Βλέπετε 61–75 από 1567 αποτελέσματα

Όλα τα προϊόντα

Βιογραφία - Μαρτυρίες

Γεννημένος νικητής

Δημήτρης Καρύδας & Βασίλης Σκουντής

Ο Γιάννης Ιωαννίδης ήταν τόσο μπολιασμένος με το φίλτρο της νίκης, ώστε δε διανοούνταν να κάνει την παραμικρή έκπτωση στη διεκδίκηση και την κατάκτησή της έναντι οποιουδήποτε κόστους! Το διαλαλούσε κιόλας με εκείνο το ακαταμάχητο σαρδόνιο χαμόγελό του: «Ακόμα και με τη μάνα μου να παίζω ξερή, θέλω να τη συντρίψω»!

Ήταν όντως ένας γεννημένος νικητής, ο οποίος δεν υποχωρούσε μπροστά σε κανέναν και μπορούσε να κινήσει ακόμα και βουνά για να επικρατήσει. Στ’ αλήθεια θα μπορούσε να κάνει τα πάντα προκειμένου να γραπώσει το όποιο λάφυρο της όποιας νίκης, στον όποιο αγώνα, απέναντι στον όποιο αντίπαλο…

Στα μικράτα του πήδηξε από έναν μαντρότοιχο και κρεμάστηκε σαν τον… Ταρζάν στα κλαδιά του δέντρου που βρισκόταν απέναντι, επειδή ένας φίλος του, ονόματι Νίκος Ιωαννίδης, τον προκαλούσε ότι τάχα δε θα μπορούσε να τα καταφέρει.

«Πάει το στοίχημα», είπε γεμάτος αποφασιστικότητα.

Πήδηξε λοιπόν. Γράπωσε το κλαδί, που δεν τον άντεξε, και γκρεμοτσακίστηκε με αντίτιμο της άγνοιας κινδύνου, της παλικαριάς και της… παραφροσύνης του ένα γερό κάταγμα!

Ο φίλος του πήγε από πάνω του πανικόβλητος για να τον βοηθήσει να σηκωθεί και ετοιμαζόταν να ειδοποιήσει τη μάνα του…

Αψηφώντας τη ζημιά και τους αφόρητους πόνους, ο «Ξανθός» φώναζε με όση δύναμη είχε: «Το κέρδισα το στοίχημα, ρε. Πιάστηκα από το δέντρο!»

Ο μεγάλος στρατηλάτης του μπάσκετ, ο «Ξανθός Ρόμελ», όπως τον αποκάλεσε στο πρωτοσέλιδό του “Το Φως των Σπορ”, τον Ιούνιο του 1991, με την ανάληψη της τεχνικής ηγεσίας του Ολυμπιακού, έφυγε από τη ζωή στις 4 Οκτωβρίου του 2023 αφήνοντας μια ανεκτίμητη κληρονομιά.

Έναν χρόνο αργότερα, ο βίος και η πολιτεία του παρουσιάζονται σε αυτό το βιβλίο μέσα από τις δικές του διηγήσεις στον Δημήτρη Καρύδα και στον Βασίλη Σκουντή, οι οποίες καταδεικνύουν ποιος ήταν… Ήταν ΓΕΝΝΗΜΕΝΟΣ ΝΙΚΗΤΗΣ!

15.50

Παντελής Βλαχόπουλος

Δεν υπάρχουν βουνά που δεν μπορείς να νικήσεις.
Παναγιώτης Γιαννάκης

Ο «Δράκος» του ελληνικού μπάσκετ σήκωσε στους ώμους του όλη την Ελλάδα το 1987. Κατέκτησε όλους τους τίτλους, δοξάστηκε ως παίκτης και ως προπονητής, αλλά δεν ξέχασε ποτέ τους παιδικούς φίλους του, τον πρώτο προπονητή του και τη μητέρα του Καλλιόπη.

Ο δημοσιογράφος Παντελής Βλαχόπουλος για έναν χρόνο ήταν συνοδοιπόρος του σε μια βουτιά στην ιστορία της μυθιστορηματικής ζωής του. Τον είδε να αναπολεί, να θυμώνει, να συγχωρεί, να ξεσπάει, να οραματίζεται, να συγκινείται.

Οι απόψεις του σκληρές σαν βράχος, το αποτύπωμά του στον ελληνικό αθλητισμό φανερό και λαμπερό. Ο Παναγιώτης Γιαννάκης στις σελίδες αυτού του βιβλίου μιλά σε πρώτο πρόσωπο για τον τρόπο με τον οποίο σκέφτεται, την κοσμοθεωρία του και τα ιδανικά τα οποία πρεσβεύει. Ιδανικά διαχρονικά, που μπορούν να αποτελέσουν φωτεινό μονοπάτι για τη νέα γενιά.

Αυτό το μελαχρινό αγόρι με τα πεταχτά αυτιά από τη Νίκαια εξηγεί πώς ξεπέρασε όλες τις αντιξοότητες, τα εμπόδια, την αμφισβήτηση, και από το φτωχόσπιτο της οδού Πάτμου εισχώρησε με το σπαθί του στα σπίτια όλου του κόσμου.

Έπεσε πολλές φορές, αλλά στάθηκε όρθιος ξανά και ξανά.

Ήταν και είναι ένας τρωτός και άτρωτος.

Αν ασχοληθείς με τις δικαιολογίες, θα χάσεις την ευκαιρία να ζήσεις συναρπαστικά.
Ο φράχτης έπρεπε να πέσει, να μεγαλώσει το γήπεδο και ν’ αποκτήσω όραμα..
Είναι υπέροχος ο αθλητισμός και οι νίκες, αλλά, όταν ξανακερδίζεις τη ζωή, γίνεσαι ο απόλυτος ορισμός του νικητή.
Πρέπει να βλέπουμε τον μεγαλύτερο αντίπαλό μας ως τον καλύτερο προπονητή μας.
Παναγιώτης Γιαννάκης

18.80

Βιογραφία - Μαρτυρίες

Συλλέκτης στιγμών

Ντέιβ Γκρολ

Αφού απέρριψε τις προτάσεις

να αναθέσει τη συγγραφή

ενός βιβλίου για τη ζωή και την καριέρα του σε τρίτους ή να εκδώσει μια ντουζίνα συνεντεύξεις με το πρόσωπό του στο εξώφυλλο, ο Ντέιβ Γκρολ εξομολογείται τις αναμνήσεις του, από το σετ ντραμς από βρόμικα μαξιλάρια στο παιδικό του δωμάτιο στο Βόρειο Σπρίνγκφιλντ ως τη συμμετοχή του στους Nirvana και τη δημιουργία των Foo Fighters, το τζαμάρισμα με τον Ίγκι Ποπ και τα συναπαντήματα με το πάνθεο της ροκ σκηνής. Διασχίζοντας τα προάστια της Βιρτζίνια παρέα με τους παιδικούς του φίλους, τον πρώτο του έρωτα και τους συνοδοιπόρους του από τις τοπικές μπάντες, σκαρφαλώνει τελικά στην κορυφή της grunge σκηνής κατακτώντας παγκόσμια φήμη. Στις περιπετειώδεις

και προσωπικές ιστορίες του

παρελαύνουν μύθοι της ροκ,

θρυλικά μουσικά στέκια της

Αμερικής, η οικογένεια και οι

κόρες του, ενώ μια ολόκληρη

εποχή που σημάδεψε την παγκόσμια μουσική ζωντανεύει μπροστά στα μάτια μας.

22.21

Ντάσο Σαλντίβαρ

«Αν είχα διαβάσει προηγουμένως το Επιστροφή στις ρίζες, δε θα είχα γράψει τα απομνημονεύματά μου». Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες

Η περίφημη αυτή βιογραφία του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες οφείλει την ύπαρξή της σε είκοσι χρόνια κοπιαστικής εργασίας. Στο διάστημα αυτό, ο Ντάσο Σαλντίβαρ ερεύνησε, ταξίδεψε σε σημαίνουσας σημασίας τόπους, πήρε εκατοντάδες συνεντεύξεις και σκάλισε αρχεία σε διάφορες χώρες προκειμένου να δώσει απάντηση στα επίμονα ερωτήματα: «Ποιος ήταν ο άνθρωπος που έγραψε το Εκατό χρόνια μοναξιά;»· «Ποια είναι η ιστορική, πολιτισμική, οικογενειακή, ατομική πραγματικότητα πάνω στην οποία πατάει το συγκλονιστικό αυτό μυθιστόρημα;» Το αποτέλεσμα προσφέρει την απαραίτητη οπτική ώστε να κατανοήσει κανείς σε όλο του το εύρος το έργο ενός από τους μεγαλύτερους συγγραφείς όλων των εποχών. Όπως περιγράφεται στις σελίδες του παρόντος βιβλίου, ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες έγραψε το Εκατό χρόνια μοναξιά για να «επιστρέψει» στο σπίτι όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε μέχρι τα δέκα του με τον παππού και τη γιαγιά από την πλευρά της μητέρας του. Έτσι, το El viaje a la semilla είναι επίσης η βιογραφία του μυθιστορήματος αυτού, καθώς αφηγείται ό,τι πιο θεμελιώδες και ουσιαστικό για τη ζωή και το έργο του συγγραφέα.

26.60

Κλερ Ζαλκ

Τι είναι η ιστορία; Ποια η σχέση της με τη λογοτεχνία; Πώς επηρεάζει τη δουλειά και τη γραφή του ιστορικού η ίδια του η ζωή, οι προτιμήσεις του, τα ενδιαφέροντά του, οι αναμνήσεις του;

Η Claire Zalc προβαίνει σε μια διπλή εξιστόρηση: παρουσιάζει το επιστημονικό της έργο και συνάμα ξεδιπλώνει μιαν αφήγηση τόσο μύχια όσο και λόγια, αποκαλύπτοντας το εργαστήρι της ως ιστορικού, ως συγγραφέα, αλλά και την ίδια την προσωπική της ιστορία. Ανάμεσα στην ιστορία και το απομνημόνευμα επινοεί ένα καινοφανές είδος που καθιστά τον ερευνητή αντικείμενο της ίδιας του της μελέτης.

Υπό τον αστερισμό του έργου του Ζωρζ Περέκ, και ιδιαίτερα του βιβλίου του “W ou le souvenir d’enfance” (στο οποίο παραπέμπει ακόμα και ο τίτλος που επέλεξε η Zalc για το δικό της βιβλίο), η συγγραφέας, αναμειγνύοντας το παιγνιώδες και το σοβαρό, τα μεγάλα γεγονότα με τα μικρά στιγμιότυπα, ανακαλεί περιπέτειες, αναγνώσεις, ατομικές και συλλογικές διαδρομές, οικογενειακές μνήμες, ιδεολογικούς αγώνες και επιστημονικές διαμάχες, συγκροτώντας ένα κείμενο ταυτοχρόνως λογοτεχνικό, αυτοβιογραφικό, επιστημονικό. Οιονεί μυθιστορηματικό, θα μπορούσαμε να πούμε.

16.00

Ελληνική λογοτεχνία

Ημερολόγιο της Αλοννήσου

Θανάσης Βαλτινός

Και πονάω, ξέρεις που, ανεπαίσθητα αλλά αρκετά ώστε να μην μπορώ να το αγνοήσω. Ένας λεπτός πόνος που με διαβρώνει. Ξεκινάει από αριστερά, επίμονος και πάει κυκλικά πίσω στα νεφρά, ανεβαίνει στον αυχένα – με χτυπάει στο αυτί και ξαναγυρίζει προς τα κάτω. Με τυλίγει ζικ-ζακ στα πλευρά μου και καταλήγει πάλι στις σάλπιγγες αλλά χωρίς ένταση. Οι σάλπιγγές μου είναι άδειες. Μπρούτζινες και γυαλισμένες αλλά άδειες και ο ήχος τους φυσάει στα κόκκαλά μου σα φωνή αδύναμη. Φυσάει σα φωνή αυτός ο ήχος αλλά δεν μπορώ να τον ακούσω δεν μπορώ να ανταποκριθώ. Τέτοιο παίδεμα. Ίσως επειδή είμαι αριστερόχειρ. Είναι μια αναποδιά αλλά δεν αισθάνομαι σημαδεμένη. Δεν αισθάνομαι να έχω τη στάμπα στο μέτωπο. Είναι απλώς αποτέλεσμα ευαισθησίας.

13.80

Ελληνική λογοτεχνία

Επείγουσα ανάγκη ελέου

Θανάσης Βαλτινός

Υπόμνηση της μοναδικής μας εξόδου στην Αρκαδία: το γεύμα στο χάνι Κοσκινά στο Δραγούνι και ύστερα το κατέβασμα στην πηγή που ανάβλυζε χαμηλότερα μέσα στα βούρλα. Εκείνη η τεράστια σιγαλιά και εγώ από θέση υπτία, με τους μηρούς έκθετους στην ψύχρα του δειλινού να βυθομετρώ τον ατέρμονα διάφανο ουρανό.
Τέλη Σεπτεμβρίου – του πρώτου μας.”

13.80

Ελληνική λογοτεχνία

Ανάπλους

Θανάσης Βαλτινός

ΤΟ 1952 ΑΥΤΟΚΤΟΝΗΣΕ. ΠΡΩΤΟΕΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ. ΧΩΡΙΣ ΛΟΓΟ. ΧΩΡΙΣ εμφανή λόγο. Χωρίς να πει σε κανέναν τίποτα. Με πήρε τηλέφωνο ο Γιώργος. Με πρόσκληση. Ήμουν στο χωριό τότε. Άκουσα τη φωνή του σπασμένη. Ρώταγε μήπως ήξερα κάτι. Νομίζω δεν το έχει ξεπεράσει ακόμα. Ήταν το πρώτο ράγισμα στη βεβαιότητά μας. Στη βεβαιότητα αθανασίας μας.
-Παρόλο που ο θάνατος μπερδευόταν τόσο συχνά στα πόδια σας.
-Παρόλο.
-Τελικά τι θα έλεγες τώρα για εκείνη την εποχή;
-Τίποτα.
-Έγιναν τόσα πράγματα.
-Αποφασισμένα από άλλους. Εμείς ήμασταν εκτός παιδιάς. Θα μας σημαδέψουν – αλλά δεν μας αφορούσαν.
-Ήταν η αλκή των χρόνων σας.
-Σ’ αυτό συμφωνώ. Τη σκέψη μου την απασχολούσαν κατά προτεραιότητα τα σκέλια της Αφρικάνας.

13.74

Ελληνική λογοτεχνία

Εθισμός στη Νικοτίνη

Θανάσης Βαλτινός

Είχαμε σταθεί στην είσοδο του πάρκου και κουβεντιάζαμε περί έρωτος. Τότε ακούστηκε βουή αυτοκινήτου και από τη γωνιά του «Σεραγιού» παρουσιάστηκε ένα παλιό ανατρεπόμενο καμιόνι, σαν αυτά των εργολάβων. Καβάλησε το ρείθρο της πλατείας, έφτασε στο κέντρο της, έκανε μια ολόκληρη στροφή επιτόπου και σταμάτησε, με τη μηχανή του αναμμένη. Από μπροστά κατέβηκε ένας λοχίας με παλάσκες και τόμιγκαν. Η καρότσα άρχισε να σηκώνεται σιγά σιγά, κι όταν έφτασε στο κατάλληλο ύψος, είδαμε να πέφτουν από μέσα της πτώματα. Ήμασταν οι πρώτοι που πήγαμε κοντά. Σε λίγο φυσικά ο κύκλος μεγάλωσε. Το καμιόνι έμεινε με την καρότσα τεντωμένη εκεί πάνω και μπροστά μας είχε σχηματιστεί μια μικρή πυραμίδα από νεκρούς άντρες. Η μοναδική γυναίκα ανάμεσά τους έκλεινε μπρούμυτα την κορυφή της πυραμίδας. Η φούστα της είχε τραβηχτεί μέχρι τους γλουτούς και στο εξωτερικό μέρος του αριστερού μηρού υπήρχε ένα τρύπημα από ξιφολόγχη. Παρά την ανατριχίλα του θανάτου στο δέρμα της, που ο χειμωνιάτικος ήλιος τη δυνάμωνε, ένιωσα έναν άγριο ερεθισμό.

12.84

Ελληνική λογοτεχνία

Άνθη της αβύσσου

Θανάσης Βαλτινός

Ο γερο-Σολωμός βγαίνει έξω στο μεγάλο χαγιάτι. Είναι σαν αποχαιρετισμός. Η ματιά του σκορπάει στη φθινοπωρινή διαύγεια. Μακριά, μέσα στα λιοστάσια, ανεβαίνει καπνός. Κάπου καίνε καλαμιές. Ακούει τη φωνή της Αγγελικής, της νεαρής παλλακίδας του, που καλεί τα παιδιά. Τον μικρό Διονύσιο και τον Μίμη. Πηγαίνει και ακουμπάει στο στηθαίο του χαγιατιού. Τη βλέπει κάτω, λίγο μακρύτερα από την άμαξα, στην άκρη των δέντρων. Είναι νέα, λαϊκή αισθησιακή ομορφιά. Ύστερα βλέπει τα δυο τους αγόρια να κατηφορίζουν από το λόφο παίζοντας.

12.25

Θανάσης Βαλτινός

Οι συνεντεύξεις αποτελούν συστατικό και αναπόσπαστο τμήμα του δημιουργικού έργου του Θανάση Βαλτινού. Εδώ εκτίθεται το εργαστήρι του, και οι θέσεις του αποτελούν συχνά επεξεργασμένο δοκιμιακό λόγο που προσφέρει μια εκ του σύνεγγυς προσέγγιση του λογοτεχνικού φαινομένου αλλά και του ιστορικού πλαισίου μέσα στο οποίο γεννιέται.

Παράλληλα, διεισδύουν αναμνήσεις από διαφορετικές περιόδους της ζωής του, εκκινώντας από τα παιδικά του χρόνια στην Πελοπόννησο μέχρι την ώριμη ηλικία της πνευματικής και κοινωνικής του ζωής. Πολλά από αυτά τα περιστατικά συνιστούν την αυτοβιογραφική βάση ορισμένων κειμένων του και προσφέρουν την πραγματολογική σκευή για την κατανόησή τους. Φωτίζουν επίσης την προσωπικότητα του συγγραφέα, ο οποίος μπορεί να οργανώνει διάφορα επίπεδα πλοκής, μεταμορφώνοντας τη συνέντευξη σε έναν μηχανισμό επινόησης του εαυτού του.

Όλα αυτά μας βοηθούν να αποτιμήσουμε την πνευματική διαδρομή του ανθρώπου που έχουμε μπροστά μας. Όσο πιο πολύ εμβαθύνουμε στα λόγια του, τόσο περισσότερο κατανοούμε την τέχνη του.

21.84

Ελληνική λογοτεχνία

Φτερά μπεκάτσας

Θανάσης Βαλτινός

“Να σου πω”, είπε ο Γιάννης. “Να μη μου πεις”, είπε η Ράνια. “Ακούς;” είπε ο Γιάννης. “Όχι”, είπε η Ράνια. “Είπες ότι τελειώσαμε, εντάξει;”. “Ναι”, είπε η Ράνια. “Και θέλω το πουλόβερ μου να φύγω”, είπε ο Γιάννης. “Ωραία”, είπε η Ράνια. “Ψάξε στο πατάρι ή στο μπαούλο”. “Έψαξα”, είπε ο Γιάννης. “Και αυτό τι είναι;” είπε η Ράνια. “Μάλιστα”, είπε ο Γιάννης. “Αυτό τι είναι;” ξαναείπε η Ράνια. “Κοίταξε”, είπε ο Γιάννης. “Να κοιτάξω τι;”. “Είναι κομμάτια”, είπε ο Γιάννης. “Το ‘χει φάει ο σκόρος”. “Χα”, είπε η Ράνια. “Λες να καβγαδίζουν κι αυτοί;”. “Θα μπορούσες να του έχεις βάλει λίγη ναφθαλίνη”, είπε ο Γιάννης. Άφησε το πουλόβερ να πέσει, άνοιξε την πόρτα και έφυγε. “Στο διάβολο”, είπε η Ράνια. Κι άρχισε να κλαίει με λύσσα.

10.45

Θανάσης Βαλτινός

Δεν βρήκα τιποτα και το πρωί έφυγα για την Τρίπολη. Έμεινα στο ξενοδοχείο του Ματζαγριώτη και τηλεφώνησα στο χωριό. Την άλλη μέρα ήρθε ο αδελφός μου ο Αντώνης με δυο ζώα. Καβαλήσαμε να φύγουμε. Περνώντας από την Πλατεία Αγίου Βασιλείου του λέω: Περίμενε μια στιγμή. Κατεβαίνω και πάω στο πραχτορείο Μαλούχου. Ήταν ένας νέος υπάλληλος. Του λέω: Σε έξι μήνες ειδοποίησέ με όταν έχει πλοίο. Και άφησα όνομα και σύσταση.

9.91

Θανάσης Βαλτινός

ΝΑ ΜΑΖΕΨΩ ΤΟ ΜΥΑΛΟ ΜΟΥ ΝΑ ΤΑ ΘΥΜΗΘΩ ΟΛΑ. Έκανα στο πυροβολικό. Στους άλλους πολέμους με είχαν στα βαρέα. Με ρίξαν στο ορειβατικό έπειτα. Να βγάνουν τα αυτιά αίμα. Έντεκα χρόνια τα δούλεψα. Το καλοκαίρι σε σκηνές, τον χειμώνα στα αμπριά. Λάσπη και υγρασία. Με τη χλαίνη και μια κουβερτούλα μονή, μαδημένη. Έντεκα χρόνια στρατιώτης. Θα ‘θελες να ξαναπάς να τα δεις εκείνα τα μέρη; Μπορεί. Τα βλέπω στον ύπνο μου κάτι φορές. Τα βλέπεις; Ναι. Και γω είμαι όπως τότε. Είκοσι χρονών.

17.16

Ελληνική λογοτεχνία

Μπλε βαθύ, σχεδόν μαύρο

Θανάσης Βαλτινός

Λάθος άνθρωποι, λάθος κόσμος, λάθος λέξεις και όλα αυτά τα συνειδητοποίησα σε μια ηλικία λάθος επίσης. Δηλαδή μεγάλη. Θα προτιμούσα να ξέρω τριακόσιες λέξεις και να μου φτάνουν και να μπορώ να ζήσω με αυτές. Να μη χρειάζομαι άλλες. Γιατί τελικά η γλώσσα τι είναι; Μια σκλαβιά είναι και δεν σε λυτρώνει, ό,τι και να λένε, και τυραννιέσαι απλώς. Σαν τη θάλασσα που την έχουν κάνει και σύμβολο. Χτυπιέται που είναι κλεισμένη στις κοίτες της, και δεν μπορεί να τις ξεπεράσει, γιατί αν τις ξεπεράσει θα πλημμυρίσει τον κόσμο και θα χαθεί. Χτυπιέται και ύστερα αποκάνει και εμείς νομίζουμε ότι αυτό είναι γαλήνη, ενώ είναι η πιο βαθιά απελπισία. Γιατί μόνο μέσα στο σχήμα που της δίνουν οι κοίτες της μπορεί να υπάρχει, πράγμα που είναι επίσης σκλαβιά. Αλλά τώρα πρέπει να φύγω.

8.17