Ο Στάθης Τσαγκαρουσιάνος είναι αμείλικτος. Συχνά είναι επίμονα αγενής –σχεδόν παρενοχλεί αυτά τα ιερά τέρατα της τέχνης! Κι όμως έτσι –κατά τη γνώμη μου- εκμαιεύει συνεντεύξεις σπουδαίες, που απ’ το 1999 που βγήκαν σε βιβλίο τις έχω διαβάσει εκατό φορές, χωρίς να τις συνηθίσω ακόμα.
Στο «Αντίο Παλιέ Κόσμε», παρελαύνουν άνθρωποι του πνεύματος που αναγκάστηκαν να αφήσουν κατά μέρος όλα τα κλισέ.
Στον πρόλογο αυτού του ε-ξαι-ρε-τι-κού βιβλίου ο Σ.Τ. γράφει: «Δεν άφηνα τους ανθρώπους να μιλήσουν –αλλά κι αυτό είχε το καλό του: αναστατωμένοι, θιγμένοι ή ακόμα και θυμωμένοι, οι άνθρωποι που συναντούσα, έχαναν συχνά τη ψυχραιμία τους και μιλούσαν με μια ειλικρίνεια υπαρξιακώς σόκιν».
Μάνος Χατζιδάκις [Μουσικός, 1985] …Θυμάμαι ακόμα τη λεωφόρο Κάνυον, τότε το ’68, που έδενε τα βουνά του Χόλυγουντ, γεμάτη σπίτια νέων που συζητούσαν, που το βράδυ έπαιζαν μουσική, πουλούσαν το Free Press, ενταγμένοι στο νεανικό κίνημα με την πρώτη πολιτική συνείδηση. Έγινα τότε φίλος με το συγκρότημα των Jefferson Airplane κι έφυγα μαζί τους, χάθηκα για 6 μήνες μες στο Λος Άντζελες το πνιγμένο στα ινδικά αρώματα… Αυτές οι εποχές είναι οι μόνες στιγμές που μπορώ να νοσταλγήσω –όλες τις άλλες σας τις χαρίζω.
Νίκος-Γαβριήλ Πεντζίκης [συγγραφέας, 1985] Να διαλέγεις τη μοναξιά που θα σε μάθει να αγαπάς τον καθένα. Να στηριχθείς στη μοναξιά, όπως η πόρνη ακουμπάει στον νταβαντζή της για να εξασφαλισθεί επειδή δίδεται στους πάντες. Τα όρια τότε θολώνουν και δεν υπάρχει το καλό και το κακό –μόνον η κίνηση.
Φλέρυ Νταντωνάκη [τραγουδίστρια, 1986 ] Όταν βλέπω ψυχές που είναι χαμένες –ανθρώπους που υποβιβάζουν, που φθονούν…- τα χάνω και υποφέρω που φέρνονται με τόση προχειρότητα στον εαυτό τους. Όταν βλέπω ότι δεν μπορώ να σταματήσω μιαν αδικία που γίνεται μπροστά στα μάτια μου, φτάνω στο σημείο να μη θέλω ναμαι ζωντανή. Εγώ αναρωτιέμαι αν χρειάζομαι πλέον στον πλανήτη –νιώθω εξαγνισμένη. Υπάρχω μόνο όταν με χρειαστούν…
Ιόλας [συλλέκτης έργων τέχνης, 1986] Καμιά φορά με παίρνουν τίποτα αρχαιοκάπηλοι και μου λένε «έχουμε μια εικόνα, έχουμε έναν Ρέμπραντ» κι εγώ τους λέω «να τον βάλετε στον κώλο σας». [παρεμβαίνει ο Σ.Τ.: ‘Σας αρέσει να σοκάρετε.’] Για να γελάσουμε λιγάκι. Μα γιατί ήρθατε εδώ πέρα; Να διασκεδάσουμε ή να λυπηθούμε; Αν ήρθατε να κάνουμε τον Επιτάφιο, τη Μεγάλη Παρασκευή, ωραία. Αλλά αυτό δεν μ’ ενδιαφέρει. Θα με βάλετε και τιμωρία; Βάλτε με! –σαν τη γιαγιά μου.
Ελένη Βλάχου [εκδότρια της Καθημερινής, 1986] (Μιλά για το βιβλίο της, το οποίο δεν εγκρίνει η Μάτση Χατζηλαζάρου επειδή «μιλάει μόνο για τις κοσμικές συντροφιές της εποχής».) Ε, τι μόνο! Δυο σελίδες είναι οι κοσμικές αναφορές κι εκατόν πενήντα είναι οι άλλες. Η δε Μάτση, η οποία είναι χάρμα άνθρωπος και την οποία γνωρίζω πάρα πολύ καλά, εκείνη την εποχή ευρίσκετο ολονυχτίς εις τα ίδια καμπαρέ μαζί μου και να τ’ αφήσει αυτά! Και διασκέδαζε και ξενυχτούσε εξίσου –ήταν η εποχή.
Μάτση Χατζηλαζάρου [ποιήτρια, 1986] Εγώ για έναν λόγο μόνο θα’θελα να μην πεθάνω: από περιέργεια. Δεν μπορώ να σας πω τι τρομερή περιέργεια έχω για το τι θα’ναι το 2020. Πώς θα’ναι; Τα κομπιούτερ, όλα αυτά… Μου φαίνεται περίεργο να φαντάζομαι πώς θα’ναι τα μεταφορικά μέσα, ο computerized κόσμος…
Γιώργος Χρονάς [ποιητής & εκδότης, 1986] Τα ποιήματά μου πάντοτε τα διάβαζα στα μοντέλα που έμπαιναν σπίτι μου –«πληρωμένα μοντέλα» που δεν ήξεραν πώς τα χρησιμοποιώ. Αν αυτοί μου έλεγαν «Τι είναι αυτό, καλέ; Εσύ το έγραψες;», τότε πήγαινε στο τυπογραφείο. Ποτέ δεν τα επήγα στον Κουν ή στον Εμπειρίκο για να τα κρίνουν.
Μιχάλης Κατσαρός [ποιητής, 1987] Δεν ξέρω τι θα πει ‘εκκεντρικός’. Λένε εκκεντρικό κάποιον, επειδή έχει μαλλιά, επειδή φοράει ένα κασκέτο, επειδή λακτίζει προς τα κέντρα… Μπορείς να με πεις εκκεντρικό που βάζω στο σακάκι μου ένα κουμπί των πανκ, και θέλω να είμαι ο αρχηγός των πανκ; Θέλω να είμαι ένας πανκ!
Μιχάλης Ράπτης (Πάμπλο) [ουτοπικός επαναστάτης, 1986] Μα οι νέοι θα ’πρεπε να ‘ναι γιομάτοι ζωή και ευχαρίστηση! Εγώ είχα μια καλή ζωτικότητα, μια καλή ιδιοσυγκρασία∙ τώρα αρχίζω και σκεβρώνω κι όλα τα πράγματα γίνονται δύσκολα, αλλά ακόμα και τώρα που βλέπω πως το κορμί μου καταρρέει, πως οι σάρκες και τα κόκαλα αδυνατίζουν, λέω πως θα’ναι μια ευχαρίστηση καθηλωμένος στην καρέκλα να ξαναδιαβάσω όσα μου άρεσαν στη ζωή μου ή όσα δε διάβασα…
Μίκης Θεοδωράκης [μουσικός, 1985] Δεν είχαμε τη δυνατότητα να ήμαστε ευαίσθητοι. Αδέλφια πάλεψαν ενάντια στ’ αδέλφια τους. Υπάρχει ένα μεγάλο –το μεγαλύτερο- μέρος στον άνθρωπο που είναι άγριο ζώο. Από πάνω του υπάρχει μια κρούστα που λέγεται ανθρωπισμός. Αν λείψει το νερό απ’ την Αθήνα για 30 μέρες, θα δεις ανθρώπους που πιστεύεις για θεούς να σκοτώνουν για μια γουλιά.
Ντίνος Χριστιανόπουλος [ποιητής, 1985] Η ποίηση κι η κριτική είναι πράγματι δύο διαφορετικές ιδιότητες που τελικά στο βγάζουν ξινό. Κινδυνεύεις να κάνεις μοντέλο τη δική σου ποίηση… Μα αυτό ακριβώς είναι η προσπάθεια για κριτική: να είμαστε δίκαιοι και δικαιοσύνη σημαίνει να αδειάζουμε απ’ το ίδιο μας το ζουμί. Υπάρχει μια ξαδέρφη της σουπιάς, η κουκουμεριά: αυτή, όταν κινδυνεύει, αδειάζει από όλη της την υπόσταση ξερνάει τα σωθικά της όλα, και μένει μια μικρή πέτσα που το μεγάλο ψάρι δεν γουστάρει να τη φάει.
Αντίο παλιέ κόσμε
€14, Σελίδες: 348