«Η έκφραση, “η φασουλάδα είναι το φαΐ τής φτωχολογιάς, αποτελεί απαράδεκτη προχειρολογία. Στην πραγματικότητα, τα φασόλια ήταν χωρισμένα, βάσει μιας καθαρώς ταξικής ιεραρχίας. Τα “μπαρμπούνια» (και δη “μπαρμπούνια με αγριογούρουνο”) τα τρώγανε οι λεφτάδες. Τα κοινά φασόλια, ήτανε για τον λαό· τα “γυφτοφάσουλα” (γνωστά κι ως “μαυρομάτικα”) τ’ αγόραζε η φτωχολογιά, ενώ η εσχάτην πλεμπάγια ξέπεφτε στην περίφημη “εβρέικη φασουλάδα”»… Ο Ηλίας Πετρόπουλος, σε αυτή την έξοχη μονογραφία για τη φασολάδα (που περιλαμβάνει και μια μικρότερη για την ομελέτα) δίνει μαθήματα έρευνας, καταγραφής και συγκριτικής προσέγγισης σε ένα φαινομενικά απλοϊκό θέμα γαστρονομίας.
Φώντας Τρούσας
Κείμενα για ουκ ολίγες βαθιά υποτιμημένες ταινίες, κυρίως από τη δεκαετία του ’70, που απελευθέρωσαν τη ματιά του θεατή από την οικογενειακή τηλεοπτική εικόνα, απενοχοποιώντας περαιτέρω το γυμνό (γυναικείο και αντρικό), την ερωτική περίπτυξη ή και την ερωτική πράξη καθαυτή, τοποθετώντας τα όλα τούτα εντός του ελληνικού τοπίου (φυσικού ή αστικού). Σε μια εποχή συντηρητική, όπως και να το κάνουμε, είναι η λογοκρισία εκείνη που χαλαρώνει –και επί δικτατορίας και επί μεταπολίτευσης–, ώστε να μπορέσει να επιβιώσει ο ελληνικός κινηματογράφος και οι άνθρωποι που στήριζαν σε αυτόν την επιβίωσή τους (τεχνικοί, αιθουσάρχες κ.λπ.) μετά το βαρύ χτύπημα που του επέφερε η τηλεόραση, δείχνοντας εν ολίγοις όσα δεν μπορούσε να δείξει η TV. Αναδείχθηκαν έτσι νέες ερωτικές περσόνες, σαν εκείνες που υποδύθηκαν η Άννα Φόνσου, η Γκιζέλα Ντάλι, η Δώρα Σιτζάνη, η Ρίτα Μπενσουσάν, η Τίνα Σπάθη, η Ajita Wilson κ.ά., μαζί βεβαίως με τους παρτενέρ τους, τον Θεόδωρο Ρουμπάνη, τον Λευτέρη Γυφτόπουλο, τον Udo Kier, τον Γιώργο Στρατηγάκη, τον Χρήστο Νομικό κ.ά.
Από το βιβλίο δεν απουσιάζουν τα κείμενα και οι πληροφορίες ακόμα και για τον underground ή πειραματικό κινηματογράφο μας, δεν απουσιάζουν οι πρωτοποριακές μουσικές ταινίες, δεν απουσιάζουν και άλλα πολλά, που θα τα ανακαλύψετε σιγά-σιγά.
Από τον πρόλογο του βιβλίου
Ντέιβιντ Λίντς & Κριστίν ΜακΚένα
Σε αυτό το μοναδικό υβρίδιο βιογραφίας και απομνημονεύματος, ο Ντέιβιντ Λιντς μιλά πρώτη φορά για τη ζωή που έζησε επιδιώκοντας την πραγμάτωση του μοναδικού του οράματος, καθώς και για την απογοήτευση που βίωσε και τον αγώνα του να πραγματοποιήσει τα πρωτοποριακά του σχέδια.
Οι λυρικές, αφιλτράριστες προσωπικές σκέψεις του Λιντς συνυφαίνονται με τις βιογραφικές ενότητες που έγραψε η στενή συνεργάτης του, Κριστίν ΜακΚένα, οι οποίες βασίζονται σε περισσότερες από εκατό εντυπωσιακά ειλικρινείς νέες συνεντεύξεις που της παραχώρησαν πρώην σύζυγοι, μέλη της οικογένειας, ηθοποιοί, ατζέντηδες, μουσικοί και συνεργάτες του Λιντς, καθένας εκ των οποίων έχει τη δική του άποψη για όσα συνέβησαν.
Μαρία Στέφωση
Το «Το τελευταίο ίχνος» απεικονίζει μία πολύ σημαντική πτυχή της ευρωπαϊκής κληρονομιάς: τα κοιμητήρια. Στις ημέρες μας, τα κοιμητήρια θεωρούνται υπαίθρια μουσεία και πολιτισμικοί χώροι, τόποι συλλογικής και ατομικής μνήμης, αλλά και δημόσιας ιστορίας, καθώς οι επιγραφές τους, τα ανάγλυφά τους και τα ιδιαίτερα σύμβολα που απεικονίζονται σε αυτά σηματοδοτούν πολλά στοιχεία, οδόσημα διαδρομής τους, ίχνη που κατέλειπαν στον ευρωπαϊκό πολιτισμό.
Το βιβλίο μας καλύπτει ένα μέρος της Διαδρομής των Ευρωπαϊκών Κοιμητηρίων, χάρη στην παρουσίαση πολλών ταφικών μνημείων που καταγράφονται. Άνθρωποι του Προεπαναστατικού Ελληνισμού, του Ελληνισμού στο νεότερο ελληνικό κράτος και Εθνικοί ευεργέτες, παρελαύνουν από τις σελίδες του βιβλίου μας. Οι άνθρωποι αυτοί, με τον βίο, τα έργα και τις δράσεις τους, εγγράφονται στην Ευρωπαϊκή ιστορία και μετέχουν στη διαμόρφωση του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού.
Ο βίος των προσωπικοτήτων με τις οποίες ασχολούμαστε στην έκδοσή μας άφησαν ένα ισχυρό στίγμα στα πράγματα του καιρού τους, αλλά και στη μνήμη και στα συναισθήματα των μεταγενεστέρων. Μεγαλούργησαν στα κέντρα της Ελληνικής Διασποράς, στήριξαν με τις λόγιες εργασίες τους, με τους αγώνες τους και με τις γενναιόδωρες ευεργεσίες τους το νέο ελληνικό κράτος και ευεργέτησαν τον τόπο καταγωγής τους. Συγκρότησαν ισχυρές κοινότητες, στα μεγάλα κέντρα της διασποράς, δημιουργώντας δίκτυα, κυριάρχησαν στο εμπόριο και στα Γράμματα ήταν καινοτόμοι, τολμηροί, πατριώτες, μέλη μιας ανερχόμενης αστικής τάξης, και έδρασαν στα όρια τριών αυτοκρατοριών στην εποχή τους. Άφησαν, δε, εμβληματική κληρονομιά στην πρωτεύουσα του νεοελληνικού κράτους και τους τόπους διαμονής τους.
Σημαντικός αριθμός, ελληνικών και όχι μόνο, κοιμητηρίων, μεγάλης ιστορικής και καλλιτεχνικής αξίας, αποτυπώνονται στις σελίδες αυτής της μνημειακής έκδοσης.
Η Πολιτιστική Διαδρομή των Ευρωπαϊκών Κοιμητηρίων πιστοποιήθηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης το 2010. Η χώρα μας εντάχθηκε στην παραπάνω Πολιτιστική Διαδρομή το 2011, μέσω του Α’ Κοιμητηρίου Αθηνών.
Η φωτογράφος Μαρία Στέφωση με την κάμερά της ταξίδευσε στις ακμάζουσες άλλοτε ελληνικές παροικίες και αλλού, καταγράφοντας τα τοπόσημα και τα μεγάλα ευεργετήματα που εξακολουθούν να υπάρχουν εκεί, αναζητώντας τη συνέχεια του Ελληνισμού.
Ο νέος και υποσχόμενος εκδοτικός οίκος «ΕΥΝΟΣΤΟΣ» έρχεται ως αρωγός να πραγματώσει το όνειρο της φωτογράφου και των συνεργατών της.