Χώρος Ονείρων

22.00

Εκδόσεις:

Μετάφραση: Αφροδίτη Γεωργαλιού
Σελίδες: 608

Διατίθεται άμεσα και από τα γραφεία της LiFO, Boυλής 22, 6ος όροφος, Σύνταγμα.
Ώρες γραφείου (10:00-17:00). Τηλ. 210-3254290

Διατίθεται μόνο για αγορά online μέσω του lifoshop.gr

Η αγορά παλιών τευχών της LiFO αποτελεί ξεχωριστή λειτουργία του Shop.

Οι παραγγελίες για τα τεύχη της LiFO θα γίνονται ξεχωριστά και θα αποστέλλονται ξεχωριστά από άλλες αγορές από το LiFO Shop.

Tα έξοδα αποστολής υπολογίζονται για κάθε τεύχος ξεχωριστά.

Κωδικός προϊόντος: LF-BK-10679 Κατηγορία: Ετικέτα:

Όσοι αγόρασαν αυτό το προϊόν, επέλεξαν επίσης

Βιογραφία - Μαρτυρίες

Γιατί τα χρόνια τρέχουν χύμα

Διονύσης Σαββόπουλος

Αυτό που λέμε «Σαββόπουλος» δεν υπάρχει. Ο Σαββόπουλος είναι ένας ρόλος που τον έπλασα σιγά σιγά με τα χρόνια: Ο τύπος με τα στρόγγυλα γυαλιά, τις τιράντες, αργότερα το γενάκι, που βγαίνει στη σκηνή, φτιάχνει αυτά τα τραγούδια, κάνει σχόλια και λέει ιστορίες. Είναι ο «Σάββο», όπως τον έλεγε ο συγχω­ρεμένος ο Τάσος Φαληρέας. Είναι ένας άλλος. Εγώ είμαι εγώ. Χώνομαι πολλές φορές μέσα σ’ εκείνον τον άλλο. Δικός μου είναι. Χωρίς εμένα θα ήταν αέρας κοπανιστός.
Τώρα όμως τον χρειάζομαι, γιατί μεγάλωσα και θα ’θελα να δω πώς ήμουν πιτσιρίκος, πώς φέρθηκα στον επαγγελματικό μου βίο, πώς ήμουν σαν σύζυγος, πατέρας και παππούς, κι ακόμα πώς ήμουν σαν πολίτης, σαν φίλος και σαν γιος. Σ’ αυτά είναι καλός ο Σάββο. Το ’χει. Σαν ρόλος, και σουξέ είχε και πείρα διαθέτει.
Τώρα ο ρόλος θα μιλήσει για τον δημιουργό του. Ένα παιχνίδι είναι. Ένα κόλπο. Ελπίζω να το βρείτε διασκεδαστικό.
Σε αυτό το βιβλίο ο Σαββόπουλος μιλάει για τον Νιό­νιο. Αυτόν ντύνεται.
Καλή ακρόαση, αγαπητοί μου, καλή ανάγνωση.
Δ.Σ.

17.70

Βιογραφία - Μαρτυρίες

Ο δρόμος του Σαν Τζοβάνι

Ίταλο Καλβίνο

Σε αυτούς τους πέντε εκλεπτυσμένους αυτοβιογραφικούς στοχασμούς, ο Ίταλο Καλβίνο ανατρέχει στο δικό του παρελθόν, θυμάται αμήχανους περιπάτους με τον πατέρα του από την παιδική του ηλικία, την παντοτινή λατρεία του για τον κινηματογράφο και τον αγώνα του με τους παρτιζάνους της ιταλικής Αντίστασης κατά των φασιστών. Συλλογίζεται επίσης τα κοινωνικά συμβόλαια, τη γλώσσα και τον πολιτισμό, την αίσθηση που του προκαλεί το να μαζεύει τα σκουπίδια από το καλάθι της κουζίνας και να τα πετάει, καθώς και το σχήμα που πιστεύει πως θα είχε ο κόσμος. Οι προβληματισμοί του αυτοί σχετικά με τη φύση της ίδιας της μνήμης είναι συναρπαστικοί, πνευματώδεις και φωτίζονται από την αλχημική ευφυΐα αυτού του σπουδαίου συγγραφέα. Σε τούτο το βιβλίο, ένα βιβλίο εξόχως προσωπικό και ακριβώς για αυτό ακατάτακτο, αναδεικνύονται όλες οι αστραφτερές αρετές του, η αντισυμβατική και αναλυτική του ματιά, η αφηγηματική και δοκιμιακή του δεινότητα, η ανθρωπιστική και κριτική του εγρήγορση. Ο Δρόμος του Σαν Τζοβάνι λειτουργεί, όπως εύστοχα επισημαίνει ο Τσέζαρε Γκάρμπολι στο επίμετρο της έκδοσης, ως μια «μεταφορά» για ολόκληρη τη λογοτεχνία του Ίταλο Καλβίνο.

14.00

Βιογραφία - Μαρτυρίες

Διονύσης Σαββόπουλος

Δημήτρης Καράμπελας

Δύο δεκαετίες μετά την πρώτη του έκδοση (2003), το δοκίμιο του Δημήτρη Καράμπελα για το έργο του Διονύση Σαββόπουλου κυκλοφορεί σε αναθεωρημένη και εμπλουτισμένη μορφή (2024), εξετάζοντας εκ νέου τα μορφικά και πνευματικά διλήμματα που έθεσε ο θεσσαλονικιός τραγουδοποιός παράλληλα με τη λειτουργία της ποίησης και του τραγουδιού στην ύστερη νεωτερικότητα.

Διατρέχοντας, χρονικά και θεματικά, όλες τις δημιουργικές περιόδους του Σαββόπουλου, απ’ το Φορτηγό ως τον Χρονοποιό, ο συγγραφέας διερευνά τη σχέση του με τη δυτική τραγουδοποιία (Ντύλαν, Μπρασένς) και την εγχώρια μουσική παράδοση, την καταγωγή της ρηξικέλευθης ποιητικής γλώσσας του, τις συγκλίσεις και τις ρήξεις με την Αριστερά, αλλά και την ανθρωπολογία του και τη διαφοροποίησή του με τις πνευματικές προϋποθέσεις των τραγουδιών του Χατζιδάκι και του Γκάτσου. Συγχρόνως, απομονώνει και αναπτύσσει διεξοδικά τα κεντρικά μοτίβα των σαββοπουλικών τραγουδιών: τον αμφίθυμο διάλογο με τη μητέρα-παράδοση, το πένθος, την ποιητική του κενού, την επίκληση ενός απρόσιτου Πνεύματος που θα ενοποιούσε τις κατακερματισμένες ανθρώπινες εμπειρίες σε γιορτή.

18.80

Αλέξης Ακριθάκης

Η ύπαρξη των ημερολογίων ρίχνει φως στις σκιές της ζωής του Αλέξη Ακριθάκη και χαρτογραφεί απόκρημνους τόπους. Συμβάντα, συναντήσεις, σκέψεις, σημειώσεις, αφορισμοί, εξομολογήσεις, ερεθισμοί, αποκαλύψεις, ζορισμένη εφηβεία, αλητεία, πρόσωπα, φίλοι, παρέες, ερωμένες, πάθη, γάμοι, λαγνεία, η δεκαετία του ’60, το πνεύμα της ελευθερίας, ναρκωτικά, αλκοόλ, χιλιόμετρα, ταχύτητα, πόλεις (με προεξάρχουσες την Αθήνα και το Βερολίνο), καφέ, νυχτερινά κέντρα, δρόμοι, λεωφόροι, μνήμες, νοσταλγία, spleen, σάτιρα, ειρωνεία, φόβοι, αγωνία, οργή, τόξα, έξεις, αυτοκαταστροφή, εσωτερικότητα, απόγνωση, απώλεια, εφιάλτες, κραυγή, αθωότητα, η μυθολογία (και η κατάρα) του καλλιτέχνη, η αυτοκτονία ως θάρρος και οδός, σχέδια, ζωγραφική, χρώματα, προοίμια έργων η έργα εν προόδω και, συχνά, ολοκληρωμένα έργα, Artist’s books, υλικά, ποσά, τεχνίτες, διευθύνσεις και τηλέφωνα ανά τις εποχές, λογαριασμοί, συνταγές μαγειρικής, ποίηση, τρυφερότητα, ο βαθύς πόνος της τέχνης, το πάσχον σώμα, η κατωφέρεια του θανάτου, παρελαύνουν από τις σελίδες των τετραδίων του στο διάστημα μίας τριακονταετίας. […]

Ο Αλέξης Ακριθάκης διένυσε ενός αποστάσεις ενός σύντομης ζωής του με ενός ταχύτητες που του υπέβαλλαν το ταλέντο του, το ένστικτο, το νευρικό του σύστημα, οι συντεταγμένες του έργου του, η μνήμη του θανάτου, η ποίηση, όσο και ο ατίθασος και ασυμβίβαστος χαρακτήρας του – απότοκος ενός πληγωμένου, ευαίσθητου και αβόλευτου ψυχισμού. — ΘΑΝΟΣ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ
Ακριθάκης τρέχει, και από τις σκόρπιες σελίδες των τετραδίων ως τα πέρατα του κόσμου, από την αρχή της ζωής και ώς το τέλος της ζωής του, δεν σταματά να εκπέμπει σήματα και συνθήματα, σημεία και τέρατα, αφορισμούς και ποιήματα, έρωτες και παθήματα, ίχνη και πατήματα. Έτσι, μέσα στη ροή του χρόνου, με το έργο του δικαιώνεται η προφητική κατακλείδα του Νάνου Βαλαωρίτη στο κείμενο που εγκαινιάζει την έκθεση του Ακριθάκη το 1965 : «Όσοι έχουν μάτια ακούν κι όσοι έχουν αυτιά θα δούνε». — ΝΤΕΝΗΣ ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ

 

25.00

Βιογραφία - Μαρτυρίες

Οι φυλακές μου

Πωλ Βερλαίν

Το πεζογράφημα του Πωλ Βερλαίν “Οι φυλακές μου” περιγράφουν τις εμπειρίες του περιβόητου μποέμ από τη διετή κράτησή του στη Μονς, αφού πυροβόλησε και τραυμάτισε τον Αρθούρο Ρεμπώ στο χέρι. Εδώ, μακριά από τον μύθο που σφυρηλάτησε περί «καταραμένου ποιητή», ο Βερλαίν συμφιλιώνεται με τη μοίρα του: Ο παθιασμένος, και συχνά μεθυσμένος, άνθρωπος βρίσκει στην απομόνωσή του έναν χώρο όπου μπορεί να αφοσιωθεί στη συγγραφή, ως ένας αυτοβιογραφούμενος ήρωας και δοκιμιογράφος. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

Μια ιστορία σύντομη αλλά μεστή. Ένα αληθινό πρελούδιο. Τον Ιούλιο του 1873, στις Βρυξέλλες, ξέσπασε μια φιλονικία καταμεσής του δρόμου. Αφορμή ήταν δυο πυροβολισμοί που είχαν ριχτεί πρωτύτερα, από τους οποίους ο πρώτος τραυμάτισε ελαφρά τον έναν εμπλεκόμενο· ζητήθηκε όμως αμέσως η σχετική συγγνώμη και οι δυο φίλοι θεώρησαν το επεισόδιο λήξαν. Στη συνέχεια, όμως, ο δράστης της θλιβερής αυτής πράξης, ο οποίος τις ώρες εκείνες ήταν υπό την επήρεια αψεντιού, πέταξε μια βαριά κουβέντα κι έχωσε το χέρι του στη δεξιά τσέπη του σακακιού του, όπου για κακή του τύχη βρισκόταν το περίστροφο, απασφαλισμένο κι έχοντας ακόμα τέσσερις σφαίρες.

6.97