Βλέπετε 241–255 από 313 αποτελέσματα

Ελληνική λογοτεχνία

Ελληνική λογοτεχνία

Κινέζικα μαρτύρια

Αντώνης Ιορδάνογλου

Η φωτογράφιση ενός ζευγαριού στη Σαντορίνη που εξελίσσεται σε θρίλερ, ένας ουρολόγος με εμφανή προβλήματα προσανατολισμού, ζωηρά παιδιά σε πολυτελές ξενοδοχείο που φιλοξενεί ρομαντικά ζευγάρια αλλά δεν έχει ρεύμα, η μελαγχολική πτήση ενός οινοβαρούς μεγιστάνα με ελικόπτερο πάνω από το Αιγαίο, ένας γκρινιάρης καθηγητής φιλοσοφίας πεινασμένος στην αττική γη, ένα γκροτέσκο μάθημα γαστρονομίας σε ξενοδοχείο του Ναυπλίου, ένας ξεναγός χαμένος στο πέλαγος της μετάφρασης…

Κινέζικα μαρτύρια είναι οι μικρές και μεγάλες οδύσσειες Κινέζων ταξιδιωτών στην Ελλάδα, μέσα από την εξιστόρηση των οποίων φωτίζονται οι ταξιδιωτικές συμπεριφορές αυτού του συχνά εκπληκτικού και συχνότερα ακατανόητου έθνους. Η συλλογή των συγκεκριμένων αφηγήσεων δεν είναι μόνο μια σπουδή κοινωνιολογίας των συμπεριφορών. Είναι και ένας χαμογελαστός τρόπος να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε κάπως τους Κινέζους μας: φίλους, ταξιδιώτες, πελάτες, εσχάτως και συμπατριώτες. Οι περιπέτειές τους αυτές μοιάζουν με έναν μίνι οδηγό για έναν τόπο που ακόμη ανακαλύπτεται· έναν οδηγό κατανόησης του Άλλου, με χιούμορ και πάντα με καλή διάθεση.

Δέκα συν μία ιλαροτραγικές ιστορίες οι οποίες, παρότι είναι εμπνευσμένες από αληθινά γεγονότα, έχουν πολλά φανταστικά στοιχεία στη δομή, τα πρόσωπα και το σκηνικό. Εξάλλου, όπως θα έλεγε και ο Γάλλος συγγραφέας Εντμόν Αμπού: «Οι πιο αληθινές ιστορίες δεν είναι αυτές που έχουν συμβεί».

9.90

Ελληνική λογοτεχνία

Νέα Σελήνη, Ημέρα Πρώτη

Θανάσης Βαλτινός

Τα κλειστά της μάτια τον ενθαρρύνουν. Στα χείλη της διαγράφεται ένα φιλικό ευφρόσυνο χαμόγελο. Απλώνει το χέρι του και δειλά το βάζει ανάμεσα στους μηρούς της. Το κεφάλι του πάει να εκραγεί. Το χέρι του προχωράει ψηλότερα, την ψαύει ολόκληρη. Χώνει το πρόσωπό του στο στήθος της. Η μυρουδιά της τον αναστατώνει. Προσπαθεί να της κατεβάσει το εσώρουχο χωρίς να τα καταφέρνει.

Προσπαθεί επανειλημμένα αλλά χωρίς αποτέλεσμα, παρόλο που η ίδια τον ευκολύνει μετακινώντας το κορμί της. Η αγωνία του κορυφώνεται. Συνεπαρμένη από την ίδια αγωνία, η Γαλλίδα παραμερίζει βίαια το εσώρουχό της και το σκίζει. Στην κρίσιμη στιγμή η αποκάλυψη της σγουρής δασωμένης της ήβης τυφλώνει τον Νίκο. Μέσα στο απόλυτο σκοτάδι που επικρατεί, δεν ακούγεται τίποτε άλλο εκτός από τη βροχή στα κεραμίδια.

13.50

Ελληνική λογοτεχνία

Δέρμα

Βίβιαν Στεργίου

Ένα βαρετό πάρτι στην καλοκαιρινή Αθήνα αυξάνει τη μοναξιά των αποτυχημένων καλλιτεχνών που έχουν μαζευτεί για να σκοτώσουν την ώρα τους. Ο Μέγας Αλέξανδρος φεύγει για να κατακτήσει το Λονδίνο, αλλά εθίζεται στην ιντερνετική συνομιλία με μια κοπέλα που ζει στην Καισαριανή. Στον σταθμό των τρένων του Αμβούργου, ένα ζευγάρι χωρίζει, ήρεμα, με λίγες γερμανικές λέξεις που θυμάται από το φροντιστήριο. Ένας Fachidiot: όταν η λύση σε ένα πρόβλημα γίνεται χειρότερη του προβλήματος. Δύο φίλες χρησιμοποιούν την τεχνολογία της διαρκούς επικοινωνίας ως τρόπο για να αγνοούν η μία την άλλη μέχρι την οριστική αποξένωση. Ένα γυναικείο σώμα υποβάλλεται σε γυναικολογικές εξετάσεις και συνδέεται με τις ρίζες του, χορεύει στα μπαρ και στο τέλος απορρίπτεται. Τρεις συγκάτοικοι ονειρεύονται να βρουν καλές δουλειές στη Βόρεια Ευρώπη, χωρίς να είναι σίγουροι πού θέλουν να ζουν. Ο χοντρός Νιλς περνάει ένα καλοκαίρι στο εξοχικό της πλαστικής κούκλας που τον διδάσκει ότι, αν θέλει να επιτύχει επαγγελματικά, πρέπει να γυμνάζεται περισσότερο και να συμπεριφέρεται σωστά ονλάιν.
Με χαλαρές συνδέσεις μεταξύ τους, οι ιστορίες αυτές έχουν ως κεντρικό θέμα την καθημερινότητα των ηρώων τους· τίποτα σημαντικό δεν συμβαίνει, εκτός από την ίδια τους τη ζωή.

13.50

Ελληνική λογοτεχνία

Η νοσταλγία της απώλειας

Θεόδωρος Γρηγοριάδης

Οι τριάντα µία διηγήσεις είναι αφηγήσεις προσωπικές, ιστορίες φίλων και περαστικών, εξιστορήσεις που φανερώθηκαν µέσα από καταχωνιασµένα σηµειωµατάρια και το καταστάλαγµα της ζωής. Καταστάσεις πραγµατικές και φανταστικές, ανοµολόγητες και παρανοηµένες, για ανθρώπους που δοκιµάστηκαν στα όρια της ζωής τους. Κοινά στοιχεία των διηγήσεων η µνήµη, ο πόνος και η απώλεια, οι εµµονές του έρωτα, τα ανθρώπινα παθήµατα.

Οι διηγήσεις, σύνοψη και απόσταγµα ζωής, αποτελούν µια αποσπασµατική  μυθοπλασία. Ως αφηγητής δεν θέλησα µόνο να περιγράψω και να στοχαστώ, αλλά να εκτεθώ, να µιλήσω µε ειλικρίνεια, να διηγηθώ ανυπόκριτα µε συγκίνηση και αυτοσαρκασµό, αναζητώντας τη µοναδικότητα του εαυτού µας και την επαφή µε τον αναγνώστη στη χαοτική εποχή µας. Άραγε πόσο αποκαλυπτόµαστε µέσα από τα λόγια και τις ιστορίες µας; Και πότε η ανάκληση µιας ιστορίας γίνεται εκµυστήρευση µε όλο της το κόστος και όχι απλώς  η νοσταλγία της απώλειας;
Θ.Γ.

12.33

Ελληνική λογοτεχνία

Ραγιάς. Μέρες και νύχτες 1821

Γιάννης Καλπούζος

1816-1829. Πάτρα, Τριπολιτσά, Ναύπλιο, Μεσολόγγι…

Αφότου ο Αγγελής βρέθηκε φυλακισμένος στο κοτέτσι του Σαχίν Αγά, το μίσος φώλιασε στην ψυχή του σαν φαρμακερό φίδι.
Κατά την εκρηκτική και συγχρόνως σαγηνευτική πορεία του μπαίνει στη δούλεψη ενός στρυφνού και τσιγκούνη πραματευτή, που σου πουλά κωλοφωτιά για καντήλι. Τον ζώνει το μολυβένιο σύγνεφο της σκλαβιάς και του εξευτελισμού των ραγιάδων. Σμίγει με την Κερασία, όπου στο πρόσωπό της βουτάνε και κολυμπούν τα όνειρα. Απαντιέται με κοτζαμπάσηδες, κολίγους και συμπολεμιστές, που είναι πιότερο από αδέρφια και γυναίκα την ώρα της μάχης, ενώ ένα τρομαγμένο Τουρκόπουλο γαντζώνεται πάνω του.

Στον δρόμο του και δύο γέροντες, οι οποίοι ξεψαχνίζουν το κίνητρο για καθετί μα και τη γλυκιά και φαρμακερή ουσία του «εγώ», η πλανεύτρα Ασπασία, διαβολικοί ξένοι, ντόπιοι τυχοδιώκτες, ο επί τριάντα έξι χρόνια αμίλητος Συμεών, ένας καβαλάρης που σώζει αιχμάλωτες Τουρκοπούλες και ο τρανότερος οχτρός του λεύτερου ανθρώπου, ο φόβος.

Ο Αγγελής βιώνει το μεγαλείο και τη σκοτεινή πλευρά του ματοβαμμένου Εικοσιένα, γκρεμίζοντας μυθεύματα και φανερώνοντας καταχωνιασμένες αλήθειες. Σφιχταγκαλιάζεται με τη φωτιά του ξεσηκωμού, μεταβολίζει την αγριότητα σε ελπίδα, λύτρωση και γλυκασμό, και βροντοφωνάζει: «Θέλω να μην είμαι ραγιάς σε κανέναν. Ραγιάς σε τίποτα!»

16.92

Ελληνική λογοτεχνία

Η ανάσα των δίπλα

Αντώνης Γεωργίου

«έναν τίποτε είμαστεν
τζαί θαρκούμαστεν
ότι εννά φάμεν τον κόσμον ούλλον»

«είδε ξαφνικά μια μπότα να τον κλοτσά και υποκόπανους όπλων να τον χτυπάνε, τον τράβηξαν σαν σακί για να τον παρατήσουν μαζί με άλλους σ’ ένα χωράφι κάτω από τον ανελέητο ήλιο, το αίμα έτρεχε»

«τρώγανε κοτόπουλο Κιέβου, γαρίδες και φυσικά σούπα μπορς παρακολουθώντας τους ντόπιους, εντελώς παλιομοδίτες κι αυτοί μέσα στα γκρίζα τους κοστούμια, να χορεύουν σπαρακτικά σαχλά ποπ τραγουδάκια του συρμού, κουνώντας γοφούς, χέρια, πόδια τόσο έντονα, λες κι είχαν ξεχαρβαλωθεί»

«τόσο κοινότοπα όλα τούτα, ελαφριά σαν ζωή»

15.90

Ελληνική λογοτεχνία

Ο κουρσάρος Πέδρο Καζάς

Φώτης Κόντογλου

Αναστατική έκδοση της 3ης και οριστικής έκδοσης του 1944. Η έκδοση συνοδεύεται από επίμετρο του Σταύρου Ζουμπουλάκη, όπου θα παρουσιάζεται η εκδοτική ιστορία του βιβλίου.

Το 1922, τη μαύρη χρονιά της Μικρασιατικής Καταστροφής, ένας από τους πρόσφυγες που περνάει απέναντι, από το Αϊβαλί στη Μυτιλήνη, είναι ο Φώτης Κόντογλου. Το ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ, με αφορμή την επέτειο των 100 χρόνων από τον οριστικό ερχομό του Φώτη Κόντογλου στην Ελλάδα, θα εκδώσει, μέσα στην επετειακή χρονιά, τα εξής πέντε βιβλία του: Ο κουρσάρος Πέδρο Καζάς, Βασάντα, Ο Θεός Κόνανος, Ιστορίες και περιστατικά και Το Αϊβαλί η πατρίδα μου.

10.98

Νίκος Α. Παναγιωτόπουλος

Σκοτείνιαζε. Το ουαί σου το μεγάλο πανί ήταν αφημένο λάσκο
Ορίζοντας απολιθωμάτων. Περίοδος εξαφανίσεων
ή
Στις διαβάσεις όπου δεν υπάρχει πατρίδα
Ανάμεσα στους κόσμους που ενώνω […]

 

Κυκλοφορεί στις 4.5.22

40.28

Ελληνική λογοτεχνία

Ονειρεύτηκα τη Διδώ

Λένα Διβάνη

«Εγώ σ’ όλη μου τη ζωή πήγαινα ασορτί με την Ελλάδα. Δράμα αυτή; Δράμα κι εγώ. Αδύνατον να ξεσπάσει καταιγίδα στη χώρα και να μη βρεθώ στο κέντρο της εγώ».
Διδώ Σωτηρίου

Μέσα στον ζόφο των αλλεπάλληλων κρίσεων ένιωσα ξαφνικά την έντονη ανάγκη να ανασάνω λίγο φρέσκο αέρα, να αισιοδοξήσω. Αποφάσισα λοιπόν ότι είχε έρθει η ώρα να ξαναζωντανέψω το ίνδαλμά μου, τη Διδώ Σωτηρίου. Είναι άδικο να τη λησμονούν σιγά σιγά οι παλιότεροι και να την αγνοούν τελείως οι νεότεροι. Δεν υπήρχε άλλη σαν κι αυτή τη γυναίκα-πολεμίστρια του καλού που διέσχισε ολόκληρο τον 20ό αιώνα, βρέθηκε στο επίκεντρο κάθε ελληνικής τραγωδίας (από τη Μικρασιατική Καταστροφή μέχρι τη χούντα) και κατάφερε να δρασκελίσει όλα τα ερείπια φορώντας το αιώνιο χαμόγελό της, κόκκινο μπερέ, κολιέ και άρωμα. Άρχισα αμέσως την έρευνα (με αφορμή την οποία εν τέλει εμπνεύστηκα το βιβλίο Ζευγάρια που έγραψαν την ιστορία της Ελλάδας) και ευτυχώς, γιατί χάθηκαν εν τω μεταξύ η Άλκη Ζέη κι ο Νίκος Μπελογιάννης, οι μοναδικοί επιζώντες που την ήξεραν από την καλή και την ανάποδη.

Ελπίζω ότι έγραψα μια εντελώς υβριδική βιογραφία με τον χαρακτηριστικό τίτλο Ονειρεύτηκα τη Διδώ. Γιατί πράγματι την ονειρεύτηκα ολοζώντανη, ακαταπόνητη και γελαστή, όπως ήταν πάντα, να μου διηγείται με το νι και με το σίγμα τη ζωή της που ήταν αγρίως απίθανη!
Λ. Δ.

15.93

Χριστίνα Φίλιου

Μέσα από το φακό της «μικροϊστορίας» ενός Φαναριώτη, του Στέφανου Βογορίδη, που έμεινε πιστός στον σουλτάνο (παρότι ο αδερφός του υπήρξε ένθερμος οπαδός της ελληνικής επανάστασης και επιστήθιος φίλος του Κοραή), το βιβλίο ανιχνεύει τη «μεγάλη», συναρπαστική και από πολλές απόψεις άγνωστη ιστορία της φαναριώτικης κοινότητας –μιας από τις πιο προβεβλημένες και πιο ιδιότυπες ελίτ των Βαλκανίων– σκιαγραφώντας τα ευρύτατα δίκτυα, υπεράνω εθνοτικών, θρησκευτικών και θεσμικών συνόρων, στα οποία κινήθηκε.

Ρίχνει έτσι νέο φως στην κρίση και τη μεταβολή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στις αρχές του 19ου αιώνα, μια κρίσιμη περίοδο που σηματοδοτεί τις παραμονές των δυτικότροπων μεταρρυθμίσεων του Τανζιμάτ και τις απαρχές τριών διακριτών ιστοριών: του εθνικισμού στα Βαλκάνια, του αυτοκρατορικού εκσυγχρονισμού στην Κωνσταντινούπολη και της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας στη Μέση Ανατολή. Το αποτέλεσμα είναι μια ευρέος φάσματος ανάλυση της διακυβέρνησης ως ζωντανής εμπειρίας σε μια ιστορική στιγμή κατά την οποία φαίνεται να απουσίαζε ένα σαφές σχέδιο εξουσίας.

20.03

Βενετία Αποστολίδου

Τα συγκλονιστικά γεγονότα της δεκαετίας του 1940, καθώς και η ριζική εθνική και κοινωνική κρίση που προκάλεσαν, έστρεψαν το ενδιαφέρον στη μελέτη της ιστορίας και της λογοτεχνίας του Νέου Ελληνισμού. Κατά την περίοδο της Δικτατορίας και της Μεταπολίτευσης, το ενδιαφέρον για τη Νεοελληνική Λογοτεχνία εντάθηκε. Πώς αποτυπώνονται αυτές οι εξελίξεις στη μελέτη της λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο, στην εδραίωση και την ανάπτυξη δηλαδή της επιστήμης της Νεοελληνικής Φιλολογίας; Ανάπτυξη μιας επιστήμης σημαίνει προσδιορισμός της σχέσης της με τις όμορες επιστήμες, στην περίπτωσή μας την Αρχαία Ελληνική Φιλολογία και τη Νεότερη Ιστορία. Ανάπτυξη της επιστήμης σημαίνει, επίσης, σαφής διατύπωση των διαφορών της από συναφείς εξωπανεπιστημιακές δραστηριότητες, όπως η λογοτεχνική κριτική, αλλά και ανταπόκριση σε νέες προκλήσεις, όπως η θεωρία της λογοτεχνίας.

Το βιβλίο ιχνηλατεί την πορεία ανάπτυξης της Νεοελληνικής Φιλολογίας στις Φιλοσοφικές Σχολές Αθήνας και Θεσσαλονίκης. Σε όλη του την έκταση τίθενται ερωτήματα όπως: Ποια είναι η επιστημονική σκευή με την οποία καλείται ο φιλόλογος να διδάξει; Ποιες είναι οι αντιλήψεις του (πεποιθήσεις, αξίες, προκαταλήψεις) περί λογοτεχνίας, περί γλώσσας, περί κριτικής και θεωρίας; Ποιο είναι το μορφωτικό κεφάλαιο που φέρει η μελέτη της σύγχρονης λογοτεχνίας σε σχέση με το απολύτως αδιαμφισβήτητο κεφάλαιο της αρχαιογνωσίας; Οι απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα δίνονται και ξαναδίνονται με διαφορετικές παραλλαγές σε κάθε χρονική στιγμή της υπό εξέταση περιόδου, και ίσως η αναψηλάφησή τους βοηθήσει στη συλλογική μας αυτογνωσία και στην αναζήτηση απαντήσεων που να ταιριάζουν στους δικούς μας καιρούς.

24.93

Ελληνική λογοτεχνία

Βίνκελμαν ή Το Πεπρωμένο

Αλέξανδρος Ίσαρης

Ένας σκηνοθέτης βρίσκεται για λίγο στην Τεργέστη και ανακαλύπτει πως, κατά έναν ανεξήγητο τρόπο, η ζωή του συνδέεται με το πεπρωμένο του διάσημου Γερμανού αρχαιολόγου Βίνκελμαν, που δολοφονήθηκε στην ίδια πόλη το 1768· δύο διανοούμενοι αναζητούν ερωτική διέξοδο σε ένα μπαρ που προμηθεύει αλλοδαπές, αλλά η πολλά υποσχόμενη βραδιά τους τελειώνει άδοξα· μια τρυφερή ελεγεία για την πεθαμένη μητέρα του συγγραφέα και τον χαμένο παράδεισο της παιδικής ηλικίας· ένας «ευτυχής» οικογενειάρχης έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή με τον πόνο μέσα από τη γνωριμία του με έναν απελπισμένο από τις ερωτικές του σχέσεις νεαρό· μια τυπική αθηναϊκή συντροφιά καλλιτεχνών και διανοουμένων επιδεικνύει όλη την κενοδοξία της κατά τη διάρκεια μιας συνάθροισης με εντελώς απρόσμενη κατάληξη.

Οι ήρωες του Αλέξανδρου Ίσαρη, πρόσωπα οικεία, που αντιμετωπίζουν εξίσου οικείες καταστάσεις και διλήμματα, είτε αυτά αφορούν την τέχνη είτε τη ζωή, συνειδητοποιούν αίφνης, κατά την εκτύλιξη της πλοκής των διηγημάτων, άλλοτε ότι βαδίζουν σε μοιραία μονοπάτια με άγνωστο προορισμό και άλλοτε ότι στο τέλος του δρόμου προβάλλει το πεπρωμένο με τη μορφή του υπαρξιακού κενού και της μοναξιάς. Με τρυφερότητα αλλά ενίοτε και με σαρκασμό, ο συγγραφέας παρακολουθεί την οδυνηρή πορεία τους προς τη συνειδητοποίηση της βαθύτερης όψης των πραγμάτων.

Ο Αλέξανδρος Ίσαρης χειρίζεται τα διαφορετικά θέματα των ιστοριών του με ιδιαίτερα επιδέξια αφηγηματική τεχνική και γλώσσα αξιοπρόσεκτα εύπλαστη και ευθύβολη: από το υποβλητικό ιστορικό φόντο και τη δυσοίωνη ατμόσφαιρα που δημιουργούν τα παιχνίδια της μοίρας στο διήγημα «Βίνκελμαν», τους ιλαροτραγικούς τόνους του «BAR VENUS», τη λεπτουργημένη αυτοβιογραφική αφήγηση της «Σβούρας» ως τη δραματική τεχνική του «Βέρθερου» και τη σάτιρα των σύγχρονων λογοτεχνικών ηθών στις «Πληγές της Μαρίας Κάλλας», ο συγγραφέας στήνει ένα στέρεο και αληθοφανές μυθοπλαστικό σύμπαν, χαρίζοντας στιγμές γνήσιας συγκίνησης.

8.95

Ελληνική λογοτεχνία

Να θυμηθώ να παραγγείλω

Στέλιος Μάινας

Πάντα έβαζε προτεραιότητες στη ζωή της. Από μικρή. Από την πρώτη της επέμβαση, καταμεσής ενός χορταριασμένου οικοπέδου της παιδικής της ηλικίας, κρατώντας ένα σακουλάκι, επιτάχυνε τη διαδικασία της φύσης, γλιτώνοντας το μικρό γατάκι που υπέφερε από αυτό που η ίδια δεν άντεχε, τον πόνο…

Κι έτσι, μεγαλώνοντας αποφάσισε να γίνει γιατρός αναισθησιολόγος. Η διαχείριση του πόνου όμως την οδηγεί να ξεπεράσει τα όρια της ιατρικής ηθικής, θέτοντας το δίλημμα «ευεργέτης ή φονιάς;»
Πολύ σύντομα ακολουθούν η αποκάλυψη, η νέμεσις και η τιμωρία, και το κελί της φυλακής, απ’ όπου η ηρωίδα αφηγείται την ιστορία της ζωής της.

Μια ιστορία που γοητεύει αλλά και προβληματίζει.

15.93

Δημήτρης Νόλλας

Το ακατάληπτο και απερινόητο.
Όπως η ζείδωρος αύρα ή ένα πεφταστέρι, έτσι και το πέρασµα µιας άσηµης δασκάλας απ’ τη ζωή ενός ανδρικού σύµπαντος αφήνει όσους την συναναστράφηκαν έκθαµβους όσο και ανίκανους να κατανοήσουν την απώλειά της.

Δεν έχουµε µαρτυρία για την επίδραση που είχαν τα γεγονότα αυτά πάνω της, εκτός από τις νύξεις που κάνει η ίδια στα σηµειωµατάριά της, µε τα οποία δεν ξέρει ακόµη και σήµερα τι να κάνει ο Αντωνάκης, ως άτυπος κληρονόµος της, πνευµατικός τουλάχιστον. Η αλήθεια είναι, όπως τουλάχιστον τη µετέφερε ο Αντωνάκης σε µένα και όσους ήθελαν να τον ακούσουν, πως όλα αυτά που ακολούθησαν µετά την επιστροφή της στην Ελλάδα φανερώνουν ότι η ακατανόητη µεταστροφή της για τους µέχρι τότε γνωστούς της ακουµπούσε, αν δεν οφειλόταν αποκλειστικά, στα όσα είχε ζήσει στο Μόναχο εκείνους τους πρώτους µήνες του 1919, που είχαν αφήσει το σηµάδι τους στον µετέπειτα βίο της.

10.98

Ελληνική λογοτεχνία

Το καλό θα ‘ρθει από τη θάλασσα

Χρήστος Οικονόμου

“Χάσαμε τις δουλειές μας, χάσαμε τα σπίτια μας, χάσαμε τη ζωή μας – γιατί να μη χάσουμε και τη μνήμη μας; Γιατί; Γιατί μας πήραν όλα τ’ άλλα και μας άφησαν τη μνήμη; Γιατί δεν την άρπαξαν κι αυτή;”

Το “Καλό θα ‘ρθει από τη θάλασσα” είναι το πρώτο μέρος μιας τριλογίας διηγημάτων για τους εμφύλιους που διεξάγονται σ’ ένα νησί του Αιγαίου. Η Άρτεμη και ο Σταύρος, που πετάνε χαρταετό τον Ιούλιο, πάνω στα αποκαΐδια ενός καμένου ονείρου, ο Χρόνης στο καρότσι, που πολεμάει με ζωντανούς και αναστημένους εφιάλτες, ο Τάσος, που χάνεται χορεύοντας έξω από μια σπηλιά, ο Λάζαρος το Τόξο, που το στόμα του αγαπάει το όνομα του γιου του: τα πρόσωπα που πρωταγωνιστούν είναι εσωτερικοί μετανάστες – άνθρωποι, δηλαδή, που τα τελευταία χρόνια εγκατέλειψαν αναγκαστικά την Αθήνα ή άλλες μεγάλες πόλεις και εγκαταστάθηκαν στο νησί, παλεύοντας να σταθούν ξανά όρθιοι, να ξεφύγουν από ένα παρελθόν που αλλάζει διαρκώς και ένα μέλλον που μοιάζει αδιέξοδο για όλους.

Στην προσπάθειά τους αυτή θα βρεθούν αντιμέτωποι με τους ντόπιους κατοίκους, αφιλόξενους απέναντι στους “ξενομπάτες”, θα θέσουν σε δοκιμασία τις μεταξύ τους σχέσεις, θα αναμετρηθούν με τα φαντάσματα του χθες, αλλά και με τον φόβο και την αγωνία για το αύριο. Άνθρωποι σαν κομμένες γέφυρες, που αγωνίζονται να φτιάξουν από την αρχή τον εαυτό τους, τη ζωή τους, μια νέα χώρα, μια νέα πίστη, έναν καινούργιο κόσμο. Γιατί η αρχή δεν είναι ποτέ πίσω μας. Η αρχή είναι πάντα μπροστά μας.

16.00