O Αλέξανδρος Νεχαμάς, ελληνικής καταγωγής Αμερικανός στοχαστής, δεν μας παραδίδει απλώς έναν ύμνο στη φιλία ή μια φιλοσοφική πραγματεία γι’ αυτήν. Στήνει λεπταίσθητες συνομιλίες με ορισμένους από τους ήρωές του, τον Αριστοτέλη, τον Μονταίνιο ή τον Νίτσε, για να πάει όμως μακρύτερα από το «σχόλιο» σε έργα της σκέψης ή στιγμιότυπα της τέχνης. Το δοκίμιό του ψάχνει τα ίχνη της φιλίας σε κείμενα, ταινίες ή μυθιστορήματα, για να εκφράσει μια κατάφαση: ο Νεχαμάς δεξιώνεται τη φιλία σαν μια εμπειρία που μεταμορφώνει τους φίλους, είτε προς το καλύτερο είτε και προς το χειρότερο. Η φιλία εδώ δεν είναι ηθική αρετή όσο μια κατά βάση αισθητική αξία με αμφίβολη έκβαση. Μπορεί, δηλαδή, να εμπλουτίσει ή να μαραζώσει μια ζωή, να την κάνει πιο ανοιχτή σε πλούσια ερεθίσματα ή να τη βυθίσει σε εμμονές. Μόνη βεβαιότητα είναι πως η φιλία διαμορφώνει όσους πιάνονται στα δίχτυα της. Εκεί που αποκτά βαρύτητα για τη ζωή σου, υπερβαίνει το «όφελος» που τυχόν προσκομίζεις ή τις ηδονές που ίσως αντλείς. Η φιλία είναι, με άλλα λόγια, εμπειρία πιο περίπλοκη από τη συνηθισμένη της ηθική εξιδανίκευση ή τη μετατροπή της σε στυλοβάτη των υποθετικά «υγιών» ανθρώπινων σχέσεων. Αυτό που μας λέει ο Νεχαμάς είναι ότι κάθε μοναδική φιλία έχει τη δυνατότητα να μας προσθέσει κάτι, να «συνεισφέρει ένα στοιχείο ατομικότητας». Ο φίλος έτσι με δημιουργεί με τον τρόπο του κι εγώ με τη σειρά μου τον πλάθω. Γι’ αυτό, άλλωστε, το «περιεχόμενο» μιας φιλίας δεν μετράει τόσο, όσο η ίδια της η ύπαρξη και η ανθοφορία της. Αυτό που κάνουν οι φίλοι μαζί είναι λιγότερο σημαντικό από το γεγονός ότι το κάνουν μαζί και ο χρόνος που περνούν δεν είναι σκοτωμένος χρόνος.
Ο Νεχαμάς γράφει με παραδείγματα και πολλές πολιτισμικές αναφορές. Από τον Δον Κιχώτη κάνει ένα άλμα στη Θέλμα και Λουίζ και από το Art της Γιασμίνα Ρεζά σε μια φράση του Καντ. Σε όλες τις σύντομες στάσεις της, όμως, η γραφή του θέλει να απαντήσει στο ερώτημα «γιατί αγαπάμε τους φίλους μας», ενώ την ίδια στιγμή διαπιστώνει την αδυναμία για «πλήρη εξήγηση» του μυστηρίου αυτού. Στην προοπτική αυτού του βιβλίου οι άνθρωποι ως φίλοι δεν είναι σύνολα από ιδιότητες που αλληλοσυμπληρώνονται, ούτε όντα που αποζητούν ολοκλήρωση ή έξοδο από τη μοναχικότητα. Όλες αυτές οι γνωστές ηθικές και ψυχολογικές προσεγγίσεις στη φιλία δεν ικανοποιούν τον ανήσυχο στοχαστή που ψάχνει τη φιλία «πέραν του καλού και του κακού». Η φιλία είναι, εν τέλει, αυτοσκοπός και όχι μέσο ή εργαλείο. Βρίσκεται μακριά από τα tips κοινωνικότητας και ευεξίας που την έχουν μετασκευάσει κι αυτήν σε διάκοσμο μιας καθωσπρέπει προσωπικότητας.
Στο τέλος ο Νεχαμάς προσεγγίζει την οικεία σε αυτόν κατάφαση σε μια τέχνη του βίου όπου ακόμα και η ασημαντολογία μιας κουβέντας για ασήμαντα πράγματα, ακόμα και το «χάσιμο χρόνου» με τον φίλο δεν είναι ποτέ απώλεια αλλά πλούτος. Το λέει εξαιρετικά και εδώ νομίζω πως ο συγγραφέας θυμίζει περισσότερο τον Κωστή Παπαγιώργη, παρά τον πανεπιστημιακό των Ηνωμένων Πολιτειών:
Όπως η αλχημεία, έτσι και η φιλία συχνά δεν παράγει τίποτε παρά απορρίμματα· ωστόσο, σε αντίθεση με αυτήν, μερικές φορές φτάνει στον χρυσό.
Η φιλία σώζει, αλλά εντός της μπορεί να φιλοξενείται και η ασωτία. Κάπως έτσι ο Νεχαμάς μας παραδίδει ένα ανοιχτό μάθημα για τη φιλία, δίχως να διαστρέφει τον τόνο του για να τον προσαρμόσει στο ακαδημαϊκό ύφος.
Νικόλας Σεβαστάκης