Γεια σου, Ασημάκη

8.96

Εκδόσεις:

Σελίδες: 168

Διατίθεται άμεσα και από τα γραφεία της LiFO, Boυλής 22, 6ος όροφος, Σύνταγμα.
Ώρες γραφείου (10:00-17:00). Τηλ. 210-3254290

Διατίθεται μόνο για αγορά online μέσω του lifoshop.gr

Η αγορά παλιών τευχών της LiFO αποτελεί ξεχωριστή λειτουργία του Shop.

Οι παραγγελίες για τα τεύχη της LiFO θα γίνονται ξεχωριστά και θα αποστέλλονται ξεχωριστά από άλλες αγορές από το LiFO Shop.

Tα έξοδα αποστολής υπολογίζονται για κάθε τεύχος ξεχωριστά.

Εξαντλημένο

Κωδικός προϊόντος: LI-BK-105 Κατηγορίες: , Ετικέτα:

Όσοι αγόρασαν αυτό το προϊόν, επέλεξαν επίσης

Κοινωνιολογία

Ανθολογία παραλογών

Συλλογικό

“Παραλογές” ονομάστηκαν από τους φιλολόγους τα τραγούδια με πλαστή, «πεποιημένη» υπόθεση. Οι παραλογές δεν μεταπλάθουν κάποιο πραγματικό γεγονός, το επινοούν· στηρίζονται αποκλειστικά στη φαντασία κι όχι στην άμεση εμπειρία.

Οι καταστάσεις που περιγράφονται υπακούουν στους νόμους της καθημερινής πραγματικότητας. Όπου συμβαίνει τίποτα πέρα από τους φυσικούς νόμους, αυτό γίνεται ακριβώς σαν θαύμα, θαύμα που το προκαλεί η υπερβολική ένταση του γεγονότος: καθώς η νόμιμη τάξη έχει διασαλευτεί στο έπακρο από τα όσα συμβαίνουν, αντιδρά η ίδια η φύση. Στο «Μάνα φόνισσα», το συκώτι του σφαγμένου παιδιού αποκτά φωνή για να καταγγείλει τη φρικτή ανομία· στο «Νεκρόφιλος έρως», όπου ο νέος «εφτά φορές αμάρτεψε με την αποθαμένη», ακούγεται το άγιο Πνεύμα που τον εκδιώκει από την εκκλησία. Στο τραγούδι «Του κολυμπητή», θα πάρει η θάλασσα φωνή για να επιτιμήσει τον τολμητία – ποιος άλλος θα μπορούσε να το κάνει στη μέση του πελάγους;

Στην ουσία δεν είναι παρά ο «αφηγητής» που μιλάει σε όλες τις περιπτώσεις, δανείζοντας τη φωνή του στη Φύση.

Ο πυρήνας των παραλογών είναι αναμφίβολα αρχαίος, πιθανόν και προελληνικός, πολύ συχνά και παγκόσμιος· η δομή και η μορφή τους μας οδηγούν προς μια κοινωνία πολύ πιο κοντινή: την αστική ζωή στα βενετοκρατούμενα και τα φραγκοκρατούμενα νησιά και τις παραθαλάσσιες πόλεις του 13ου ως και του 15ου αιώνα. Στην ίδια περίπου εποχή και στους ίδιους τόπους γεννήθηκαν και κυκλοφορούσαν τα έμμετρα ερωτικά μυθιστορήματα της γραπτής λογοτεχνίας, τα «Ερωτοπαίγνια» και η «Ριμάδα κόρης και νιού» – που πέρασε και στην προφορική παράδοση.

Τέλος, η έλλειψη ομοιοκαταληξίας υποδηλώνει πως η σύνθεση των παραλογών πρέπει να είχε ολοκληρωθεί πριν από τον 15ο αιώνα.

 

10.00

Σέργουντ Άντερσον

Ο Γουίλιαμ Φόκνερ ισχυρίστηκε ότι «ο Άντερσον ήταν ο πατέρας όλων των έργων μου -και εκείνων του Χέμινγουεϊ, του Φιτζέραλντ και των υπολοίπων. Μας έδειξε τον δρόμο».

«Αυτό που ήθελα», έγραψε ο Σέργουντ Άντερσον, «περισσότερο απ’ όλα για τον εαυτό μου, δεν ήταν η λεγόμενη επιτυχία… να με επαινούν οι εκδότες και οι κριτικοί, ήταν να προσπαθήσω να αναπτύξω, στον βαθμό που μου επέτρεπαν οι δυνάμεις μου, τη δική μου ικανότητα να αισθάνομαι, να βλέπω, να γεύομαι, να μυρίζω, να ακούω».

Σ’ αυτή τη συλλογή διηγημάτων ο συγγραφέας υιοθέτησε μια ποικιλία από οπτικές γωνίες και σκηνικά, διερευνώντας τα θέματα που ανέκαθεν τον ενδιέφεραν, η προσωπική πρόοδος, η συναισθηματική ανωριμότητα, η απογοήτευση, η μοναξιά, η διαβιοτική και αισθητική αντίθεση μεταξύ πόλης και υπαίθρου, η δυστυχία της επίμονης προσπάθειας υπέρβασης της διάνοιας μέσω της προσκόλλησης στις εντάσεις της ζωής.

 

11.13

Γουίλιαμ Χ. Γκας

Τέσσερις νουβέλες που εξερευνούν τα όρια ανάμεσα στο καλό και το κακό, τη σκέψη και τη δράση, τη λύτρωση και την εξουσία. Ο αναγνώστης θα συναντήσει μια γυναίκα-μέντιουμ κι έναν κακοποιητικό σύζυγο· έναν διεφθαρμένο λογιστή που έρχεται αντιμέτωπος με την πιθανότητα της σωτηρίας του· μια ανορεκτική γυναίκα που αναζητά τη λύτρωση στην αγάπη της για την ποίηση της Ελίζαμπεθ Μπίσοπ και έναν πικραμένο έφηβο, πού, με μια σειρά μυστικών εκδικήσεων, αποφασίζει να επιφέρει τη δικαιοσύνη που ο ίδιος ο Θεός δεν επιβάλλει. Οι ιστορίες, με το χαρακτηριστικό ύφος, την ευφυΐα και τη φιλοσοφική διάθεση του Γουίλιαμ Γκας, υπόσχονται να καθηλώσουν κάθε αναγνώστη.

 

20.00

Φιλοσοφία

Φρόυντ και Νίτσε

Πολ-Λοράν Ασούν

«Ο Νίτσε, στον οποίο ελπίζω να βρω λόγια για πολλά που μένουν βουβά μέσα μου», λέει ο Φρόυντ προσεγγίζοντας αναγνωστικά τον Νίτσε. «Φρόυντ και Νίτσε»: αυτή η σύζευξη έγινε αντιληπτή ήδη από τις απαρχές της ψυχανάλυσης, από τη στιγμή που μάθαμε για τις εκπληκτικές αντηχήσεις του ενός έργου στο άλλο. Πρέπει ακόμη να περάσουμε από την αναλογία στην αντιπαραβολή, μεταφέροντάς τη στο γενικό πλαίσιο της σχέσης του ιδρυτή της ψυχανάλυσης με τη φιλοσοφία και τους φιλοσόφους και εξάγοντας από αυτήν το ιστορικό πλαίσιο της συνάντησής τους. Η σχέση με τον Νίτσε αφορά μέχρι και την ταυτότητα του φροϋδικού προτάγματος, που αναζητά τον ορισμό του βάσει της συνάφειας και της οριοθέτησης ως προς αυτό το προνομιακό φιλοσοφικό πρόταγμα. Αυτό που επιχειρούμε να αποκαταστήσουμε εδώ είναι η ζωντανή συνάντηση του Φρόυντ και του Νίτσε -μέσω των έργων τους, μέσω της συστηματικής αντιπαραβολής των κοινών θεματικών-, ώστε να εντοπίσουμε το διαφορετικό και όσα διακυβεύονται με αυτό: ένστικτο και ενόρμηση, νιτσεϊκή ψυχολογία και φροϋδική ψυχανάλυση, αγάπη και σεξουαλικότητα, ασυνείδητο και συνείδηση, όνειρο και συμβολισμός, νεύρωση και ηθικότητα, κουλτούρα και πολιτισμός, η θεραπεία: η μεταστοιχείωση των αξιών και ο νόμος, η θέληση για δύναμη και η ενόρμηση θανάτου.

 

26.00

Ρόμπερτ ΜακΚέιμπ

«Η πρώτη µου επίσκεψη στην Ελλάδα πραγµατοποιήθηκε το καλοκαίρι του 1954. Δέκα χρόνια είχαν περάσει από την αποχώρηση των Γερµανών και πέντε χρόνια από το τέλος του Εµφυλίου. Η Ελλάδα που πρωτοείδα ήταν βουτηγµένη στη φτώχεια. Αυτό ήταν εµφανές παντού. Συχνά όταν συζητούσες µε έναν Έλληνα για την οµορφιά της χώρας του, ακολουθούσε ένα “ναι, αλλά είναι πολύ φτωχή” – και προς επίρρωση των λεγοµένων του έτριβε τον αντίχειρα µε τον δείκτη του».  ROBERT A. MCCABE

«Πολλές από τις σαγηνευτικές φωτογραφίες του Robert McCabe (που τραβήχτηκαν σε διάφορα µέρη της Ελλάδας από τα µέσα της δεκαετίας του 1950 έως τα τέλη της δεκαετίας του 1960) επιτρέπουν µατιές σε στιγµιότυπα µιας διαλεκτικής µεταξύ διαφορετικών στιγµών της ελληνικής ιστορίας και πολιτισµού, όπως διατηρήθηκαν στην µεταπολεµική Ελλάδα».  ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΡΟΪΛΟΣ

«Η ασπρόµαυρη εικόνα του Robert McCabe µε τον εργάτη να δου­λεύει εντατικά στους χώρους του Ηρωδείου που προοριζόταν να γίνει κέντρο του Φεστιβάλ φέρνει µπροστά στα µάτια µας ολοζώντανα τα χρόνια αυτού του “ανοίγµατος”, αυτού του µεταβατικού χρονικού σηµείου µεταξύ µιας εποχής τροµακτικών δεινών που έδυε και µιας νέας, ελπιδοφόρας ανασυγκρότησης που ανέτελλε».  ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΛΥΜΠΕΡΟΠΟΥΛΟΥ

44.00