Βλέπετε 1111–1125 από 1628 αποτελέσματα

Όλα τα προϊόντα

Ελληνική λογοτεχνία

Ο δολοφόνος φορούσε σμόκιν

Γιάννης Μαρής

Ποιοί φορούσαν σμόκιν εκείνο το βράδυ στην Αθήνα;

Κάποιος δεν έλεγε την αλήθεια απ’ όλους. Αλλά ποιός; Πρώτα ήταν η μητέρα Μενδρινού. Έλεγε ψέματα. Η κόρη της δεν είχε καμιά διάθεση να αυτοκτονήσει. Η πρωταγωνίστρια της ταινίας τους, που προσπάθησε να
τον διώξει από την Αθήνα, και τώρα αυτός, ο κ. X της Ηρώς, που δεν δεχόταν εκβιασμούς. Όλοι εκινούντο γύρω από το θάνατο της Ζιζής Μενδρινού. Αλλά ποιά σχέση μπορούσαν να έχουν μεταξύ τους; Κάθε καινούργιο ίχνος που ανεκάλυπτε, αντί να τον πλησιάσει στη λύση του προβλήματος, τον απεμάκρυνε ακόμη πιο πολύ. Κι όμως, υπήρχε κάτι. Ποιός ήταν ο «Μεγάλος», για τον οποίον είχε μιλήσει η Ηρώ;

Ο Αγγελίδης, ένας νέος ταλαντούχος οπερατέρ, γυρνάει νύχτα από τον Πειραιά με τον ηλεκτρικό. Πλησιάζοντας την Αθήνα, βλέπει από το παράθυρο του τραίνου, κοντά στις γραμμές, έναν άντρα να πετάει το πτώμα μιας γυναίκας από ένα αυτοκίνητο. Ο άντρας φορούσε σμόκιν. Κανείς απ’ τους συνεπιβάτες του δεν είδε τη σκηνή. Το θέμα του γίνεται εμμονή και κόντρα σε όλες τις μαρτυρίες, με προσωπικό κίνδυνο, προσπαθεί να λύσει το μυστήριο. Μια σύνθετη ίντριγκα, με πολλές απρόβλεπτες διακλαδώσεις, με πλούσιο ερωτισμό, στην Αθήνα της δεκαετίας του 1950. Και με τον αστυνόμο Μπέκα, το άκρο αντίθετο του ήρωα, να παρεμβαίνει με τον ήρεμο και μοναδικά αποτελεσματικό τρόπο του.

15.50

Βιογραφία - Μαρτυρίες

Αγαπητέ μου Γιώργο

Γ.Κ.Κατσίμπαλης

Σε δύο τόμους, συνολικής έκτασης 1.000 σελίδων, υπό τον τίτλο «Αγαπητέ μου Γιώργο», κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ίκαρος η αναμενόμενη από χρόνια αλληλογραφία του Γιώργου Σεφέρη με τον Γιώργο Κ. Κατσίμπαλη, τον «κολοσσό του Μαρουσιού» κατά τον Henry Miller. Οι δύο συνονόματοι αλληλογράφοι αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα ισόβιας φιλίας και εκατέρωθεν αφοσίωσης και έχουν παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στη διαμόρφωση, την προβολή και την διεθνή αναγνώριση της νεότερης λογοτεχνίας μας.

Από τα χρόνια των σπουδών τους στο Παρίσι κατά τη δεκαετία του 1920 μοιράζονται την κοινή αγάπη τους για τις δύο μείζονες προσωπικότητες της εποχής εκείνης, τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον Κωστή Παλαμά, ενώ παράλληλα σχεδιάζουν και ονειρεύονται τη ριζική ανανέωση του λογοτεχνικού σκηνικού στην Ελλάδα. Η αλληλογραφία τους καλύπτει το χρονικό διάστημα 1924-1970 και συνιστά ένα εκτενές χρονικό των κοινωνικών και πνευματικών συνθηκών της χώρας μας κατά την περίοδο αυτή, παρέχοντας πληθώρα στοιχείων και πληροφοριών τόσο για για την ιδιωτική ζωή όσο και για τη δημόσια παρουσία των δύο ανδρών, αλλά και πολλών άλλων συγγραφέων.

Η παρούσα αλληλογραφία είναι η εκτενέστερη από όλες τις σεφερικές αλληλογραφίες που έχουν εκδοθεί μέχρι σήμερα και συμπληρώνει με άγνωστα έως τώρα στοιχεία την ποιητική και δημιουργική πορεία του Σεφέρη, καλύπτοντας «εκ των ένδον» κενά η προσκομίζοντας νέες εκδοχές για λιγότερο γνωστά γεγοντότα και περιστατικά. Ταυτόχρονα, αναδεικνύεται ο καθοριστικός ρόλος του Κατσίμπαλη στη διαμόρφωση της λογοτεχνικής γενιάς του 1930, η εξίσου καθοριστική συμβολή του στη μετάφραση της νεοελληνικής λογοτεχνίας σε αγγλική γλώσσα, καθώς και οι πολύτιμες υπηρεσίες που πρόσφερε ο ίδιος με την έκδοση και διεύθυνση σημαντικών λογοτεχνικών περιοδικών, όπως το προπολεμικό Τα Νέα Γράμματα και η μεταπολεμική Αγγλοελληνική Επιθεώρηση.

31.80

Ελληνική λογοτεχνία

Όλες οι γάτες είναι όμορφες

Στην Ελλάδα ήμουν πάντα «ο Αλβανός». Όταν επισκεπτόμουν την Αλβανία γινόμουν αυτόματα «ο Έλληνας». Σε τσακωμούς, και στις δύο χώρες, κολλούσαν στην αντίστοιχη λέξη το «βρωμο». Όταν πήγα να σπουδάσω για έναν χρόνο στο Βέλγιο, στα πρώτα χρόνια της οικονομικής κρίσης, ήμουν «ο τεμπέλης Έλληνας». Μαχόμουν με σθένος να αποδείξω πως αυτό το, καλλιεργημένο τελευταία, στερεότυπο για τον «τεμπέλη Έλληνα που δεν πληρώνει ποτέ φόρους στο Κράτος» δεν ισχύει και είναι πέρα για πέρα άδικο. Όταν πηγαίνω στην Κύπρο είμαι «ο Καλαμαράς ή ο Ελλαδίτης». Γιατί αρέσει τόσο πολύ στον κόσμο να βάζει ταμπέλες; Στην Ελλάδα συνήθιζα να ακούω, φαντάζομαι και πολλοί άλλοι, το «μα δε μοιάζεις με Αλβανό». Στη Γερμανία, όπου ήρθα ως κάτοχος ελληνικής υπηκοότητας, ως Έλληνας, άκουσα κάποιες φορές το «μα δε μοιάζεις με Έλληνα».

Όσο αστεία κι αν ακούγονται όλα αυτά, που σίγουρα έχουν και την αστεία τους πλευρά, έχουν και μια πολύ άσχημη πλευρά. Κάθε ένας από αυτούς τους χαρακτηρισμούς προκαλεί κάτι διαφορετικό στον κάθε άνθρωπο, αδιαφορία, θυμό, πόνο. Κάποιοι διαχειρίζονται αυτόν τον πόνο με σχετική ευκολία και κάποιους άλλους τους ταλαιπωρεί μια ολόκληρη ζωή. Η ευχή μου είναι να εξαλειφθεί εντελώς αυτός ο πόνος, αν και όπου υπάρχει. Να βλέπουμε περισσότερο τον καθένα ατομικά χωρίς τις ταμπέλες που κουβαλά. Διότι αν βγάλεις την ταμπέλα του μετανάστη, του πρόσφυγα, του «άλλου», του «δικού μας» από τους ανθρώπους, τι είναι αυτό που μένει; Δεν μένει τίποτα άλλο παρά μονάχα ο άνθρωπος. Να δούμε τον άνθρωπο ως άνθρωπο, έτσι όπως τον βλέπουν τα μάτια ενός παιδιού, δίχως καμία απολύτως ταμπέλα.

Ο Έλσον Ζγκούρη γεννήθηκε στο Belsh της Αλβανίας. Σε μικρή ηλικία μετανάστευσε με την οικογένειά του στην Ελλάδα όπου εγκαταστάθηκαν σ’ ένα μικρό χωριό στον κάμπο των Γιαννιτσών. Αγάπησε την ελληνική γλώσσα και άρχισε να γράφει από πολύ μικρή ηλικία. Σπούδασε Πληροφορική και Ενεργειακά στην Καβάλα, τη Γάνδη και το Βερολίνο […] Πρόσφατα μετέφρασε για τις Παράξενες Μέρες το βιβλίο του Ρούντι Ερεμπάρα «Το έπος των άστρων της αυγής» που έχει τιμηθεί με λογοτεχνικό βραβείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό είναι το πρώτο του βιβλίο.

12.00

Ταντάσι Σουζούκι

Η δουλειά του ηθοποιού δεν είναι να επιστρέψει
σε µια καθηµερινή πραγµατικότητα όταν παίζει
αλλά να χρησιµοποιή­σει τη ζωή ως αφετηρία για να ανακαλύψει
µια εναλλακτική πραγµατικότητα ή ένα καινούργιο σύµπαν.

Πρωτοπόρος στις εκπαιδευτικές μεθόδους του θεάτρου και ένας από τους μεγαλύτερους σκηνοθέτες στον κόσμο, o Tadashi Suzuki με αυτό το βιβλίο ανοίγει την πόρτα στις φιλοσοφικές και πρακτικές προσεγγίσεις του στη σκηνή και παρέχει μια διεξοδική και κατανοητή διατύπωση των ιδεών και των πεποιθήσεών του πάνω στο θέατρο αλλά και στη ζωή.

14.31

Κλαρίσα Πίνκολα Εστές

Η Κλαρίσα Πίνκολα Εστές, ως cantadora, “φύλακας παλιών ιστοριών”, ψυχαναλύτρια και ακτιβίστρια, γεφυρώνει με μαεστρία τον κόσμο του απώτατου παρελθόντος με τη σύγχρονη εποχή.

Σκοπός της είναι μέσα από παραμύθια, αρχετυπικούς μύθους και ιστορίες διαφορετικών πολιτισμών να ανασύρει την Άγρια Γυναίκα, την αδάμαστη, που συγγενεύει ψυχικά με τους λύκους.

Πρόκειται για ένα γυναικείο ψυχογράφημα, ένα βιβλίο γιατρικό για τη γυναίκα κάθε εποχής.

25.20

Ρέα Γαλανάκη

Σ’ αυτό το μυθιστόρημα αναζητώ ποιοι υπήρξαν οι «γνωστοί-άγνωστοι» γονείς μου – όπως συνήθως είναι οι γονείς. Τι διαμόρφωσε τον Εμμανουήλ και την Αικατερίνη πριν παντρευτούν, πριν τους γνωρίσω, πριν συγκρουστούμε με σφοδρότητα, πριν συμφιλιωθούμε αργότερα. Από πού άντλησαν εκείνο το φορτίο πολιτισμών, νοοτροπιών, συμπεριφορών, ακόμη και ιστορικής οπτικής, που μοιραία μου κληροδότησαν.

 Αναζήτηση επιτρεπτή, αν όχι και απαραίτητη στην ώριμη ηλικία ενός παιδιού, ενός συγγραφέα – όπως είναι πλέον η δική μου. Παραδόξως, μόνο τώρα αφέθηκαν σε εξομολογήσεις τα κατάλοιπα των νεκρών γονέων, μόνο τώρα αποκρίθηκαν στις ερωτήσεις μου οι παλιές μαυρόασπρες φωτογραφίες τους. Η μνήμη μουανακάλεσε πιο εύκολα τις οικογενειακές προφορικές εξιστορήσεις, που τόσο πολύ διαφέρουν από στόμα σε στόμα, απόάντρα σε γυναίκα, από δωμάτιο σε δωμάτιο, από εποχή σε εποχή. Βρέθηκα στους τόπους, όπου σε ποικίλουςχρόνους και σε καιρούς δύσκολους είχαν ζήσει: ιστορικά χωριά της Κρήτης, προπολεμική Βιέννη και Μπορντό, Αθήνα, Ηράκλειο κι άλλους ακόμη. Τόπους-σκηνικά, αφού ανέκαθεν η οικογένεια είναι ο βαθύς εκρηκτικός πυρήνας κάθε δράματος στη ζωή, στην τέχνη. 

Σ’ αυτά τα παραμύθια που δεν είναι παραμύθια αμφισβητώ, επινοώ, κατανοώ, εικάζω, σαρκάζω, και μάλλον συγχωρώ. Στο κάτω-κάτω οι γονείς είναι ο ένας μόνο από τους πολλούς καθρέφτες της αυτογνωσίας μας, ίσως ο πιο σκληρός αλλά και τρυφερός καθρέφτης.

18.00

Ελληνική λογοτεχνία

Το τηλεφώνημα που δεν έγινε

Απόστολος Δοξιάδης

…Ενώ περπατά με το κεφάλι σκυφτό, βλέπει ξαφνικά στο έδαφος ένα «ντάιμ», δηλαδή ένα νόμισμα των δέκα σεντς, που χρησίμευε τότε στην Αμερική ως τηλεφωνικό κέρμα. Βουτάει το νόμισμα και τρέχει πάλι στον τηλεφωνικό θάλαμο. Κλείνει την πόρτα, αρπάζει το ακουστικό και ρίχνει το νόμισμα μέσα στη συσκευή ενώ το χέρι του πάει στο καντράν του τηλεφώνου. Μα, εκεί που πάει να σχηματίσει το πρώτο ψηφίο ενός αριθμού, σταματά. Η έκφραση του προσώπου του αλλάζει, από τη χαρά στη λύπη. Αφήνει το ακουστικό να κρέμεται και ξαναβγαίνει. Γιατί όμως δεν τηλεφώνησε;

Από αυτό το ερώτημα, στο οποίο οδηγεί μια μαθητική ασπρόμαυρη ταινία μικρού μήκους, ο Απόστολος Δοξιάδης ξεκινά μια έρευνα που σε αρκετά σημεία θυμίζει αστυνομική αναζήτηση, προσπαθώντας να βρει την αιτία ενός μεγάλου, ακόμη αθεράπευτου, καημού. Κινείται από το σήμερα στο 1968, από την Αθήνα στην Ουάσινγκτον και πάλι πίσω, με πρόσωπα αληθινά και μυθιστορηματικά να διαπλέκονται και στόχο μια απάντηση που θα ξεκλειδώσει το μυστήριο και θα θεραπεύσει. Μα η απάντηση παίρνει όψεις απατηλές.

Ανάμεσα στο μυθιστόρημα και την αυτοβιογραφία, στην εξομολόγηση και την ανάλυση, το Τηλεφώνημα που δεν έγινε είναι ταυτόχρονα αφήγηση αλλά και αναφορά σε ένα πρόσωπο που, ενώ παίζει τον κυριότερο ρόλο στην ιστορία, κρύβεται συστηματικά από τον συγγραφέα και τον αναγνώστη.

12.96

Φιλοσοφία

Το Νυχτόραμα

Ηλίας Παπαγιαννόπουλος

Μια λεπτότεχνη, νυχτερινή δοκιμή στο αμυδρό φως που ρίχνουν φαινομενικά ασήμαντα συμβάντα της πλατωνικής «Πολιτείας», συνοδευόμενη ιδανικά από τις ατμοσφαιρικές βινιέτες του εικονογράφου Βασίλη Κουτσογιάννη.

Μέσα στην πλατωνική «Πολιτεία» υπάρχουν πολλά βιβλία — τόσα, όσα και οι πολλαπλές φωνές του Σωκράτη, οι ήρωες που διασχίζουν τη νυχτερινή σκηνή της, ο καθένας από την δική του οπτική γωνία, ή οι διαφορετικές αναγνώσεις της μέσα στους αιώνες. Αυτές που δεν σταματούν να εγκωμιάζουν ή να αποδοκιμάζουν ένα ναό του πνεύματος. Όμως μέσα σε αυτό το σύμπαν κυκλοφορούν επίσης μικροσωματίδια του νοήματος: ίχνη βιβλίων, σπασμένες φωνές και φευγαλέες χειρονομίες, ημιτελή πρόσωπα. Οντότητες τέτοιες, που δεν ζουν παρά στις ρωγμές των πραγμάτων, σε καταποντισμένες επικράτειες, εκεί όπου η Ιστορία βαλτώνει και μαζί επιταχύνεται.

Τι είδους αναγνωστικός μηχανισμός προκύπτει, λοιπόν, άπαξ και το βλέμμα γλιστρήσει έξω από τις φωτισμένες αρτηρίες της «Πολιτείας» χρονοτριβώντας σε ορισμένες λεπτομέρειες στις άκρες τους; Και τι συμβαίνει με τη σκέψη και τα έργα της καθώς εκείνη, στο πρόσωπο του κατεξοχήν ήρωά της, του Σωκράτη, αναδιατάσσεται μέσα σε ό,τι την εκτρέπει και τη ματαιώνει – καθώς παραδίδεται στο ελάχιστο της ασήμαντης κι ωστόσο καθοριστικής στιγμής; Ο στοχασμός γύρω από μια πολιτεία των ανθρώπων θα φανερωνόταν τότε παραδόξως υπόλογος, ήδη από την πρώτη ώρα του, σε μια δύναμη διαβρωτική, μοναχική και νυχτερινή (από το οπισθόφυλλο).

15.50

Άρτεμις Λεοντή

Η πρώτη βιογραφία που αφηγείται τη γοητευτική ιστορία της Εύας Πάλμερ-Σικελιανού (1874-1952), Αμερικανίδας ηθοποιού, σκηνοθέτριας, συνθέτριας και υφάντρας, γνωστής κυρίως για την προσπάθειά της να αναβιώσει το ελληνικό πνεύμα με τις Δελφικές Εορτές. Όπως αποκαλύπτει η Άρτεμις Λεοντή, το πιο σημαντικό έργο της Πάλμερ ήταν η αναβίωση, στην καθημερινότητά της, της αρχαίας ελληνικής ζωής. Για μισό αιώνα σχεδόν, ντυμένη με υφασμένες από την ίδια αρχαιοπρεπείς χλαμύδες και σανδάλια, προσπάθησε να κάνει τη σύγχρονη ζωή πιο ελεύθερη και πιο όμορφη, μέσα από μια δημιουργική σύνδεση με την αρχαιότητα. Στη διαδρομή, διασταυρώθηκε με άλλους πρωτοπόρους δημιουργικούς καλλιτέχνες όπως η Νάταλι Κλίφορντ Μπάρνεϋ, η Ρενέ Βιβέν, η Ιζαντόρα Ντάνκαν, η Σούζαν Γκλάσπελ , ο Τζορτζ Κραμ Κουκ, ο Ρίχαρντ Στράους, ο Δημήτρης Μητρόπουλος, ο Νίκος Καζαντζάκης, ο Γιώργος Σεφέρης, ο Χένρυ Μίλλερ, ο Πολ Ρόμπσον και ο Τεντ Σον.

Έξυπνη και ωραία, με κόκκινα μαλλιά που έφταναν ως το πάτωμα, η Εύα Πάλμερ ήταν μια πλούσια ντεμπιτάντ της Νέας Υόρκης που σπούδασε αρχαία ελληνικά στο Κολέγιο Μπρυν Μορ πριν γυρίσει την πλάτη της στη συμβατική κοινωνία, για να ζήσει ως λεσβία στο Παρίσι. Αργότερα, ακολούθησε τον Ρέυμοντ Ντάνκαν (αδελφό της Ιζαντόρα) και τη σύζυγό του στην Ελλάδα και παντρεύτηκε τον Άγγελο Σικελιανό το 1907. Ταγμένη ολόψυχα στον σκοπό της, η Εύα αναδημιούργησε αρχαίες καλλιτεχνικές μορφές και σκηνοθέτησε αρχαία ελληνική τραγωδία με δική της χορογραφία, κοστούμια, ακόμα και μουσική. Στην προσπάθειά της να αναβιώσει το αρχαίο ελληνικό π νεύμα, καταστράφηκε οικονομικά και επέστρεψε στην Αμερική το 1933.

Την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου μπήκε στη μαύρη λίστα επειδή επέκρινε σφοδρά τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό και δεν κατάφερε να αποσπάσει βίζα για να επισκεφθεί την Ελλάδα παρά λίγους μόλις μήνες πριν πεθάνει. Αντλώντας από το υλικό εκατοντάδων επιστολών που ανακαλύφθηκαν πρόσφατα και παρουσιάζοντας πολλές αδημοσίευτες ως τώρα φωτογραφίες, η βιογραφία της Πάλμερ είναι μια ολοζώντανη αναδημιουργία της αλησμόνητης ιστορίας μιας σημαντικής αντικομφορμίστριας την οποία μια σύγχρονή της περιέγραψε με τα εξής λόγια: «Είναι η μόνη αρχαία Ελληνίδα που γνώρισα»

19.98

Σβεν Μπέκερτ

Η αυτοκρατορία του βαμβακιού είναι η εξιστόρηση μιας πραγματικής εποποιίας, που διαδραματίστηκε, και εξακολουθεί να διαδραματίζεται, σε πλανητική κλίμακα. Είναι η ιστορία του πώς μέσα σε εντυπωσιακά σύντομη χρονική περίοδο, από τις τελευταίες δεκαετίες του 18ου αιώνα και εξής, Ευρωπαίοι έμποροι, επιχειρηματίες, κεφαλαιούχοι και ισχυροί κρατικοί λειτουργοί, εκμεταλλευόμενοι τον καρπό ενός πανάρχαιου φυτού καθώς και τη συσσωρευμένη πείρα και τις απέραντες αγορές μιας πανάρχαιης μεταποιητικής δραστηριότητας στην Ασία, την Αφρική, τη Βόρεια και τη Νότια Αμερική, οικοδόμησαν μια νέα οικονομία του βαμβακιού με τεράστιο εύρος και δυναμισμό. Όχημά τους ήταν η δύναμη των κρατών τους, ο συνδυασμός του υπερπόντιου επεκτατισμού και της εργασίας των σκλάβων, η εισαγωγή νέων μηχανών και η καθιέρωση νέων μορφών ημερομίσθιας εργασίας, αλλά και η ανάπτυξη πρωτόγνωρων μορφών δικτύωσης και διακίνησης πληροφο­ριών. Και κατά ειρωνεία της ιστορίας, η συγκλονιστική επιτυχία τους αφύπνισε ταυτόχρονα εκείνες ακριβώς τις δυνάμεις που εντέλει, κατά τον 20ό αιώνα, θα τους έθεταν στο περιθώριο της αυτοκρατορίας που είχαν δημιουργήσει.

Στην πορεία αυτής της ιστορίας εκατομμύρια άνθρωποι, ανάμεσά τους πολλά παιδιά, ξόδεψαν τη ζωή τους δουλεύοντας στα βαμβακοχώραφα και στα βαμβακουργεία, εκατομμύρια άνθρωποι υποδουλώθηκαν στην Αφρική και μεταφέρθηκαν στις βαμβακοφυτείες της Αμερικής, παραδοσιακές αγροτικές κοινωνίες είδαν τον τρόπο ζωής τους να αλλάζει άρδην, η χειροτεχνική παραγωγή σαρώθηκε από την ακατάπαυστη παραγωγή των μηχανών: η αυτοκρατορία του βαμβακιού υπήρξε, ευθύς εξαρχής, πεδίο μιας ασταμάτητης παγκόσμιας τριβής ανάμεσα στους σκλάβους και τους ιδιοκτήτες των φυ­τειών, στους εμπόρους και τους κρατικούς λειτουργούς, στους εργάτες και τους βιομηχάνους. Και επειδή συνύφανε με νέους τρόπους τις ηπείρους μεταξύ τους, το βαμβάκι προσφέρει το κλειδί ώστε να κατανοήσουμε τον νεότερο κόσμο, τις τεράστιες ανισότητές του, τη μακραίωνη ιστορία της παγκοσμιοποίησης και τη διαρκώς μεταβαλλόμενη πολιτική οικονομία του καπιταλισμού.

Η αυτοκρατορία του βαμβακιού τιμήθηκε με το Βραβείο Bancroft, το Βραβείο Philip Taft, απέσπασε το Cundill Recognition for Excellence και ήταν ένας από τους τελικούς διεκδικητές του Βραβείου Pulitzer. Η εφημερίδα The New York Times το συμπεριέλαβε στα δέκα σημαντικότερα βιβλία του 2015.

Με 109 εικόνες και 7 χάρτες.

27.00

Ελληνική λογοτεχνία

Κινέζικα μαρτύρια

Αντώνης Ιορδάνογλου

Η φωτογράφιση ενός ζευγαριού στη Σαντορίνη που εξελίσσεται σε θρίλερ, ένας ουρολόγος με εμφανή προβλήματα προσανατολισμού, ζωηρά παιδιά σε πολυτελές ξενοδοχείο που φιλοξενεί ρομαντικά ζευγάρια αλλά δεν έχει ρεύμα, η μελαγχολική πτήση ενός οινοβαρούς μεγιστάνα με ελικόπτερο πάνω από το Αιγαίο, ένας γκρινιάρης καθηγητής φιλοσοφίας πεινασμένος στην αττική γη, ένα γκροτέσκο μάθημα γαστρονομίας σε ξενοδοχείο του Ναυπλίου, ένας ξεναγός χαμένος στο πέλαγος της μετάφρασης…

Κινέζικα μαρτύρια είναι οι μικρές και μεγάλες οδύσσειες Κινέζων ταξιδιωτών στην Ελλάδα, μέσα από την εξιστόρηση των οποίων φωτίζονται οι ταξιδιωτικές συμπεριφορές αυτού του συχνά εκπληκτικού και συχνότερα ακατανόητου έθνους. Η συλλογή των συγκεκριμένων αφηγήσεων δεν είναι μόνο μια σπουδή κοινωνιολογίας των συμπεριφορών. Είναι και ένας χαμογελαστός τρόπος να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε κάπως τους Κινέζους μας: φίλους, ταξιδιώτες, πελάτες, εσχάτως και συμπατριώτες. Οι περιπέτειές τους αυτές μοιάζουν με έναν μίνι οδηγό για έναν τόπο που ακόμη ανακαλύπτεται· έναν οδηγό κατανόησης του Άλλου, με χιούμορ και πάντα με καλή διάθεση.

Δέκα συν μία ιλαροτραγικές ιστορίες οι οποίες, παρότι είναι εμπνευσμένες από αληθινά γεγονότα, έχουν πολλά φανταστικά στοιχεία στη δομή, τα πρόσωπα και το σκηνικό. Εξάλλου, όπως θα έλεγε και ο Γάλλος συγγραφέας Εντμόν Αμπού: «Οι πιο αληθινές ιστορίες δεν είναι αυτές που έχουν συμβεί».

9.90

Ξένη λογοτεχνία

Εσύ, η ζωώδης μηχανή

Ελένη Σικελιανός

H ιστορία της Χρυσής Ελληνίδας, της Ελένης Παπαμάρκου, που παντρεύτηκε πέντε φορές, έκανε τρία παιδιά, ήταν χορεύτρια μπουρλέσκ με το ψευδώνυμο Μελένα, το Κορίτσι Λεοπάρδαλη, αλλά και «η πιο σκληροτράχηλη γυναίκα που έφαγε σίδερο και μάσησε ατσάλι επί προσώπου γης».

Αντλώντας από την ιστορία και τη μνήμη, η Σικελιανός γράφει για τη γιαγιά της, έναν κρίκο μιας ευρύτερης οικογενειακής αλυσίδας, που περικλείει μορφινομανείς και ηρωινομανείς, πρόσφυγες, ρεμπέτες, αριστοκράτες από το Ιόνιο, μια από τις πλουσιότερες οικογένειες των Ηνωμένων Πολιτειών που εξάντλησε την περιουσία της επιχειρώντας να αναβιώσει το αρχαιοελληνικό θέατρο, Εβραίους από τη Λιθουανία, μουσικούς, γκαρσόνες, έναν ζωγράφο, αρκετούς ποιητές (έναν υποψήφιο για Νόμπελ), διακινητές οπίου και έναν νάνο (τον έναν από τους πέντε συζύγους της Ελένης).

Μετεωριζόμενη ανάμεσα στο πραγματικό και στο φανταστικό, συνδυάζοντας το χρονικό με την ποίηση, το ντοκουμέντο και το δοκίμιο με τη μυθοπλαστική επινόηση, η Σικελιανός θέτει με αριστοτεχνικό τρόπο το ζήτημα της ταυτότητας όπως αναδύεται μέσα από την εμπειρία μιας γυναίκας ελληνικής καταγωγής, δεύτερης γενιάς μετανάστριας στην Αμερική.

12.96

Έρικ Χόμπσμπάουμ

Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, με το κύμα ανόδου εθνικιστικών κομμάτων, αυξήθηκε ραγδαία η χρήση του όρου «εθνικισμός». Σε αυτήν τη συλλογή κειμένων του Eric Hobsbawm, την οποία επιμελήθηκε ένας από τους πιο γνωστούς σύγχρονους ιστορικούς, ο Donald Sassoon, φίλος και µελετητής του έργου του, βρίσκουμε ορισμένες από τις πιο καίριες σκέψεις του κορυφαίου ιστορικού του 20ού αιώνα πάνω σε αυτό το αμφιλεγόμενο ιστορικό ζήτημα. 23 κείµενα τα οποία καλύπτουν ένα µακρύ διάστηµα της διανοητικής διαδροµής του συγγραφέα, από το 1962 έως και το 2005, επικεντρωµένα στο φαινόµενο του εθνικισµού, που σήμερα είναι πιο επίκαιρο από ποτέ, καθώς ζούμε στο κατώφλι μιας εποχής όπου το διαδίκτυο και η παγκοσμιοποίηση του κεφαλαίου διαρρηγνύουν τα εθνικά σύνορα, την ίδια στιγμή που, ως αντίδραση, ο εθνικισμός μοιάζει να αναδύεται ξανά, με νέα ορμή.

Ο Eric Hobsbawm, περισσότερο από κάθε άλλον ιστορικό του καιρού μας, προσέγγισε με μεγάλη προσοχή και σοβαρότητα αυτά τα κινήματα, χωρίς ποτέ να στηλιτεύει τον εθνικισμό και τον πατριωτισμό ως απλώς παράλογα. Χρειαζόμαστε σήμερα την καθαρή ματιά του, όπως τη χρειαζόμασταν και όσο ζούσε. Το Για τον εθνικισμό είναι ένα έργο απαραίτητο για όσους θέλουν να κατανοήσουν αυτά τα φαινόμενα.

23.32

Ξένη λογοτεχνία

Στα ίχνη της

Κριστόφ Μπολτανσκί

Η μητέρα πέθανε. Έμενε κλεισμένη στο παρισινό διαμέρισμά της, μέσα σε ένα συνονθύλευμα επίπλων, εφημερίδων, μισο-σβησμένων τσιγάρων, σκουπιδιών, με μόνη συντροφιά τον σκύλο της τον Τσιπς. Σιλουέτα ασθενική, φασματική, άναβε το ένα Γκωλουάζ μετά το άλλο, παρόλο που ο καρκίνος είχε προσβάλει τους πνεύμονές της. Αυτή, που τη γοήτευαν η έντονη ζωή και οι συγκινήσεις, είχε μείνει χωρίς επικοινωνία με τον έξω κόσμο, χωρίς εργασία, και ονειρευόταν μυστικά μια καριέρα συγγραφέως αστυνομικών μυθιστορημάτων. Ο γιος της ανακαλύπτει σχεδιάσματα, σκόρπιες σημειώσεις, για ένα μυθιστόρημα που θα μπορούσε να γραφτεί. Το ανολοκλήρωτο ως μεγάλη τέχνη.

Για τον γιο της, παραμένει μια άγνωστη. Αυτή ήταν απόμακρη, απούσα. Αυτός, σε δημοσιογραφική αποστολή, δεν ήταν παρών ούτε στην κηδεία της. Ο συγγραφέας, γιος και αφηγητής ακολουθεί τα ίχνη της μητέρας του ως ντετέκτιβ και κατάσκοπος. Προσπαθεί να ανασυστήσει το πορτρέτο της, να μάθει ποια ήταν αυτή η τόσο φευγαλέα γυναίκα που τόσο πολύ έμοιαζε με τους ήρωες των μυθιστορημάτων που ήθελε να γράψει. Κι αν όλα ξεκίνησαν όταν ήταν φοιτήτρια στη Σορβόννη, τότε που συνδέθηκε με τις οργανώσεις της Άκρας Αριστεράς και πέρασε στην παρανομία, βοηθώντας τους αλγερίνους επαναστάτες στον Πόλεμο της Αλγερίας, με κίνδυνο να κατηγορηθεί για προδοσία;

Συνταρακτική ιστορία μιας γυναίκας που χάθηκε, αναζήτηση από έναν γιο που ψάχνει τη μητέρα του, το Στα ίχνη της είναι ένα συναρπαστικό βιβλίο αντικατοπτρισμών που θέτει διαρκώς ερωτήσεις, προσθέτει συνεχώς νέα στοιχεία του παζλ, αλλά αρνείται να δώσει οριστικές απαντήσεις. Ο Κριστόφ Μπολτανσκί προσφέρει στη μητέρα του τον πιο ωραίο προορισμό: να γίνει ηρωίδα ενός μυθιστορήματος. (

17.70

Ξένη λογοτεχνία

Το ακουστικό κέρας

Λεονόρα Κάρινγκτον

H Λεονόρα Κάρινγκτον, η σπουδαία σουρεαλίστρια ζωγράφος και συγγραφέας, μας συστήνει την πιο απρόβλεπτη λογοτεχνική ηρωίδα του 20ού αιώνα, τη Μάριαν Λέδερμπι, μια βαρήκοη, χορτοφάγο ηλικιωμένη γυναίκα, γεμάτη όρεξη για ζωή παρά τα ενενήντα δύο της χρόνια.

Όταν η επιστήθια φίλη της Καρμέλα τής δωρίζει ένα ακουστικό κέρας, ξαναβρίσκει την ακοή της και έτσι ανακαλύπτει ότι οι δικοί της ετοιμάζονται να τη βάλουν σε γηροκομείο. Η στενοχώρια της είναι μεγάλη, γιατί δεν θα μπορέσει έτσι να πραγματοποιήσει το ταξίδι των ονείρων της, να πάει στη Λαπωνία. Αντίθετα, θα βρεθεί κλεισμένη σ’ αυτό τον αλλόκοτο οίκο ευγηρίας, όπου όλες οι τρόφιμοι μένουν σε περίεργα οικήματα, υφίστανται τα αλλοπρόσαλλα κηρύγματα των ιδιοκτητών και γευματίζουν υπό το πονηρό βλέμμα του μυστηριώδους πορτρέτου μιας ηγουμένης.
Και όταν μία από τις τροφίμους δίνει κρυφά στη Μάριαν ένα βιβλίο που αφηγείται τον βίο της ηγουμένης, τότε εκτυλίσσεται μια απίθανη σουρεαλιστική περιπέτεια… τελικά, μήπως τα καταφέρει και έρθει η Λαπωνία στη Μάριαν;

Το Ακουστικό Κέρας, μια αποκρυφιστική εκδοχή της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων, είναι ένα κλασικό έργο σουρεαλιστικής λογοτεχνίας. Και όπως είπε και ο Λουίς Μπουνιουέλ, «Διαβάζοντας το Ακουστικό Κέρας, απελευθερωνόμαστε από την άθλια πραγματικότητα που μας περιβάλλει».

14.31