Μπουένος Άιρες, 1927. Το καρναβάλι τελειώνει και ο Εμίλιο Γάουνα πιστεύει ότι έχει ζήσει τη σημαντικότερη εμπειρία ολόκληρης της ζωής του. Το πρόβλημα όμως είναι ότι δεν θυμάται, παρά μόνο αμυδρά και εν μέρει, τι ακριβώς έχει ζήσει. Θυμάται να διασκεδάζει με τους φίλους του τριγυρίζοντας στους δρόμους της πόλης. Κι ύστερα να εμφανίζεται μια γυναίκα που φορούσε μάσκα στο πρόσωπο. Και ήταν ντυμένη ντόμινο. Και μετά, θυμάται να ξυπνά, αρκετές ώρες αργότερα, τρομοκρατημένος, στην όχθη μιας λίμνης. Τρία χρόνια αργότερα, ο Γάουνα προσπαθεί να λύσει το μυστήριο με τον μόνο τρόπο που ξέρει: αναδημιουργεί και ξαναζεί την ίδια ιστορία στο ιλιγγιώδες βασίλειο των αναμνήσεων και του κυκλικού χρόνου… Το Όνειρο των ηρώων (1954), ένα «αστυνομικής αντίληψης» μυθιστόρημα, «η ωραιότερη ιστορία του κόσμου», όπως έχει πει ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες –πολύτιμος φίλος του Κασάρες που συνυπέγραψε μαζί του πολλά βιβλία–, εξετάζει διεισδυτικά την ανθρώπινη φύση και τη σημασία που έχουν τα όνειρα και η μνήμη στον τρόπο με τον οποίο ενεργούμε. Στην αρχή αρχή, πρέπει να υπήρξε η ιδέα πως η πραγματικότητα μπορεί να είναι φανταστική ανά πάσα στιγμή. Καμιά φορά η ζωή μάς επιτρέπει να αντικρίσουμε στιγμιαία κάτι που ανατρέπει την τάξη των πραγμάτων, σαν να ήταν ο κόσμος καμωμένος από άπειρους κόσμους που καμιά φορά συμπίπτουν. Aπό τον πρόλογο του συγγραφέα «Συνδυάζει τον κοινωνικό και τον μαγικό ρεαλισμό σε μια περίτεχνη σύνθεση, οικεία στους αναγνώστες του Μπόρχες και, στη συνέχεια, του Μαρκές». Kirkus Reviews «Κάτω από τον μανδύα ενός μυθιστορήματος δράσης και αγωνίας, ο Κασάρες γράφει ένα μεταφυσικό παραμύθι για την αναζήτηση του εαυτού». New York Times
Διονύσης Σαββόπουλος
Αυτό που λέμε «Σαββόπουλος» δεν υπάρχει. Ο Σαββόπουλος είναι ένας ρόλος που τον έπλασα σιγά σιγά με τα χρόνια: Ο τύπος με τα στρόγγυλα γυαλιά, τις τιράντες, αργότερα το γενάκι, που βγαίνει στη σκηνή, φτιάχνει αυτά τα τραγούδια, κάνει σχόλια και λέει ιστορίες. Είναι ο «Σάββο», όπως τον έλεγε ο συγχωρεμένος ο Τάσος Φαληρέας. Είναι ένας άλλος. Εγώ είμαι εγώ. Χώνομαι πολλές φορές μέσα σ’ εκείνον τον άλλο. Δικός μου είναι. Χωρίς εμένα θα ήταν αέρας κοπανιστός.
Τώρα όμως τον χρειάζομαι, γιατί μεγάλωσα και θα ’θελα να δω πώς ήμουν πιτσιρίκος, πώς φέρθηκα στον επαγγελματικό μου βίο, πώς ήμουν σαν σύζυγος, πατέρας και παππούς, κι ακόμα πώς ήμουν σαν πολίτης, σαν φίλος και σαν γιος. Σ’ αυτά είναι καλός ο Σάββο. Το ’χει. Σαν ρόλος, και σουξέ είχε και πείρα διαθέτει.
Τώρα ο ρόλος θα μιλήσει για τον δημιουργό του. Ένα παιχνίδι είναι. Ένα κόλπο. Ελπίζω να το βρείτε διασκεδαστικό.
Σε αυτό το βιβλίο ο Σαββόπουλος μιλάει για τον Νιόνιο. Αυτόν ντύνεται.
Καλή ακρόαση, αγαπητοί μου, καλή ανάγνωση.
Δ.Σ.
Τζωρτζ Λε Νονς
Άργησα πολύ να μιλήσω δεν ήθελα να πω τ’ όνομά μου
Βικτωρία Θεοδώρου
Αδαής ακόμη, κοιτάζεις την αντανάκλασή σου και χαίρεσαι
«εγώ είμαι» λες, «αυτός είμαι εγώ», ούτε που φαντάζεσαι
πως δεν είσαι, και δεν θα γίνεις, το είδωλό σου, ένας άλλος
είναι η αντανάκλασή σου, κι όχι μόνο αυτή στον καθρέφτη,
όλες οι αντανακλάσεις από εδώ και πέρα, όλα τα είδωλά σου
είναι ένας άλλος, αλλιώς ζει, αλλιώς σκέφτεται,
άλλα στηρίγματα έχει, εσύ δεν τα φαντάζεσαι καν.
Αμέριμνος σου λέει ιστορίες για τη μάνα του
κι ούτε του περνάει από το νου πως εσύ δεν έχεις μάνα.
Νοσταλγικός σου περιγράφει το πατρικό του σπίτι
κι ούτε μπορεί να φανταστεί πως εσύ δεν έχεις σπίτι.
Πικραμένος σου αφηγείται πως τον αδίκησαν στη δουλειά
κι ούτε υποψιάζεται πόσα χρόνια έχεις άνεργος.
Απλά πράγματα, καθημερινά, δεδομένα
σπίτι, δουλειά, οικογένεια, καταγωγή
μόνο που δεν είναι δεδομένα
και δεν θέλεις πια να ξανασυναντήσεις
δεν θέλεις πια να ξαναμιλήσεις με κανέναν
δεν διαθέτεις τον ελάχιστο απαιτούμενο
κοινό παρονομαστή
έχεις χάσει προ πολλού κάθε παρονομαστή.
Και κανείς δεν δύναται να διανοηθεί πως υπάρχεις κι εσύ
μέσα στην επιδεικτική αρτιμέλεια του κόσμου.
Φραντς Κάφκα
850
Ένας περιοδεύων πωλητής υφασμάτων ξυπνάει ένα πρωί συνειδητοποιώντας ότι έχει καθυστερήσει πολύ για τη δουλειά του. Η αργοπορία του τον γεμίζει αγωνία για το μέλλον του και το μέλλον της οικογένειάς του· και παρά τις φιλότιμες προσπάθειές του να ξεκινήσει άλλη μια μέρα στην ίδια άχαρη δουλειά, αντιμετωπίζει μια βασική σωματική δυσκολία: έχει μεταμορφωθεί σε ένα τερατώδες έντομο.
Πέρα από την περίφημη πρώτη φράση της —μια απ’ τις πιο συνταρακτικές στην ιστορία της παγκόσμιας λογοτεχνίας—, η Μεταμόρφωση είναι μια ιστορία τέλεια ειπωμένη, μια ιδέα αενάως μεθερμηνευόμενη, ένας υπαρξιακός μύθος που καθόρισε τη συλλογική συνείδηση του 20ού αιώνα.