1978. Ο Πάκο Μαρτίνεθ, που τον γνωρίσαμε στο Μαύρο Αλγέρι, στην Κόκκινη Μασσαλία, στο Παρίσι μπλουζ και στη Λευκή Καραϊβική, εργάζεται ως δημοσιογράφος και ασφυκτιά μέσα στη ρουτινιάρικη ατμόσφαιρα της δουλειάς του. Νοσταλγεί τα χρόνια της δράσης, τότε που ήταν αστυνομικός. Οι Ερυθρές Ταξιαρχίες απάγουν τον Άλντο Μόρο. Ο Πάκο πείθει την εφημερίδα του να τον στείλει στη Ρώμη για να καλύψει το γεγονός. Εκεί γνωρίζει τη γοητευτική δημοσιογράφο της «La Repubblica» Λέα Τρότσκι, που τον βοηθά ως διερμηνέας και πληροφοριοδότρια.
Αποσπάσματα του ημερολογίου και των επιστολών που έγραφε ο Άλντο Μόρο κατά τη διάρκεια της κράτησής του παρεμβάλλονται στην αφήγηση, δείχνοντας ότι εκείνος είχε συνειδητοποιήσει πως η κυβέρνηση θα τον θυσίαζε στον βωμό της αρχής «δεν διαπραγματευόμαστε με τους τρομοκράτες». Η Λέα πέφτει θύμα ενός ύποπτου τροχαίου ατυχήματος. Ο Πάκο ρίχνεται με κέφι στην έρευνα κι αυτής της υπόθεσης. Ξαναβρίσκει τα αντανακλαστικά του αστυνομικού που κάποτε υπήρξε: την αδρεναλίνη, την αγάπη για την περιπέτεια, τις ανατροπές και τις εκπλήξεις.
Όσο ο Πάκο βρίσκεται στη Ρώμη, η γυναίκα του, η Ιρέν, ανακαλύπτει καταχωνιασμένο ένα χειρόγραφο του πατέρα της που, με μυθιστορηματικό τρόπο, εξιστορεί την αστυνομική επιχείρηση που διεξήχθη το 1899 κατά της αντισημιτικής οργάνωσης «Η Μεγάλη Δύση της Γαλλίας», η οποία εξέδιδε και την κολοσσιαίας κυκλοφορίας εφημερίδα «Ο Αντιεβραίος». Πίσω από την αφήγηση, αποκαλύπτονται σιγά σιγά οικογενειακά μυστικά που ίσως ρίξουν φως στην αυτοκτονία του πατέρα της.
Συνθέτοντας με μαεστρία και συναρπαστικό τρόπο τα δύο επίπεδα της αφήγησής του, ο αλγερινής καταγωγής Αττιά μιλάει για την αναζήτηση της αλήθειας, τον εξτρεμισμό και τη βία, τη μεγάλη και τη μικρή Ιστορία, τις οικογενειακές σχέσεις, τον έρωτα, τη φιλία και την αφοσίωση, την κατάφαση στη ζωή και την άρνηση του θανάτου.