν της νουβέλας. Ένα σύμπαν που παίρνει φωνή, αρθρώνεται και απευθύνεται σε πρώτο πρόσωπο στον καθρέφτη του.

12.37

Ελληνική λογοτεχνία

Οιμωγή

Στέφανος Αλεξιάδης

Οιμωγή σημαίνει κραυγή. Κραυγή σπαραχτική. Κραυγή εκκωφαντική.

Είναι, όμως, φορές που οι κραυγές γίνονται συνώνυμο της σιωπής. Ένας θάνατος που σπέρνει τη σιγή.

Ήρωες που κρύβουν το παρελθόν, αρνούνται το παρόν και αγνοούν το μέλλον.
Μια νηνεμία που επικρατεί λίγο, τόσο λίγο που δεν θα μπορέσει να συγκρατήσει την καταιγίδα που έρχεται.

Ποιος είπε ότι μια μάνα δεν μπορεί να σκοτώσει; Κι αν σκοτώσει, παύει να φέρει αυτή την ιδιότητα;

Λέξεις, υποσχέσεις και μυστικά σείουν το έδαφος. Ένα έδαφος που καταρρέει και τότε φθάνει αυτή.

Η ΟΙΜΩΓΗ.

17.70

Ελληνική λογοτεχνία

Το απαραίτητο φως

Ντορίνα Παπαλιού

Η Λουίζα Λασκαράτου επιστρέφει από την Οξφόρδη ύστερα από τον ξαφνικό θάνατο του πατέρα της, αθηναίου δικηγόρου. Την περιμένει το τελευταίο του μήνυμα: η άγνωστη σ’ εκείνη φωτογραφία του πίνακα ενός διάσημου σκοτσέζου ζωγράφου του 19ου αιώνα, που είχε κλαπεί από την οικογένειά της στα χρόνια της Κατοχής. Σύντομα η Λουίζα θα ανακαλύψει πως η ιστορία του πίνακα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ανεξήγητη εκτέλεση της νεαρής ζωγράφου Λουίζ Χατζηλουκά, μητέρας του πατέρα της, το 1944. Η αλήθεια όμως, όπως και η τύχη του πίνακα, αγνοούνται….

Μέσα από την αναζήτηση ενός χαμένου πίνακα, το μυθιστόρημα εξερευνά τους εύθραυστους δεσμούς που ενώνουν το παρελθόν με το παρόν, τη σχέση της απώλειας με τη μνήμη, αλλά και την απόσταση ανάμεσα σε αυτό που συνέβη και αυτό που μεταφέρεται, την αλήθεια και τις αφηγήσεις της.

17.01

Μαίρη Κουκουλέ

3 ΤΟΜΟΙ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ

«… ένα γλωσσολογικό μνημείο που περιέχει και διασώζει, στον
αιώνα τον άπαντα, όλες τις παιδικές, εφηβικές, νεανικές, στρατιωτικές, πολιτικές κτλ. αισχρολογίες του ωραίου ελληνικού λαού».
ΚΩΣΤΑΣ ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, 1983

«… βιβλίο καταπληκτικό… και σαν εμφάνιση και σαν περιεχόμενο·
πολύ πρωτότυπα όλα, μια άλλη ανεξερεύνητη πλευρά της ελληνικής πραγματικότητας».
ΑΛΕΚΟΣ ΦΑΣΙΑΝΟΣ, 1983

«… θαυμάσιο βιβλίο… θα γίνει η βίβλος μου εδώ που η αθυροστομία υπάρχει μόνο σαν απουσία. Το διάβασα μια φορά όλο –τι
δουλειά!– τώρα το διαβάζω σιγά σιγά, σαν μετάληψη».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΑΛΛΙΦΑΤΙΔΗΣ, 1983

«Η Μαίρη Κουκουλέ, αλλά και ο Αμερικανός λαογράφος G.
Legman, που την προέτρεψε να κάνει αυτή τη δουλειά και έγραψε
την εισαγωγή στο βιβλίο της, υπογραμμίζουν τον ανατρεπτικό χαρακτήρα των νεοελληνικών αθυροστομιών, αφού σ’ αυτές τα “όσια
και ιερά” του έθνους γελοιοποιούνται και μάλιστα από κοινωνικά
καταπιεσμένες ομάδες, όπως οι μαθητές, οι φαντάροι κ.λπ.».
ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ, 1986

«… δάσκαλοι, παπάδες, αστυνομικοί, γονείς, πολιτικοί ή ποδοσφαιρικοί αντίπαλοι, θείοι και θείες, οι αρχαίοι Έλληνες (εδώ θα
βρείτε πλήρη και σε διαφορετικές παραλλαγές τη σεξουαλική Ιλιάδα), διάφοροι σοφοί και σοφίες, το έθνος, η πατρίδα, το κόμμα, η
θρησκεία, η πορνεία, οι επαρχιώτες, οι αστοί, οι ξένες γλώσσες, η
ερωτική πράξη στις διάφορες εκφάνσεις της, η ιεραρχία, ποικίλοι
θεσμοί, η κοινωνία συνολικά, όλα διακωμωδούνται, χλευάζονται
ή βρίζονται ασύστολα αλλά με τρόπο ευρηματικό και, γιατί όχι,
καλλιτεχνικό».
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΥΣΣΑΣ, 2019

Η Μαίρη Κουκουλέ γεννήθηκε στην Αθήνα το 1939. Σπούδασε ιστορία και αρχαιολογία στη Φιλοσοφική Σχολή της Αθήνας. Ζει στο Παρίσι από το 1960, όπου συνέχισε τις σπουδές της στη Σορβόνη, στο Collège de France και στην École Pratique des Hautes Études. Το 1981, ενθαρρυμένη από τον Gershon Legman, άρχισε να συλλέγει το λαογραφικό υλικό που δημοσιεύεται στους τρεις τόμους της Νεοελληνικής Αθυροστομίας (1984, 1986 και 1988). Η παρούσα έκδοση ε

13.30

Μαίρη Κουκουλέ

3 ΤΟΜΟΙ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ

«… ένα γλωσσολογικό μνημείο που περιέχει και διασώζει, στον
αιώνα τον άπαντα, όλες τις παιδικές, εφηβικές, νεανικές, στρατιωτικές, πολιτικές κτλ. αισχρολογίες του ωραίου ελληνικού λαού».
ΚΩΣΤΑΣ ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, 1983

«… βιβλίο καταπληκτικό… και σαν εμφάνιση και σαν περιεχόμενο·
πολύ πρωτότυπα όλα, μια άλλη ανεξερεύνητη πλευρά της ελληνικής πραγματικότητας».
ΑΛΕΚΟΣ ΦΑΣΙΑΝΟΣ, 1983

«… θαυμάσιο βιβλίο… θα γίνει η βίβλος μου εδώ που η αθυροστομία υπάρχει μόνο σαν απουσία. Το διάβασα μια φορά όλο –τι
δουλειά!– τώρα το διαβάζω σιγά σιγά, σαν μετάληψη».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΑΛΛΙΦΑΤΙΔΗΣ, 1983

«Η Μαίρη Κουκουλέ, αλλά και ο Αμερικανός λαογράφος G.
Legman, που την προέτρεψε να κάνει αυτή τη δουλειά και έγραψε
την εισαγωγή στο βιβλίο της, υπογραμμίζουν τον ανατρεπτικό χαρακτήρα των νεοελληνικών αθυροστομιών, αφού σ’ αυτές τα “όσια
και ιερά” του έθνους γελοιοποιούνται και μάλιστα από κοινωνικά
καταπιεσμένες ομάδες, όπως οι μαθητές, οι φαντάροι κ.λπ.».
ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ, 1986

«… δάσκαλοι, παπάδες, αστυνομικοί, γονείς, πολιτικοί ή ποδοσφαιρικοί αντίπαλοι, θείοι και θείες, οι αρχαίοι Έλληνες (εδώ θα
βρείτε πλήρη και σε διαφορετικές παραλλαγές τη σεξουαλική Ιλιάδα), διάφοροι σοφοί και σοφίες, το έθνος, η πατρίδα, το κόμμα, η
θρησκεία, η πορνεία, οι επαρχιώτες, οι αστοί, οι ξένες γλώσσες, η
ερωτική πράξη στις διάφορες εκφάνσεις της, η ιεραρχία, ποικίλοι
θεσμοί, η κοινωνία συνολικά, όλα διακωμωδούνται, χλευάζονται
ή βρίζονται ασύστολα αλλά με τρόπο ευρηματικό και, γιατί όχι,
καλλιτεχνικό».
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΥΣΣΑΣ, 2019

Η Μαίρη Κουκουλέ γεννήθηκε στην Αθήνα το 1939. Σπούδασε ιστορία και αρχαιολογία στη Φιλοσοφική Σχολή της Αθήνας. Ζει στο Παρίσι από το 1960, όπου συνέχισε τις σπουδές της στη Σορβόνη, στο Collège de France και στην École Pratique des Hautes Études. Το 1981, ενθαρρυμένη από τον Gershon Legman, άρχισε να συλλέγει το λαογραφικό υλικό που δημοσιεύεται στους τρεις τόμους της Νεοελληνικής Αθυροστομίας (1984, 1986 και 1988). Η παρούσα έκδοση είναι πιστή αναπαραγωγή τους.

13.30

Μαίρη Κουκουλέ

3 ΤΟΜΟΙ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ

«… ένα γλωσσολογικό μνημείο που περιέχει και διασώζει, στον
αιώνα τον άπαντα, όλες τις παιδικές, εφηβικές, νεανικές, στρατιωτικές, πολιτικές κτλ. αισχρολογίες του ωραίου ελληνικού λαού».
ΚΩΣΤΑΣ ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, 1983

«… βιβλίο καταπληκτικό… και σαν εμφάνιση και σαν περιεχόμενο·
πολύ πρωτότυπα όλα, μια άλλη ανεξερεύνητη πλευρά της ελληνικής πραγματικότητας».
ΑΛΕΚΟΣ ΦΑΣΙΑΝΟΣ, 1983

«… θαυμάσιο βιβλίο… θα γίνει η βίβλος μου εδώ που η αθυροστομία υπάρχει μόνο σαν απουσία. Το διάβασα μια φορά όλο –τι
δουλειά!– τώρα το διαβάζω σιγά σιγά, σαν μετάληψη».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΑΛΛΙΦΑΤΙΔΗΣ, 1983

«Η Μαίρη Κουκουλέ, αλλά και ο Αμερικανός λαογράφος G.
Legman, που την προέτρεψε να κάνει αυτή τη δουλειά και έγραψε
την εισαγωγή στο βιβλίο της, υπογραμμίζουν τον ανατρεπτικό χαρακτήρα των νεοελληνικών αθυροστομιών, αφού σ’ αυτές τα “όσια
και ιερά” του έθνους γελοιοποιούνται και μάλιστα από κοινωνικά
καταπιεσμένες ομάδες, όπως οι μαθητές, οι φαντάροι κ.λπ.».
ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ, 1986

«… δάσκαλοι, παπάδες, αστυνομικοί, γονείς, πολιτικοί ή ποδοσφαιρικοί αντίπαλοι, θείοι και θείες, οι αρχαίοι Έλληνες (εδώ θα
βρείτε πλήρη και σε διαφορετικές παραλλαγές τη σεξουαλική Ιλιάδα), διάφοροι σοφοί και σοφίες, το έθνος, η πατρίδα, το κόμμα, η
θρησκεία, η πορνεία, οι επαρχιώτες, οι αστοί, οι ξένες γλώσσες, η
ερωτική πράξη στις διάφορες εκφάνσεις της, η ιεραρχία, ποικίλοι
θεσμοί, η κοινωνία συνολικά, όλα διακωμωδούνται, χλευάζονται
ή βρίζονται ασύστολα αλλά με τρόπο ευρηματικό και, γιατί όχι,
καλλιτεχνικό».
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΥΣΣΑΣ, 2019

Η Μαίρη Κουκουλέ γεννήθηκε στην Αθήνα το 1939. Σπούδασε ιστορία και αρχαιολογία στη Φιλοσοφική Σχολή της Αθήνας. Ζει στο Παρίσι από το 1960, όπου συνέχισε τις σπουδές της στη Σορβόνη, στο Collège de France και στην École Pratique des Hautes Études. Το 1981, ενθαρρυμένη από τον Gershon Legman, άρχισε να συλλέγει το λαογραφικό υλικό που δημοσιεύεται στους τρεις τόμους της Νεοελληνικής Αθυροστομίας (1984, 1986 και 1988). Η παρούσα έκδοση είναι πιστή αναπαραγωγή τους.

13.30

Ελληνική λογοτεχνία

Οξυγόνο

Ξένια Κουναλάκη

Μια παρέα φοιτητών, ένα καλοκαίρι του ’90, κάνει ελεύθερο κάμπινγκ, όταν ο Νικόλας, ο πιο χαρισματικός απ’ όλους, πνίγεται στην προσπάθειά του να βγάλει έναν ροφό από τη θάλασσα. Ο πατέρας πενθεί τον γιο του· οι φίλοι θυμούνται και εξιδανικεύουν τον πεισματάρη φίλο τους.

Είκοσι χρόνια αργότερα, οι ίδιοι άνθρωποι ξαναβρίσκονται στο νησί για το μνημόσυνο του Νικόλα και αναλογίζονται τις δικές τους καθημερινές ασφυξίες και απώλειες: τα όρια του γάμου και της οικογένειας, τη φθορά του σώματος, το τέλος της γονιμότητας, την επαγγελματική αβεβαιότητα, τον θάνατο που πλησιάζει.

Ο καθηγητής Νομικής διαβάζει Φίλιπ Ροθ και ταυτίζεται μαζί του, η γυναίκα του προσπαθεί να καταπολεμήσει την ηττοπάθεια της μέσης ηλικίας, ο εισοδηματίας φίλος τους ζει αποτραβηγμένος και παρατηρεί τις ζωές των άλλων, η ψυχίατρος-μετανάστρια στη Βιέννη βλέπει την Ελλάδα να απομακρύνεται από την Ευρώπη, η συγγραφέας της παρέας αγωνίζεται να κάνει παιδί με κάθε τρόπο προκειμένου να δώσει νόημα στη ζωή της.
Με φόντο πάντα την ανάμνηση του φίλου τους, που πρόλαβε και πέθανε νέος, οι ζωές τους διασταυρώνονται και πλέκονται στον θρήνο και τη νοσταλγία για τα χρόνια που πέρασαν, στην κρίση της χώρας, αλλά και τη δική τους, την προσωπική.

16.00

Ελληνική λογοτεχνία

Συμμαθήτριες

Νανά Ρούσσου

Πέντε γυναίκες, συμμαθήτριες από το Αρσάκειο και πολύ φίλες τότε, που είχαν να συναντηθούν όμως όλες μαζί από τα σχολικά τους χρόνια, παίρνουν ξαφνικά ένα παράξενο και αναπάντεχο μήνυμα που τις αφορά όλες. Από εκείνη τη στιγμή η ζωή τους αλλάζει ορμητικά, συμπαρασύροντας και τις ζωές των ανθρώπων γύρω τους. Νέα πρόσωπα εμφανίζονται, παλιές και δεδομένες καταστάσεις ανατρέπονται, καινούρια προβλήματα απαιτούν τη λύση τους. Ωστόσο η οικειότητα, η σύμπνοια και η συνενοχή των σχολικών τους χρόνων, σαν ευρήματα πολύτιμα μιας σπουδαίας ανασκαφής, βγαίνουν ξανά στην επιφάνεια και φωτίζουν το παρόν και το μέλλον τους.

14.84

Ελληνική λογοτεχνία

Δυναμώστε τη μουσική, παρακαλώ

Μαλανδράκης Μιχάλης

Μεγαλώνοντας, ο Χάρης Αλεξιάδης ενδιαφέρεται όλο και πιο πολύ για τα σπουδαία, κοσμοϊστορικά γεγονότα. Χρόνια αργότερα, αυτό το άγουρο ενδιαφέρον γίνεται επάγγελμα. Ύστερα από μια σύντομη θητεία στον αθηναϊκό Τύπο, η παράλληλη άνοδος της ιδιωτικής τηλεόρασης θα του προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία: να βρεθεί στο Σαράγεβο τον Ιούνιο του 1992, ως πολεμικός ανταποκριτής ενός νέου μεγάλου καναλιού, και να καλύψει τις συγκρούσεις που ακολούθησαν την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης.

Ο Χάρης ενθουσιάζεται με αυτή την προοπτική. Αναγνωρίζει αμέσως την ιστορική σημασία των συγκρούσεων και ανυπομονεί να βρεθεί στο επίκεντρο των εξελίξεων, στην καρδιά της Ευρώπης.

Θα παραμείνει, ωστόσο, στο Σαράγεβο περισσότερο απ’ όσο έχει υπολογίσει. Οι συγκρούσεις παγιώνονται, διαρκούν ολόκληρους χειμώνες, και καταλήγουν στην πιο μακρόχρονη πολιορκία πρωτεύουσας στην ιστορία των σύγχρονων πολέμων. Ο αρχικός ενθουσιασμός του Χάρη μετατρέπεται σε κούραση και σταδιακή εξάντληση από το κρύο, την ανασφάλεια και, κυρίως, τη βεβαιότητα ότι αυτή η τραγική κατάσταση δεν θα αλλάξει. Τα αιματηρά επεισόδια είναι αμέτρητα και, στις 5 Φεβρουαρίου 1994, η αντοχή του στον ανθρώπινο πόνο δοκιμάζεται, όταν παρακολουθεί και καταγράφει τον βομβαρδισμό της αγοράς του Μαρκάλε, με 68 νεκρούς και 144 τραυματίες.

Την επόμενη μέρα, ο Χάρης ζητάει την άδεια να επιστρέψει στην Ελλάδα. Δυσκολεύεται να προσαρμοστεί και παραμένει για πολύ καιρό αδρανής. Σκέφτεται να αποσυρθεί από το πολεμικό ρεπορτάζ και, σε συνεννόηση με το κανάλι, αποφασίζει να μεταπηδήσει στην ψυχαγωγία και να αναλάβει παρουσιαστής σ’ ένα νέο μουσικό τηλεπαιχνίδι.

Αρχίζει έτσι, για εκείνον, μια καινούργια φάση. Ανάμεσα σε πλατό, κάμερες, εκτυφλωτικούς προβολείς και συναναστροφές με τις κοσμικές προσωπικότητες της Αθήνας, η ζωή του αλλάζει κι εκείνος αφήνεται να παρασυρθεί. Τα επόμενα χρόνια αναλαμβάνει κι άλλα, αμφιβόλου ποιότητος τηλεπαιχνίδια, και στροβιλίζεται σε έναν εκστατικό χορό με σύντομα διαστήματα μελαγχολίας. Ώσπου, ξαφνικά, ένα νευρολογικό πρόβλημα πλήττει την κινητικότητά του και τον αναγκάζει ν’ αποσυρθεί βίαια από οτιδήποτε έχει ανάγκη.

Το “Δυναμώστε τη μουσική, παρακαλώ” είναι ένα μυθιστόρημα για τα μεγάλα μεγέθη που δεν μεταβολίζονται από το άτομο· για την ομορφιά και τη φασαρία, ως στιγμιαίο αντίδοτο σε όλα εκείνα που δεν θεραπεύονται· και για όσους επιζητούν την ένταση της μουσικής τόσο δυνατά ώστε να καλύπτει τα πάντα.

16.00

Ελληνική λογοτεχνία

Τι μένει από τη νύχτα

Έρση Σωτηροπούλου

Ιούνιος του 1897: ο «ατυχής» ελληνοτουρκικός πόλεμος έχει φθάσει στο τέλος του με ολοσχερή ήττα της ταπεινωμένης Ελλάδας, η Γαλλία συγκλονίζεται από την Yπόθεση Ντρέυφους, η απομονωμένη Αλεξάνδρεια μένει παραδομένη στον ρυθμό της ανατολίτικης ραθυμίας, η Ευρώπη ανασαίνει στο πνεύμα του fin de siecle, κυνική, ταραγμένη, ανήσυχη. Αυτήν την παράξενη και ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα εποχή, ο νεαρός Κωνσταντίνος Καβάφης, μαζί με τον μεγαλύτερο αδελφό του Τζων, βρίσκονται στο Παρίσι, τελευταίο σταθμό ενός μεγάλου ταξιδιού. Είναι ένα ταξίδι αναψυχής που στην πορεία θα μετεξελιχθεί σε εσωτερική περιπλάνηση, μια διαδικασία μύησης που εκβάλλει στην υπέρτατη πραγμάτωση του ποιητικού του στόχου.

Η Έρση Σωτηροπούλου, επίμονη σκιά του ποιητή, θα παρακολουθήσει αυτό το μυθιστορηματικό ταξίδι σε όλες τις διαστάσεις του. Στηριγμένη σε σπάνιο αρχειακό υλικό και σε πλούσια βιβλιογραφία, ανασυνθέτει τη μεταβατική στιγμή κατά την οποία ο Καβάφης, μακριά από την ασφυκτική αλλά μοιραία και μοναδική Αλεξάνδρεια, βυθίζεται στον εαυτό του, αναψηλαφεί τα πάθη του, βασανίζεται από αμφιβολίες και φθάνει ως την αυτομαστίγωση, δοκιμάζοντας ταυτόχρονα τα όρια της ποιητικής μορφής, εξωθώντας την πέρα από τους κανόνες και πυρπολώντας τη με τη στοχαστική του φαντασία.

Ένα μυθιστόρημα ιδεών για τη δύσκολη σχέση τέχνης και ζωής, για τον ερωτικό πόθο ως κίνητρο δημιουργίας, μια τολμηρή μυθοπλαστική ανασύσταση της προσωπικότητας του μεγάλου ποιητή.

 

Η αμερικανική έκδοση του μυθιστορήματος σε μετάφραση της Karen Emmerich κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Μετάφρασης στις ΗΠΑ! Η ανακοίνωση της βράβευσης έγινε από την Αμερικανική Ένωση Μεταφραστών Λογοτεχνίας (ΑLTA), στο ετήσιο συνέδριο της ALTA που πραγματοποιήθηκε στο Rochester της Νέας Υόρκης το Νοέμβριο του 2019.

Η κριτική επιτροπή των βραβείων σημείωσε για το «Τι μένει από τη νύχτα»: Ο Κ.Π. Καβάφης έχει παρουσιαστεί ως «ένας Έλληνας με ψάθινο καπέλο, που στέκει ακίνητος και παρατηρεί με λοξή ματιά το σύμπαν». Στο βιβλίο της «Τι μένει από τη νύχτα», η Έρση Σωτηροπούλου κλονίζει αυτό το κλισέ με ελικοειδείς προτάσεις που περιγράφουν έναν άντρα σε κίνηση και πλήρως ενταγμένο στον κόσμο γύρω του. Μας μεταφέρει σε τρεις μέρες και νύχτες από το ταξίδι του Καβάφη στην Ευρώπη τον Ιούνιο του 1897, όταν είναι στο Παρίσι μαζί με τον αδερφό του και εξερευνά την πόλη – και τα ακόμα άγνωστα τότε πάθη του. Μετακινούμενη άψογα από την περιγραφή στον στοχασμό και στη μελέτη των ποιημάτων πάνω στα οποία εργάζεται, η υπόθεση μας επιτρέπει να ζήσουμε, για λίγο, μέσα σε αυτή την ιστορία· στη μετάφραση της Karen Emmerich, το κείμενο γίνεται τόσο εκλεπτυσμένο και φιλόξενο, όσο και η ποίηση του Καβάφη.

Είναι η εικοστή πρώτη χρονιά που δόθηκε το συγκεκριμένο βραβείο, που είναι το μοναδικό βραβείο μετάφρασης που περιλαμβάνει μια αυστηρή εξέταση τόσο του αρχικού κειμένου όσο και την απόδοσή του στην αγγλική γλώσσα, όπως τονίζεται στην ανακοίνωση των υποψηφιοτήτων.

Το βιβλίο κυκλοφορεί στις ΗΠΑ από τις εκδόσεις New Vessel Press.

15.50

Ελληνική λογοτεχνία

Γιατί πρόδωσα την πατρίδα μου

Θεόδωρος Γρηγοριάδης

Από το Παγγαίο, την Καβάλα, τον Έβρο µέχρι την Αθήνα, αλλά και τη Σαµψούντα, την Τυνησία, τη Συρία, το Βερολίνο και τη Στοκχόλµη, οι άνθρωποι διασχίζουν σύνορα, πολιτισµούς και προσωπικά όρια, βιώνουν ιστορικές αλλαγές, διεκδικούν διαφορετικές ταυτότητες, αναζητούν µια καινούργια αρχή ή και το άδοξο τέλος τους, ακροβατούν ανάµεσα στο πάθος για τη ζωή και στο βάρος µιας απώλειας.

Οικογενειακές ιστορίες, αδιέξοδες σχέσεις και παθιασµένοι έρωτες, µοναχικοί και αινιγµατικοί άνθρωποι, αποτραβηγµένοι και περιθωριακοί χαρακτήρες, µετανάστες και πρόσφυγες, πόρνες και τραβεστί, µικροαστοί και αγρότες, άνθρωποι της γειτονιάς αλλά και φερµένοι από τα όνειρα.

Είκοσι έξι ανθρώπινες ιστορίες, δοσµένες µε χιούµορ και συγκίνηση, γραµµένες την τελευταία εικοσιπενταετία, καταγράφουν τις συµπεριφορές και τις αλλαγές σε σχέση µε την κοινωνία και την Ιστορία, συνθέτοντας µία πολύχρωµη τοιχογραφία µέσα στην οποία κάθε αναγνώστης µπορεί να αναγνωρίσει και τη δική του φωνή.

14.40