Το 1921 και σε μια Γερμανία που μόλις έχει λήξει η επανάσταση των συμβουλίων, ο Βάλτερ Μπένγιαμιν ασχολείται με το πάντοτε φλέγον ζήτημα της βίας και διερωτάται κατά πόσο είναι δυνατή μια διάκρισή της σε βία που υποτάσσει και σε βία που απελευθερώνει. Πρόκειται για ένα “αγαπημένο” και τότε (όπως και σήμερα) άκρως επίκαιρο θέμα συζήτησης των αναρχικών ιδεών και πρακτικών και θα πρέπει να επισημανθεί ότι εκείνη την περίοδο της ζωής του ο Μπένγιαμιν δήλωνε αναρχικός (κάτι τέτοιο φαίνεται άλλωστε και από τα γραπτά του, από τις επαφές και τις γενικότερες ενασχολήσεις του). Προλεταριακή γενική απεργία, λοιπόν, εναντίον πολιτικής γενικής απεργίας, μυθική βία εναντίον θεϊκής βίας, δυνατότητα μη βίαιης επίλυσης των διαφορών, κατάσταση εξαίρεσης και να που σήμερα οι σκέψεις του Μπένγιαμιν συνεχίζουν να είναι επίκαιρες. Αυτό άλλωστε φαίνεται και από την παράθεση των εισηγήσεων σχετικά με το κείμενο του Μπένγιαμιν σε μια ημερίδα που έγινε το 2011 στο ιστορικό κατειλημμένο κοινωνικό κέντρο του Μιλάνου (Cox 18, αλλά και από ένα μικρό σχόλιο του ίδιου Μπένγιαμιν σχετικά με το ζήτημα της χρήσης βίας (ανέκδοτο στην εποχή του). Έτσι προχωράμε σε μια ακόμη έκδοση του κειμένου του Μπένγιαμιν, ελπίζοντας ότι ο παρών τόμος θα συνεισφέρει γόνιμα σε προσωπικές και συλλογικές διερωτήσεις.
Διονύσης Σαββόπουλος
Αυτό που λέμε «Σαββόπουλος» δεν υπάρχει. Ο Σαββόπουλος είναι ένας ρόλος που τον έπλασα σιγά σιγά με τα χρόνια: Ο τύπος με τα στρόγγυλα γυαλιά, τις τιράντες, αργότερα το γενάκι, που βγαίνει στη σκηνή, φτιάχνει αυτά τα τραγούδια, κάνει σχόλια και λέει ιστορίες. Είναι ο «Σάββο», όπως τον έλεγε ο συγχωρεμένος ο Τάσος Φαληρέας. Είναι ένας άλλος. Εγώ είμαι εγώ. Χώνομαι πολλές φορές μέσα σ’ εκείνον τον άλλο. Δικός μου είναι. Χωρίς εμένα θα ήταν αέρας κοπανιστός.
Τώρα όμως τον χρειάζομαι, γιατί μεγάλωσα και θα ’θελα να δω πώς ήμουν πιτσιρίκος, πώς φέρθηκα στον επαγγελματικό μου βίο, πώς ήμουν σαν σύζυγος, πατέρας και παππούς, κι ακόμα πώς ήμουν σαν πολίτης, σαν φίλος και σαν γιος. Σ’ αυτά είναι καλός ο Σάββο. Το ’χει. Σαν ρόλος, και σουξέ είχε και πείρα διαθέτει.
Τώρα ο ρόλος θα μιλήσει για τον δημιουργό του. Ένα παιχνίδι είναι. Ένα κόλπο. Ελπίζω να το βρείτε διασκεδαστικό.
Σε αυτό το βιβλίο ο Σαββόπουλος μιλάει για τον Νιόνιο. Αυτόν ντύνεται.
Καλή ακρόαση, αγαπητοί μου, καλή ανάγνωση.
Δ.Σ.
Ρόμπερτ ΜακΚέιμπ
«Η πρώτη µου επίσκεψη στην Ελλάδα πραγµατοποιήθηκε το καλοκαίρι του 1954. Δέκα χρόνια είχαν περάσει από την αποχώρηση των Γερµανών και πέντε χρόνια από το τέλος του Εµφυλίου. Η Ελλάδα που πρωτοείδα ήταν βουτηγµένη στη φτώχεια. Αυτό ήταν εµφανές παντού. Συχνά όταν συζητούσες µε έναν Έλληνα για την οµορφιά της χώρας του, ακολουθούσε ένα “ναι, αλλά είναι πολύ φτωχή” – και προς επίρρωση των λεγοµένων του έτριβε τον αντίχειρα µε τον δείκτη του». ROBERT A. MCCABE
«Πολλές από τις σαγηνευτικές φωτογραφίες του Robert McCabe (που τραβήχτηκαν σε διάφορα µέρη της Ελλάδας από τα µέσα της δεκαετίας του 1950 έως τα τέλη της δεκαετίας του 1960) επιτρέπουν µατιές σε στιγµιότυπα µιας διαλεκτικής µεταξύ διαφορετικών στιγµών της ελληνικής ιστορίας και πολιτισµού, όπως διατηρήθηκαν στην µεταπολεµική Ελλάδα». ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΡΟΪΛΟΣ
«Η ασπρόµαυρη εικόνα του Robert McCabe µε τον εργάτη να δουλεύει εντατικά στους χώρους του Ηρωδείου που προοριζόταν να γίνει κέντρο του Φεστιβάλ φέρνει µπροστά στα µάτια µας ολοζώντανα τα χρόνια αυτού του “ανοίγµατος”, αυτού του µεταβατικού χρονικού σηµείου µεταξύ µιας εποχής τροµακτικών δεινών που έδυε και µιας νέας, ελπιδοφόρας ανασυγκρότησης που ανέτελλε». ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΛΥΜΠΕΡΟΠΟΥΛΟΥ
Σέργουντ Άντερσον
Ο Γουίλιαμ Φόκνερ ισχυρίστηκε ότι «ο Άντερσον ήταν ο πατέρας όλων των έργων μου -και εκείνων του Χέμινγουεϊ, του Φιτζέραλντ και των υπολοίπων. Μας έδειξε τον δρόμο».
«Αυτό που ήθελα», έγραψε ο Σέργουντ Άντερσον, «περισσότερο απ’ όλα για τον εαυτό μου, δεν ήταν η λεγόμενη επιτυχία… να με επαινούν οι εκδότες και οι κριτικοί, ήταν να προσπαθήσω να αναπτύξω, στον βαθμό που μου επέτρεπαν οι δυνάμεις μου, τη δική μου ικανότητα να αισθάνομαι, να βλέπω, να γεύομαι, να μυρίζω, να ακούω».
Σ’ αυτή τη συλλογή διηγημάτων ο συγγραφέας υιοθέτησε μια ποικιλία από οπτικές γωνίες και σκηνικά, διερευνώντας τα θέματα που ανέκαθεν τον ενδιέφεραν, η προσωπική πρόοδος, η συναισθηματική ανωριμότητα, η απογοήτευση, η μοναξιά, η διαβιοτική και αισθητική αντίθεση μεταξύ πόλης και υπαίθρου, η δυστυχία της επίμονης προσπάθειας υπέρβασης της διάνοιας μέσω της προσκόλλησης στις εντάσεις της ζωής.