Ο Μάνγκο και ο Τζέιμς προέρχονται και οι δύο από τις εργατικές συνοικίες της Γλασκόβης, οι καταβολές τους όμως είναι εντελώς διαφορετικές – ο Μάνγκο είναι προτεστάντης και ο Τζέιμς καθολικός. Θα έπρεπε να είναι ορκισμένοι εχθροί για να επιβιώσουν στον βίαιο, αρρενωπό και δογματικό κόσμο που τους περιβάλλει. Κι όμως, ενάντια σε κάθε πρόβλεψη, ο Μάνγκο και ο Τζέιμς έρχονται πολύ κοντά, καθώς βρίσκουν καταφύγιο στον περιστερώνα που έχει φτιάξει ο Τζέιμς για τα αγωνιστικά του περιστέρια. Ερωτεύονται και ονειρεύονται να βρουν ένα μέρος όπου θα υπάρχει μια θέση και για αυτούς. Η απειλή της αποκάλυψης είναι όμως διαρκής και η ενδεχόμενη τιμωρία ανείπωτη. Κι όταν αρκετούς μήνες αργότερα η μητέρα του Μάνγκο τον στέλνει εκδρομή για ψάρεμα σε μια λίμνη στη Δυτική Σκοτία, μαζί με δυο παράξενους μέθυσους με σκοτεινό παρελθόν, ο Μάνγκο θα αναγκαστεί να φτάσει στα όρια των αντοχών του και θα προσπαθήσει να επιστρέψει σε έναν τόπο ασφαλή, σε έναν τόπο όπου αυτός κι ο Τζέιμς ίσως να έχουν ένα μέλλον.
Στο δεύτερο βιβλίο του, ο Douglas Stuart δίνει φωνή σε ανθρώπους που συνήθως η λογοτεχνία αποκλείει, μιλά για τα όρια της αρρενωπότητας, τις δύσκολες οικογενειακές σχέσεις και τους κινδύνους που ενέχει το να αγαπάς κάποιον τόσο πολύ.