Διονύσης Σαββόπουλος
Αυτό που λέμε «Σαββόπουλος» δεν υπάρχει. Ο Σαββόπουλος είναι ένας ρόλος που τον έπλασα σιγά σιγά με τα χρόνια: Ο τύπος με τα στρόγγυλα γυαλιά, τις τιράντες, αργότερα το γενάκι, που βγαίνει στη σκηνή, φτιάχνει αυτά τα τραγούδια, κάνει σχόλια και λέει ιστορίες. Είναι ο «Σάββο», όπως τον έλεγε ο συγχωρεμένος ο Τάσος Φαληρέας. Είναι ένας άλλος. Εγώ είμαι εγώ. Χώνομαι πολλές φορές μέσα σ’ εκείνον τον άλλο. Δικός μου είναι. Χωρίς εμένα θα ήταν αέρας κοπανιστός.
Τώρα όμως τον χρειάζομαι, γιατί μεγάλωσα και θα ’θελα να δω πώς ήμουν πιτσιρίκος, πώς φέρθηκα στον επαγγελματικό μου βίο, πώς ήμουν σαν σύζυγος, πατέρας και παππούς, κι ακόμα πώς ήμουν σαν πολίτης, σαν φίλος και σαν γιος. Σ’ αυτά είναι καλός ο Σάββο. Το ’χει. Σαν ρόλος, και σουξέ είχε και πείρα διαθέτει.
Τώρα ο ρόλος θα μιλήσει για τον δημιουργό του. Ένα παιχνίδι είναι. Ένα κόλπο. Ελπίζω να το βρείτε διασκεδαστικό.
Σε αυτό το βιβλίο ο Σαββόπουλος μιλάει για τον Νιόνιο. Αυτόν ντύνεται.
Καλή ακρόαση, αγαπητοί μου, καλή ανάγνωση.
Δ.Σ.
Ρόμπερτ ΜακΚέιμπ
«Η πρώτη µου επίσκεψη στην Ελλάδα πραγµατοποιήθηκε το καλοκαίρι του 1954. Δέκα χρόνια είχαν περάσει από την αποχώρηση των Γερµανών και πέντε χρόνια από το τέλος του Εµφυλίου. Η Ελλάδα που πρωτοείδα ήταν βουτηγµένη στη φτώχεια. Αυτό ήταν εµφανές παντού. Συχνά όταν συζητούσες µε έναν Έλληνα για την οµορφιά της χώρας του, ακολουθούσε ένα “ναι, αλλά είναι πολύ φτωχή” – και προς επίρρωση των λεγοµένων του έτριβε τον αντίχειρα µε τον δείκτη του». ROBERT A. MCCABE
«Πολλές από τις σαγηνευτικές φωτογραφίες του Robert McCabe (που τραβήχτηκαν σε διάφορα µέρη της Ελλάδας από τα µέσα της δεκαετίας του 1950 έως τα τέλη της δεκαετίας του 1960) επιτρέπουν µατιές σε στιγµιότυπα µιας διαλεκτικής µεταξύ διαφορετικών στιγµών της ελληνικής ιστορίας και πολιτισµού, όπως διατηρήθηκαν στην µεταπολεµική Ελλάδα». ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΡΟΪΛΟΣ
«Η ασπρόµαυρη εικόνα του Robert McCabe µε τον εργάτη να δουλεύει εντατικά στους χώρους του Ηρωδείου που προοριζόταν να γίνει κέντρο του Φεστιβάλ φέρνει µπροστά στα µάτια µας ολοζώντανα τα χρόνια αυτού του “ανοίγµατος”, αυτού του µεταβατικού χρονικού σηµείου µεταξύ µιας εποχής τροµακτικών δεινών που έδυε και µιας νέας, ελπιδοφόρας ανασυγκρότησης που ανέτελλε». ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΛΥΜΠΕΡΟΠΟΥΛΟΥ
Πολ-Λοράν Ασούν
«Ο Νίτσε, στον οποίο ελπίζω να βρω λόγια για πολλά που μένουν βουβά μέσα μου», λέει ο Φρόυντ προσεγγίζοντας αναγνωστικά τον Νίτσε. «Φρόυντ και Νίτσε»: αυτή η σύζευξη έγινε αντιληπτή ήδη από τις απαρχές της ψυχανάλυσης, από τη στιγμή που μάθαμε για τις εκπληκτικές αντηχήσεις του ενός έργου στο άλλο. Πρέπει ακόμη να περάσουμε από την αναλογία στην αντιπαραβολή, μεταφέροντάς τη στο γενικό πλαίσιο της σχέσης του ιδρυτή της ψυχανάλυσης με τη φιλοσοφία και τους φιλοσόφους και εξάγοντας από αυτήν το ιστορικό πλαίσιο της συνάντησής τους. Η σχέση με τον Νίτσε αφορά μέχρι και την ταυτότητα του φροϋδικού προτάγματος, που αναζητά τον ορισμό του βάσει της συνάφειας και της οριοθέτησης ως προς αυτό το προνομιακό φιλοσοφικό πρόταγμα. Αυτό που επιχειρούμε να αποκαταστήσουμε εδώ είναι η ζωντανή συνάντηση του Φρόυντ και του Νίτσε -μέσω των έργων τους, μέσω της συστηματικής αντιπαραβολής των κοινών θεματικών-, ώστε να εντοπίσουμε το διαφορετικό και όσα διακυβεύονται με αυτό: ένστικτο και ενόρμηση, νιτσεϊκή ψυχολογία και φροϋδική ψυχανάλυση, αγάπη και σεξουαλικότητα, ασυνείδητο και συνείδηση, όνειρο και συμβολισμός, νεύρωση και ηθικότητα, κουλτούρα και πολιτισμός, η θεραπεία: η μεταστοιχείωση των αξιών και ο νόμος, η θέληση για δύναμη και η ενόρμηση θανάτου.