Βιβλία που διαβάσαμε πρόσφατα

Ξένη λογοτεχνία

Η γιορτή του τράγου

Μάριο Βάργκας Λιόσα

ΝΟΜΠΕΛ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

Γιατί η Oυρανία Καβράλ επιστρέφει στο νησί της, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, ενώ είχε ορκιστεί να μην ξαναπατήσει το πόδι της εκεί; Γιατί αισθάνεται τρόμο για τη ζωή από τα δεκατέσσερά της χρόνια; Και γιατί δεν γνώρισε ούτε έναν έρωτα στη ζωή της; Στη Γιορτή του Τράγου, το νέο του πολυαναμενόμενο μυθιστόρημα, ο μεγάλος Περουβιανός συγγραφέας υφαίνει μια μεγάλη τοιχογραφία όπου η Ιστορία μπλέκεται με τις μικρές ανθρώπινες ιστορίες, και όπου γνωστά ιστορικά πρόσωπα –όπως ο στρατηγός Τρουχίλιο που βασάνισε 3.000.000 ανθρώπους χωρίς να υποψιάζεται τη «μακιαβελική» πτώση του– διασταυρώνουν τα πεπρωμένα τους με τους μυθιστορηματικούς ήρωες του βιβλίου. Με έναν καταιγιστικό ρυθμό και την αξεπέραστη λογοτεχνική του ικανότητα, ο Βάργκας Λιόσα επιστρέφει στο «πολιτικό» μυθιστόρημα για να συγκινήσει, να προειδοποιήσει και να καταγγείλει όλες εκείνες τις μορφές εξουσίας που επιβιώνουν ανοίγοντας δρόμο μέσα από σωρούς πτωμάτων. Η παγκόσμια κριτική χαιρέτησε τη Γιορτή του Τράγου ως το αναμφισβήτητο αριστούργημα της ώριμης συγγραφικής περιόδου του Βάργκας Λιόσα.

19.08

Μάριο Βάργκας Λιόσα

ΝΟΜΠΕΛ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

Ένας δεκαοχτάχρονος επίδοξος συγγραφέας, ο Μάριο, ερωτεύεται τη θεία του τη Χούλια. Η ανορθόδοξη αυτή σχέση, στη Λίμα της δεκαετίας του ’50, προκαλεί ένα μικρό σκάνδαλο και η οικογένεια προσπαθεί να ανακόψει με κάθε τρόπο την πορεία του ερωτικού αυτού πάθος προς τον γάμο. Ταυτόχρονα, στον ραδιοφωνικό σταθμό όπου μαθητεύει ο Μάριο εμφανίζεται ένας καταξιωμένος σεναριογράφος ραδιοφωνικών ιστοριών, ο Πέδρο Καμάτσο, του οποίου οι μελοδραματικές ιστορίες γίνονται εξαιρετικά δημοφιλείς στο κοινό. Η πραγματική ιστορία του Μάριο και της Χούλια και οι επινοημένες ιστορίες του Καμάτσο έχουν την ίδια βαρύτητα και σχέση που έχουν οι ιστορίες της ζωής με τις σαπουνόπερες, αφού «συχνά οι αλήθειες, όταν περνούν στη μυθοπλασία, μεταμορφώνονται πάντα σε ψέματα».

Ένα από τα γνωστότερα και δημοφιλέστερα μυθιστορήματα του νομπελίστα Μάριο Βάργκας Λιόσα, που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στα ισπανικά το 1977 και εδώ παρουσιάζεται σε νέα μετάφραση.

14.84

Ξένη λογοτεχνία

Το πράσινο σπίτι

Μάριο Βάργκας Λιόσα

Εκδόθηκε πρώτη φορά το 1966 και τον επόμενο χρόνο απέσπασε το σημαντικό βραβείο για τη λατινοαμερικάνικη λογοτεχνία «Rómulo Gallegos». «Το Πράσινο σπίτι» είναι μία δαιδαλώδης περιδιάβαση στα αχανή βάθη του Αμαζονίου και στην έρημο του Περού και σε μία φύση σχεδόν μυστικιστική. Το «πράσινο σπίτι» δεν είναι παρά ένα διάσημο πορνείο στη μικρή πόλη Πιούρα στο Περού, όπου συναντιούνται πιστοί και ακόλαστοι, μέσα από πέντε διαφορετικές ιστορίες που τους συνδέουν. Το βιβλίο είναι από τα πιο φιλόδοξα και πειραματικά του συγγραφέα και συνιστά λογοτεχνικό κατόρθωμα για τον Λιόσα, καθώς δεν υπάρχει καμία γραμμικότητα στην αφήγηση και οι διάλογοι είναι ελάχιστοι. Στην ουσία πρόκειται για ένα παλίμψηστο από χρονικές περιόδους, πρόσωπα και οπτικές γωνίες, συχνά ακόμα και στην ίδια σελίδα. Τα όρια μεταξύ υπαρκτού και φανταστικού συσκοτίζονται όπως και το τι είναι ιερό και τι βέβηλο. Ο περιβόητος οίκος ανοχής του βιβλίου διαθέτει μία ιερότητα για όσους καταφεύγουν σε αυτόν ενώ έξω μαίνονται οι αποικιοκρατικές τακτικές και η απανθρωπιά. Ποιος είναι τελικά ο «πιστός» και ποιος ο «αμαρτωλός»; Ποιος είναι πιο «άγριος» ο ιεραπόστολος ή ο ιθαγενής; Ο Λιόσα αποδεικνύει εδώ πως και οι αγνότερες προθέσεις και μία διαστρεβλωμένη έννοια του «ιερού» κάλλιστα μπορούν να γίνουν όργανα της πιο διεφθαρμένης εξουσίας.

 

14.84

Ξένη λογοτεχνία

Η πόλη και τα σκυλιά

Μάριο Βάργκας Λιόσα

Σε μια στρατιωτική σχολή της Λίμας, η οποία λειτουργεί περίπου σαν αναμορφωτήριο, οι έφηβοι φτιάχνουν το δικό τους σύστημα κανόνων «συνενοχής», «συντροφικότητας», «τιμής». Αρκεί όμως μια κλοπή, ένας θάνατος κι ένας έρωτας για να τιναχτούν όλα στον αέρα. Το πρώτο –και για πολλούς το καλύτερο– μυθιστόρημα του Βάργκας Λιόσα, αυτό που τον έκανε διάσημο σε όλο τον κόσμο, εξακολουθεί να είναι ένα βασικό σημείο αναφοράς για τη σύγχρονη λατινοαμερικανική λογοτεχνία. Έχει μεταφραστεί σε περισσότερες από τριάντα γλώσσες· αυτή είναι η δεύτερη μετάφρασή του στα ελληνικά κι ο αναγνώστης μπορεί πλέον να εκτιμήσει το έργο όπως πραγματικά του αξίζει.

16.96

Ξένη λογοτεχνία

Οι Θεατρίνοι

Γκράχαμ Γκρην

Τρεις άντρες και μια γυναίκα ταξιδεύουν με το φορτηγό πλοίο “Μήδεια”, με προορισμό την Αϊτή. Ο κύριος Μπράουν, χωρίς ρίζες, χωρίς οικογένεια, χωρίς πίστη. Ιδιοκτήτης ξενοδοχείου στο Πορτ-ω-Πρενς, που το κληρονόμησε από μια σχεδόν άγνωστή του γυναίκα: τη μητέρα του. Ο κύριος και η κυρία Σμιθ, Αμερικανοί, ιδεολόγοι, σταυροφόροι της χορτοφαγίας, που πιστεύουν με πάθος και αθωότητα ότι μπορεί να εξαλείψει τη βιαιότητα της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Και ο αξιαγάπητος κύριος Τζόουνς: Είναι πράγματι ταγματάρχης; Έχει πολεμήσει στη Βιρμανία; Ή μήπως είναι ένας ψεύτης, ένας επιτήδειος απατεώνας με σκοτεινό παρελθόν και ανεξιχνίαστες προθέσεις;

Αϊτή: η λεηλατημένη χώρα της δικτατορίας του Πάπα Ντοκ και της παραστρατιωτικής οργάνωσης των Τοντόν Μακούτ, τόπος διαφθοράς, βίας και βαρβαρότητας, όπου όλα είναι ρευστά και αβέβαια, όπως τα ορίζουν οι κυνικοί της κάθε εξουσίας, μέσα κι έξω από τη χώρα. Εδώ οι ήρωες, άλλοι στρατευμένοι κι άλλοι παθητικοί θεατές, θα παίξουν ο καθένας τον ρόλο του, μέχρι να έρθει η ώρα του θανάτου ή η ώρα της αλήθειας. Θεατρίνοι που υποδύονται τον έρωτα δίχως να τον βιώνουν πραγματικά, παίζουν με τον κίνδυνο δίχως να πιστεύουν σε έναν ανώτερο σκοπό, κοντοστέκονται στις παρυφές της ζωής κρυμμένοι πίσω από μάσκες.

Ατμόσφαιρα έντασης, στοιχεία αστυνομικού, ερωτικού και πολιτικού μυθιστορήματος, πλοκή που ξαφνιάζει, αγωνία που κορυφώνεται. Ο Γκράχαμ Γκρην καταγράφει την περιπέτεια της Αϊτής αλλά και κάθε ατομικής ύπαρξης, αποδίδοντας άλλοτε με βρετανικό φλέγμα και άλλοτε με ειρωνεία το κωμικό στοιχείο που συνοδεύει την τραγική εμπειρία, τα πολιτικά παιχνίδια, την ηθική αμφιθυμία και την αναζήτηση νοήματος μέσα στο χάος.

 

20.00

Ξένη λογοτεχνία

Η Δύναμις και η Δόξα

Γκράχαμ Γκρην

Η Δύναμις και η Δόξα καθιέρωσε τον Γκράχαμ Γκρην, διεθνώς, ως συγγραφέα μεγάλου διαμετρήματος. “Θεωρείται κατά γενική ομολογία το αριστούργημά του, το βιβλίο του Γκρην που χαίρει της μεγαλύτερης εκτίμησης τόσο από το κοινό όσο και από τους κριτικούς”, γράφει ο Τζον Άπνταϊκ.

Με το επιχείρημα ότι ο Καθολικός κλήρος είναι διεφθαρμένος και οπισθοδρομικός, η επαναστατική κυβέρνηση του Μεξικού, το 1924, εξαπολύει ευρείας κλίμακας διώξεις εναντίον της Καθολικής Εκκλησίας που έχουν ως επακόλουθο τον πόλεμο των Cristeros. Σε ορισμένες Πολιτείες οι διωγμοί είναι ιδιαίτερα σκληροί και οι ιερείς καλούνται να αποσχηματισθούν, υπό την απειλή της θανατικής ποινής. Η δράση του μυθιστορήματος τοποθετείται στις αρχές της δεκαετίας του 1930.

“Το κοινωνικό τοπίο είναι ένα τοπίο βίας και εγκατάλειψης. Κυρίως εγκατάλειψης, υλικής και ψυχικής. Έρημη χώρα: άδειες, παρατημένες καλύβες, εγκαταλελειμμένα σπίτια, γκρεμισμένες εκκλησίες, κουρασμένοι και παραιτημένοι άνθρωποι. Αρρώστια και θάνατος παντού. Ο Θεός φαίνεται να έχει εγκαταλείψει τα πλάσματά του. […] Σε όλη αυτή την αχανή περιοχή, τούτη την περίοδο του άγριου διωγμού, έχει απομείνει ένας μόνο ιερέας της Καθολικής Εκκλησίας. Διατρέχει την περιοχή κυνηγημένος από την αστυνομία, προσπαθώντας διαρκώς να κρυφτεί, να διαφύγει και να δραπετεύσει”, γράφει ο Σταύρος Ζουμπουλάκης.

Ο ήρωας συγκεντρώνει όλα τα μειονεκτήματα: αλκοολικός, πατέρας εξώγαμου παιδιού που το έχει εγκαταλείψει, δειλός, με πίστη κλονισμένη, χωρίς ιδιαίτερη μόρφωση. Και όμως, ο παπάς αυτός αρνείται να υποταγεί, μετακινείται από χωριό σε χωριό, προσπαθώντας να ξεφύγει από την καταδίωξη, φροντίζει ασθενείς, τελεί λειτουργίες, βαφτίζει παιδιά και οδηγείται στο μαρτύριο, κινούμενος από ένα ιδιότυπο αίσθημα αξιοπρέπειας. Ο Γκρην αντιπαραθέτει στον ήρωά του έναν άλλο, πολύ ισχυρό χαρακτήρα: τον επικεφαλής των διωκτικών δυνάμεων, αδιάφθορο, “ασκητή και μυστικό της Επανάστασης, που αγωνίζεται για τη συνολική καταστροφή του παλιού κόσμου της αδικίας”. Αυτός ο ιδεαλιστής με το περίστροφο “θέλει να λυτρώσει τα παιδιά από τη δυστυχία, τη φτώχια, τις προκαταλήψεις, είναι “διατεθειμένος να πραγματοποιήσει ολόκληρη σφαγή για χάρη τους”” (Στ.Ζ.) και, μολονότι επικαλείται τις αρχές της αδελφοσύνης και του Ορθού

Λόγου, βάφει τα χέρια του με αίμα.

Ο ίδιος ο Γκρην έγραψε για το Η Δύναμις και η Δόξα: “Αυτό το βιβλίο μου έδωσε τη μεγαλύτερη ικανοποίηση από όλα όσα έχω γράψει”.

 

20.00

Γκράχαμ Γκρην

Το πιο σκοτεινό δημιούργημα του Γκρέηαμ Γκρήν, “Ο Τρίτος Άνθρωπος”, τελειώνει με μια ανταλλαγή πυροβολισμών στους υπονόμους της Βιέννης και με το θάνατο του απατεώνα της πενικιλλίνης Χάρρυ Λάιμ. Προσήλυτος στον καθολικισμό, ο Γκρήν βρήκε μια ταιριαστή απεικόνιση της παρακμής του ανθρώπου στα ζοφερά υπόγεια της πόλης. Και ο Λάιμ, με τον αλήτικο αμοραλισμό του, είναι ένας αναγνωρίσιμος ήρωας του Γκρήν. Η Βιέννη εξασφάλισε στον συγγραφέα το ιδεώδες σκηνικό για την ιστορία του. Πάνω απ’ όλα, “ο Τρίτος Άνθρωπος” είναι μια ελεγεία για την ανδρική φιλία, την προδοσία και τη ματαίωση.

“Η Πτώση ενός ειδώλου” -μία από τις καλύτερες ιστορίες του Γκρήν- αναφέρεται σ’ ένα αγόρι που οι γονείς του το άφησαν μόνο σ’ ένα μεγάλο αρχοντικό του Λονδίνου, στη φροντίδα του Μπέινς, του μπάτλερ, και της ζηλότυπης γυναίκας του. Ο εφτάχρονος Φίλιπ θέλει να μάθει τι κρύβεται στο σκοτεινό υπόγειο όπου διαμένουν ο κύριος και η κυρία Μπέινς, και αρχίζει μια επικίνδυνη εξερεύνηση του κόσμου των μεγάλων. Ο Φίλιπ είναι φανερά αφοσιωμένος στον μπάτλερ και τον εξιδανικεύει σχεδόν όσο είχε εξιδανικεύσει και ο Ρόλλο Μάρτινς τον Χάρρυ Λάιμ. Ώσπου η μισητή κυρία Μπέινς δολοφονείται από τον άπιστο σύζυγό της…

 

14.50

Ρόμπερτ ΜακΚέιμπ

«Η πρώτη µου επίσκεψη στην Ελλάδα πραγµατοποιήθηκε το καλοκαίρι του 1954. Δέκα χρόνια είχαν περάσει από την αποχώρηση των Γερµανών και πέντε χρόνια από το τέλος του Εµφυλίου. Η Ελλάδα που πρωτοείδα ήταν βουτηγµένη στη φτώχεια. Αυτό ήταν εµφανές παντού. Συχνά όταν συζητούσες µε έναν Έλληνα για την οµορφιά της χώρας του, ακολουθούσε ένα “ναι, αλλά είναι πολύ φτωχή” – και προς επίρρωση των λεγοµένων του έτριβε τον αντίχειρα µε τον δείκτη του».  ROBERT A. MCCABE

«Πολλές από τις σαγηνευτικές φωτογραφίες του Robert McCabe (που τραβήχτηκαν σε διάφορα µέρη της Ελλάδας από τα µέσα της δεκαετίας του 1950 έως τα τέλη της δεκαετίας του 1960) επιτρέπουν µατιές σε στιγµιότυπα µιας διαλεκτικής µεταξύ διαφορετικών στιγµών της ελληνικής ιστορίας και πολιτισµού, όπως διατηρήθηκαν στην µεταπολεµική Ελλάδα».  ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΡΟΪΛΟΣ

«Η ασπρόµαυρη εικόνα του Robert McCabe µε τον εργάτη να δου­λεύει εντατικά στους χώρους του Ηρωδείου που προοριζόταν να γίνει κέντρο του Φεστιβάλ φέρνει µπροστά στα µάτια µας ολοζώντανα τα χρόνια αυτού του “ανοίγµατος”, αυτού του µεταβατικού χρονικού σηµείου µεταξύ µιας εποχής τροµακτικών δεινών που έδυε και µιας νέας, ελπιδοφόρας ανασυγκρότησης που ανέτελλε».  ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΛΥΜΠΕΡΟΠΟΥΛΟΥ

44.00

Μαρία Πολυδούρη

H Μαρία Πολυδούρη έχει από καιρό περάσει στην περιοχή του λογοτεχνικού μύθου: είναι το σύμβολο της πρόωρα χαμένης ομορφιάς και του μοιραίου έρωτα, της παράφορης νεότητας και της αυθεντικής ποιητικής κατάθεσης.

Στη νέα έκδοση των Ποιημάτων, εμπλουτισμένης με ανέκδοτα έργα που ανακαλύφθηκαν πρόσφατα σε ιδιωτικά αρχεία ή ελάνθαναν δημοσιευμένα σε δυσεύρετα έντυπα, συγκεντρώνονται όλα τα ευρισκόμενα ποιήματά της και πλαισιώνονται συστηματικά με φιλολογικά σχόλια.

Η μελέτη Μαρία Πολυδούρη ή «τα ρόδα του αίματος», που περιλαμβάνεται στο επίμετρο του τόμου, αναδεικνύει τους βασικούς άξονες του έργου της, τη σχέση με την ευρωπαϊκή και την ελληνική λογοτεχνική παράδοση καθώς και τις περιπέτειες της πρόσληψής του. Ένα κρίσιμο ζήτημα, στο οποίο εστιάζει η εργασία της επιμελήτριας του τόμου Χριστίνας Ντουνιά, είναι αν –και σε ποιο βαθμό– η ποίηση της Πολυδούρη μπορεί να διαβαστεί, όχι σαν μνημείο του παρελθόντος, αλλά σαν μια σύγχρονη, ζωντανή τέχνη.

Η Χριστίνα Ντουνιά είναι καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στην École des Hautes Études en Sciences Sociales, στο Νεοελληνικό Ινστιτούτο της Σορβόννης και στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Δίδαξε στη Μέση Εκπαίδευση, στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και στο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο και εργάστηκε ως κριτικός λογοτεχνίας στο περιοδικό Αντί.

Άλλα βιβλία της: Λογοτεχνία και Πολιτική στο Μεσοπόλεμο. Τα περιοδικά της Αριστεράς, (Καστανιώτης, 1996), Βρέχει σ’ αυτό το όνειρο, (Καστανιώτης, 1998), Κ. Γ. Καρυωτάκης. Η αντοχή μιας αδέσποτης τέχνης, (Καστανιώτης, 2000) (Κρατικό Βραβείο Δοκιμίου), Ντόρα Ρωζέττη, Η ερωμένη της, (Φιλολογική επιμέλεια – Επίμετρο), (Μεταίχμιο, 2005), Πέτρος Πικρός. Τα όρια και η υπέρβαση του νατουραλισμού, (Γαβριηλίδης, 2006). Επιμελήθηκε και έγραψε τις εισαγωγές στα βιβλία του Πέτρου Πικρού: Χαμένα κορμιά, Άγρα, 2009, Σα θα γίνουμε άνθρωποι, Άγρα, 2009, Τουμπεκί, Άγρα, 2010, Μαρία Πολυδούρη, Ρομάντσο και άλλα πεζά,εκδ. της Εστίας, 2014.

21.75

Ποίηση

Μαντείο

Τζωρτζ Λε Νονς

Άργησα πολύ να μιλήσω δεν ήθελα να πω τ’ όνομά μου
Βικτωρία Θεοδώρου
Αδαής ακόμη, κοιτάζεις την αντανάκλασή σου και χαίρεσαι
«εγώ είμαι» λες, «αυτός είμαι εγώ», ούτε που φαντάζεσαι
πως δεν είσαι, και δεν θα γίνεις, το είδωλό σου, ένας άλλος
είναι η αντανάκλασή σου, κι όχι μόνο αυτή στον καθρέφτη,
όλες οι αντανακλάσεις από εδώ και πέρα, όλα τα είδωλά σου
είναι ένας άλλος, αλλιώς ζει, αλλιώς σκέφτεται,
άλλα στηρίγματα έχει, εσύ δεν τα φαντάζεσαι καν.
Αμέριμνος σου λέει ιστορίες για τη μάνα του
κι ούτε του περνάει από το νου πως εσύ δεν έχεις μάνα.
Νοσταλγικός σου περιγράφει το πατρικό του σπίτι
κι ούτε μπορεί να φανταστεί πως εσύ δεν έχεις σπίτι.
Πικραμένος σου αφηγείται πως τον αδίκησαν στη δουλειά
κι ούτε υποψιάζεται πόσα χρόνια έχεις άνεργος.
Απλά πράγματα, καθημερινά, δεδομένα
σπίτι, δουλειά, οικογένεια, καταγωγή
μόνο που δεν είναι δεδομένα
και δεν θέλεις πια να ξανασυναντήσεις
δεν θέλεις πια να ξαναμιλήσεις με κανέναν
δεν διαθέτεις τον ελάχιστο απαιτούμενο
κοινό παρονομαστή
έχεις χάσει προ πολλού κάθε παρονομαστή.
Και κανείς δεν δύναται να διανοηθεί πως υπάρχεις κι εσύ
μέσα στην επιδεικτική αρτιμέλεια του κόσμου.

15.50

Ξένη λογοτεχνία

Φεύγει το φάντασμα

Φίλιπ Ροθ

Σαν ένας άλλος Ριπ Βαν Ουίνκλ, που επιστρέφοντας στη γενέτειρά του ανακαλύπτει ότι όλα έχουν αλλάξει, ο Νέιθαν Ζούκερμαν ξαναγυρίζει στη Νέα Υόρκη, την πόλη που έχει εγκαταλείψει πριν από έντεκα χρόνια. Μόνος στο σπίτι του στο βουνό, στην ορεινή Νέα Αγγλία, ο Ζούκερμαν δεν είναι παρά συγγραφέας: ούτε γυναίκες, ούτε ειδήσεις, παρά μόνο η ενασχόληση με το έργο του και η προσπάθεια να υπομείνει το άχθος των γηρατειών.

Περιπλανώμενος, σαν νεκραναστημένος, στους δρόμους της πόλης, σύντομα θα πραγματοποιήσει τρεις συναντήσεις που θα διαρρήξουν την επιμελώς περιφρουρημένη μοναξιά του. Η πρώτη είναι με ένα νεαρό ζευγάρι, το διαμέρισμα του οποίου ο Ζούκερμαν δέχεται, σε μια στιγμιαία παρόρμηση, να ανταλλάξει με το δικό του. Εκείνοι θέλουν να εγκαταλείψουν το Μανχάταν μετά την επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου αναζητώντας καταφύγιο στην εξοχή, ενώ ο ίδιος ερωτοτροπεί με την ιδέα να επιστρέψει στη ζωή της πόλης. Αλλά, από τη στιγμή που τους συναντά, οΖούκερμαν αρχίζει επίσης να επιθυμεί να ανταλλάξει τη μοναξιά του με την ερωτική πρόκληση της νεαρής γυναίκας, της Τζέιμι: τα θέλγητρά της τον τραβούν και πάλι σε όσα πίστευε ότι είχε αφήσει πίσω του – τις ερωτικές σχέσεις, το ζωηρό παιχνίδι της καρδιάς και του σώματος.

Η δεύτερη συνάντηση είναι με ένα πρόσωπο που έχει σημαδέψει τα νεανικά χρόνια του Ζούκερμαν, την Έιμι Μπελέτ, σύντροφο και μούσα του Ε.Ι. Λόνοφ, ενός συγγραφέα που τον θαυμάζει απεριόριστα ο Ζούκερμαν. Η άλλοτε ακαταμάχητη Έιμι είναι σήμερα μια ηλικιωμένη γυναίκα καταρρακωμένη από την ασθένεια, ταγμένη να διαφυλάσσει τη μνήμη εκείνου του αυστηρού Αμερικανού συγγραφέα, που έδειξε στον Νέιθαν τον μοναχικό δρόμο της συγγραφής.

Τέλος, η τρίτη συνάντηση είναι με τον επίδοξο βιογράφο του Λόνοφ, έναν αδίστακτο νεαρό λόγιο, ο οποίος είναι πρόθυμος να κάνει τα πάντα προκειμένου να αποκτήσει πρόσβαση στο “μεγάλο μυστικό” του Λόνοφ.

Αιφνίδια μπλεγμένος -όπως ούτε ήθελε ούτε σκόπευε να εμπλακεί- με τον έρωτα, το πένθος, την επιθυμία και την εχθρότητα, ο Ζούκερμαν πρωταγωνιστεί σε ένα εσωτερικό δράμα με συναρπαστικές δυνατότητες και οδυνηρές επιπτώσεις. Στοιχειωμένο από το προηγούμενο έργο του Ροθ “Ο συγγραφέας-φάντασμα” (πρώτο μέρος της τριλογίας Ζούκερμαν Δεσμώτης), το “Φεύγει το φάντασμα” συνιστά ένα εντυπωσιακό άλμα σε μια νέα φάση της ακόρεστης αφοσίωσης του μεγάλου συγγραφέα στη μυθοπλασία.

20.00

Ξένη λογοτεχνία

Καθένας

Φίλιπ Ροθ

Το τελευταίο μυθιστόρημα του Φίλιπ Ροθ είναι μια προσωπική, εξομολογητική, αλλά και, ταυτόχρονα, οικουμενική ιστορία που πραγματεύεται το φόβο του θανάτου, την απώλεια, τις τύψεις, τη στωικότητα. Ο συγγραφέας της “Συνωμοσίας κατά της Αμερικής” στρέφει τώρα την προσοχή του από την “οδυνηρή συνάντηση μιας οικογένειας με την ιστορία” (“The New York Times”) στην ισόβια αψιμαχία ενός ανθρώπου με τη θνητότητα.

Η μοίρα αυτού του καθημερινού ανθρώπου τού Ροθ ιχνηλατείται από την πρώτη, συγκλονιστική φορά που έρχεται αντιμέτωπος με το θάνατο, στην ειδυλλιακή ακρογιαλιά των παιδικών καλοκαιριών του, και, περνώντας μέσα από οικογενειακά προβλήματα και επαγγελματικές επιτυχίες της ακμαίας του ωριμότητας, φτάνει ώς τα γηρατειά του, ώς τη σπαραχτική μαρτυρία της φθοράς των συνομηλίκων του και της δικής του σωματικής κατάπτωσης.

Είναι ένας επιτυχημένος διαφημιστής της Νέας Υόρκης, πατέρας δύο αγοριών από τον πρώτο του γάμο που τον περιφρονούν, και μιας κόρης από τον δεύτερο που τον λατρεύει. Είναι πολυαγαπημένος αδελφός ενός καλού ανθρώπου που η σωματική του ευεξία τού προκαλεί πικρό φθόνο, και τέως σύζυγος τριών πολύ διαφορετικών γυναικών που, αφού τα ‘κανε ο ίδιος θάλασσα με τους γάμους του, τον έχουν αφήσει ολομόναχο. Στο τέλος, είναι ο άντρας που έγινε αυτό που ποτέ δεν ήθελε να γίνει.
Κεντρικός άξονας αυτού του συγκλονιστικού μυθιστορήματος -είναι το εικοστό έβδομο του Ροθ και το πέμπτο που εκδίδεται στον 21ο αιώνα- είναι το ανθρώπινο σώμα. Θέμα του, η κοινή εμπειρία που μας τρομοκρατεί όλους.

Ο τίτλος είναι παρμένος από το αγγλικό αλληγορικό δράμα ανωνύμου (τέλη 15ου αιώνα) “Everyman” ή “The Summoning of Everyman” (“Καθένας” ή “Η κλήτευση του Καθένα”), ο κεντρικός ήρωας του οποίου, Καθένας, καλείται από τον Θάνατο να εκθέσει τα πεπραγμένα του σ’ αυτόν τον κόσμο.

 

16.23

Ξένη λογοτεχνία

Πατρική κληρονομιά

Φίλιπ Ροθ

Η “Πατρική Κληρονομιά”, μια αληθινή ιστορία, αγγίζει αισθήματα με εκείνη την ένταση που ο Φίλιπ Ροθ γνωρίζει καλά. Ο συγγραφέας παρακολουθεί τον ογδονταεξάχρονο πατέρα του -έναν άνθρωπο με παροιμιώδη ρώμη, γοητεία, και μια ανεξάντλητη συλλογή αναμνήσεων από το Νιούαρκ- στη μάχη του με τον όγκο στον εγκέφαλο, που εντέλει θα τον σκοτώσει. Ο γιος παραστέκεται γεμάτος αγάπη, αγωνία και τρόμο στον πατέρα του, σε όλα τα στάδια της τελευταίας του δοκιμασίας, αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα εκείνο το πείσμα για επιβίωση που χαρακτήριζε συνολικά τη μακρόχρονη και πεισματική πάλη του με τη ζωή.

Η “Πατρική Κληρονομιά” ανακηρύχθηκε από το περιοδικό Time Καλύτερο Βιβλίο του 1993 στην κατηγορία της μη μυθοπλαστικής πεζογραφίας.

 

17.70

Ξένη λογοτεχνία

Το σύνδρομο Πορτνόι

Φίλιπ Ροθ

Διαταραχή κατά την οποία έντονες ηθικές και αλτρουιστικές ορμές συγκρούονται αδιαλείπτως με ακραίες σεξουαλικές επιθυμίες, συχνάκις διεστραμμένης φύσεως. Κατά τον Σπίλφόγκελ, «πράξεις επιδειξιμανίας, ηδονοβλεψίας, αυτοερωτισμού και στοματικής συνουσίας αφθονούν πάντως, συνεπεία της ‘’ηθικότητας’’ του ασθενούς, ούτε η φαντασίωση ούτε η πράξη οδηγούν σε γνήσια σεξουαλική ικανοποίηση, αλλά μάλλον σε υπερισχύοντα αισθήματα αιδούς και φόβου κολασμών, ιδίως με τη μορφή του ευνουχισμού». Ο Σπιλφόγκελ πιστεύει ότι πολλά από τα συμπτώματα μπορούν ν’ ανιχνευτούν στους δεσμούς που κυριαρχούν στη σχέση μητέρα-παιδί.

 

20.00

Ξένη λογοτεχνία

Λιμόνοφ

Εμανουέλ Καρέρ

“Ο Λιμόνοφ δεν είναι μυθιστορηματικός χαρακτήρας. Υπάρχει. Γνωριζόμαστε. Υπήρξε αλήτης στην Ουκρανία, είδωλο του σοβιετικού αντεργκράουντ, άστεγος και μετά θαλαμηπόλος ενός δισεκατομμυριούχου στο Μανχάταν, μοδάτος συγγραφέας στο Παρίσι, στρατιώτης χαμένος στα Βαλκάνια και τώρα, στο απέραντο μπουρδέλο του μετακομμουνισμού, γηραιός χαρισματικός ηγέτης ενός κόμματος νεαρών ντεσπεράντο. Ο ίδιος βλέπει τον εαυτό του σαν ήρωα, άλλοι μπορεί να τον θεωρούν αγύρτη: επ’ αυτού, επιφυλάσσομαι.Είναι μια ζωή επικίνδυνη, αμφίσημη: ένα κανονικό περιπετειώδες μυθιστόρημα. Είναι επίσης, κατά τη γνώμη μου, μια ζωή που μας λέει κάτι. Όχι μόνο για εκείνον, τον Λιμόνοφ, όχι μόνο για τη Ρωσία, αλλά για την ιστορία όλων μας από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και μετά”.

16.96