Καθισμένη στα γόνατα του πατέρα της στο γραφείο, κοιτάζοντας τα κύματα στο τέλος του δρόμου να χτυπιούνται σε έναν κουρελιασμένο αφρό και να ραντίζουν τον κυματοθραύστη, η Άλις έμαθε να γελάει με την καταστροφική μεγαλοσύνη των στοιχείων της φύσης. Τα φουσκωμένα μοβ και μαύρα σύννεφα σκίζονταν με εκτυφλωτικές φωτεινές αστραπές και οι βροντές έκαναν το σπίτι να τρέμει συθέμελα. Αλλά με τα δυνατά μπράτσα του πατέρα της γύρω της και τον σταθερό καθησυχαστικό χτύπο της καρδιάς του στα αφτιά της, η Άλις πίστευε πως ήταν με κάποιον τρόπο συνδεδεμένος με το θαύμα της μανίας έξω από τα παράθυρα και πως, μέσω εκείνου, θα μπορούσε να αντικρίσει την καταστροφή του κόσμου με απόλυτη ασφάλεια. Όταν ήρθε η κατάλληλη εποχή του χρόνου, ο πατέρας της την πήγε στον κήπο και της έδειξε πώς μπορούσε να πιάνει μπούμπουρες. Αυτό ήταν κάτι που κανένας άλλος πατέρας δεν μπορούσε να κάνει. Ο πατέρας της έπιανε ένα ειδικό είδος μπούμπουρα, που το αναγνώριζε από το σχήμα του, και τον κρατούσε στην κλειστή χούφτα του, βάζοντας το χέρι του στο αφτί της. Στην Άλις άρεσε να ακούει το θυμωμένο, πνιχτό βουητό της μέλισσας, πιασμένης στη σκοτεινή παγίδα του χεριού του πατέρα της, αλλά χωρίς να τσιμπάει, χωρίς να τολμάει να τσιμπήσει. Μετά, με ένα γέλιο, ο πατέρας της άνοιγε διάπλατα τα δάχτυλά του, και η μέλισσα πετούσε, ελεύθερη, ψηλά στον αέρα και μακριά…
Συλλογικό
Μια ξεχωριστή έκδοση 26 συγγραφέων αφιερωμένη στο πιο χαρακτηριστικό κτίριο της Αθήνας, την πολυκατοικία. Μέσα από αφηγήσεις, μνήμες, προσωπικά βιώματα και φωτογραφίες, η νέα έκδοση των Onassis Publications αποτυπώνει τις ιστορίες ανθρώπων και κτιρίων, χαρτογραφώντας παράλληλα τις αλλαγές που συμβαίνουν στην αθηναϊκή κοινωνία.
Διατίθεται σε επιλεγμένα βιβλιοπωλεία και στο Onassis shop στο ισόγειο της Στέγης.
«Παντού πολυκατοικίες. Η μία δίπλα στην άλλη, σε ασφυκτική απόσταση μεταξύ τους. Και οι ζωές μας έτσι γειτονεύουν, ασφυκτικά.»
«Πώς ξεκίνησε να χτίζεται η πολυκατοικία; Ποιοι έμεναν εκεί; Ποιες είναι οι νέες εμπειρίες συγκατοίκησης στην Αθήνα; Ποιο είναι το προφίλ των σύγχρονων ενοίκων; Μια ελεύθερη «περιήγηση» στην πόλη της Αθήνας ξεδιπλώνεται μέσα από τις σελίδες της έκδοσης του Ιδρύματος Ωνάση, «37 ιστορίες αθηναϊκών πολυκατοικιών» που κυκλοφόρησε μόλις, σε επιμέλεια των Θωμά Μαλούτα, Νικολίνας Μυωφά, Δημήτρη Μπαλαμπανίδη, Ιφιγένειας Δημητράκου. Το βιβλίο αυτό γεννήθηκε από την ανάγκη να γνωρίσουμε και να κατανοήσουμε τις αθηναϊκές πολυκατοικίες της αντιπαροχής. Μέσα από τις εμπειρίες και τις ιστορίες παλαιότερων και νέων κατοίκων, ανακαλύπτουμε όσα κρύβουν αυτά τα κτίρια-σύμβολα μιας ολόκληρης εποχής.
Αφηγήσεις, μνήμες, προσωπικά βιώματα, φωτογραφίες, διαγράμματα, οικοδομικοί κανονισμοί, συμβόλαια και κανονισμοί λειτουργίας αποτυπώνουν ιστορίες ανθρώπων και κτιρίων, ενώ παράλληλα χαρτογραφούν τις σύνθετες διαδικασίες και αλλαγές που συντελούνται στο επίπεδο της γειτονιάς, αλλά και συνολικά της αθηναϊκής κοινωνίας.
Οι ιστορίες του βιβλίου εκτυλίσσονται σε πολλές –και διαφορετικές μεταξύ τους–περιοχές του ευρύτερου κέντρου της Αθήνας: Πατήσια, Κυψέλη, Βικτώρια, Εξάρχεια, Γκύζη, Αμπελόκηποι, Σύνταγμα, Κολωνάκι, Παγκράτι, Κουκάκι, Νέος Κόσμος, Καλλιθέα κ.ά.
Βλέποντας κανείς την Αθήνα από ψηλά, απολαμβάνει την πιο χαρακτηριστική της θέα: μια «θάλασσα» από πολυκατοικίες. Σημαντικό συστατικό της σύγχρονης ιστορίας της, αλλά και της σημερινής της δομής, η πολυκατοικία είναι αποτέλεσμα της μεταπολεμικής αστικοποίησης. Ενός μοντέλου που έδωσε τη δυνατότητα σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα να ξαναχτίσουν την πόλη κτίριο προς κτίριο. Οι παραπάνω διαδικασίες έχουν υπάρξει αντικείμενο δημόσιας συζήτησης εδώ και αρκετές δεκαετίες. Καλά εδραιωμένοι μύθοι σχετικά με αυτούς «που κατέστρεψαν την Αθήνα» θέτουν σε απόσταση τους δρώντες της αντιπαροχής και της πολυκατοικίας από τους σημερινούς κατοίκους της πόλης.
Σε μια προσπάθεια σύνδεσης των δύο αυτών κόσμων, το βιβλίο αφενός καταγράφει ιστορίες «εκ των έσω» –αφηγήσεις που αποτυπώνουν το τι συνέβη ή συμβαίνει στο εσωτερικό των πολυκατοικιών της Αθήνας– και αφετέρου παρουσιάζει ιστορίες της πόλης «από τα κάτω», δηλαδή διηγήσεις σχετικά με τους ανθρώπους που έχτισαν, πέρασαν, κατοίκησαν και κατοικούν την πόλη.
Οι ιστορίες και τα θεωρητικά κείμενα που παρεμβάλλονται δεν διαβάζονται απαραίτητα με τη σειρά που έχουν τοποθετηθεί στο βιβλίο, αλλά και με μια πιο ελεύθερη «περιήγηση» της αναγνώστριας ή του αναγνώστη.
Για την έκδοση πραγματοποιήθηκαν συνεντεύξεις με σημερινούς και ορισμένους παλαιότερους κατοίκους και επαγγελματίες που ήταν πρόθυμοι να καταθέσουν μαρτυρίες και τεκμήρια για την ιστορία και τη ζωή της πολυκατοικίας στην οποία διαμένουν ή/και εργάζονται. Οι μαρτυρίες του «δείγματος» αφηγητών και αφηγητριών έδωσαν στην έρευνα πολλές ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τις διαδρομές και τις στρατηγικές επιλογές των ανθρώπων που κατασκεύασαν και διαχειρίστηκαν το οικιστικό απόθεμα της Αθήνας.
«Ο κύριος Τέλης δεν είναι πια διαχειριστής. Από τότε που χάσαμε τη γυναίκα του, παραιτήθηκε. Κανείς δεν ήθελε να αναλάβει. Εμένα, βέβαια, δεν με ρώτησαν. Τι να πω, ίσως πρέπει να είσαι ιδιοκτήτης για να έχεις κάποια δικαιώματα. Τη διαχείριση πήρε μια εταιρεία. Μας αφήνει συνέχεια τυπωμένα σημειώματα στο ασανσέρ, τι να κάνουμε, τι να μην κάνουμε, πώς να το κάνουμε κ.ο.κ. “Μια χαρά, ησυχάσαμε. Καλύτερα έτσι” μου λέει μια μέρα ο Αποστόλης. Η κυρία Ελευθερία, όμως, –η γυναίκα του κυρίου Τέλη, του παλιού διαχειριστή, η διαχειρίστρια, δηλαδή (καθώς η διαχείριση γίνεται με κάποιον τρόπο οικογενειακό εγχείρημα)– μου έριχνε σημειώματα κάτω από την πόρτα και με προσκαλούσε για την “πιο νόστιμη φασολάδα της ζωής σου” – έτσι μου έγραφε.»
Η αθηναϊκή πολυκατοικία των περασμένων δεκαετιών στέγασε μεν ένα κοινωνικά ετερογενές μείγμα νοικοκυριών, λαϊκών έως και (μεσο)αστικών, το οποίο όμως εθνοτικά ήταν ομοιογενές, σχεδόν αμιγώς «ελληνικό», και τις περισσότερες φορές υπό το σχήμα της πυρηνικής οικογένειας που ιδιοκατοικεί ή, σπανιότερα, μισθώνει το διαμέρισμά της.
Σήμερα, στις περισσότερες περιοχές του κέντρου το κοινωνικό και δημογραφικό προφίλ των ενοίκων αλλάζει σημαντικά και γίνεται ακόμα πιο ποικιλόμορφο. Έλληνες ένοικοι, οικονομικοί μετανάστες από την Ανατολική Ευρώπη, πρόσφυγες από την Ασία και την Αφρική, καθώς επίσης ξένοι υπήκοοι «αναπτυγμένων» χωρών της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής.
Καταγράφονται, επίσης, πολλοί και διαφορετικοί τύποι νοικοκυριών και οικογενειακές καταστάσεις: μόνοι άντρες και μόνες γυναίκες (εργένηδες και διαζευγμένοι, γυναίκες μονογονείς, χήρες, ηλικιωμένες με τη φροντίστριά τους), συγκάτοικοι φίλοι και συμπατριώτες, γονείς με παιδιά, ζευγάρια που δεν έχουν αποκτήσει παιδιά, γονείς με παιδιά που ζουν αλλού, ζευγάρια που έχουν παντρευτεί ή έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, ετερόφυλα και ομόφυλα. Τύποι νοικοκυριών και προφίλ ενοίκων που δεν είναι απλώς πολλά και διαφορετικά (πιο πολλά και διαφορετικά σε σχέση με το παρελθόν), αλλά και περισσότερο ορατά.
Στην έκδοση διαφαίνεται πώς διαμορφώνονται μέσα στα χρόνια νέες εμπειρίες συγκατοίκησης στις πολυκατοικίες και στις γειτονιές, νέες προκλήσεις για τις σχέσεις γειτονίας και τους όρους συνύπαρξης, πρωτόγνωρες, σύνθετες και δυναμικές: «Μέσα από ήχους που βγαίνουν από παράθυρα, φωταγωγούς, μπαλκόνια και ταράτσες, η αθηναϊκή πολυκατοικία επεκτείνεται μέσω των εναλλασσόμενων ηχοτοπίων της. Εξωτικά μπαχαρικά, σκόρδα και πιπεριές στο τηγάνι, μυρωδιές που κάνουν τα μικρά διαμερίσματα να μοιάζουν μεγαλύτερα.»
Γιώργος Γεωργακόπουλος
Ρίζες από στάχτη Το βιβλίο αυτό ξεδιπλώνει στιγμές από την ζωή ενός ανθρώπου που βίωσε μια σκληρή παιδική και εφηβική ηλικία. Δεν πρόκειται, όμως, για μια απλή εξιστόρηση του παρελθόντος. Άλλωστε, ποιο το νόημα της αφήγησης μιας ακόμη ζωής; Ο συγγραφέας εστιάζει στις κρίσιμες εμπειρίες και εξετάζει πώς αυτές αλληλοεπιδρούν με την σκέψη, πώς διαμορφώνουν την ωρίμανση ενός ανθρώπου και, τελικά, την κατανόηση του ίδιου του εαυτού. Με έναν άμεσο, ειλικρινή και βαθιά προσωπικό τρόπο, επιχειρεί να μιλήσει για αυτό το τόσο περίπλοκο πράγμα που ονομάζουμε ύπαρξη. Δεν φιλοδοξεί να δώσει οικουμενικές απαντήσεις ούτε να κλείσει ανοιχτά ερωτήματα. Πρόκειται για μια πρόσκληση προς τον αναγνώστη να στοχαστεί πάνω στην δική του διαδρομή, να δει τις δικές του εμπειρίες μέσα στον καθρέφτη των αφηγήσεων ενός άλλου ανθρώπου.
Ζαν-Ζοζέφ Ραμπεαριβέλο
Ο Ζαν-Ζοζέφ Ραμπεαριβέλο (1901/1903-1937) είναι ο πρώτος νεωτερικός ποιητής της Αφρικής και ο εθνικός ποιητής της Μαδαγασκάρης.
Εδώ παρουσιάζεται για πρώτη φορά ολόκληρο στα ελληνικά το «Πώς μεταφράζεται η Νύχτα», το τελευταίο έργο που εξέδωσε ο ποιητής, και εκείνο που θεωρείται ως το αριστούργημά του.