Βλέπετε 151–165 από 1567 αποτελέσματα

Βιβλία

Συλλογικό

Μια ανθολογία διηγημάτων, από τα μέσα του 19ου αιώνα ως και τον Μεσοπόλεμο, που εξετάζει τη μορφή του αρχετυπικού κακού της ελληνικής σκοτεινής λαογραφίας: του βρυκόλακα.

Ένα σύνολο ιστοριών οι οποίες, αν διαβαστούν με σημερινά κριτήρια, μπορούν να κατηγοριοποιηθούν στο λογοτεχνικό υποείδος του λαογραφικού τρόμου και που εστιάζουν στην –κατά τον Montague Summers– «παράδοση που στην Ελλάδα διατήρησε τη δύναμή της περισσότερο από οπουδήποτε αλλού στην Ευρώπη», αυτή των βρυκολάκων.

Από την πρωτόλεια γραφή του Δημητρίου Αινιάνος ως το σκοτεινό χιούμορ του Ιωάννη Κονδυλάκη και τις ανατριχιαστικές διηγήσεις του Κώστα Πασαγιάννη, 13 διηγήματα που αντλούν την πρώτη τους ύλη από ένα μωσαϊκό λαογραφικών παραδόσεων από όλη την Ελλάδα.

13.00

Βασίλης Κουτσαβλής

Ο Πύργος Βασιλίσσης, στο Ίλιον, είναι ένα κρυμμένο στολίδι της Αττικής. Αποτελεί ένα από τα καλύτερα διατηρημένα μνημεία γοτθικού ρυθμού στην Ελλάδα. Η αυθεντική διακόσμηση στο εσωτερικό, και οι κήποι του, εντυπωσιάζουν τον επισκέπτη. Το παρόν βιβλίο μάς οδηγεί στα πρώτα χρόνια της δημιουργίας του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Παρουσιάζει το πολυσχιδές έργο της βασίλισσας Αμαλίας, που αφιέρωσε πολύ χρόνο στην δημιουργία της “Επταλόφου”, όπως είχε ονομάσει το κτήμα, καθώς και του νυν Εθνικού Κήπου. Παρουσιάζεται, επίσης, για πρώτη φορά, το σύνολο των ανέκδοτων στην χώρα μας, σπάνιων σχεδίων του Γάλλου αρχιτέκτονα Francois Louis Florimond Boulanger για την εσωτερική διακόσμηση του Πύργου. Μετά από πολυετές έργο αποκατάστασης, ο Πύργος και το κτήμα είναι επισκέψιμα από το κοινό. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

18.00

Ελληνική λογοτεχνία

Δευτέρα παρουσία

Τζούλια Γκανάσου

Μια πόλη βομβαρδίζεται. Η δεκαεφτάχρονη Άννα και η Όλγα, η γιαγιά της, βρίσκονται στο άδειο σαλόνι του σπιτιού τους. Το κορίτσι προτείνει να φύγουν, να βρουν καταφύγιο. Η γιαγιά αρνείται. Η Άννα διαπιστώνει ότι τα πόδια της Όλγας έχουν παραλύσει. Τότε η εγγονή παίρνει τη γιαγιά στην πλάτη και βγαίνουν από το σπίτι.

Οι δύο γυναίκες σαν ένα σώμα θα έρθουν αντιμέτωπες με την αποσύνθεση ενός κόσμου, με σκιές και αγρίμια με αποκριάτικες μάσκες, με παρένθετες μητέρες και καταφύγια-φυλακές, με παιδομάζωμα, αλλά και με κάθε λογής όμορφα πλάσματα, προσπαθώντας να επιζήσουν.

Θα φτάσουν, άραγε, στα σύνορα; Και τι θα θυσιάσουν;

Μια ιστορία επιβίωσης σε μια βομβαρδιζόμενη χώρα. Μια περιπέτεια ενηλικίωσης στις φλόγες του πολέμου. Ένας αγώνας διεκδίκησης των πλέον δεδομένων, του νερού, της τροφής, της στέγης, της ασφάλειας, της αγάπης, και κάποιων όχι και τόσο αυτονόητων, της ελευθερίας, της δικαιοσύνης, της αλληλεγγύης, της ειρήνης, της ίδιας της ζωής.

Το βιβλίο είναι εμπνευσμένο από αληθινά γεγονότα που συνέβησαν κατά τη διάρκεια του πολέμου στην Ουκρανία και κατά τη διάρκεια βομβαρδισμών κατοικημένων πόλεων, όπως στη Λωρίδα της Γάζας και σε άλλα σημεία του πλανήτη. Η ιστορία και τα πρόσωπα είναι προϊόντα μυθοπλασίας.

14.00

Ελληνική λογοτεχνία

Δεν θ’ αργήσω

Πέτσα Βασιλική

Λίβερπουλ, 1989-2009. Είκοσι χρόνια μετά την ποδοσφαιρική τραγωδία που συντάραξε τη Βρετανία.

Ένας άλλος κόσμος, μια άλλη ζωή. Η πόλη αναπτύσσεται δυναμικά, οι αλλοτινοί έφηβοι -η Κέισι, ο Άντι, η Τζέσικα, ο Τζον- μεγάλωσαν, άλλαξαν συνήθειες, προσαρμόστηκαν σε μια ήσυχη καθημερινότητα, απέκτησαν οικογένεια, σταθερές δουλειές. Όλοι; Όχι όλοι.

Ο κεντρικός ήρωας, ιδιοκτήτης φωτογραφείου που φυτοζωεί, αναγκάζεται να επιστρέψει νοερά στην εποχή που τα τείχη έπεφταν ή έμεναν ακλόνητα, κατά περίπτωση, για να αντιμετωπίσει τα φαντάσματα του παρελθόντος.

Ένα μυθιστόρημα για το τι σημαίνει, μερικές φορές, να είσαι επιζών: να αγωνίζεσαι να προχωρήσεις μπροστά, να ξαπλώνεις κατάκοπος το βράδυ, και το επόμενο πρωί -κάθε πρωί-, ανοίγοντας τα μάτια, να συνειδητοποιείς πως δεν βρίσκεσαι ούτε βήμα μακριά. Πως είσαι ακόμα εκεί. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

14.00

Ελληνική λογοτεχνία

Καλυψώ

Δήμητρα Κολλιάκου

«Αλήθεια λέω» δοκίµασε να την πιέσει. «Υπάρχει κι άλλος κόσµος στο νησί, πέρα απ’ τον ξένο».
Αλλάζοντας φορά, η Καλυψώ έπιασε να ξετυλίγει το νήµα απ’ τον αριστερό καρπό και να το τυλίγει πίσω στο κουβάρι.
«Καλά θα κάνεις να κοιµάσαι περισσότερο» της πέταξε στο τέλος, χωρίς να την κοιτάζει.
«Και να µην ονειρεύεσαι τόσο. Τα πολλά όνειρα βλάπτουν. Κι ας µην ξεχνάµε πως µας βαραίνει και τις δυο µια κούραση αιώνων».

Έχουν περάσει αιώνες από τον απόπλου του Οδυσσέα, κι η Καλυψώ, πιστή στο όνοµά της, καλύπτει το νησί της µε την οµίχλη των πέπλων της, κρατώντας αθέατο τον κόσµο, αποµονώνοντας έτσι και τη Μελάνθη, την τελευταία δούλη που της έχει αποµείνει. Ώσπου µια µέρα φτάνει στο νησί ένας ξένος από τη σύγχρονη εποχή. Η άφιξή του θα γίνει αφορµή να ζωντανέψουν µνήµες από το παρελθόν, και να δοκιµαστεί η φιλοξενία αλλοτινών και τωρινών καιρών. Σιγά σιγά θ’ αρχίσει να βλέπει η Μελάνθη αυτά που δεν µπορεί να συγκαλύψει πια η Καλυψώ.

11.10

Ελληνική λογοτεχνία

Χωλ

Κατερίνα Χανδρινού

Το Χωλ, ιδιότυπο θρίλερ δωματίου, συνεχίζει να πραγματεύεται το θέμα του οίκου που άνοιξε με το αφήγημα, Κόρκυρα. Ο οίκος, εδώ, πρωταγωνιστεί σαν ίδρυμα και σαν τρόφιμος. Το σύγχρονο σπίτι κλείνεται στον εαυτό του και αναρωτιέται εμμονικά για την κατασκευή και τη διαρρύθμισή του. Tο χωλ εξέλιπε σταδιακά και η κατάργησή του επηρέασε τους ανθρώπους και τις μεταξύ τους σχέσεις. Στο έγκλειστο σπίτι άλλοτε απαντούν οι ένοικοι, άλλοτε διάφοροι ήχοι και τριγμοί, άλλες φορές οι ηθοποιοί των ταινιών που προβάλλονται στο άδειο του σαλόνι και κάποτε οι νεκροί αρχιτέκτονες.

10.00

Ελληνική λογοτεχνία

Αμάραντες

Δώρα Κασκάλη

Στα δεκατρία διηγήματα της τρίτης συλλογής η Δώρα Κασκάλη μιλά για γυναίκες που θέλει να παραμείνουν αμάραντες στην αναγνωστική μνήμη. Από το θηλυκό ρομπότ έως την ανοϊκή ηλικιωμένη, οι γυναίκες της θυμούνται ή προσπαθούν να ξεχάσουν, δραπετεύουν από τις έμφυλες συμβάσεις ή παραδίδονται στην αδράνεια και τη σιωπή, αντιμετωπίζουν στωικά την αναπηρία, αναμετρώνται με το τραύμα της απώλειας, επαναστατούν κόντρα στη ρουτίνα και τις κοινωνικές κατασκευές, διεκδικούν την αγάπη και την ηδονή. Αυτές οι γυναίκες που θάλλουν για πάντα, είναι το κουράγιο της, το καθημερινό της προσφάι. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

12.00

Ελληνική λογοτεχνία

Δικά μας παιδιά

Σοφία Νικολαΐδου

Αυτή είναι η ιστορία των Δικών Μας Παιδιών, των παιδιών που μεγάλωσαν κλεισμένα στα δωμάτιά τους. Ακούν μουσική με ακουστικά, συνθέτουν beats στον υπολογιστή και γράφουν μπάρες στα τετράδιά τους. Έχουν για οικογένεια τους φίλους τους και ζουν τη ζωή τους online.

Αυτή είναι η ιστορία της δικής μας γενιάς, που πιστέψαμε πως θα γίνουμε καλύτεροι από τους γονείς μας. Και τώρα βλέπουμε τα παιδιά μας να μεγαλώνουν, να κάνουν τα λάθη τους, να φεύγουν μπροστά.

Φωνές και ουρλιαχτά στο γήπεδο, στη θύρα με τα θηρία. Αίμα στα πεζοδρόμια. Κρυφοί λογαριασμοί στα σόσιαλ. Συμμαθητές που δαγκώνουν σαν οχιές στα προαύλια των σχολείων. Κορίτσια που κάνουν αγορίστικα πράγματα. Μανάδες που ανησυχούν. Μανάδες που τα παρατούν. Μανάδες με κότσια. Πατεράδες που γίνονται μάνες στα ζόρικα και πατεράδες που δεν είναι εντάξει. Δυο γενιές – και γκρεμός ανάμεσα. Θα έρθει η στιγμή που θα απλώσουν το χέρι;

Αυτή είναι μια ιστορία για όσα ξέρουμε, αλλά και για όσα δεν θα μάθουμε ποτέ. Γιατί κάθε γενιά νομίζει ότι προστατεύει τα παιδιά της. Μα, αν ακούσουμε την ιστορία από την άλλη πλευρά, θα δούμε ότι και τα παιδιά προστατεύουν τους γονείς από όσα δεν θα υποψιαστούν – και ευτυχώς.

Αυτή είναι μια ιστορία για ένα ραπ συγκρότημα, για τα όνειρα που παίρνουν εκδίκηση, για τα παιδιά που έσωσε η μουσική.

Ήταν οι μέρες που βρισκόταν σε ήπια πτήση, βάδιζε λίγα εκατοστά πάνω από το έδαφος, τον διαπερνούσαν σαν ρεύμα οι εικόνες στον δρόμο. Ένιωθε λες και δεν είχε δέρμα. Οι ρίμες αιωρούνταν, έμοιαζαν με κομμένα καλώδια σε στύλο της ΔΕΗ, πετούσαν σπίθες. Κι αυτός περίμενε ώσπου δεν άντεχε άλλο, ώσπου ό,τι έβραζε εντός του τίναζε επιτέλους το καπάκι. Μόνο τότε άνοιγε το μπλοκάκι του. Οι λέξεις γλιστρούσαν κι ο Κωστής σέρφαρε στον ρυθμό τους. Ο πρώτος στίχος ήταν πάντα η σανίδα του, τον οδηγούσε. Όλα του άρεσαν κι ύστερα όλα του βρομούσαν, έγραφε, έσβηνε, ξαναγυρνούσε στα σβησμένα, τη δεύτερη φορά πιο σίγουρος ότι ήταν για πέταμα. Απόσπασμα από το βιβλίο

17.70

Ελληνική λογοτεχνία

In God we trust

Μαρία Μανωλέλη

Με λες φτωχοδιάβολο, weirdo, τσουλίτσα, φουκαρά, καμένο χαρτί. Καταναλώνω τσάμπα οξυγόνο μού είπες, ενώ ήμουν ξαπλωμένος μπρούμυτα και μου περνούσες χειροπέδες. Αναρωτιέσαι κι εσύ σε τι χρησιμεύω. Θες να σου πω; Σε κάνω να νιώθεις καλύτερα για τον εαυτό σου. Έχω ρίξει τον πήχη τόσο χαμηλά που με προσπερνάς και νιώθεις σένιος. Τα έχεις καταφέρει. Δεν είσαι εγώ, δεν σε πετάνε έξω από τα μπαρ, δεν είσαι κλεφτρόνι να σε συλλαμβάνουν μέρα μεσημέρι καταμεσής του δρόμου, εσύ κλέβεις αλλιώς. Όμως, σου παρέχω θέαμα, παραδέξου το. Σε έχω δει τόσες φορές να με κοιτάς με αηδία και οργή. Σε έχω δει κι εσένα που με κοιτάς με συμπόνια λέγοντας Oh my God και αηδίες. Λες και με νοιάζει. Είκοσι ζωές στη γη της αφθονίας. Είκοσι αντιήρωες, που το αμερικανικό όνειρο άφησε έξω από τις φτερούγες του, και ξεστρατισμένοι πορεύονται με δεκανίκια και τρύπιες ασπίδες. Τους μισείς θανάσιμα ή τους αγαπάς πολύ. Λες και τους νοιάζει.

12.90

Ελληνική λογοτεχνία

Θηρία ανήμερα

Χαριτίνη Ξύδη

«Ο λόγος για τον οποίο έγινα συγγραφέας είναι τα ψηλά τακούνια που πάντοτε φορώ, και την ισορροπία πάνω τους καθώς και τη μύηση στην «ιδέα» τους μου τη δίδαξε η θεία μου η Σοφία, μία από τις μεγαλύτερες αδελφές της μητέρας μου. Το βράδυ που γλίστρησα εξαιτίας τους, πατώντας ένα γαρύφαλλο σε σκυλάδικο της Λάρισας, και γκρεμίστηκα από τα ανεμοδαρμένα τους ύψη έπαθα διάστρεμμα και έτσι αναγκάστηκα να παραμείνω ολόκληρο εικοσάλεπτο οκλαδόν στο δάπεδο της πίστας, ανάμεσα σε ζαλισμένους πότες, σπασμένα πιάτα και λιμνούλες από χυμένες σαμπάνιες. Στο διάστημα που μεσολάβησε, μέχρι να σηκωθώ, κατάλαβα πως η ζωή, από την αρχή ως το φινάλε, είναι ένας ανυποχώρητος αγώνας σε ρινγκ. Μπες βγες, από μικρή, σε αυτά που οι άλλοι λένε κωλάδικα και εγώ λιμάνια, τον διακαή μου πόθο τον έφτιαξα και τον υπηρέτησα. Πενθώ εκείνους οι οποίοι καταδέχονται να ηττηθούν από τη μετριότητα και από ολοένα μικρότερα πράγματα.»

12.72

Ελληνική λογοτεχνία

Η φωνή στα χέρια της

Ντορίνα Παπαλιού

Για κείνον, είναι ένα βιολί. Για κείνη, μια φιάλη οξυγόνου στον βυθό της θάλασσας. Για κείνον, είναι ένα παιχνίδι που μπορεί να σ’ το προσφέρει ή να το πάρει πίσω. Για κείνη, ένα απασφαλισμένο περίστροφο με μια σφαίρα στη θαλάμη. Για κείνον, είναι ένα Francesco Rugeri του 1669, από την Κρεμόνα. Για κείνη, η φωνή της».

Στον σκληρά ανταγωνιστικό χώρο της διεθνούς σκηνής της κλασικής μουσικής, μια ανερχόμενη Ελληνίδα σολίστ του βιολιού αμφισβητεί τους κανόνες της αγοράς, παλεύει με τα όριά της, έρχεται αντιμέτωπη με ανοιχτές πληγές και αναπάντητα ερωτήματα. Όταν στην πιο κρίσιμη καμπή της καριέρας της λαμβάνει ένα αινιγματικό μήνυμα που ανατρέπει τις βεβαιότητές της, η εμμονική σύνδεσή της με ένα βιολί ιδιαίτερης αξίας θα έχει απρόβλεπτες και αναπάντεχες συνέπειες.

Ένα πολυεπίπεδο μυθιστόρημα για την αξεδιάλυτη σχέση μουσικής και ζωής, το τίμημα της καλλιτεχνικής ανέλιξης και τους κινδύνους που ενέχει η άνευ όρων αφοσίωση στην τέχνη. Μια ιστορία που διερευνά το σαγηνευτικό και ενίοτε σκοτεινό σύμπαν της καλλιτεχνικής δημιουργίας.

17.70

Ελληνική λογοτεχνία

Μέντιουμ

Γιώργος Συμπάρδης

Μια νέα γυναίκα από τη Βοιωτία έρχεται στην Αθήνα στο μέσο του καλοκαιριού, όταν οι περισσότεροι κάτοικοί της την εγκαταλείπουν. Θα περάσει μερικές μέρες σε μια λαϊκή συνοικία, στο σπίτι της μικρότερης αδελφής της, που περιμένει παιδί, και θα ερωτευτεί ένα νεαρό φοιτητή της ιατρικής. Ανάμεσα στους φίλους του θα γνωρίσει μια γυναίκα μέντιουμ. Το Μέντιουμ του τίτλου όμως είναι αυτή η ίδια. Η δύναμη που πιστεύει ότι έχει θα τη βοηθήσει, άραγε, να αντιμετωπίσει τα εμπόδια που θα βρει μπροστά της;

12.20

Ελληνική λογοτεχνία

Υπόσχεση γάμου

Γιώργος Συμπάρδης

ΒΡΑΒΕΙΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΟΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΑΘΗΝΩΝ 2012 (Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη)
ΚΡΑΤΙΚΟ ΒΡΑΒΕΙΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΟΣ 2012
ΒΡΑΒΕΙΟ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ ΤΟΥ ΠΕΡ. ΚΛΕΨΥΔΡΑ 2012

Ένας σαρανταδυάχρονος άντρας και τέσσερις γυναίκες στην ίδια περίπου με εκείνον ηλικία: Ο Ζαχαρίας που πολύ αγαπάει τις γυναίκες και αναζητάει την κατάλληλη για να παντρευτεί και γύρω του η Αλέκα, η Όλγα, η Βιβή και η Ματίνα. Με τις δύο απ’ αυτές φλερτάρει, με την τρίτη συνδέεται, με την τέταρτη έχει αρραβωνιαστεί τρεις φορές.

Σε δεύτερο πλάνο ο μικρόκοσμός τους: Οι σύζυγοι και τα παιδιά της Αλέκας και της Όλγας, δυο γέροι άντρες που γραπώνονται από τον νεότερο Ζαχαρία κι η οικογένεια κι οι παράλληλοι έρωτες της Βιβής.

Τόπος η Αθήνα και οι νότιες συνοικίες της. Πετράλωνα, Ταύρος, Καλλιθέα, Μοσχάτο, Φάληρο.

Χρόνος το σήμερα και έξι μήνες από τη ζωή και τα ασήμαντα και σημαντικά πάθη καθημερινών ανθρώπων.

Ένας «τέλειος» γάμος, ένας δεύτερος σε διάλυση, ένας άλλος σε διαρκή εκκρεμότητα και ταυτόχρονα μια από ψυχής υπόσχεση γάμου.

17.62

Ελληνική λογοτεχνία

Αδέλφια

Γιώργος Συμπάρδης

ΒΡΑΒΕΙΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΟΣ 2019 ΤΟΥ ΠΕΡ. «Ο ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ»

Έκλεισα την πόρτα και περίμενα. Ούτε ένα λεπτό. Ύστερα η πόρτα άνοιξε κι εκείνος ρίχτηκε με τις γροθιές του καταπάνω μου. Με τη σάρκα μου που κόλλησε στη δική του και με τα πόδια μου που μπλέχτηκαν αξεδιάλυτα με τα πόδια του αντιμετώπισα τη λύσσα του, με σφιχτό ολόκορμο εναγκαλισμό για να μη βρίσκει μέρος ελεύθερο να χτυπήσει. Κάποια στιγμή δεν μπόρεσα άλλο να κρατηθώ, παραδόθηκα. Με έβαλε κάτω, το κεφάλι μου άκουσα, το κεφάλι μου που δονήθηκε και αντήχησε μέσα στο κεφάλι μου από την πρόσκρουση των οστών στο μωσαϊκό. Δεν θα πρέπει να κατάλαβε τι μου συνέβη, χτυπούσε αλύπητα στο στήθος, στο στομάχι, στα πλευρά κι απέδιδε την έλλειψη αντίστασης στην υπεροχή του· του δυνατού, του μεγάλου και προσβεβλημένου αδελφού. Κι εγώ δεν πονούσα ιδιαίτερα, σαν ένα κομμάτι ζυμάρι που εκείνος ζύμωνε και μετάπλαθε με τις γροθιές του ήμουν, μέσα στη σκοτοδίνη για ώρα πολλή· μέχρι που κουράστηκε ή το βαρέθηκε και σταμάτησε.

Τέλη της δεκαετίας του ’50 και αρχές του ’60, εποχή κατά την οποία θεμελιώνεται η μεταπολεμική Ελλάδα, μεγαλώνουν ο αφηγητής και ο κατά τρία χρόνια μεγαλύτερος αδελφός του Θανάσης. Αυτή είναι η ιστορία τους: η ολωσδιόλου διαφορετική πορεία τους προς την ενηλικίωση και οι συνέπειές της αργότερα, ο ισχυρός δεσμός αίματος που τους ενώνει, αλλά και η αντιπαλότητα και ο ακήρυκτος πόλεμος ανάμεσά τους.

Εποχή αυτιών εκπαιδευμένων και έτοιμων να υπομείνουν τις φανερές και τις συγκαλυμμένες εντολές, να αναγνωρίσουν την επίσημη φωνή της εξουσίας, τη στιβαρή των ειδήσεων που εντυπώνεται και μένει χαραγμένη στη μνήμη για περισσότερο χρόνο από όσο καθαυτά τα γεγονότα, αυτιών που μαλακώνουν τα βράδια από τις φωνές των ερωτευμένων γυναικών που δεν ξέρουν τι τους φταίει κι είναι έτοιμες να δραπετεύσουν από το ίδιο τους το σώμα, φωνές ηθοποιών αλλά και κάνα δυο εκφωνητριών, σκούρες, ευγενικές, τόσο θηλυκές και όμορφες όσο και της μητέρας μου, σχεδόν.

Εποχή αυτιών ικανών να συλλάβουν τον ελάχιστο ψίθυρο τον σχετικό με τα καταχωνιασμένα μυστικά της διπλανής οικογένειας, τον σχετικό με την ανομολόγητη ασθένεια κάποιου μέλους της η οποία θεωρείται ντροπή και αποκρύπτεται μέχρι την τελευταία στιγμή.

15.50

Ελληνική λογοτεχνία

Μεγάλες γυναίκες

Γιώργος Συμπάρδης

Η Σοφία Ματρόζου ζει στην πλατεία Βικτωρίας αλλά κάθε Κυριακή εκκλησιάζεται στον Άγιο Παύλο, στο Ρουφ. Ο κύκλος των πιστών και οπαδών του ιερέα από τη μια μεριά και από την άλλη ο κατά πολύ νεότερός της Σταύρος και η παρέα των ύποπτων φίλων του που διαμένουν στο ισόγειο της πολυκατοικίας της στη Βικτώρια.

Η ομοιότητα του νεαρού Σταύρου με τον ιερέα, ο ρόλος μίας άλλης γυναίκας, της σκοτεινής Ιουλίας Προμπονά, και ο διχασμός της Σοφίας που μπορεί να αγαπάει μέχρι τέλους, ακόμα κι όταν οδεύει προς την έξοδο.

9.86