Όπως ο Κάιν, είμαι σημαδεμένη και κηλιδωμένη. Αν έρθεις μαζί μου, Μαίρη, ο κόσμος θα σε αποστραφεί, θα σε καταδιώξει, θα σε πει βρόμικη. Η αγάπη μας μπορεί να είναι ακλόνητη έως το θάνατο, και πέρα απ’ αυτόν – αλλά ο κόσμος θα την αποκαλεί βρόμικη. Μπορεί να μην πειράζουμε κανένα πλάσμα ζωντανό με την αγάπη μας μπορεί εξαιτίας της ν’ αποκτήσουμε τη μεγαλύτερη κατανόηση, τη μεγαλύτερη ευσπλαχνία, αλλά τίποτα απ’ αυτά δεν θα σε σώσει από τη μάστιγα του κόσμου, που θα αποστρέψει το βλέμμα και από τις πιο γενναιόδωρες πράξεις σου, καταλογίζοντάς σου μόνο διαφθορά και αθλιότητα. (…) Γιατί σ’ αυτό τον κόσμο υπάρχει ανοχή μόνο για τους λεγόμενους φυσιολογικούς. Και όταν θα γυρέψεις σ’ εμένα προστασία, θα σου πω: Δεν μπορώ να σε προστατεύσω Μαίρη, ο κόσμος μού έχει αφαιρέσει το δικαίωμα να προστατεύω είμαι εντελώς ανήμπορη, το μόνο που μπορώ είναι να σ’ αγαπώ. Το πηγάδι της μοναξιάς, ένα σχεδόν αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα, είναι η ιστορία της Στήβεν Γκόρντον, μιας γυναίκας που γεννιέται σε μια μεγαλοαστική οικογένεια της Αγγλίας, στη θέση του πολυπρόσμενου γιου, και από τότε μεγαλώνει (τη μεγαλώνουν) με συμπεριφορές ασυνήθιστες για τα κορίτσια της εποχής της. Κάνει αθλητισμό, ιππεύει, ξιφασκεί. Συνέπεια άμεση της διαφοράς της από τα άλλα κορίτσια, η απομόνωσή της – μοτίβο που κυριαρχεί σε όλο το βιβλίο.
Διονύσης Σαββόπουλος
Αυτό που λέμε «Σαββόπουλος» δεν υπάρχει. Ο Σαββόπουλος είναι ένας ρόλος που τον έπλασα σιγά σιγά με τα χρόνια: Ο τύπος με τα στρόγγυλα γυαλιά, τις τιράντες, αργότερα το γενάκι, που βγαίνει στη σκηνή, φτιάχνει αυτά τα τραγούδια, κάνει σχόλια και λέει ιστορίες. Είναι ο «Σάββο», όπως τον έλεγε ο συγχωρεμένος ο Τάσος Φαληρέας. Είναι ένας άλλος. Εγώ είμαι εγώ. Χώνομαι πολλές φορές μέσα σ’ εκείνον τον άλλο. Δικός μου είναι. Χωρίς εμένα θα ήταν αέρας κοπανιστός.
Τώρα όμως τον χρειάζομαι, γιατί μεγάλωσα και θα ’θελα να δω πώς ήμουν πιτσιρίκος, πώς φέρθηκα στον επαγγελματικό μου βίο, πώς ήμουν σαν σύζυγος, πατέρας και παππούς, κι ακόμα πώς ήμουν σαν πολίτης, σαν φίλος και σαν γιος. Σ’ αυτά είναι καλός ο Σάββο. Το ’χει. Σαν ρόλος, και σουξέ είχε και πείρα διαθέτει.
Τώρα ο ρόλος θα μιλήσει για τον δημιουργό του. Ένα παιχνίδι είναι. Ένα κόλπο. Ελπίζω να το βρείτε διασκεδαστικό.
Σε αυτό το βιβλίο ο Σαββόπουλος μιλάει για τον Νιόνιο. Αυτόν ντύνεται.
Καλή ακρόαση, αγαπητοί μου, καλή ανάγνωση.
Δ.Σ.
Τζωρτζ Λε Νονς
Άργησα πολύ να μιλήσω δεν ήθελα να πω τ’ όνομά μου
Βικτωρία Θεοδώρου
Αδαής ακόμη, κοιτάζεις την αντανάκλασή σου και χαίρεσαι
«εγώ είμαι» λες, «αυτός είμαι εγώ», ούτε που φαντάζεσαι
πως δεν είσαι, και δεν θα γίνεις, το είδωλό σου, ένας άλλος
είναι η αντανάκλασή σου, κι όχι μόνο αυτή στον καθρέφτη,
όλες οι αντανακλάσεις από εδώ και πέρα, όλα τα είδωλά σου
είναι ένας άλλος, αλλιώς ζει, αλλιώς σκέφτεται,
άλλα στηρίγματα έχει, εσύ δεν τα φαντάζεσαι καν.
Αμέριμνος σου λέει ιστορίες για τη μάνα του
κι ούτε του περνάει από το νου πως εσύ δεν έχεις μάνα.
Νοσταλγικός σου περιγράφει το πατρικό του σπίτι
κι ούτε μπορεί να φανταστεί πως εσύ δεν έχεις σπίτι.
Πικραμένος σου αφηγείται πως τον αδίκησαν στη δουλειά
κι ούτε υποψιάζεται πόσα χρόνια έχεις άνεργος.
Απλά πράγματα, καθημερινά, δεδομένα
σπίτι, δουλειά, οικογένεια, καταγωγή
μόνο που δεν είναι δεδομένα
και δεν θέλεις πια να ξανασυναντήσεις
δεν θέλεις πια να ξαναμιλήσεις με κανέναν
δεν διαθέτεις τον ελάχιστο απαιτούμενο
κοινό παρονομαστή
έχεις χάσει προ πολλού κάθε παρονομαστή.
Και κανείς δεν δύναται να διανοηθεί πως υπάρχεις κι εσύ
μέσα στην επιδεικτική αρτιμέλεια του κόσμου.
Φραντς Κάφκα
850
Ένας περιοδεύων πωλητής υφασμάτων ξυπνάει ένα πρωί συνειδητοποιώντας ότι έχει καθυστερήσει πολύ για τη δουλειά του. Η αργοπορία του τον γεμίζει αγωνία για το μέλλον του και το μέλλον της οικογένειάς του· και παρά τις φιλότιμες προσπάθειές του να ξεκινήσει άλλη μια μέρα στην ίδια άχαρη δουλειά, αντιμετωπίζει μια βασική σωματική δυσκολία: έχει μεταμορφωθεί σε ένα τερατώδες έντομο.
Πέρα από την περίφημη πρώτη φράση της —μια απ’ τις πιο συνταρακτικές στην ιστορία της παγκόσμιας λογοτεχνίας—, η Μεταμόρφωση είναι μια ιστορία τέλεια ειπωμένη, μια ιδέα αενάως μεθερμηνευόμενη, ένας υπαρξιακός μύθος που καθόρισε τη συλλογική συνείδηση του 20ού αιώνα.