Η τελευταία μου πνοή

22.00

Συγγραφέας:
Εκδόσεις:

Μετάφραση: Θάνος Σαμαρτζής
Σελίδες: 392

Διατίθεται άμεσα και από τα γραφεία της LiFO, Boυλής 22, 6ος όροφος, Σύνταγμα.
Ώρες γραφείου (10:00-17:00). Τηλ. 210-3254290

Διατίθεται μόνο για αγορά online μέσω του lifoshop.gr

Η αγορά παλιών τευχών της LiFO αποτελεί ξεχωριστή λειτουργία του Shop.

Οι παραγγελίες για τα τεύχη της LiFO θα γίνονται ξεχωριστά και θα αποστέλλονται ξεχωριστά από άλλες αγορές από το LiFO Shop.

Tα έξοδα αποστολής υπολογίζονται για κάθε τεύχος ξεχωριστά.

Όσοι αγόρασαν αυτό το προϊόν, επέλεξαν επίσης

Ξένη λογοτεχνία

Σιωπή

Λεονίντ Αντρέγεφ

Κάθε πρωί, μετά τη λειτουργία, ο πατήρ Ιγνάτιος πήγαινε στο καθιστικό, έριχνε το βλέμμα του στο άδειο κλουβί και στο γνώριμο σκηνικό του δωματίου, καθόταν στην πολυθρόνα, έκλεινε τα μάτια και άκουγε το δωμάτιο να σωπαίνει. Ήταν κάτι παράξενο. Το κλουβί σώπαινε σιγανά και τρυφερά, και στη σιωπή αυτή ήταν αισθητά η θλίψη, τα δάκρυα και το απόμακρο, πεθαμένο γέλιο. Η σιωπή τής γυναίκας του, μαλακωμένη από τους τοίχους, ήταν πεισματική, βαριά σαν μολύβι και τρομακτική, τόσο τρομακτική που στην πιο ζεστή μέρα ο πατήρ Ιγνάτιος ένιωθε παγωνιά. Παρατεταμένη, παγωμένη σαν τάφος και αινιγματική σαν το θάνατο ήταν η σιωπή της κόρης. Λες και η σιωπή ετούτη ήταν βασανιστική για αυτή την ίδια και ζητούσε παθιασμένα να μετατραπεί σε λόγο, αλλά κάτι ισχυρό και ανεγκέφαλο, σαν μηχανή, την κρατούσε ακίνητη και την τέντωνε σαν σύρμα. […] (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

Το εξαιρετικό αυτό διήγημα στηρίχτηκε στο αληθινό συμβάν της αυτοκτονίας της κόρης ενός ιερέα στην πόλη Οριόλ. Ο εν λόγω ιερέας, ο Αντρέι Καζάνσκι, είχε βαφτίσει τον πρωτότοκο της οικογένειας Αντρέγεφ, τον Λεονίντ. Κανείς δεν έμαθε ποτέ τον αληθινό λόγο της αυτοκτονίας. Το κορίτσι είχε μόλις αποφοιτήσει από το γυμνάσιο και ζούσε σε ένα σπίτι με πολλές απαγορεύσεις από έναν πολύ αυστηρό πατέρα.
Το διήγημα του Αντρέγεφ συγκίνησε ιδιαίτερα τον Μ. Γκόρκι, ο οποίος φρόντισε να το προωθήσει και να εισαγάγει τον σεμνό ανερχόμενο συγγραφέα στους λογοτεχνικούς κύκλους της εποχής, ενώ ο Λ.Τολστόι του έδωσε τιμητική θέση στην πλούσια βιβλιοθήκη του.

 

6.50

Έμμα Ντουντ βαν Τρούστβικ

Ακολουθώντας μια μακρά οικογενειακή παράδοση, ο νεαρός Νίκολας ετοιμάζεται να αναλάβει κι αυτός με τη σειρά του τα καθήκοντα του πάστορα σ’ ένα αλσατικό χωριό. Η αδελφή του που ζει στην Ολλανδία, τόπο καταγωγής της οικογένειας, επιστρέφει για λίγο στο πατρικό σπίτι για να είναι παρούσα στην τελετή και για να ξαναβρεθεί με τους δικούς της, ιδιαίτερα καλλιεργημένους ανθρώπους, χιουμορίστες, με έντονη την αίσθηση του καθήκοντος και της προσφοράς, μα που τώρα έχουν βυθιστεί σε μια σοβαρή κρίση. Τη μητέρα της που φροντίζει τους πάντες με τρυφερότητα, προσπαθώντας να βάλει τάξη στο χάος, τον παππού της, που έχει άνοια, τον πατέρα της, που πάσχει από burn-out με προβλήματα μνήμης επίσης, ενώ και ο αδελφός της βασανίζεται από διλήμματα και αμφιβολίες. Είναι ικανός γι’ αυτό το αξίωμα; Και ακόμα περισσότερο: έχει νόημα το λειτούργημα του πάστορα στη σημερινή εποχή;

«Αυτό που ήθελα ήταν να διηγηθώ την ιστορία μιας οικογένειας που χάνει τη μνήμη της. Να προσεγγίσω ένα δράμα, καταυγάζοντάς το με φως», λέει η συγγραφέας

16.00

Αρτούρ Σνίτσλερ, Ούγκο φον Χόφμανσταλ, Τόμας Μαν

Στον κόσμο της γερμανόφωνης λογοτεχνίας, στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα, το απόκοσμο επηρεάζει δραστικά την αποτύπωση της πραγματικότητας. Αυτό ακριβώς το χαρακτηριστικό μοιράζονται τα διηγήματα που συναπαρτίζουν το βιβλίο: και στα τρία κάτι απόκοσμο εισβάλλει σε ένα κατά τα λοιπά ρεαλιστικό περιβάλλον, χωρίς να προσφέρεται ωστόσο η δυνατότητα λογικής εξήγησης. Κατ’ αυτόν τον τρόπο δημιουργείται μία αίσθηση αβεβαιότητας ως προς το τί θεωρείται πραγματικό και τί φανταστικό· μία αίσθηση που επιτείνεται τόσο από το ονειρικό κλίμα όσο και από μια δυσοίωνη ατμόσφαιρα, η οποία, μέσα από σύμβολα και υπαινιγμούς, προδιαγράφει την πορεία των ηρώων προς τον θάνατο. Το αλλόκοτο και το απόκοσμο, όπως παρουσιάζονται από τους τρεις εμβληματικούς συγγραφείς, αφήνουν στον αναγνώστη ένα σύγχρονο αποτύπωμα· αποδίδουν με καινοφανή τρόπο εκφάνσεις της υπαρξιακής αγωνίας των ηρώων, ενώ συνάμα φέρνουν στο προσκήνιο τις ασυνείδητες δυνάμεις που επηρεάζουν καθοριστικά την εικόνα μας για τον κόσμο και για τον εαυτό μας.

 

12.50

Ξένη λογοτεχνία

Αυτό είναι ευτυχία

Νάιαλ Ουίλλιαμς

Τέλη της δεκαετίας του ’50 και στη Φάχα, ένα μικρό χωριό της Ιρλανδίας όπου η ζωή έχει μείνει ίδια κι απαραλλάχτη σχεδόν για χίλια χρόνια, ακόμα περιμένουν ένα θαύμα: τον ερχομό του ηλεκτρικού. Μια Μεγάλη Τετάρτη, όμως, εντελώς αναπάντεχα και σχεδόν ανεπαίσθητα, συντελείται ένα θαύμα ακόμα μεγαλύτερο ― σταματάει να βρέχει. Μα για τον δεκαεφτάχρονο Νόου, ο οποίος έχει βρει καταφύγιο στο χωριό του παππού και της γιαγιάς του, έναν τόπο όπου η κωμωδία της ζωής αναβλύζει δίπλα ακριβώς στις τραγωδίες της, τα θαύματα δεν έχουν τέλος.

«Την ώρα που τη ζεις μπορεί μερικές φορές να πιστέψεις ότι η ζωή σου δεν είναι και τίποτα σπουδαίο. Είναι τετριμμένη και συνηθισμένη και σίγουρα θα μπορούσε ή θα έπρεπε να είναι καλύτερη με τον άλφα ή με τον βήτα τρόπο. Λείπει η προοπτική που επιτρέπει στο οποιοδήποτε νόημα να αναδυθεί, γιατί την ώρα που τη ζεις υπάρχει μόνο αίσθηση και σπουδή και αμεσότητα ― όπως πρέπει δηλαδή να βιώνεται η ζωή. Όλοι αγωνιζόμαστε διαρκώς και, μολονότι αυτό συνεπάγεται μια λίγο-πολύ σταθερή ροή από αποτυχίες, μάλλον δεν πρόκειται για κάτι και τόσο τρομερό, αν σκεφτείς ότι τελικά συνεχίζουμε να αγωνιζόμαστε».

22.00

Ξένη λογοτεχνία

Τέσσερα ερωτικά γράμματα

Νάιαλ Ουίλλιαμς

«Ήμουν δώδεκα χρονών όταν πρωτομίλησε στον πατέρα μου ο Θεός. Δεν μίλησε πολύ. Του είπε να γίνει ζωγράφος, μα δεν μπήκε σε περισσότερες λεπτομέρειες».

Στο Δουβλίνο, ο πατέρας του Νίκολας παρατάει τα πάντα προκειμένου ν’ αφοσιωθεί στη ζωγραφική. Σ’ ένα νησί της δυτικής Ιρλαν­δίας, η νεαρή Ίζαμπελ φεύγει για τη μεγάλη πόλη, κουβαλώντας μια βουβή ενοχή. Πατώντας στα χνάρια του μαγικού ρεαλισμού, ο Νάιαλ Ουίλλιαμς γράφει για την αμφιβολία και την πίστη, για το πάθος και την παραίτηση, για τη συντριβή και το απρόσμενο θαύμα, ­καθώς διηγείται την ιστορία δυο ζωών που οδεύουν ανεπίγνωστα μα ακαταμάχητα προς το πεπρωμένο τους.

22.00