Περί μυθιστορίας, διαφθοράς και άλλων τινών

10.00

Συγγραφέας:
Εκδόσεις:

Σελίδες: 144

Διατίθεται άμεσα και από τα γραφεία της LiFO, Boυλής 22, 6ος όροφος, Σύνταγμα.
Ώρες γραφείου (10:00-17:00). Τηλ. 210-3254290

Διατίθεται μόνο για αγορά online μέσω του lifoshop.gr

Η αγορά παλιών τευχών της LiFO αποτελεί ξεχωριστή λειτουργία του Shop.

Οι παραγγελίες για τα τεύχη της LiFO θα γίνονται ξεχωριστά και θα αποστέλλονται ξεχωριστά από άλλες αγορές από το LiFO Shop.

Tα έξοδα αποστολής υπολογίζονται για κάθε τεύχος ξεχωριστά.

Όσοι αγόρασαν αυτό το προϊόν, επέλεξαν επίσης

Ελληνική λογοτεχνία

Ματωμένα χώματα

Διδώ Σωτηρίου

«Πόλεμοι και ξανά πόλεμοι! Τι στο καλό θα βγάλει η μαγκούφα η εποχή μας και κοιλοπονάει τόσο άγρια;»

Μπήκε το κακό με τους Βαλκανικούς Πολέμους και άργησε να βγει. Χρόνια σπαρμένα με θυσίες, πολέμους και νεκρούς. Η Μικρασιατική εκστρατεία και η καταστροφή.

Η ιστορία του Μανώλη Αξιώτη, Μικρασιάτη αγρότη από τον Κιρκιντζέ. Άνθρωπος του μόχθου, δεμένος με τον τόπο του, το πατρικό του σπίτι, τους χωριανούς του. Ο άντρας που πάλεψε με κορμί και με ψυχή.

Στο Αμελέ Ταμπουρού, τα Τάγματα Εργασίας της Άγκυρας, το 1915.

Στο μέτωπο του Αφιόν Καραχισάρ το 1922.

Μια λεύτερη πατρίδα ονειρευόταν καθώς έσφιγγε τα δόντια και έλεγε:

«Ώρα μάχης, Αξιώτη, ώρα θυσίας. Δεν έχεις ελόγου σου κανένα πάρε δώσε με την πολιτική. Το χρέος σου κάνεις».

Γνώρισε κακουχίες και στερήσεις, είδε βασανιστήρια και θανάτους, έζησε την αιχμαλωσία και την προσφυγιά, για να συλλογιστεί:

«Θηρίο είν’ ο άνθρωπος!»

Το μνημειώδες έργο της σύγχρονης ελληνικής πεζογραφίας που χαρακτηρίστηκε
«Βίβλος της σύγχρονης εξόδου του Μικρασιάτικου Ελληνισμού».
Από το 1962 που πρωτοεκδόθηκαν μέχρι σήμερα τα Ματωμένα Χώματα έχουν ξεπεράσει σε πωλήσεις τα 400.000 αντίτυπα. Το βιβλίο έχει μεταφραστεί στις εξής γλώσσες: αγγλικά, βουλγαρικά, εσθονικά, γαλλικά, γερμανικά, ολλανδικά, ουγγρικά, ρώσικα, ρουμανικά, σερβικά, ισπανικά, ιταλικά, τουρκικά και κέλτικα βρετονικά.
Στην Τουρκία το βιβλίο είχε συγκλονιστική απήχηση.

18.25

Ελληνική λογοτεχνία

Συγγενής

Καρολίνα Μέρμηγκα

Η πρώτη μυθιστορηματική απόπειρα της Μέρμηγκα είναι ένα θαυμάσιο μυθιστόρημα από τα καλύτερα της ελληνικής πεζογραφίας που έχω διαβάσει τα τελευταία χρόνια, συναρπαστικό στην εξέλιξή του, πυκνογραμμένο και με εντυπωσιακή οικονομία λόγου, με πολλή και ευδιάκριτη έρευνα, απόδειξη ότι δεν χρειάζεσαι εκατοντάδες σελίδων για να αφηγηθείς μια ωραία (και το κυριότερο ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα) ιστορία.

13.94

Μάριο Μπενεντέτι

Ο Σαντιάγο, πολιτικός κρατούμενος στην Ουρουγουάη, έχει μόνη παρηγοριά τα μακροσκελή γράμματα της γυναίκας του Γρασιέλα. Εκείνη, εξόριστη μαζί με την εννιάχρονη κόρη τους και τον πεθερό της, παλεύει να προσαρμοστεί σε μια άλλη χώρα και να κρατήσει ζωντανή την ελπίδα και το πάθος που την ένωνε με τον άντρα της. Τα χρόνια περνούν, η φυλακή, η εξορία, η απόσταση αλλάζουν και τους δύο και ο Ρολάνδο, ο καλύτερος φίλος του Σαντιάγο, γίνεται όλο και πολυτιμότερος για τη Γρασιέλα.

Ο Μάριο Μπενεδέτι (Ουρουγουάη, 1920-2009), «από τους πιο σημαντικούς Λατινοαμερικανούς συγγραφείς, ισάξιος σύμφωνα με πολλούς του Μάρκες, του Φουέντες, του Κορτάσαρ» (The Washington Post), συνθέτει το «τρυφερό πορτρέτο μιας οικογένειας διαλυμένης από τις ιστορικές συγκυρίες» (Publishers Weekly). Ένα πολυφωνικό μυθιστόρημα εξορίας, «σοφό και σπλαχνικό» (The New York Times), το μοναδικό που έγραψε όταν ήταν πολιτικός εξόριστος.

17.00

Ελληνική λογοτεχνία

Θολός βυθός

Γιάννης Ατζακάς

Υπήρχε πάντα μέσα του η βαθιά χαρακιά που άφησε το πέρασμα από τις μετεμφυαλικές εκείνες παιδοπόλεις -ένδοξους βασιλικούς τόπους υποταγής και χειραγώγησης, σταθμούς καθαγιασμένους μόνον κατ’ όνομα: «Απόστολος Παύλος», Άγιος Χαράλαμπος», «Καλή Παναγιά», «Άγιος Δημήτριος», Αθήνα, Βέροια, Θεσσαλονίκη, 1949 – 1955. Έχοντας από καιρό διανύσει τις περισσότερες από τις αναπότρεπτες διαδρομές του, ο Γιάννης Αρχοντής φτάνει μόνος του ένα απόγευμα του Ιουνίου σε κάποια ερημική ακτή του Αιγαίου. Δεν ήταν τόσο ανάγκη ενός τελικού απολογισμού, όσο η επίμονη «αναζήτηση του χαμένου χρόνου» και των σημαδιών που άφησε μέσα του μια εποχή ερμητικά κλειστή, όπως τα περίκλειστα και περίλαμπρα ιδρύματα, όπου έζησε έξι από τα πρώτα παιδικά του χρόνια. Εκεί, την ώρα που ένα φωταγωγημένο καράβι περνά ανοιχτά μέσα στη νύχτα, από τον «θολό βυθό» της μνήμης του, όπου για περισσότερο από πενήντα χρόνια το είχε απωθήσει, αναδύεται απροσδόκητα το φάσμα του παιδιού που κάποτε υπήρξε, για να πει επιτέλους ολόκληρη την παλιά ιστορία του. (. . .)

16.45

Ελληνική λογοτεχνία

Διπλωμένα φτερά

Γιάννης Ατζακάς

“Η κακορίζικη εκείνη χρονιά -η καταραμένη θα την πω τώρα- είχε δεν είχε φτάσει ακόμη στα μισά της και πήγαινε όπως άρχισε, πάντα πάνω στην κόψη του ξυραφιού. Και τα χειρότερα δεν είχαν ακόμη συμβεί. Τότε ήρθε η ώρα του όξους και της χολής, η ώρα του αίματος και του θανάτου”.

Είχε από χρόνια αποτραβηχτεί στο παλιό σπίτι στην πλαγιά του βουνού. Τα δειλινά, κάτω από τα δέντρα που μαζί τους είχε ριζώσει στα καρπερά της χώματα, βλέποντας τον ήλιο να χαμηλώνει στη θάλασσα, ζούσε και το δικό του λυκόφως. Μέχρις ότου, εντελώς αναπάντεχα, οι “άνεμοι της μνήμης” τον ανασήκωσαν από τον ξένο τόπο και τον εναπόθεσαν απαλά στο μακρινό νησί του, μπροστά στην πατρογονική εστία, τον γύρισαν πίσω στη σημαδιακή εκείνη χρονιά, τη χρονιά του ξεριζωμού.

Ήρθαν τότε κοντά του, όπως ήταν στον καιρό τους, στη ρημαγμένη ζωή τους, οι σκιές της γιαγιάς και του παππού: η γριά-Βενετιά, που από βρέφος τη φώναζε μάνα, να τρέχει από χάραμα ως νύχτα να προλάβει να τα φέρει όλα σε πέρας και τα βράδια, στο φως του δαυλού, η ακάματη και γνωστική γερόντισσα με τις “ορμήνιες” της να πολεμά να τον πλάσει για έναν κόσμο που νόμιζε ότι θα διαρκέσει για πάντα. Ως τα στερνά της, που πήρε να ψυχανεμίζεται τον άγγελό της κι “αγγελιάστηκε”.

Τελείωνε το 1949. Ο πατέρας είχε χαθεί, χωρίς ίχνη, στους σκοτεινούς δρόμους της Ιστορίας. Η μάνα είχε σβήσει στη γέννα του, πριν από οκτώ ακριβώς χρόνια. Κι αυτός θα έβρισκε, πριν καλά βγει το δίσεκτο εκείνο έτος, μιαν ακόμη μητέρα – τη “Μεγάλη Μητέρα” των απορφανισμένων παιδιών ενός αδικαίωτου κι αδυσώπητου πολέμου.

13.43