“Ο Λιμόνοφ δεν είναι μυθιστορηματικός χαρακτήρας. Υπάρχει. Γνωριζόμαστε. Υπήρξε αλήτης στην Ουκρανία, είδωλο του σοβιετικού αντεργκράουντ, άστεγος και μετά θαλαμηπόλος ενός δισεκατομμυριούχου στο Μανχάταν, μοδάτος συγγραφέας στο Παρίσι, στρατιώτης χαμένος στα Βαλκάνια και τώρα, στο απέραντο μπουρδέλο του μετακομμουνισμού, γηραιός χαρισματικός ηγέτης ενός κόμματος νεαρών ντεσπεράντο. Ο ίδιος βλέπει τον εαυτό του σαν ήρωα, άλλοι μπορεί να τον θεωρούν αγύρτη: επ’ αυτού, επιφυλάσσομαι.Είναι μια ζωή επικίνδυνη, αμφίσημη: ένα κανονικό περιπετειώδες μυθιστόρημα. Είναι επίσης, κατά τη γνώμη μου, μια ζωή που μας λέει κάτι. Όχι μόνο για εκείνον, τον Λιμόνοφ, όχι μόνο για τη Ρωσία, αλλά για την ιστορία όλων μας από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και μετά”.
Διονύσης Σαββόπουλος
Αυτό που λέμε «Σαββόπουλος» δεν υπάρχει. Ο Σαββόπουλος είναι ένας ρόλος που τον έπλασα σιγά σιγά με τα χρόνια: Ο τύπος με τα στρόγγυλα γυαλιά, τις τιράντες, αργότερα το γενάκι, που βγαίνει στη σκηνή, φτιάχνει αυτά τα τραγούδια, κάνει σχόλια και λέει ιστορίες. Είναι ο «Σάββο», όπως τον έλεγε ο συγχωρεμένος ο Τάσος Φαληρέας. Είναι ένας άλλος. Εγώ είμαι εγώ. Χώνομαι πολλές φορές μέσα σ’ εκείνον τον άλλο. Δικός μου είναι. Χωρίς εμένα θα ήταν αέρας κοπανιστός.
Τώρα όμως τον χρειάζομαι, γιατί μεγάλωσα και θα ’θελα να δω πώς ήμουν πιτσιρίκος, πώς φέρθηκα στον επαγγελματικό μου βίο, πώς ήμουν σαν σύζυγος, πατέρας και παππούς, κι ακόμα πώς ήμουν σαν πολίτης, σαν φίλος και σαν γιος. Σ’ αυτά είναι καλός ο Σάββο. Το ’χει. Σαν ρόλος, και σουξέ είχε και πείρα διαθέτει.
Τώρα ο ρόλος θα μιλήσει για τον δημιουργό του. Ένα παιχνίδι είναι. Ένα κόλπο. Ελπίζω να το βρείτε διασκεδαστικό.
Σε αυτό το βιβλίο ο Σαββόπουλος μιλάει για τον Νιόνιο. Αυτόν ντύνεται.
Καλή ακρόαση, αγαπητοί μου, καλή ανάγνωση.
Δ.Σ.
Εμανουέλ Καρέρ
“Ο Λιμόνοφ δεν είναι μυθιστορηματικός χαρακτήρας. Υπάρχει. Γνωριζόμαστε. Υπήρξε αλήτης στην Ουκρανία, είδωλο του σοβιετικού αντεργκράουντ, άστεγος και μετά θαλαμηπόλος ενός δισεκατομμυριούχου στο Μανχάταν, μοδάτος συγγραφέας στο Παρίσι, στρατιώτης χαμένος στα Βαλκάνια και τώρα, στο απέραντο μπουρδέλο του μετακομμουνισμού, γηραιός χαρισματικός ηγέτης ενός κόμματος νεαρών ντεσπεράντο. Ο ίδιος βλέπει τον εαυτό του σαν ήρωα, άλλοι μπορεί να τον θεωρούν αγύρτη: επ’ αυτού, επιφυλάσσομαι.Είναι μια ζωή επικίνδυνη, αμφίσημη: ένα κανονικό περιπετειώδες μυθιστόρημα. Είναι επίσης, κατά τη γνώμη μου, μια ζωή που μας λέει κάτι. Όχι μόνο για εκείνον, τον Λιμόνοφ, όχι μόνο για τη Ρωσία, αλλά για την ιστορία όλων μας από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και μετά”.
Τζέιμς Τζόϊς
Όπως ο Σαίξπηρ, όπως ο Κεβέδο, όπως ο Γκαίτε,
όπως κανένας άλλος συγγραφέας,
ο Τζόις δεν είναι τόσο ένας λογοτέχνης
όσο μια ολόκληρη λογοτεχνία.
Χόρχε Λουίς Μπόρχες
Άφθονα δάκρυα πλημμύρισαν τα μάτια του Γκέιμπριελ. Ποτέ δεν είχε αισθανθεί έτσι για καμία γυναίκα, αλλά ήξερε πως ένα τέτοιο συναίσθημα πρέπει να ΄ναι ο έρωτας. Ακόμα περισσότερα δάκρυα μαζεύτηκαν στα μάτια του, και στο μισοσκόταδο φαντάστηκε πως είχε δει τη μορφή ενός νεαρού να στέκεται κάτω από ένα δέντρο που έσταζε. Άλλες μορφές βρίσκονταν κοντά. Η ψυχή του είχε πλησιάσει εκείνη την περιοχή όπου κατοικούν τα απειράριθμα πλήθη των νεκρών. Είχε επίγνωση, αλλά δεν μπορούσε να συλλάβει την αλλοπρόσαλλη και τρέμουσα ύπαρξή τους. Η ίδια του η ταυτότητα έσβηνε μέσα σ’ έναν γκρίζο φαντασματικό κόσμο. Ο ίδιος στέρεος κόσμος τον οποίο αυτοί οι νεκροί είχαν πλάσει κάποτε και στον οποίο είχαν ζήσει, τώρα έφθινε και διαλυόταν.
Απόσπασμα από το βιβλίο