Η συστημική φύση της αστυνομικής βίας στην Ελλάδα

17.00

Εκδόσεις:

Σελίδες: 392

Διατίθεται άμεσα και από τα γραφεία της LiFO, Boυλής 22, 6ος όροφος, Σύνταγμα.
Ώρες γραφείου (10:00-17:00). Τηλ. 210-3254290

Διατίθεται μόνο για αγορά online μέσω του lifoshop.gr

Η αγορά παλιών τευχών της LiFO αποτελεί ξεχωριστή λειτουργία του Shop.

Οι παραγγελίες για τα τεύχη της LiFO θα γίνονται ξεχωριστά και θα αποστέλλονται ξεχωριστά από άλλες αγορές από το LiFO Shop.

Tα έξοδα αποστολής υπολογίζονται για κάθε τεύχος ξεχωριστά.

Κωδικός προϊόντος: LF-BK-10596 Κατηγορία: Ετικέτες: , ,

Όσοι αγόρασαν αυτό το προϊόν, επέλεξαν επίσης

Συλλογικό

Μια ξεχωριστή έκδοση 26 συγγραφέων αφιερωμένη στο πιο χαρακτηριστικό κτίριο της Αθήνας, την πολυκατοικία. Μέσα από αφηγήσεις, μνήμες, προσωπικά βιώματα και φωτογραφίες, η νέα έκδοση των Onassis Publications αποτυπώνει τις ιστορίες ανθρώπων και κτιρίων, χαρτογραφώντας παράλληλα τις αλλαγές που συμβαίνουν στην αθηναϊκή κοινωνία.

Διατίθεται σε επιλεγμένα βιβλιοπωλεία και στο Onassis shop στο ισόγειο της Στέγης.

«Παντού πολυκατοικίες. Η μία δίπλα στην άλλη, σε ασφυκτική απόσταση μεταξύ τους. Και οι ζωές μας έτσι γειτονεύουν, ασφυκτικά.»

«Πώς ξεκίνησε να χτίζεται η πολυκατοικία; Ποιοι έμεναν εκεί; Ποιες είναι οι νέες εμπειρίες συγκατοίκησης στην Αθήνα; Ποιο είναι το προφίλ των σύγχρονων ενοίκων; Μια ελεύθερη «περιήγηση» στην πόλη της Αθήνας ξεδιπλώνεται μέσα από τις σελίδες της έκδοσης του Ιδρύματος Ωνάση, «37 ιστορίες αθηναϊκών πολυκατοικιών» που κυκλοφόρησε μόλις, σε επιμέλεια των Θωμά Μαλούτα, Νικολίνας Μυωφά, Δημήτρη Μπαλαμπανίδη, Ιφιγένειας Δημητράκου. Το βιβλίο αυτό γεννήθηκε από την ανάγκη να γνωρίσουμε και να κατανοήσουμε τις αθηναϊκές πολυκατοικίες της αντιπαροχής. Μέσα από τις εμπειρίες και τις ιστορίες παλαιότερων και νέων κατοίκων, ανακαλύπτουμε όσα κρύβουν αυτά τα κτίρια-σύμβολα μιας ολόκληρης εποχής.

Αφηγήσεις, μνήμες, προσωπικά βιώματα, φωτογραφίες, διαγράμματα, οικοδομικοί κανονισμοί, συμβόλαια και κανονισμοί λειτουργίας αποτυπώνουν ιστορίες ανθρώπων και κτιρίων, ενώ παράλληλα χαρτογραφούν τις σύνθετες διαδικασίες και αλλαγές που συντελούνται στο επίπεδο της γειτονιάς, αλλά και συνολικά της αθηναϊκής κοινωνίας.

Οι ιστορίες του βιβλίου εκτυλίσσονται σε πολλές –και διαφορετικές μεταξύ τους–περιοχές του ευρύτερου κέντρου της Αθήνας: Πατήσια, Κυψέλη, Βικτώρια, Εξάρχεια, Γκύζη, Αμπελόκηποι, Σύνταγμα, Κολωνάκι, Παγκράτι, Κουκάκι, Νέος Κόσμος, Καλλιθέα κ.ά.

Βλέποντας κανείς την Αθήνα από ψηλά, απολαμβάνει την πιο χαρακτηριστική της θέα: μια «θάλασσα» από πολυκατοικίες. Σημαντικό συστατικό της σύγχρονης ιστορίας της, αλλά και της σημερινής της δομής, η πολυκατοικία είναι αποτέλεσμα της μεταπολεμικής αστικοποίησης. Ενός μοντέλου που έδωσε τη δυνατότητα σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα να ξαναχτίσουν την πόλη κτίριο προς κτίριο. Οι παραπάνω διαδικασίες έχουν υπάρξει αντικείμενο δημόσιας συζήτησης εδώ και αρκετές δεκαετίες. Καλά εδραιωμένοι μύθοι σχετικά με αυτούς «που κατέστρεψαν την Αθήνα» θέτουν σε απόσταση τους δρώντες της αντιπαροχής και της πολυκατοικίας από τους σημερινούς κατοίκους της πόλης.

Σε μια προσπάθεια σύνδεσης των δύο αυτών κόσμων, το βιβλίο αφενός καταγράφει ιστορίες «εκ των έσω» –αφηγήσεις που αποτυπώνουν το τι συνέβη ή συμβαίνει στο εσωτερικό των πολυκατοικιών της Αθήνας– και αφετέρου παρουσιάζει ιστορίες της πόλης «από τα κάτω», δηλαδή διηγήσεις σχετικά με τους ανθρώπους που έχτισαν, πέρασαν, κατοίκησαν και κατοικούν την πόλη.

Οι ιστορίες και τα θεωρητικά κείμενα που παρεμβάλλονται δεν διαβάζονται απαραίτητα με τη σειρά που έχουν τοποθετηθεί στο βιβλίο, αλλά και με μια πιο ελεύθερη «περιήγηση» της αναγνώστριας ή του αναγνώστη.

Για την έκδοση πραγματοποιήθηκαν συνεντεύξεις με σημερινούς και ορισμένους παλαιότερους κατοίκους και επαγγελματίες που ήταν πρόθυμοι να καταθέσουν μαρτυρίες και τεκμήρια για την ιστορία και τη ζωή της πολυκατοικίας στην οποία διαμένουν ή/και εργάζονται. Οι μαρτυρίες του «δείγματος» αφηγητών και αφηγητριών έδωσαν στην έρευνα πολλές ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τις διαδρομές και τις στρατηγικές επιλογές των ανθρώπων που κατασκεύασαν και διαχειρίστηκαν το οικιστικό απόθεμα της Αθήνας.

«Ο κύριος Τέλης δεν είναι πια διαχειριστής. Από τότε που χάσαμε τη γυναίκα του, παραιτήθηκε. Κανείς δεν ήθελε να αναλάβει. Εμένα, βέβαια, δεν με ρώτησαν. Τι να πω, ίσως πρέπει να είσαι ιδιοκτήτης για να έχεις κάποια δικαιώματα. Τη διαχείριση πήρε μια εταιρεία. Μας αφήνει συνέχεια τυπωμένα σημειώματα στο ασανσέρ, τι να κάνουμε, τι να μην κάνουμε, πώς να το κάνουμε κ.ο.κ. “Μια χαρά, ησυχάσαμε. Καλύτερα έτσι” μου λέει μια μέρα ο Αποστόλης. Η κυρία Ελευθερία, όμως, –η γυναίκα του κυρίου Τέλη, του παλιού διαχειριστή, η διαχειρίστρια, δηλαδή (καθώς η διαχείριση γίνεται με κάποιον τρόπο οικογενειακό εγχείρημα)– μου έριχνε σημειώματα κάτω από την πόρτα και με προσκαλούσε για την “πιο νόστιμη φασολάδα της ζωής σου” – έτσι μου έγραφε.»

Η αθηναϊκή πολυκατοικία των περασμένων δεκαετιών στέγασε μεν ένα κοινωνικά ετερογενές μείγμα νοικοκυριών, λαϊκών έως και (μεσο)αστικών, το οποίο όμως εθνοτικά ήταν ομοιογενές, σχεδόν αμιγώς «ελληνικό», και τις περισσότερες φορές υπό το σχήμα της πυρηνικής οικογένειας που ιδιοκατοικεί ή, σπανιότερα, μισθώνει το διαμέρισμά της.

Σήμερα, στις περισσότερες περιοχές του κέντρου το κοινωνικό και δημογραφικό προφίλ των ενοίκων αλλάζει σημαντικά και γίνεται ακόμα πιο ποικιλόμορφο. Έλληνες ένοικοι, οικονομικοί μετανάστες από την Ανατολική Ευρώπη, πρόσφυγες από την Ασία και την Αφρική, καθώς επίσης ξένοι υπήκοοι «αναπτυγμένων» χωρών της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής.

Καταγράφονται, επίσης, πολλοί και διαφορετικοί τύποι νοικοκυριών και οικογενειακές καταστάσεις: μόνοι άντρες και μόνες γυναίκες (εργένηδες και διαζευγμένοι, γυναίκες μονογονείς, χήρες, ηλικιωμένες με τη φροντίστριά τους), συγκάτοικοι φίλοι και συμπατριώτες, γονείς με παιδιά, ζευγάρια που δεν έχουν αποκτήσει παιδιά, γονείς με παιδιά που ζουν αλλού, ζευγάρια που έχουν παντρευτεί ή έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, ετερόφυλα και ομόφυλα. Τύποι νοικοκυριών και προφίλ ενοίκων που δεν είναι απλώς πολλά και διαφορετικά (πιο πολλά και διαφορετικά σε σχέση με το παρελθόν), αλλά και περισσότερο ορατά.

Στην έκδοση διαφαίνεται πώς διαμορφώνονται μέσα στα χρόνια νέες εμπειρίες συγκατοίκησης στις πολυκατοικίες και στις γειτονιές, νέες προκλήσεις για τις σχέσεις γειτονίας και τους όρους συνύπαρξης, πρωτόγνωρες, σύνθετες και δυναμικές: «Μέσα από ήχους που βγαίνουν από παράθυρα, φωταγωγούς, μπαλκόνια και ταράτσες, η αθηναϊκή πολυκατοικία επεκτείνεται μέσω των εναλλασσόμενων ηχοτοπίων της. Εξωτικά μπαχαρικά, σκόρδα και πιπεριές στο τηγάνι, μυρωδιές που κάνουν τα μικρά διαμερίσματα να μοιάζουν μεγαλύτερα.»

32.00

Ηρακλής Παναγούλης

Τρεις χρόνοι, τρεις γεωγραφίες. Δρόμοι, διαδρομές και δίκτυα στην Πελοπόννησο του 18ου αιώνα, στη μεταπολεμική Δίβρη Ηλείας, στις σύγχρονες παγκοσμιοποιημένες κοινωνίες.

Τρεις διαδρομές που εκκινούν από διαφορετικά σημεία, διασχίζουν έναν συνεχώς κινούμενο χώρο και αναζητούν τις κλίμακες για να κατανοήσουν τη δικτύωσή του.

Η αφήγηση περιλαμβάνει χάνια, δερβένια και γέφυρες, χωριά, αγωγιάτες και μουλάρια, μαζί με μεγαλουπόλεις, αυτοκίνητα, διόδια και σήραγγες και ακόμη δορυφόρους και οπτικές ίνες. Η εξιστόρηση ξεκινάει με αφορμή μια ακαδημαϊκή έρευνα, αφήνεται στη διήγηση προσωπικών βιωμάτων και, τέλος, προσπαθεί να συναντηθεί με ερωτήματα που σχετίζονται με τον οικολογικά αδιέξοδο τρόπο ζωής μας, αλλά και τους προσδοκώμενους κοινωνικούς μετασχηματισμούς. Το βιβλίο συνοδεύεται από πλούσιο εικονογραφικό υλικό (χάρτες, εικόνες, πίνακες).

13.00

Ντιντιέ Εριμπόν

Συνεχίζοντας το έργο που ξεκίνησε, με αφορμή τον θάνατο του πατέρα του, στην Επιστροφή στη Ρενς (Νήσος, 2020), ο Ντιντιέ Εριμπόν στο νέο αυτό βιβλίο καταπιάνεται με “τη ζωή, τα γηρατειά και τον θάνατο” της μητέρας του, μιας “γυναίκας του λαού”, όπως εύγλωττα δηλώνει ο τίτλος, από εκείνες που “σπάνια κάποιος αφηγείται την ατομική τους ιστορία”.

Ο συγγραφέας ανασυστήνει εδώ τη ζωή της μητέρας του σε όλες της τις εκφάνσεις: από την εποχή που ήταν οικιακή βοηθός, καθαρίστρια και κατόπιν εργάτρια σε εργοστάσιο, μέχρι τα χρόνια της συνταξιοδότησης, της σταδιακής σωματικής κατάπτωσης και της εισαγωγής σε οίκο ευγηρίας. Πρόθεσή του, όπως λέει, δεν είναι να σκιαγραφήσει ένα “ατσαλάκωτο” πορτρέτο: ο ελεγειακός τόνος εναλλάσσεται περίτεχνα με μια νηφάλια καταγραφή που συνομιλεί με πλήθος έργων από τα πεδία της λογοτεχνίας, της κοινωνιολογίας, της φιλοσοφίας. Ο Εριμπόν, καθώς αφηγείται τη φθίνουσα πορεία της μητέρας του προς το τέλος, θέτει συγχρόνως καίρια ερωτήματα για τη σχέση μας με τους ηλικιωμένους, για τη σχέση των ηλικιωμένων με τον χρόνο και τον θάνατο, για τις συνθήκες διαβίωσης στις μονάδες φροντίδας.

Τα γηρατειά εντέλει στο βιβλίο αυτό γίνονται εφαλτήριο για μια πολιτική θεώρηση. Ο Εριμπόν αναλύει την εμπειρία του γήρατος υπό το πρίσμα του αποκλεισμού της από τη δυτική φιλοσοφία, οδηγούμενος έτσι σε μια σειρά ερωτημάτων που αρθρώνονται με γνήσια πολιτικούς όρους: Μπορούν οι ηλικιωμένοι να “μιλήσουν”; Να γίνουν υποκείμενα ενός πολιτικού λόγου που εκφέρεται σε πρώτο πληθυντικό πρόσωπο, ως ένα “εμείς”; Κι αν αυτό δεν είναι εφικτό, τότε τι πρέπει να κάνουμε για ν’ ακουστεί η φωνή τους;

20.00

Ιωάννα Τσιβάκου

Όλη η κοινωνική και πολιτική δράση στις δυτικές τουλάχιστον κοινωνίες, της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης, αναπτύσσεται στο πλαίσιο ενός πολιτισμού που δυσκολευόμαστε σήμερα, λόγω της πολυπλοκότητάς του, να του προσδώσουμε τον κατάλληλο επιθετικό προσδιορισμό. Χωρίς να υποτιμάται η εστίαση μεγάλου μέρους της κριτικής του εν λόγω πολιτισμού στην ταύτισή του με τον καπιταλισμό και, ιδίως, με τη σύγχρονη εκδοχή του, τον νεοφιλελευθερισμό, ουσιαστικά με την εξέλιξη των κοινωνικών σχέσεων, το παρόν βιβλίο υποστηρίζει ότι έχει παραβλεφθεί η συνυπαιτιότητα της θεωρητικής σκέψης για την επικράτηση στον σύγχρονο δυτικό πολιτισμό της αρχής της λειτουργικότητας.

Περιπλέοντας σε επιλεγμένα κείμενα της δυτικής κοινωνικής οντολογίας, από τους Νέους Χρόνους κι ύστερα έως τη σημερινή εποχή της τεχνολογικής έκρηξης, η ανά χείρας συγγραφή επιχειρεί να αναδείξει την ευθύνη της σκέψης για την εγκαθίδρυση ενός νοήματος λειτουργικού τύπου. Παρότι σε όλα τα κείμενα το νόημα προβάλλει ως ενεργειακή δύναμη αναδυμένη από τη σύζευξη νου και κοινωνίας, εν τούτοις δεν αντιμετωπίζεται ως συστατικό στοιχείο των πραγμάτων του κόσμου, παρά ως προς την ικανότητά του να συγκροτεί μια λειτουργική/τεχνολογική τάξη διεπόμενη από την αρχή της χρηστικότητας. Αυτός ο θεωρητικός προσανατολισμός συνέβαλε εν πολλοίς στη μετατροπή του δυτικού πολιτισμού σ’ έναν «λειτουργικό» πολιτισμό, που δεν αναζητά την πνευματικότητα των αισθητηριακών φαινομένων και των κοινωνικών οντοτήτων παρά τους αναγκαίους παράγοντες για την εκπλήρωση της λειτουργικής τους επάρκειας.

15.30

Κωστής Γκοτσίνας

Τι κοινό έχουν μια γυναίκα που επιχειρεί να πηδήξει από το μπαλκόνι ξενοδοχείου της οδού Σταδίου αγκαλιά με την κόρη της, ένας άνδρας αγνώστων στοιχείων που βρίσκεται αναίσθητος στην Πλατεία Συντάγματος, μια νεαρή που μεταμφιέζεται σε άνδρα και περιπλανιέται νύχτα σε κακόφημες συνοικίες του Πειραιά, ένας μουσικός που εξορίζεται σε νησί του Αιγαίου, μια Γερμανοεβραία παιδαγωγός που δίνει τέλος στη ζωή της στην Αθήνα, ένας εύπορος ομογενής που αναγκάζεται να εγκαταλείψει την Αίγυπτο; Πρόκειται για πρόσωπα που η ζωή τους σημαδεύτηκε από τα ναρκωτικά στις αρχές του 20ού αιώνα, σε μια μεταιχμιακή εποχή, όταν ουσίες μέχρι πρότινος νόμιμες απαγορεύτηκαν.

Το “Επί της ουσίας” αφηγείται πώς η χρήση και η εμπορία ναρκωτικών έγιναν ποινικό αδίκημα και συνάμα αναδείχτηκαν σε κοινωνικό πρόβλημα, σε μια διαδικασία που συμπαρέσυρε ατομικά πεπρωμένα και διαμόρφωσε δημόσιες πολιτικές. Με βάση νομοθετικές διατάξεις, αστυνομικά αρχεία, διπλωματικά έγγραφα, εγκληματολογικές, ιατρικές και ψυχιατρικές πηγές, αρθρογραφία στον Τύπο, λογοτεχνικά κείμενα και άλλες μορφές καλλιτεχνικής έκφρασης, όπως το ρεμπέτικο, το βιβλίο εξετάζει τις μορφές και την έκταση που πήρε η χρήση ναρκωτικών στην Ελλάδα. Μελετά τον ρόλο που διαδραμάτισαν αφενός το θεσμικό πλαίσιο και αφετέρου οι κοινωνικές αναπαραστάσεις για τα ναρκωτικά. Διερευνά σε ποιον βαθμό οι εξελίξεις αυτές συνδέονταν με διεθνείς τάσεις και ποιες ήταν οι ιδιαιτερότητες της ελληνικής περίπτωσης.

Όμως το βιβλίο δεν είναι μονάχα η ιστορία της εμφάνισης ενός νέου κοινωνικού φαινομένου. Αναλύει συγχρόνως ευρύτερες ανησυχίες της ελληνικής κοινωνίας που εκφράστηκαν μέσα από τους λόγους περί “τοξικομανίας” και εξηγούν γιατί η χρήση ψυχοδραστικών ουσιών τροφοδότησε εντέλει έναν “ηθικό πανικό” δυσανάλογο με τις διαστάσεις του φαινομένου. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η “Ιστορία των ναρκωτικών στην Ελλάδα” φιλοδοξεί να συμβάλει στον νηφάλιο δημόσιο διάλογο περί εξαρτησιογόνων ουσιών, σε μια περίοδο όπου οι βεβαιότητες και οι πολιτικές για τα ναρκωτικά τίθενται σε ριζική επαναδιαπραγμάτευση.

20.00